Κάνατε ποτέ το λάθος να διαβάσετε τον διαβόητο Αλχημιστή του Κοέλιο; Εγώ το είχα κάνει, αλλά στην πρώτη έκδοσή του, πριν γίνει ακριβώς διάσημος. Πρέπει να ήταν γύρω στο ’93 ή κάπου τότε. Δεν μου είχε κάνει ούτε καλή ούτε κακή εντύπωση, μόνο που η βασική του ιδέα -και δεν εννοώ εκείνη με το σύμπαν που συνωμοτεί κλπ., εννοώ το πώς ψάχνεις σε όλο τον κόσμο τον θησαυρό που τελικά είναι στην αυλή σου- μου ήταν ήδη γνωστή. Όντως, Χόρχε Λουΐς Μπόρχες, Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας, Αθήνα 1985, σελ. 91-92, πριν το αγοράσω το είχα δανειστεί από τη ΧΑΝΘ, τον πρώτο-πρώτο καιρό της φοιτητικής μου ζωής στη Σαλονίκη: παραπομπή στις Χίλιες και μια νύχτες, 351η νύχτα, ο φτωχός στο Κάιρο βλέπει στον ύπνο του ότι η τύχη του είναι στο Ισπαχάν. Πάει με χίλια ζόρια στο Ισπαχάν, τον πιάνει ο αστυνόμος, ο φουκαράς λέει την ιστορία του, ο αστυνόμος γελάει: «Χα χα, κι εγώ στον ύπνο μου βλέπω ένα θησαυρό σε μιαν αυλή στο Κάιρο μ’ ένα περιβόλι στο βάθος και μες στο περιβόλι ένα ρολόι ηλιακό και πίσω απ’ το ηλιακό ρολόι μια συκιά και κάτω απ’ τη συκιά μια βρύση και κάτω από τη βρύση ένα θησαυρό. Δεν πίστεψα ούτε στιγμή στο ψέμα αυτό». Φυσικά ο άνθρωπος γυρίζει στο Κάιρο, διότι το σπίτι με το περιβόλι ήταν το δικό του, και βρίσκει το θησαυρό. Το σύμπαν συνωμότησε ώστε να είναι ο Κοέλιο, και όχι ο Μπόρχες ούτε ο ανώνυμος Άραβας παραμυθάς, που έγινε διάσημος με τούτη την ιστορία.
Γιατί για μια φορά ο Μπόρχες έγραφε την αλήθεια: όντως αυτή είναι η 351η νύχτα από τις 1001 (εδώ στην επική μετάφραση του σερ Ρίτσαρντ Μπέρτον, του 1850). Για να μην προτρέχουμε όμως, ίσως ούτε ο Άραβας (που, υποτίθεται, είναι ο ιστορικός Ελ Ιξακί) είναι ο πρώτος διδάξας. Το πρώτο γνωστό χειρόγραφο των παραμυθιών χρονολογείται τον 14ο αιώνα, αν και οι περισσότερες ιστορίες πρέπει να είχαν συγκεντρωθεί ήδη από τον 9ο (βάσει ινδικών και περσικών συλλογών)· η συγκεκριμένη, ωστόσο, εμφανίζεται ήδη στο Μεσνεβί του Μεβλανά Τζελαλεντίν Ρουμί, γραμμένο στο Ικόνιο το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα (δείτε εδώ, προς το τέλος). Ας σημειώσω εδώ ότι δεν έχω ιδέα ποια από τις γνωστές μεταφράσεις των Νυχτών χρησιμοποίησε ο Μπόρχες, ποιος είναι ο μυστηριώδης Ελ Ιξακί και γιατί ο δικός του φτωχός είναι Καϊρινός και πάει στο Ισπαχάν, ενώ του Μπέρτον (όπως και του Μεβλανά) είναι από τη Βαγδάτη και πηγαίνει στο Κάιρο. Από ευρωπαϊκές μεταφράσεις, στο μεταξύ, να φαν κι οι κότες, κι ο Μπόρχες τις είχε μελετήσει όλες, και τις περιέγραψε στην Ιστορία της αιωνιότητας. Προσωπικός μου ήρωας πάντως είναι ο Μπέρτον, συν τοις άλλοις γιατί είχα δει δεκάξι χρονών τα Βουνά του φεγγαριού.
Αν νομίζετε όμως ότι πρόκειται για ανατολίτικη παράδοση, ίσως γελιέστε: ιδού ένα παρόμοιο αγγλικό παραμύθι (από το Νόρφολκ στο Λονδίνο). Εδώ, μάλιστα, μια ολόκληρη σειρά τέτοιων ιστοριών από την Αγγλία, τη Γερμανία, τη Δανία και άλλες καθόλου ανατολίτικες χώρες, μεταξύ άλλων. Μερικές από αυτές είναι κάπως απογοητευτικές, ίσως, όπως π.χ. η γερμανική: κάποιος ακολουθώντας το όνειρο συναντά έναν άλλο ο οποίος έχει ονειρευτεί το θησαυρό, πολύ απλά, θαμμένο κάτω από ένα δέντρο παραδίπλα. Η τούρκικη βερσιόν (από την Πόλη στο Κάιρο), αντίθετα, είναι σχεδόν φλύαρη, και έχει και μια διασκεδαστική προσθήκη στο τέλος, με τον φτωχό να δοκιμάζει τη γυναίκα του (της λέει ότι γέννησε ένα αυγό, και την άλλη μέρα ακούει στο παζάρι ότι γέννησε λέει μια ντουζίνα, οπότε προφανώς αποφασίζει να μην της πει για το θησαυρό). Πρόσφατα διάβασα και την εβραϊκή εκδοχή, με ένα ραβίνο (φυσικά) που φεύγει από την Κρακοβία για να ψάξει ένα θησαυρό στην Πράγα. Έτσι είναι: όταν ψάχνεις κάτι πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί να σε μπερδέψει.
Προτιμώ όμως να τελειώσω με μια παραλλαγή, που αναφέρεται πάλι από τον Μπόρχες (ομού με τον Μπιόι Κασάρες, Σύντομες και παράξενες ιστορίες, Αθήνα 1988, σελ. 94). Αποδίδεται στον Κοκτώ (Le grand écart, 1923· αλλά η απαρχή της, όπως θα δείτε χάρη στον Ηλία στα σχόλια, είναι πάλι ο Ρουμί) και είναι κάπως ωραιότερη, κατά τη γνώμη μου, καθώς αντί για θησαυρό τον ήρωα τον περιμένει ο Χάρος. Βεβαίως, στο Ισπαχάν. Ορίστε:
Ένας νεαρός πέρσης κηπουρός λέει στον αφέντη του:
«Σώσε με! Σήμερα το πρωί συνάντησα το Χάρο. Μου έκανε μια απειλητική χειρονομία. Και τι δεν θά’ δινα νά ‘μουν το βράδυ στο Ισπαχάν».
Ο καλόψυχος αφέντης του δανείζει τ’ άλογά του. Το ίδιο σούρουπο, ο αφέντης συναντά το Χάρο και τον ρωτά:
«Γιατί σήμερα το πρωί κάνατε μια απειλητική χειρονομία στον κηπουρό μου;»
«Δεν ήταν απειλητική χειρονομία», του απαντά ο Χάρος, «αλλά μια χειρονομία έκπληξης. Βλέπεις, σήμερα το πρωί βρισκόταν τόσο μακριά απ’ το Ισπαχάν, κι εγώ πρέπει να τον πάρω απόψε στο Ισπαχάν».
Στην πραγματικότητα, θα σημείωνε κανείς, το μοτίβο είναι πανάρχαιο και μάλλον πανανθρώπινο, η γνωστότερη εκδοχή του όμως δεν έχει ούτε Χάρο ούτε θησαυρό. Είναι, θα το μαντέψατε ίσως, η ιστορία του Οιδίποδα. Μια μεσαιωνική εκδοχή του οποίου χρησιμοποίησε ο Τόμας Μαν στον Εκλεκτό, και τα λοιπά και τα λοιπά. Πας να ξεφύγεις από το κακό, και το βρίσκεις μπροστά σου. Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον.
.
Προσθήκη: και άλλες εκδοχές στα σχόλια, μεταξύ των οποίων και η πρώτη γνωστή καταγραφή της ιστορίας με το Χάρο, από το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (3ος-5ος αι. μ.Χ.).
Για να περνά η ώρα; Μα αυτό το ποστ να έχει ετικέτα «Για να περνά η ώρα»; Απίστευτος…
tee hee hee
Ξέρεις πόση ώρα πέρασε μέχρι να το ετοιμάσω; tee hee hee
Μη μου το πεις! Δε θα το αντέξω…
(το tee hee hee πάντως ήδη κυκλοφορεί περισσότερο κι από την πυτιά)
Μα γιατί, Τσαλαπετεινέ; Αλήθεια λέει. Εγώ ας πούμε, πέρασα τέλεια την ώρα μου μ’ αυτό εδώ.
Πολύ μου άρεσε, δύτη.
Riski, χαίρομαι.
Με την ευκαιρία, να πω ότι το ποστ το οφείλω στον Ρογήρο που με τσίγκλισε.
Θα έπρεπε να βάλεις μουσική υπόκρουση
Έκανα το λάθος και μάλιστα από την παλιά έκδοση, πριν. Και η αφηγηματική του ιδέα μού θύμισε τις Χίλιες και Μία Νύχτες. Δε θα μπορούσε να μου θυμίσει το Μπόρχες, όπως εξηγείται από την ημερομηνία που παραθέτεις.
Τώρα, ποιες Χίλιες και Μία είχα διαβάσει; Δε θυμάμαι, αλλά νομίζω ότι ήταν στις εκδόσεις Ηριδανός.
Τη συνέχεια την ξέρετε. Ο Κοέλιο δε μου άρεσε καθόλου, μου φαινόταν τρομερά φτηνιάρης κλπ., οπότε άρχισα να τον θάβω όπου βρισκόμουνα κι όπου στεκόμουνα. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει διάσημος.
Ακίνδυνε, ή ίσως αυτό (ρίχνω το επίπεδο)
Μπουκάν, η έκδοση του Ηριδανού υπερέχει από πολλές: είναι κατευθείαν από τα αραβικά, από τον αιγυπτιώτη Κώστα Τρικογλίδη, που είχε μεταφράσει επίσης το Γκιουλιστάν του Σααντί και διάφορα άλλα αραβοπερσικά. Αλλά, τι εξηγείται από τις ημερομηνίες; Ο Μπόρχες μεταφράστηκε το ’85, και ο Αλχημιστής, βλέπω στη βίκι, γράφτηκε το ’88.
Άντε, θάψε μας τώρα να γίνουμε διάσημοι! 🙂
Εννοούσα ότι είχα διαβάσει πριν το ’85 τις Χίλιες και Μία, οπότε είχαν κατοχυρώσει το κοπιράιτ στο μυαλό μου.
Ναι, αυτή η μετάφραση πρέπει να ήταν, πολύτομη, μόνο που υπήρχε σε παλιότερη έκδοση, με διαφορετικό εξώφυλλο χωρίς εικόνες, άσπρο και κάποιο παλ χρώμα (όπως ήταν τότε όλα του Ηριδανού, νομίζω). Οι πρώτοι τόμοι βγήκαν στη δεκαετία του ’70, νομίζω, πρέπει να ολοκληρώθηκε (ή μήπως διακόπηκε;) γύρω στο 1980.
Κι αφού πιάσαμε τα βιβλιοφιλικά. Για τον Αλχημιστή εσύ εννοείς πρώτη έκδοση εκείνη του Εξάντα, όμως είχε βγει και μια πιο πρώτη (που πήγε άπατη και απαρατήρητη). Μόνο που δε θυμάμαι ποιος μ… ε, ποιος μεγαλόψυχος την είχε βγάλει.
Και οι άλλες μεταφράσεις του Τρικογλίδη είναι σπουδαίες. Αλλά δεν μπορώ να βρω τίποτα για την ιστορία του.
Για τον Αλχ., τι να σου πω, δεν θυμάμαι. Μου το είχε δανείσει ένας φίλος, θυμάμαι αμυδρά ένα λεπτό βιβλίο με ασπρουδερό εξώφυλλο.
Έχω τους τόμους 1,3,4 αλλά μάταια αναζητώ ημερομηνία έκδοσης. Τα βιβλία είναι χωρίς κολοφώνα.
Το μόνο που βρήκα:
http://xantho.lis.upatras.gr/kosmopolis/index.php/noumas/article/view/17650
Όπως επίσης οτι οι μεταφράσεις του είναι της δεκαετίας του 20.
Οπότε είναι τόσο παλιός. Για κάποιο λόγο είχα την ιδέα πως ήταν από τους Αιγυπτιώτες που έφυγαν με τον Νάσερ…
Πήρα απ’ το παζάρι του βιβλίου το Γκιουλιστάν και το περιβόλι της αγάπης (άγνωστου Άραβα).
Ωραία! Τώρα, αν θυμάμαι καλά, και μια και έχεις ήδη τις Νύχτες, σου λείπει ο Συντίπας. Υπάρχει ένα ακόμα, πιο σόκιν, που δεν μπορώ τώρα να θυμηθώ τον τίτλο του και που δεν θυμάμαι αν έχει μεταφραστή (πάντως είναι στο στιλ του Τρικογλίδη).
Αυτά τα δύο καμασουτροειδή δεν έχουν μεταφραστή, αν θυμάμαι καλά. Να είναι κι αυτά δικά του; Αλ Τζαχίζ, Έφηβοι και εταίρες, αλ-Ναφζάουι, Το μυρωμένο λιβάδι όπου διασκεδάζουν οι αισθήσεις (σε άλλη μετάφραση ή τέλος πάντων τίτλο: Ο κήπος της ηδονής). Αυτό το τελευταίο το έχω (σε φωτοτυπίες) και στην περίφημη αγγλική μετάφραση που μπορεί να είναι, ή να μην είναι, του Ρίτσαρντ Μπέρτον.
Και κάτι που μόλις βρήκα: Οι ευτράπελες ιστορίες του Νασρ-εν-ντιν Χότζα / Μετάφρασις από το αραβικό Κώστα Τρικογλίδη, 1921. Α ρε Ανέμη! 🙂
Έχει ενδιαφέρον ο πρόλογος στο τελευταίο, και ιδίως το τέλος του (δεν μετέφρασε λέει κάποια ανέκδοτα, διότι «είναι πάρα πολύ «ελεύθερα» και μπαίνουν στον κύκλο του Αισχρού και του Ανηθίκου, και δεν θα ήθελα η μετάφρασί μου ν’ αποκλεισθή από την κοσμία και ηθική ελληνική οικογένεια»). Δεδομένου ότι είχε μεταφράσει και Ζάχερ-Μάζοχ!
Δε μου λείπει. Τον είχα αγοράσει απ’ το προπέρσινο παζάρι μαζί με τις μεταφράσεις του Ταγκόρ.
Μερσί για το Χότζα, θα τον συγκρίνω με τον «δικό» σου.
Απροπό, βρήκα και τις ιστορίες του νταή Σταβρή του Τζελέπη.
Την άλλη ιδέα, με το Χάρο και το Ισπαχάν, την έχει αξιοποιήσει (γιά να ρίξουμε λίγο το επίπεδο!) ο Τέρι Πράτσετ, σε μια χιουμοριστική αντιστροφή.
Ρίχναμε ταυτόχρονα τα επίπεδα!
Μα, είδες; Πες μου τώρα ότι ήταν τυχαίο και όχι μια συνωμοσία του σύμπαντος κλπ.
Εκανα κι εγω το λαθος, συμφωνω με τον Μπουκαν, μονο που εγω αρχισα να τον θαβω αφου ο Μπουκαν τον ειχε κανει ηδη διασημο! 🙂
Βουλάγξ, όλοι κάναμε το λάθος. Τουλάχιστον ξέρουμε για τι μιλάμε!
Βουλάγξ γεια σου, να σε συγχαρώ εδώ, διαμπλογκικά, για τη ρουστίκ προσαρμογή του Μπρασένς!
Μπουκαν, νασαι καλα! (δεν ειδα το σχολιο σου στην ωρα του,εχω κοψει τα ξενυχτια, δηλ. προσπαθω )
Δύτη, ναι, το ασπρουδερό ήταν η πιο πρώτη.
Η ψευδοπρώτη, έκανα λάθος παραπάνω, δεν ήταν του Εξάντα αλλά της Γνώσης (1994), σε μπεζάκι.
>ενώ του Μπέρτον (όπως και του Μεβλανά) είναι από τη Βαγδάτη και πηγαίνει στο Κάιρο.
Και του Τρικογλίδη επίσης. Είναι η τελευταία ιστορία του 4ου τόμου ή η τελευταία ιστορία του 9ου βιβλίου της Χαλιμάς.
Ο Βουτιερίδης στην εισαγωγή το Ριχάρδο τον μεταγράφει Μπώρτον.
>Πας να ξεφύγεις από το κακό, και το βρίσκεις μπροστά σου.
Νομίζω οτι η νουβέλα του Άδραστου (Ηροδ. Ι 34-45) είναι καλύτερο παράδειγμα κι έχει και όνειρο.
Την παραλλαγή με τον Χάρο την έχω διαβάσει αποδιδόμενη στον Ρουμί. Από μνήμης:
Ένας υπηρέτης του βασιλιά Σολομώντα εισέρχεται κατάχλομος στην αίθουσα του θρόνου, «Είδα τον Αζραέλ, με τι οργισμένο βλέμμα με κοίταξε! Αφέντη, σε παρακαλώ, διέταξε τον άνεμο να με πάει μακριά στην Κίνα, ίσως εκεί γλιτώσω από την οργή του».
Ο βασιλιάς πράγματι το κάνει. Την επόμενη μέρα καλεί τον ίδιο τον Αζραέλ, τον Άγγελο του Θανάτου: «Γιατί κοίταξες με τέτοια οργή τον υπηρέτη μου;»
«Όχι με οργή», λέει ο Αζραέλ, «αλλά με έκπληξη. Γιατί ο Θεός με είχε διατάξει χθες να πάρω την ψυχή του από την Κίνα. Κι όταν τον είδα, σκέφτηκα ότι και το πιο γρήγορο άλογο να είχε, πάλι δε θα έφτανε σε μια μέρα στην Κίνα».
Σε βιβλιαράκι με ιστορίες του Ρουμί το διάβασα (μαζί με τον ελέφαντα και τους τυφλούς, την ψείρα στο αυτί του ελέφαντα, το έμβρυο μέσα στη μήτρα κ.λπ.)
Υπάρχει κι άλλη μια παραλλαγή της ιστορίας, νομίζω δεν είναι του Ρουμί αυτή αλλά του Αττάρ:
Ο Αντώνης Σαμαράς ονειρεύεται έναν θησαυρό στη χώρα της Πολιτικής Άνοιξης. Αφήνει λοιπόν την πατρίδα του, τη Νέα Δημοκρατία, και πάει μακριά μακριά, στην Πολιτική Άνοιξη. Εκεί όμως δε βρίσκει τίποτα άλλο παρά μόνο τον Μητσοτάκη που του λέει: «Έφυγες και κλαίει ο άνεμος, το κύμα, κλαίνε τ’ άστρα κι η νυχτιά, κλαίει η μάνα μου στο μνήμα, κλαίει κι η Παναγιά».
Οπότε ο Αντώνης Σαμαράς επιστρέφει στην πατρίδα του, τη Νέα Δημοκρατία, βρίσκει εκεί τον θησαυρό και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Καλημέρα!
Μαρία, βεβαίως ο Άδραστος. Ήμουν σίγουρος ότι θα είχα τσαλαβουτήσει πάλι.
Ηλία, προφανώς έχεις δίκιο. Όλο και πιο πρόχειρο θα φαίνεται το ποστ. Όποιος έχει κουράγιο, ας ψάξει την ιστορία του Ρουμί εδώ:
http://www.sacred-texts.com/isl/masnavi/index.htm#contents
Μια άλλη ιστορία του Αττάρ, το περίφημο Συνέδριο των Πουλιών (Μαντίκ αλ-τάιρ), έχει κάτι παρόμοιο (τα πουλιά ψάχνουν τον Σιμούργκ και όταν τελικά τον βρίσκουν αποδεικνύεται ότι δεν είναι παρά τα ίδια (σι μοργ=τριάντα πουλιά). [Τσαλαπετεινέ, έχει και τσαλαπετεινό]
Και φλυαρώ ασύστολα, βέβαια, προτού υποκλιθώ στην τελευταία παραλλαγή (Ο Ολντ Μπόι με ρωτούσε τις προάλλες αν υπάρχεις και είσαι άνθρωπος με σάρκα και οστά).
Λοιπόν το βρήκα, είναι στην αρχή της «πέμπτης ιστορίας» εδώ. Παραπέμπει στο Καλίλα και Ντίμνα, έργο ινδικής προέλευσης που πρόσφατα μεταφράστηκε και στα ελληνικά, οπότε αν το έχει κάποιος…
Όπως λέει και ο Τσαλαπετεινός, Όλα αυτά είναι για να περνάει η ώρα;;; Και ρίχνετε και το επίπεδο λίγο παρακάτω;;; Ρε σεις, τι παίρνετε και δεν μας δίνετε; Μόνο τις παραπομπές να διαβάσω, θέλω ολόκληρες μέρες!
Να ενώσω κι εγώ τη φωνή μου σ’ αυτές που κάνουν μπλιαξ για τον Κοέλιο, ο οποίος -μαζί με κάτι άλλους, εγχώριους και μη, συναδέλφους του (ονόματα δε λέμε, υπολήψεις δε θίγουμε)- δίνει άλλοθι σε κάποιους που ισχυρίζονται ότι «διαβάζουν σοβαρή λογοτεχνία» επειδή τσιτάρουν τις αφόρητες κοινοτοπίες του;
Βάζω αστερίσκο να διαβάσω τα πάντα όλα το βραδάκι με την ησυχία μου, γιατί τώρα βγαίνει ο επιούσιος…
Καλημερούδια
ΥΓ. Τις Χίλιες και Μία… τις έχω σε μια έκδοση του Ερμεία σε μετάφραση Σταύρου Βλάχου με χρονολογία Δεκέμβριος του ’77
Καλημέρα. Ο Αρανίτσης είχε αφιερώσει τρία κυριακάτικα Παράδοξα στον Μπόρχες. Τίγκα στις αρανίτσειες εμμονές, βέβαια, αλλά αξίζει τον κόπο να τα διαβάσει κανείς.
http://spoudasterion.pblogs.gr/2010/05/615506.html
http://spoudasterion.pblogs.gr/2010/05/621290.html
http://spoudasterion.pblogs.gr/2010/05/624587.html
Bernardina, πόσο πλήρης είναι αυτή η έκδοση όμως; Γιατί του Τρικογλίδη είναι εφτά κανονικοί τόμοι…
babis, τα θυμάμαι, ευχαριστώ!
Την καλημέρα μου.
Δείτε κι εδώ για όλες τις μεταφράσεις στα ελληνικά.
http://tinyurl.com/3as6j2u
Μπράβο Μαρία!
Λείπει όμως η σελ. 294 που ίσως μας διαφώτιζε περισσότερο για το ποιον του Τρικογλίδη…
Δύτη,
Και ο μεταφραστής στον πρόλογό του, αλλά και ο γιος του, Άγγελος, διευκρινίζουν ότι πρόκειται για επιλογές από τα «πιο τυπικά αλλά και τα πιο νόστιμα παραμύθια».
Μάλιστα ο Άγγελος υποσημειώνει ότι ο πατέρας του μετέφρασε τις επιλογές άπό τη γαλλική απόδοση του Mardus. Θλιβερή λεπτομέρεια: δεν πρόλαβε να τις δει δημοσιευμένες.
Χμμμ, του Mardrus. Η μετάφραση που, καταπώς θυμάμαι, χαρακτηρίζεται από τον Μπόρχες «ωραία άπιστη» και φουλ στους εξεζητημένους γαλλισμούς. 🙂
Εξαιρετικά απολαυστική, κτγμ, είναι και η ελληνική έκδοση του 18ου αιώνα, τα παραμύθια της Χαλιμάς δηλαδή. Σε τρεις ή τέσσερις τόμους με επιμέλεια του Κεχαγιόγλου (Ερμείας κι εδώ).
Αχ, αυτές οι ωραίες άπιστες! 🙂
Τώρα με βάζεις στα αίματα να την ξαναδιαβάσω (με άλλο μάτι 😉 ) -μη σου πω και να αγοράσω με την πρώτη ευκαιρία αυτή που συστήνεις. Αν υπάρχει, δηλαδή.
Χα! Κι εγώ τον Αλχημιστή στην πρώτη του έκδοση τον έχω-λες να είναι συλλεκτικές και να βγάλουμε κανένα φράγκο αν τις πουλήσουμε; 🙂
Υπέροχη ανάρτηση αυτή Δύτα, εγώ όμως (ο επίσης φτωχός) σκέφτομαι και το άλλο: κι αν ο δικός μας θησαυρός είναι πάντα αλλού από εκεί που πηγαίνουμε εμείς για να τον βρούμε; Βιωματικά μιλώντας…
Μου θυμίζει πολλά πάντως κι εμένα αυτό το κόνσεπτ. Για την ώρα φεύγω χειροκροτώντας την παραλλαγή του Αττάρ by Elias και μόλις θυμηθώ τι θα επανέλθω 🙂
Kι αν ο θησαυρός που αναζητάς είναι ο εαυτός σου; Διαβάζεις Σιντάρτα στα δεκαοχτώ! 😆
(Kαι «Ασκητική» και πολλά άλλα, βέβαια, αλλά επειδή μιλάμε για «παραμύθια»…)
xa, xa και εγω τοτε το διαβασα, νομιζω ηταν ενα κοκκινο μικρο….(ω και τον Σινταρτα, αυτο ηταν μωβ) μου αρεσουν αυτες οι πανανθρωπινες ιστοριες , και κυρως αυτο που λεγεται για τον τοσο μικρο κοσμο…
Δύτη, συγχαρητήρια. Η σύνδεση όλων αυτών των ιστοριών μου άρεσε πάρα πολύ. Δεν είχα συνειδητοποιήσει τα «δάνεια» του Κοέλιο. Άρα το ρητό είναι :
«Άν θέλεις κάτι πάρα πολύ, συνωμοτείς εναντίον όλων των συγγραφέων, και θα τα καταφέρεις.»
Ποια όμως είναι η ουσία αυτών των ιστοριών, που είναι μία, είναι παγκόσμια και την διηγούνται συνήθως ετερόδοξοι και μυστικιστές;
το πώς ψάχνεις σε όλο τον κόσμο τον θησαυρό που τελικά είναι στην αυλή σου
Ητελευταία περικοπή εννοείται, άρα διαγράφεται
Υπάρχει κι ένα κάπως σχετικό ποίημα του Ρουμί, δε ξέρω αν είναι από το Μαθναβί, είναι εκείνο που λέει, οτι έψαξε σ’ όλο τον κόσμο, στά Ιμαλάια με τους Ινδούς, στην εκκλησία, στη Μέκκα, στα βιβλία του Αβκέννα πουθενά δεν ήταν και όταν γύρισε άπρακτος, απελπισμένος κοίταξε τη καρδιά του, ο Θεός ήταν εκεί, στο σπίτι του.
Είναι δυνατό το πάτερν και πραγματικά αναρωτιέμαι τι μπορεί να σημαίνει. Σκέφτομαι οτι ίσως έχει σχέση με τον κύκλο που πορεία σε κάποια μαθητεία υποτίθεται οτι πρέπει να διαγράψει.
Στο Ζεν λένε, στην αρχή τα βουνά είναι βουνά, μετά δεν είναι βουνά αλλά στο τρίτο στάδιο μαθητείας, είναι πάλι βουνά. Και στις πολεμικές τέχνες, το αιτούμενο είναι οι κινήσεις του μαθητή να φτάσουν την απλότητα,και τον αυτοματισμό που έχουμε όλοι όταν χτενίζουμε τα μαλλιά μας με μία χτένα.
Πέρα από κει ,όμως φαντάζομαι οτι θά έχει κι ένα άλλο περιεχόμενο που μου διαφεύγει. Τι νομίζεις πως εννοεί;
Λοιπόν, επειδή είμαι ζαλισμένος από την κούραση σήμερα θα απαντήσω κάπως ασυνάρτητα, συμπαθάτε με. 🙂
Βλέπω πως α) όλοι κάποτε διαβάσαμε τον Αλχημιστή, β) το φιλοσοφικό ερώτημα έχει αρκετά έντονη, εμ, παρουσία. Εγώ, να πω την αλήθεια, είδα κυρίως μια ωραία ιστορία, μια έξυπνη πλοκή, απ’ αυτές που μ’ αρέσουν, χωρίς να ψάξω το βαθύτερο νόημα. Την αγωνία του silent όμως που μόλις άλλαξε πόλη (απ’ ό,τι έμαθα) την καταλαβαίνω: μήπως πάντα το ζητούμενο φεύγει μακριά μας; Χμ, το έχω σκεφτεί, δε λέω. Κι ούτε αντιφάσκει κατ’ ανάγκην με το ερώτημα του Καπετάνιου, μια και στο κάτω-κάτω ποιος έφτασε στον εαυτό του να μας πει κλπ κλπ.
Κι επειδή φοβάμαι πως άρχισα τις ασυναρτησίες, ας πω κάτι πιο, ας πούμε, επιστημονικό: όσον αφορά το πάτερν στον Ρουμί, ίσως έχει να κάνει με μια παλιά δοξασία των σούφι, με ρίζες στον αλ-Γαζάλι, ότι δηλαδή ο θεός είναι μέσα μας και παντού. «Ενότητα υπάρξεως» (vahdet-i vücûd), με αποκορύφωμα την κραυγή του αλ-Χαλάτζ που προκάλεσε και το θάνατό του, εκεί στα 922: Ana’l-Hakk, «είμαι ο θεός».
Σημειώνω όμως, ξανά, ότι ενώ πάντα με ενδιέφεραν αυτά τα σουφικοδερβίσικα ποτέ δεν τα χρησιμοποίησα στα σοβαρά για τα υπαρξιακά μου. Τόπα κι αλλού, είμαι άνθρωπος επιπόλαιος, κι αυτά χρειάζονται, αν μη τι άλλο, επιμονή.
Ο θησαυρός και ο χάρος.
Τον πρώτο, τον αναζητούμε σ’ όλη τη ζωή γιατί θα είναι το μέσο για να την αλλάξουμε. Ίσως η ανέχεια των χρόνων που δημιούργησαν αυτές τις παραδόσεις δίνει μια εξήγηση. Η πεποίθηση παραμένει σταθερή: η ζωή αλλάζει αν απαλλαγούμε από την (κοινωνική) τάξη μας. Ο μύθος γοητευτικός στις διάφορες κατά τόπους εκδοχές του, όσο και του Έλληνα Κροίσου με κάμποσα γράμματα.
Ο δεύτερος, μας αναζητά. Σύμφωνα με τους μύθους, όχι σ’ όλη μας τη ζωή, αλλά την προγραμματισμένη στιγμή. «Όποιου του μέλει να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει»… Τόσο αντιδραστικά μοιρολατρικό, όσο βαθιά φιλοσοφημένο.
Όχι, δεν μπορεί όλα να είναι μοίρα. Ή: τίποτε δεν είναι μοίρα, όλα είναι μάταια.
Με την ιστορία της ιστορίας πήρα το μάθημά μου για σήμερα. Ευχαριστώ.
Και όλα είναι σχετικά. Αν όλα είναι μάταια, μπορεί για ανθρώπους ελαφρόμυαλους όπως εγώ αυτό να σημαίνει ότι τίποτε δεν είναι σημαντικό, ας πούμε.
(μια ωραία ιστορία πήγα να αφηγηθώ ο καημένος, δεν σκέφτηκα ούτε βάθη, ούτε ματαιότητες 🙂 )
Πες τα, δύτη. Κι εγώ τον Αλχ. σαν παραμύθι τον διάβασα, όταν μου τον χάρισαν το 94. Το επόμενο όμως, που επίσης μου χάρισαν, το παράτησα στις πρώτες σελίδες. Μου θύμισε τα προτεστάντικα βιβλιαράκια που μας μοίραζαν στο κατηχητικό.
Μια από τα ίδια.
Δυο από τα ίδια
Δύτη, σε ευχαριστώ πολύ για το Συνέδριο των Πουλιών. Περιττό να σου πω πόσο χάρηκα: δεν υπάρχει απλώς τσαλαπετεινός αλλά είναι ο αρχηγός της ομάδας των πουλιών.
(Και εσύ τι απάντησες στον Ολντ; )
Τι να του απαντήσω; ότι σάρκα είχε, αφού δώσαμε τα χέρια, τώρα για τα οστά δεν ξέρω, δεν τα είδα.
Το Συνέδριο των Πουλιών σε αγγλική μετάφραση, κατεβάσιμη: http://sufibooks.info/Sufism/Bird_Parliament_(Manteq'o%20Teyr)_Attar.pdf
Καλέ, πλάκα κάνω (ματαίως…)!
Πλάκα κάνω: δεν κάνω πλάκα.
Τώρα έκανα πλάκα.
Και τον Τρίτο Άνθρωπο δεν τον είδα ακόμα…
Τη Δευτέρα με τον κηδεμόνα σου. 🙂
πάντως για τους Ιρλανδούς, ο θησαυρός βρίσκεται στη βάση του ουράνιου τόξου και αυτη η εκδοχή μου αρέσει περισσότερο.
θέλω να γίνω λέπερκορν άμα μεγαλώσω! 🙂
λέπρεκον, ρε συ 😆 😆
http://www.google.gr/search?source=ig&hl=el&rlz=1G1GGLQ_ELGR341&q=leprechaun&aq=0&aqi=g4g-s1g3g-s1g1&aql=&oq=lepre
Αφού σου αρέσουν τα ιρλανδέζικα, λέπρεκον και ουράνια τόξα, θα σου είχε αρέσει και η πρώτη «κανονική» ταινία του Κόπολα και η προ- τελευταία του Φρεντ Ασταίρ.
*
Πάντως, το παραμύθι που ο πρωταγωνιστής κάνει το γύρο του κόσμου για να βρεί αυτό που ζητάει και τελικά το βρίσκει δίπλα του, ή μέσα του, ή σπίτι του, πρέπει να είναι πολύ γκαγκάν πάτερν, και φερμένο από πολύ παλιά.
Κι ο Οδυσσέας γυρνάει πίσω, δεν ερωτεύεται διάφορες λιμανίσιες. Και μάλλον έχουμε δεί πάνω από χίλια φίλμ «εμπορικά» που τελειώνουν έτσι: Ο πρωταγωνιστής κάνει ένα μεγάλο ταξίδι, έξω του, μέσα του, κάπου, αλλά στο τέλος γυρνάει πίσω. Είναι ο ίδιος που ήταν και πριν και κάνει τα ίδια πράματα, αλλά όχι όπως πριν..
Στις Μαριονέττες ο Φον-Κλάιστ γράφει κάτι σχετικό. Ότι έχουμε γευτεί τον καρπό της Γνώσης και έχουμε χάσει τον Παράδεισο.Την απλότητα, τη φυσικότητα, τη φυσική χάρη… Και για να τα ξαναβρούμε θα πρέπει να κάνουμε τον γύρο του Παραδείσου.
Ποιος ξέρει, θέλει ψάξιμο όλο αυτό.
ναι ντάξει, λέπρεκον, δε μιλάω καλά γκέλικ, σόρυ!
αχ σας ευχαριστώ, να μου αρέσουν πολύ όλα αυτά τα όιrish θίνγκυς!!
Δύτη, ως συνήθως ά.π.α.ι.χ.τ.ο.ς…
Κροτ, κι όταν φτάσεις εκεί συναντάς ένα
λέπερκορνλέπρεκον, και σου λέει: λάθος έκανες, στην άλλη άκρη του ουράνιου τόξου ήτανε. 🙂Θεώρημα, 😳 Αλλά αμφιβάλλω αν θα προλάβω να ετοιμάσω άλλο πριν το Πάσχα.
αυτά είναι κακεντρέχειες, κι εγώ την επόμενη φορά που θα έχει ουράνιο τόξο, θα βρω θησαυρό, θα δεις εσύ!
Ωπ, αργά το είδα αυτό. Δύτη, είμαι ίσως ο μοναδικός που δεν έχω διαβάσει ούτε τον Αλχημιστή ούτε τίποτε άλλο του Κοέλιου. Επεσε την εποχή που διάβαζα ελάχιστη λογοτεχνία.
Ο Τρικογλίδης ήταν σημαντική μορφή στις αρχές δεκ. 1920 και απορώ που λείπει από 2-3 εγκυκλοπαίδειες που κοίταξα. Μετέφραζε από αραβικά αλλά και από άλλες γλώσσες -πόσες δεν ξέρω γιατί μπορεί π.χ. τα ρώσικα που έχει μεταφράσει να τα πήγε μέσω γαλλικών. Όπως και ο Λαπαθιώτης την ίδια εποχή, μετέφραζε σύντομα πεζά ή πεζοτράγουδα, σε εφημερίδες.
Ασχετο: είναι απίστευτο πόση λογοτεχνική ύλη (με την ευρεία έννοια της λέξης: από χρονογραφήματα έως μυθιστορήματα) περιείχαν οι εφημερίδες της εποχής εκείνης.
Στην αγγλική ιστορία που παραπέμπεις, είδα μια έκφραση που μ’ άρεσε, ο Βαλής γέλασε μέχρι να φανούν οι φρονιμίτες του.
Ναι -ποιος ξέρει όμως αν η έκφραση είναι αραβική ή προσθήκη του Μπέρτον…
Πεδίον δόξης λαμπρόν, η αποκατάσταση του Τρικογλίδη. Αναλαμβάνεις; 🙂
Το περίεργο είναι πως, με το να τον βρίσκω συνεχώς σε ελληνικές εφημερίδες της εποχής εκείνης, και να έχω δει και τη μετάφρασή του να κυκλοφορεί, είχα την αίσθηση πως ήταν πασίγνωστος.
Δυο μεταφράσεις του υπάρχουν στην Ανέμη.
Πασίγνωστος σε όσους έχουν διαβάσει τη Χαλιμά. Αν εκτός απ’ τις μεταφράσεις είχε και πρωτότυπο έργο, μπορεί να γινόταν γνωστός. Οι μεταφραστές μένουν στην αφάνεια 🙂
Πάντως, η έκφραση υπάρχει και στην καινούρια αγγλική μετάφραση από τους Lyons (http://www.penguin.co.uk/nf/Book/BookDisplay/0,,9780140449389,00.html?strSrchSql=arabian+nights/The_Arabian_Nights:_Tales_of_1,001_Nights_Anonymous) οπότε υποψιάζομαι ότι είναι μάλλον αραβική (άσε που δεν την έχω ακούσει ποτέ)
Μετά από έξι χρόνια μπορώ να επιβεβαιώσω ότι η έκφραση «γέλασε μέχρι να φανούν οι φρονιμίτες του» είναι αραβική. Όπως διάβασα σε μια αιγυπτιακή εγκυκλοπαίδεια του 14ου αιώνα, λέγεται (σε ένα εγκώμιο του γέλιου) ότι ο Προφήτης γελούσε τόσο πολύ που φαίνονταν οι τραπεζίτες του.
(Shihab al-Din al-Nuwayri, The Ultimate Ambition in the Arts of Erudition: A Compendium of Knowledge from the Classical Islamic World, μετάφρ.-επιλογή Elias Muhanna, Penguin 2016, σελ. 79)
Δυο βιβλία έχω για τους Αιγυπτιώτες στο μεσοπόλεμο, πουθενά Τρικογλίδης. Μόνο το άρθρο στο Νουμά έχουμε.
Δεν είσαι ο μοναδικός 😉 Είμαστε τουλάχιστον δύο.
Είμαστε τρεις 😉
(Ως προς το Άσχετο, παράγραφος γ)
Πράγματι. Υπήρχαν τότε άνθρωποι που είχαν μορφωθεί ή είχαν αποχτήσει κουλτούρα διαβάζοντας μόνο (ή κυρίως) εφημερίδες.
Επίσης (από πρόσφατη ανασκαφή) στα περιοδικά του ’60, ακόμα και στα «γυναικεία» κλπ., υπάρχει ακόμα αξιόλογο ποσοστό σοβαρής ύλης.
Προσθέτω κι αυτό, εμπνευσμένο απ’ τη μετάφραση του Τρικ.
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/xeimerinoi/
Μαρία, επειδή όμως το λινκ δεν αλλάζει με τις επιλογές που κλικάρει κανείς, να διευκρινίσουμε: το τρίτο κομμάτι από το δίσκο «Στο πέρασμά σου». Και αντιγράφω:
Κάθε πρωὶ σ᾿ ἀναζητῶ, ὁλημερὶς σὲ ψάχνω
καὶ κάθε ἡλιοβασίλεμα ρωτῶ γιὰ σένα πάντα.
Κι ὅλες τὶς νύχτες μου περνῶ μὲ ἀγωνία καὶ πόνο,
κι ὅμως ποτὲ παράπονο δὲν βγάζει ἡ καρδιά μου.
Κι ὅμως ποτὲ παράπονο δὲν βγάζει ἡ καρδιά μου,
γιατὶ εἶν᾿ ὁ πόνος μου γλυκὸς πού ῾χω γιὰ σένα φῶς μου.
Ἀγάπη μου εἶν᾿ ἀβάσταχτος τοῦ χωρισμοῦ ὁ πόνος,
σὰν τὸ κερὶ σιγὰ-σιγὰ τὸ πνεῦμα μου θὰ σβήσει μὲς στὴ φλόγα.
Ἄλλη καμιὰ ποτὲ μὲς στὴ ζωὴ τὸ πνεῦμα μου δὲ θ᾿ ἀδράξει
κι οὔτε ποτὲ ζητῶ νὰ βρῶ παρηγοριὰ κι ἀνάσα σ᾿ ἀγάπη ἄλλη!
——————————————————————————–
Στίχοι ἐμπνευσμένοι ἀπὸ τὸ παρακάτω ποίημα τοῦ ποιητῆ
Καῒς ἐμπν Μουὰς ἢ Μετζούν (τρελός), 1ος αἰ. μ.Χ.
Χίλιες καὶ μία νύχτες, μετάφραση: Κώστας Τρικογλίδης,
τόμος 1, Ἠριδανός, Ἀθήνα, σελ. 246
Ρωτῶ γιὰ σένα κάθε ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου,
καὶ κάθε ἡλιοβασίλεμα ῥωτῶ γιὰ σένα πάντα.
Κι ὅλες τὶς νύχτες μου περνῶ μὲ ἀνησυχία καὶ πόνο,
κι ὅμως ποτὲ παράπονο δὲ βγάζω γιὰ τὸ βάσανό μου:
εἶναι γλυκὸς ὁ πόνος μου γιὰ σένα.
Ἀγάπη μου! Ἂν ἀκόμα βαστάξει ἡ ἀγωνία αὐτοῦ τοῦ χωρισμοῦ,
λίγο-λίγο τὸ πνεῦμα μου θὰ λιώσει σὰν τὸ κερὶ στὴ φλόγα.
Ἀγάπη μου, ἂν ἤθελες στὰ μάτια τοῦτα τὰ θλιμμένα
νὰ χαρίσεις τὴ θωριά σου, μιὰ μονάχα μέρα, τὰ μάτια μου
δὲ θὰ λαχταροῦσαν τίποτα πιὰ νὰ ἰδοῦν σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο.
Σκέψου: ἄλλη καμιὰ ποτέ, σ᾿ ὅλη τὴ ζωή μου,
τὸ πνεῦμα μου δὲ θὰν τὸ κυριέψει,
οὔτε ποτὲ θέλω νὰ βρῶ παρηγοριὰ κι ἀνάσα
σ᾿ ἀγάπη ἄλλη!
[τι χάνει κανείς άμα μπλέκει με μπόλικη δουλειά! έστω και καθυστερημένα λοιπόν κι ενώ έχει γίνει ο καλός χαμός από σχόλια]
Εύγε, αγαπητέ Δύτη!!!
[κι αφού ήμουνα εγώ που τσίγκλισα, νιώθω διπλά χαρούμενος!]
Παρεμπ., βρήκα κάπου την ασκενάζικη ιστορία και σε ελαφρώς παραλλαγμένη βερσιόν, όπου ο ραββίνος είναι από τη Βαρσοβία κι αναζητεί τον θησαυρό στη Βιέννη. Παραπομπές μόλις αξιωθώ να φτάσω σπίτι…
Ρογήρε, επειδή φεύγω και δεν ξέρω πότε θα ξαναμπώ με την ησυχία μου (εντάξει, την Κυριακή το αργότερο), σ’ ευχαριστώ εκ των προτέρων για τις εμπλουτιστικές παραπομπές και, βέβαια, για τα καλά λόγια. Νάσαι καλά πάντα να με τσιγκλίζεις! 🙂
Αυτό για μουσική υπόκρουση ίσως;
Για να μην αποδειχθώ διαδικτυακά και πάλι ανακόλουθος (όπως, ατυχώς, την έχω πάθει άθελά μου κάμποσες φορές τον τελευταίο καιρό) ιδού η ιστορία του ραββίνου από το Μπρεσλάου για τον φτωχό απ’ τη Βαρσοβία που έψαχνε τον θησαυρό κάτω από μια βιεννέζικη γέφυρα.
….είμαστε χίλιοι δεκατρείς ( φουκαρά Κοέλιε , χάνεις πελάτες ) 🙂
Καλημέρα όλες-οι!
Ευχαριστώ για τα σχόλια. Πάλι βιαστικά-βιαστικά, θα σημειώσω ότι παρατήρησα κάποιους ενδιαφέροντες εβραϊσμούς στο λινκ του Ρογήρου. Το G-d για παράδειγμα, ελλείψει τετραγράμματου.
…Και το Η-shem αντί για HaShem, που σημαίνει βεβαίως «Το όνομα».
(θέλοντας και μη αυτό το ποστ στριφογυρνάει γύρω από τον Μπόρχες. Τώρα, Ο θάνατος και η πυξίδα…)
Τι συγκινητικό! Κι εγώ κατά καιρούς έχω ψάξει να βρω στοιχεία για τον Τρικογλίδη χωρίς να βρω τίποτε.
Στα αίματα με είχε βάλει από παλιά η μετάφραση του Γκιουλιστάν και το πώς πρόφερε το όνομά του ο «γερο-παλαιοπώλης» ως επιχείρημα για να μη ρίξει τιμή στο παζάρι «Μα είναι Τρικογλίδης!». Ήξερα μόνο ότι τοποθετείται κάπου γύρω από τη δεκαετία του ’20 γιατί του τότε είναι το βιβλίο.
Να προσθέσω και τη δικιά μου εκδοχή στην ιστορία με το Χάρο; Το δρομολόγιο είναι Βαγδάτη – Σαμάρα. Εξού και το μυθιστόρημα «Ραντεβού στη Σαμάρα»
http://en.wikipedia.org/wiki/Appointment_in_Samarra
Το πρωτοάκουσα στην ταινία Targets, νομίζω, από το στόμα του Μπόρις Καρλόφ http://www.youtube.com/watch?v=SfXOx04d6m4&feature=player_embedded
Τόση εντ’υπωση μού είχε κάνει, που την έλεγα κι εγώ μετά σε κάθε ευκαιρία. Γκραν σουξέ είχε κάνει ένα καλοκαιρινό βράδυ που είμασταν μαζεμένοι, μεγάλη παρέα, και λέγαμε ιστορίες. Κάποιος μου την είπε μάλιστα επιεδή τη βρήκε πολύ σύντομη. «Ε, τι να έκανα, αφού τόση ήταν;!». «Ας έβαζες λεπτομέρειες», μου είπε, «στην αφήγηση. Να έκανες περιγραφή του παζαριοού στη Βαγδάτη. Εδώ τα χαλιά, εκεί τα χαϊμαλιά και τέτοια!»
Εεε, καιαιαι… ναι, βλαστήμησα πολύ με τον Αλχημιστή, όταν τον είχα διαβάσει.
Ηλεφού, καλημέρα!
Το σχόλιό σου, όπως ξέρεις, το κράτησε όλη νύχτα η σπαμοπαγίδα. Με αυτοθυσία βούτηξα και το έσωσα, και παρόλους τους θανάσιμους κινδύνους άξιζε τον κόπο. Αν μη τι άλλο, βρήκαμε ότι η ιστορία με τον Χάρο έχει αντιγραφεί και από τον Σώμερσετ Μωμ, και, το εντυπωσιακότερο, υπάρχει ήδη, λέει, στο βαβυλωνιακό Ταλμούδ.
«Με αυτοθυσία βούτηξα και το έσωσα»
Εεε, ναι, άμα είσαι πεπειραμένος δύτης…!
Και, αφού σου αρέσει ο Καρλόφ, δες αυτή τη σκηνή από μια χαμένη κωμωδία του ’30, με τον ίδιο και τον Μπέλα Λουγκόζι. Δωράκι αφού επανεμφανίστηκες τόσο εντυπωσιακά!
Ιδού και η ταλμουδική εκδοχή λοιπόν. Μιλάμε για 3ο με 5ο αιώνα μ.Χ., άρα για την παλιότερη γνωστή βερσιόν. Το ηθικό δίδαγμα το βρήκα λίγο ξεκούδουνο, αλλά δεν πειράζει:
There were once two Cushites who attended on Solomon, and these were Elihoreph and Ahyah, the sons of Shisha, scribes, of Solomon. One day Solomon observed that the Angel of Death was sad. ‘Why’, he said to him, ‘art thou sad?’ – ‘Because’, he answered him, ‘thy have demanded from me the two Cushites who sit here’. [Solomon thereupon] gave them in charge of the spirits and sent them to the district of Luz. When, however, they reached the district of Luz they died. On the following day he observed that the Angel of Death was in cheerful spirits. ‘Why’, he said to him, ‘art thou cheerful?’ – ‘To the place’, the other replied, ‘where they expected them from me, thither didst thou send them!’ Solomon thereupon uttered the saying, ‘A man’s feet are responsible for him; they lead him to the place where he is wanted’.
Από εδώ, σελ. 173 του πιντιέφ.
Καλό το δωράκι!
Δύτη άργησα να το διαβάσω· είναι τόσο ταξιδιάρικο κείμενο. Φχαριστούμε!
δ Ο Αλχημιστής βγήκε και εγώ έλειπα στα ξένα και όταν γύρισα τον είδα πλάι πλάι σ’ενα βιβλίο με τίτλο «Στις όχθες του ποταμού Πιέδρα κάθισα κι έκλαψα » και όταν είδα ότι ήταν του ίδιου έχασε κάθε ελπίδα να τον διαβάσω 🙂
Αυτή η ιστορία με τον Χάρο μου θύμισε ένα παλιό παραμύθι, που δεν θυμάμαι που το είχα διαβάσει, για ένα βασιλιά που δεν φοβόταν τίποτα παρά μόνο τον θάνατο. Σκέφτηκε ότι αν τον εμποδίσει να μπει στο παλάτι, δεν θα πεθάνει ποτέ. Έδιωξε λοιπόν όλους τους υπηρέτες, τη βασίλισσα, τα παιδιά του και διέταξε να χτίσουν κάθε χαραμάδα του παλατιού για να μην μπει ο θάνατος. Και όταν χτίστηκε και ο τελευταίος φεγγίτης εμφανίστηκε ο χάρος μπροστά του και κάτι φιλοσοφικό του είπε αλλά ήμουν μικρή και δεν θυμάμαι τώρα.
Ξαναμπράβο Δύτη!
Ο Αλχημιστής μου απ’ τα ίδια ξένα είναι του Μαρτίου του 94.
Εννοείς ότι τον έχεις στα γαλλικά;
Ιμόρ, νάσαι καλά!
Να υποθέσω ότι στο παραμύθι ο Χάρος θα είπε κάτι σαν: «ήταν να φύγω αλλά τώρα που με έκλεισες μέσα μόνο εσένα μπορώ να πάρω»;
🙂
Τώρα, εγώ φταίω που η ιστορία της Ιμμόρ με στέλνει κατευθείαν στην κατά Έ. Ά. Πόου Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου ;
Εγώ φταίω που η αναφορά του Ρογήριου με στέλνει κατ’ ευθείαν σε μια βραδιά που αναλώθηκε όλη στο «ποιος είναι καλύτερος» μεταξύ των Πόε – Λάβκραφτ ;
(συμπέρασμα δε βγήκε, ο καθένας έμεινε αμετακίνητος στη θέση του 🙂 )
Τον Αλχημιστή έπιασα να τον διαβάζω με προσδοκίες. Ήταν σε μια εποχή που έκανα φροντιστήρια και πολλές μαθήτριες ήσαν ενθουσιασμένες αλλά και άτομα της ηλικίας μου σου μιλούσαν γι αυτό και περίμενες ότι θα διαβάσεις κάτι σαν το Όνομα του Ρόδου, ξερωγώ.
Οι βλαστήμιες που έριξα μέχρι να το τελειώσω (πολύ σπάνια δεν το φτάνω το βιβλίο μέχρι το τέλος, κι όταν το κάνω, το παρατάω λίγες σελίδες πριν το τέλος – έτσι η εκδίκηση είναι πιο γλυκιά), δεν ήσαν μόνο επειδή έβλεπα πως μόνο για εφηβικό ανάγνωσμα έκανε αλλά και επειδή για κάποιο λόγο δεν μπορούσα να χωνέψω καθόλου τον πρωταγωνιστή ήρωα.
Πάντως για τον Έκο, ως μυθιστοριογράφο, έχω πολύ αντικρουόμενα συναισθήματα. Αν και το Όνομα το αγάπησα, ομολογώ ότι μέχρι να περάσουν οι 100 περίπου πρώτες σελίδες είχα αγανακτήσει. Το Εκκρεμές έχω ξαναπεί ότι δεν κατάφερα να το πάω πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Το δε Νησί της προηγούμενης μέρας μου χε έρθει να το πετάξω στον απέναντι τοίχο…
Και ο πρώτος εκδότης του, λέει, του συνέστησε να κόψει τις πρώτες εκατό σελίδες. 🙂
Εγώ, τόχω ξαναπεί, δεν θεωρώ τον Έκο λογοτέχνη, εννοώ αξιώσεων ας πούμε, αλλά γενικά τον απολαμβάνω (όχι το Νησί). Μη σε ακούσει όμως ο Ρογήρος που λατρεύει τον Μπαουντολίνο…
Σοβαρά τώρα ο εκδότης είπε τέτοιο πράμα; 🙂
Τον Μπαουντολίνο δεν τον αγόρασα καν…
Α, αν σ’ αρέσουν οι εδώ ιστορίες θα σ’ αρέσει πολύ ο Μπαουντολίνο.
Μα, με τον Έκο τα πράγματα είναι απλά. Δεν αναρωτιέσαι αν γράφει μεγάλη λογοτεχνία ( 🙂 γιατί δεν γράφει…πλην εξαιρέσεων), απολαμβάνεις που σου διηγείται τις ιστορίες και τους μύθους που θέλεις να ακούσεις. ΟΚ, για ευνόητους λόγους, το Όνομα του Ρόδου κι ο Μπαουντολίνο είναι τα αγαπημένα μου (ειδικά το πρώτο είναι κτγμ ωραίο μυθιστόρημα με οποιαδήποτε κριτήρια κι αν εξετασθεί), αλλά και το Εκκρεμές το χάρηκα (σύμφωνοι, η αρχή με τη λεπτομερή περiγραφή των εκθεμάτων στο Arts et Métiers είναι σκέτη δοκιμασία, αλλά μετά τα πράγματα φτιάχνουν και με το παραπάνω).
Φυσικά το Νησί και η Λοάννα είναι μακράν τα χειρότερά του. Το πρώτο το διάβασα καταναγκαστικά, το δεύτερο τόχω αφήσει αδιάβαστο (μπας και πρέπει να του δώσω και δεύτερη ευκαιρία;).
Ομολογώ τέλος ότι πέρασα ένα ευχάριστο Σ-Κ με το τελευταίο του (το Κοιμητήριο της Πράγας). Αρκετά συμπαθητικό, μολονότι η θεματολογία του δεν είναι τόσο του γούστου μου (19ος αι., συνωμοσίες, πλαστογραφίες κι άλλα… δημοκρατικά) και το τέλος του δεν είχε την ένταση που θα περίμενε κανείς.
Ηλεφού για το Όνομα δεν διαφωνώ. Ούτε φυσικά για τη σχολή που δημιούργησε. Αλλά είχα τόσο πιεστεί να διαβάσω το Εκκρεμές με τη λογική, αφού – το – έγραψε αυτός – που- έγραψε – το – Όνομα – θα – είναι καλό και δεν – μπορεί – εγώ – θα – κάνω – λάθος, που δεν νομίζω να του δώσω τρίτη ευκαιρία. Ήδη στην ουρά περιμένουν πάρα πολλά.
Και μια αστεία ιστορία:
Όταν ήμασταν μικρά και μέναμε όλοι στο σπίτι με τους γονείς, οι μόνες αιτίες ζήλιας με τον μικρό ήταν τα βιβλία. Όποιος πρόφταινε και αγόραζε ένα καλό βιβλίο ψήλωνε κανά δυο πόντους. Κάποιες φορές ανταλλάσσαμε βιβλία με τον αδερφό μου μια και τα ενδιαφέροντα δεν ήταν και εντελώς ίδια. Κάποτε κατάφερα να του πασάρω το Νησί το οποίο μετά από μερικές μέρες μου γύρισε πίσω απαιτώντας το δικό του βιβλίο κατηγορώντας με ότι θα έπρεπε να ντρέπομαι για την άτιμη αυτή ανταλλαγή. Και φυσικά το πήρα… 🙂
Κινδυνεύοντας να με θεωρήσετε… ανώμαλη, δηλώνω ευθαρσώς ότι στο Όνομα απόλαυσα (για την ακρίβεια ρούφηξα με λαχτάρα) όλες εκείνες τις σελίδες για τις ατελείωτες αιρέσεις που στους άλλους αναγνώστες τσακίσανε το νευρικό σύστημα! Τι απίθανο μωσαϊκό της πίστης και της «πίστης» μιας ολόκληρης εποχής ήταν αυτό!
Δυστυχώς, (κατα την ταπεινή μου άποψη), κανένα από τα υπόλοιπα βιβλία του Έκο δεν μπορεί να σταθεί δίπλα στο Όνομα, όχι επειδή η θεματολογία του καθενός διαφέρει εντελώς από του προηγούμενου και του επόμενου, αλλά επειδή σε κανένα δεν κατάφερε να υπερβεί εαυτόν όπως στο Όνομα. Άλλά είναι λογικό -τέτοια έργα δεν επαναλαμβάνονται.
Έχω την ίδια ακριβώς άποψη με το Ρογήριο για το Όνομα του Ρόδου, ότι δηλαδή είναι ωραίο μυθιστόρημα με όποια κριτήρια κι αν εξεταστεί.
Και, Ιμόρ, όπως λέει κι ο Ρογήριος, μετά το πρώτο κεφάλαιο τα πράγματα φτιάχνουν στο Εκκρεμές.
Σκεφτείτε μόνο τι παραγωγή ανάλογων έργων πυροδότησε το Όνομα στα χρόνια που ακολούθησαν, δηλαδή αφηγήσεων που συνδυάζουν ιστορικό μυθιστόρημα και πολυμάθεια με αστυνομική πλοκή· εντάξει, το μεγαλύτερο μέρος τους είναι για τα μπάζα, ειδικά πια το μοτίβο της πάλης των δυνάμων του μεσαιωνικού σκοταδισμού με το φωταδιστή υπερήρωα που φέρνει το πνεύμα, και καλά, της Αναγέννησης με έχει αηδιάσει, ιδίως όταν διαγιγνώσκω σε αυτό την ιδιοτέλεια του συγγραφέα (γιατί όπως και να το κάνουμε είναι κυριάρχη ιδεολογία αυτό). Ωστόσο ο Έκο αξιοποίησε με επιτυχία το γεγονός ότι υπήρχε ένα μεγάλο κοινό που ήθελε τέτοια έργα.
Παρεπιφτού, ένα βιβλίο που διάβασα και το βρήκα εφάμιλλο του Ονόματος (στο πιο αγγλοκεντρικό) είναι του Ίαν Πίαρς το «Instance of the Fingerpost», που παραδόξως δεν βλέπω να έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά, όπως κάποια άλλα του.
Μου ανοίξατε μια όρεξη τώρα άλλο πράμα…. πολύ χάρηκα και το διάλογο…. άλλο αν μελαγχόλησα που θυμήθηκα πως η «γνωση» (Μπουζάκης) παρά την επιτυχία με Το Όνομα του Ρόδου, δεν κατάφερε τελικά να ορθοποδήσει…και είχε τόσες εκδόσεις αξιόλογες!
Ωχ! σε λάθος σημείο μπήκε η απάντηση! Βρε Δυτάκο δεν το φτιάχνεις;
Και με την ευκαιρία: Μπερναρντίνα, ε! ναι! μια ψιλοδιαστροφή μπορεί ασφαλώς να τη διαγνώσει κανείς! 😛
Έτσι που τα κατάφερες, τι να φτιάξω… Άντε, δεν πειράζει! 🙂
Το Εκκρεμές είναι καλό, για μένα τουλάχιστον που οι θεωρίες συνομωσίας μου ακούγονται συναρπαστικές.
Κι όμως, ο θησαυρός ήταν τελικά πράγματι στο Ισπαχάν (ή τέλος πάντων μακρυά από την αυλή)! Ή μάλλον το κλειδί του ήταν εκεί, χωρίς το όνειρο, το ταξίδι και τη συνάντηση ο θησαυρός θα σάπιζε στην αυλή του σπιτιού. Μήπως ο μύθος μιλάει για την ανάγκη να αναχωρείς, αλλά και να επιστρέφεις;
Ίσως αυτή η μουσική υπόκρουση να ήταν κατάλληλη…
ΥΓ. Δεν έχω διαβάσει ούτε εγώ Κοέλιο, αλλά ούτε και προτίθεμαι.
Επίσης ρίξτε μια ματιά στο 17 του ακόλουθου βιβλίου:
http://books.google.com/books?id=tknULXNl21oC&printsec=frontcover&dq=The+Arabian+nights+in+transnational+perspective&hl=el&ei=mKGkTYnZPMvf4wbf5aiQCg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCkQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false
Υπορεαλισμέ! πού χάθηκες;
Ευχαριστώ για τον Ρίμσκι-Κόρσακοφ, που παιδιόθεν είχα συνδέσει με τον «Κλέφτη της Βαγδάτης»:
Το κεφ. 17 κλπ. το έστειλε η Μαρία παραπάνω: http://tinyurl.com/3as6j2u (και λείπει ακριβώς η σελίδα που θα έγραφε για τον Τρικογλίδη…).
Ορίστε, από τη συγγραφέα:
Click to access arabian_nights.pdf
Μπράβο Στάζυ!
Μήπως μπορείς να βρεις και αυτά:
Κεχαγιόγλου Γ., «Χίλιες και μία νύχτες: σταθμοί στις τύχες του έργου και η μετάφραση του Κώστα Τρικογλίδη», Διαβάζω, τχ. 33, Αθήνα, Ιούλιος 1980, σελ. 42-59, «Από την κεντρική Ασία ως την Ανδαλουσία: δείγματα της λογοτεχνίας του αραβικού μεσαίωνα στην Ελλάδα του μεσοπολέμου», τχ. 73-74, Αθήνα, 13-27 Ιουλίου 1983, σελ. 50-55, 53-56.
Σχεδόν 10 χρόνια μετά, το Διαβάζω έχει σχεδόν ψηφιοποιηθεί, ποιο έτος λείπει φυσικά;
Το 1980, με το τεύχος 33…
χλωμό… Εκτός κι αν βρούμε κανένα σύντροφο εκεί που διδάσκεται
Περισσότερο το έγραψα μπας και διαβάζει κανείς που μάζευε το «Διαβάζω» από το ’80. Δύσκολο ε;
Δεν κυκλοφορεί ψηφιοποιημένο. Στο επόμενο ΕΣΠΑ…
Μην είσαι ανευχαρίστητος. Θα το βρούμε το Διαβάζω. Υπομονή.
Το δεύτερο μέρος απ’ το δεύτερο, εδώ
Μπράβο Στάζυ!
Αν και, πάλι, τίποτα δεν μάθαμε για τον Τρικογλίδη.
Πάντως ήταν στην παρέα του Μπουκέτου…
Έχω πέσει σε απανωτές αλλαγές κατοικίας, γι’ αυτό και χάθηκα!
Διάβασα σήμερα την πολύ ωραία ανάρτηση και τα σχόλια, αλλά δυστυχώς δεν είχα τον χρόνο να μπω και στις παραπομπές των σχολίων. Πω πω, ολόκληρη εγκυκλοπαίδεια είναι η κάθε ανάρτηση! 🙂
Κοέλιο δὲν διάβασα ποτέ, ἴσως ἀπὸ ἀντίδρασι. Τώρα ἔπιασα τὸ καινούργιο τοῦ Ἔκο, μιὰ ποὺ ἔχω καὶ πρόσφατη τὴν ἐπίσκεψι στὸ κοιμητήριο τῆς Πράγας ἐν μέσῃ τῇ νυκτί.
Ἰμμόρ, τὸ Ἐκκρεμές τὸ ῥούφηξα!
Με πείσατε, θα το αγοράσω το Κοιμητήριο με την πρώτη ευκαιρία. Αν και οι εκδόσεις Ψυχογιός με αποθαρρύνουν κάπως, θέλω να πω ως εστέτ υπάρχει μια μορφή βιβλίων με την οποία δεν θέλω να με δουν δημοσίως 🙂
ἔ, βάλε ἀπὸ πάνω ἕνα καπλάντισμα, Stephen King ξέρω γώ! 🙂
ποτε δεν διαβασα τον Αλχημιστή και αναρωτιεμαι γιατί..
Αντιθετα θυμαμαι οτι διαβαζα μετα μανιας το Εκκρεμές του Φουκώ ….
επίσης ειχα δει με ευαχαριστηση την εβδομη σφραγιδα η καπως ετσι του Πολλανσκι ..
Λατρευω τις θεωριες συνομωσιας και τις αιρεσεις και τους Γνωστικους αλλά πάντα ψαχνω να βρω ενα αλλοθι.. Ετσι διαβαζω π.χ Ταγκιεφ που κατακρινει και ξεσκεπάζει τις θεωριες συνομωσιας .. ενώ …
Ωχ ! τωρα τα ανακαλυψα ολα αυτά..
Ωχ !
Έβδομη Πύλη, ή Ένατη Πύλη ή κάπως έτσι.
Η «7η Σφραγίδα» είναι του Ι. Μπέργκμαν:
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%97_%CE%88%CE%B2%CE%B4%CE%BF%CE%BC%CE%B7_%CE%A3%CF%86%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%B4%CE%B1
Μα εννοείται, το θεώρησα αυτονόητο.
Ευχαριστώ βεβαίως για τη συμπλήρωση! 🙂
Ἐνάτη. Ἀπὸ βιβλίο τοῦ Πέρεθ Ῥοβέρτε ποὺ δὲν θυμᾶμαι πῶς λέγεται καὶ δὲν ἔχω διαβάσει. Ὁ Πολάνσκι μοῦ ἀρέσει πολύ. Ἄν καὶ ὁ Ἔνοικος ἀντιγράφει θαρρῶ κάπως τὸ Μωρὸ τῆς Ῥόζμαρυ.
Η Λέσχη του Δουμά, νομίζω.
Για τον Ένοικο θα διαφωνήσω, εντελώς όμως. Σενάριο από βιβλίο του Ρολάν Τοπόρ, τι να λέμε τώρα.
…άλλωστε, και τα δύο του Πολάνσκι ήτανε. Προς στιγμήν ο εγκέφαλός μου νόμισε πως το Μωρό ήταν του Κασσαβέτη, επειδή έπαιζε.
Μα τι άλλο από Πολάνσκι;! Έχει την τέχνη να δημιουργεί χώρους που σε τραβάνε σα μαγνήτης.
Το Μωρό το βλέπω με μεγάλη ευχαρίστηση, κι ας έχει διαβόλους και τριβόλους, γιατί μου αρέσουν τα διαμερίσματα όπου ζουν τα δύο ζευγάρια και η «αθώα» γραφικότητα της γριάς σατανίστριας με το ερμπάριουμ.
Σαν παγίδα που σε τραβάει γλυκά.
http://kratylos.blogspot.com/2011/04/blog-post.html
Καλημέρα!
Μπαίνω σύντομα για να διαφημίσω την καινούρια σελίδα του μπλογκ, ή: πώς να γίνετε Δύτης στη θέση του Δύτη.
Εκτός απ’ τις δυο μεταφράσεις του, στην Ανέμη έχει του Τρικ. κι ένα πρωτότυπο, για το οποίο κάπου διάβασα κάποια αρνητική κριτική…
Ελπίζω να μην επαναλαμβάνω κάτι που ειπώθηκε· έχασα την μπάλα.
και τον λίκνο μαζί…
http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/3/8/6/metadata-358-0000005.tkl
Μα, νάναι ο ίδιος όμως; Έτσι όπως το ξεφύλλισα, δεν πολυμοιάζει.
Λες; Νομίζω είναι ο ίδιος, γιατί θυμάμαι Αιγυπτιώτης πάλι έλεγε ότι ήταν…
…πρέπει λοιπόν να θυμηθείς πού διάβασες αυτή την αρνητική κριτική! Όχι κάπου που γουγλίζεται πάντως.
«Κάθε πρωί σ’αναζητώ», ποίημα του Καΐς Εμπν Μουάζ (Περσία, 1ος αι. μ.Χ.) σε μετάφραση Κώστα Τρικογλίδη
Δες και παραπάνω! 🙂
Ο Τρικογλίδης, απ’ όσο θυμάμαι τώρα, μετέφραζε τα αραβικά ποιήματα σαν πεζοτράγουδα, γιαυτό χρειάστηκε να αλλάξει τους στίχους ο Μπακιρτζής.
Ναι, είχα δει τα σκουληκάκια…
ο Ενοικος ηταν εξαιρετικος. Απιστευτη ταινια
Συμφωνώ. Από τις κορυφαίες ταινίες του Πολάνσκι
ο αλχημιστής Κάμιλλος λέγεται ότι φύλαγε σε ένα μπουκαλάκι ένα ανθρωπάκι ίσμαε με ένα δάχτυλο ψηλό…
άσχετο σχόλιο, τι να ΄γραφα Δύτη;
ότι θυμήθηκα τη συνοικία με τα πολύχρωμα σπιτάκια στην Πράγα;
κι αυτό άσχετο θα ήταν!
να έγραφα πως μου αρέσουν τα αλχημικά κείμενα, τα αλχημικά σχέδια;ο συμβολισμός;
Ένα ανθρωπάκι ε; Α, πρέπει να διαβάσεις την Άβυσσο, που έγραφα στο προ-προηγούμενο ποστ! 🙂
Μὰ δὲν εἶπα ὅτι δὲν μοῦ ἄρεσε ὁ Ἔνοικος. Τὴν βρῆκα ἐξαιρετική. Γενικῶς ὁ Πολάνσκι εἶναι ἡ ἀδυναμία μου.
Υπάρχει στ΄ αλήθεια, αυτό το ανθρωπάκι των αλχημιστών. Και το μπουκαλάκι αυτό είναι κοκάλινο και έχουμε όλοι από ένα. Είναι το κρανίο μας και μέσα του το «κιναισθητικό» ανθρωπάριο. Που άμα ήταν έξω μας, θα έμοιαζε κάπως έτσι Ίσως όχι τόσο άσκημο):
http://www.jwz.org/blog/2004/12/sensory-homunculus/
Πρόκειται για μια υποθετική 3Dένια αναπαράσταση το σώματος του ανθρώπου, αν οι πραγματικές του αναλογίες αντιστοιχούσαν με τις αναλογίες της επιφάνειας του νεοφλοιού, που ελέγχουν τα αντίστοιχα όργανα.
Και σε δυο διαστάσεις, από το πρώτο σκαρίφημα του νευροχειρουργού που το σχεδίασε, :
http://harmonicresolution.com/Sensory%20Homunculus.htm
ο ενοικος απο τον Ενοικο
http://nosferatos.blogspot.com/2009/09/httpwww_13.html
Αργοπορημένα κάπως αλλά νοσηρά εμμονική γαρ με τον Μπόρχες να τολμήσω εδώ δύο μικρές «συνάφειες»:
κατ’ αρχάς (και όσον αφορά στις άπειρες παραλλαγές μιας ιστορίας) το λουλούδι του Coleridge από τις Διερευνήσεις όπου μια ιστορία παραλλαγμένη εμφανίζεται σε τρεις διαφορετικούς συγγραφείς (και που δικαίως το δοκίμιο ξεκινά με την περίφημη-πανθεϊστική ή αφοριστική- άποψη του Valery περί μίας Ιστορίας της λογοτεχνίας χωρίς τη μνημόνευση των συγγραφέων)(εδώ βέβαια κάπου μπορεί να μπει κι ο Πιερ Μενάρ αλλά ανοίγει άλλες συζητήσεις) και
εν συνεχεία να υποθέσω ότι το μοντέλο της αναζήτησης παντού αυτού που βρίσκεται δίπλα μας απογειώνεται ίσως στις σημειώσεις της -εκπληκτικής- Πορείας προς τον Αλ Μουτασίμ (εδώ αναφέρεται και το συνέδριο των πουλιών – επίσης στην Ιστορία της αιωνιότητας) όπου εικάζεται ότι ο αναζητητής εντέλει ταυτίζεται με τον αναζητούμενο…
Σας ευχαριστώ θερμά για όλα αυτά τα ωραία που μας χαρίζετε.
Καλή ανάσταση.
Καλημερίζω -κι εγώ σκέφτηκα τον αλ-Μουτάσιμ!
Περί Τρικογλίδη εντυπωσιακά, από τα άρθρα του Κεχαγιόγλου στο «Διαβάζω» που αναφέρθηκαν παραπάνω (μερσί Earion!). Καταρχάς, οι μεταφράσεις των Νυχτών κυκλοφόρησαν, λέει, σε δύο δόσεις (1921-1923 πέντε τόμοι και 1925 συμπλήρωμα άλλοι δύο). Και γράφει ο Κεχαγιόγλου:
ο μεταφραστικός του οργανισμός, με θεμέλιο τη στέρεα γνώση τουλάχιστον της αγγλικής, της γαλλικής και της αραβικής, και τα πλαστικότατα ελληνικά του, σχηματίζεται ήδη στις αρχές του 20ού αι., στα πρώτα χρόνια της διαμονής του στην Αλεξάνδρεια, αλλά το ελλαδικό κοινό τον γνωρίζει κυρίως μέσα στη δεύτερη δεκαετία του αιώνα από περιοδικά δημοσιεύματά του στην Εικονογραφημένη Εστία, τις Μούσες, τα Παναθήναια, κ.ά., κυρίως όμως στο Νουμά, οι μεταφράσεις του, πολλές από τις οποίες εκδόθηκαν αργότερα και σε αυτοτελείς τόμους, δεν στρέφονται μόνο προς τις δυτικές λογοτεχνίες (Macpherson, Shelley, Landor, Ouida, Louÿs, κ.ά., και κυρίως Ovidius, Raspe, Sacher-Masoch, Wilde, Trilussa, P. Benoît), αλλά και προς τη ρωσική (Ντοστογιέφσκι, Αντρέγιεφ, Γκόρκι) και τη σουηδική, την αραβική (εκτός από τις Χίλιες και Μία Νύχτες, μεταφράζει ποικίλα παραμύθια και διηγήσεις, στα οποία ξεχωριστή θέση κατέχουν: ο Συντίπας, ο Νασρεντίν Χότζα, το Περιβόλι της αγάπης, και το Στη χώρα των ηδονών του Μιρ Άλη Χαντίτ), την περσική (Ομάρ Καγιάμ, Σααντί), την ινδική (Ταγκόρ) και την ιαπωνική (Μουρασάκι–Σικιμπού)· (2) η ευρύτερη παιδεία και πνευματικότητά του εκδηλώνεται ήδη στην πρώιμη «Διάλεξη στην Αλεξάντρεια» και μορφοποιείται μέσα στα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Η διανοητικότης των Γερμανών και ο πόλεμος, Η ιστορία του αγγλικού Φιλελληνισμού). Διαστάσεις που φανερώνουν τη ζωντανή και συγκροτημένη προσωπικότητα του καλύτερου Νεοέλληνα μεταφραστή των Χιλίων και Μίας Νυχτών.
(…)
[Από την έκδοση του Ηριδανού] παραλείπεται η εντελώς ενδιαφέρουσα για την ελλαδική πορεία του Τρικογλίδη αφιέρωση από την αρχή του τ. 1 της δίτομης Επιλογής (= τ. 6 [της έκδοσης Ηριδανού]): «Στους αγαπητούς ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΟΥ, Συντάκτες του Αθηναϊκού Τύπου, που ανάμεσά τους βρήκα χαρά, παρηγοριά κι’ αγάπη, τη μετάφρασή μου τούτη αφιερώνω».
Παρεμπιπτόντως σημειώνω ότι ο Κεχαγιόγλου συμφωνεί με τον Στάζυμπο όσον αφορά την πατρότητα του «Αγγλικού φιλελληνισμού», παραπάνω.
Άλλη μια ιστορία από τις Χίλιες και μια νύχτες που φαίνεται να κατάγεται από το Ταλμούδ: http://en.wikipedia.org/wiki/The_Three_Princes_of_Serendip
[…] χειρός Φειδία Διάβασα στὸν Δύτη τῶν Νιπτήρων γιὰ τὶς ἐνδιαφέρουσες παραλλαγές, στὶς «Χίλιες καὶ […]
Υπάρχει και ταινία με τον τίτλο «Death Rode Out Of Persia», που δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στην ιστορία μας. Πρόκειται μάλιστα για (την πρώτη) παραγωγή του πολύ σπουδαίου κατά τη γνώμη μου Μπέλα Ταρ.
http://www.filmfestivalrotterdam.com/en/films/a-hal-l-kilovagolt-perzsi-b-l/
Λες ε; Στο λινκ δεν φαίνεται κάτι τέτοιο, αλλά γιατί όχι; Και όντως, σε τι άλλο μπορεί να αναφέρεται;
Δεν έχω δει την ταινία και μπορεί να λέω αρλούμπες, φαντάζομαι όμως ότι πρόκειται για αναφορά στην ιστορία μας και μέσω αυτής στο αναπόφευκτο του θανάτου ή/και της αυτοκαταστροφικότητας.
[…] είχε προμηθεύσει με την εβραϊκή-εσκεναζίμ εκδοχή της ιστορίας των δύο που ονειρεύτηκαν. Είναι η […]
Συμπληρωματικά και πολύ ενδιαφέροντα για τον Τρικογλίδη:
http://parakelsos.blogspot.gr/2013/10/blog-post_25.html
http://parakelsos.blogspot.gr/2013/11/blog-post_8.html
Και εδώ ο Τρ. ως μεταφραστής του Χότζα. Τον θεωρεί και Άραβα, μάλιστα: http://www.schooltime.gr/wp-content/uploads/2013/09/nasr-en-din-hotza-eutrapeles-istories-schooltime.gr_.pdf (μερσί Geom)
Τρικογλιάδας συνέχεια!
http://openarchives.gr/search/%CE%A4%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%B3%CE%BB%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82/page:1
Αυτοί οι «Μύθοι του Τριλούσσα» φαίνονται πολύ γουστόζικοι!
https://en.wikipedia.org/wiki/Trilussa
Α, μπράβο!
https://www.academia.edu/9841340/_%CE%97_%CE%98%CE%AE%CE%B2%CE%B1_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%B7_%CE%A3%CE%B1%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%BA%CE%AC%CE%BD%CE%B4%CE%B7_%CE%AE_%CE%9F%CE%B9_%CE%BC%CE%B7%CF%87%CE%B1%CE%BD%CE%AD%CF%82_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CF%80%CE%B5%CF%80%CF%81%CF%89%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CF%85_De_Profundis_1_%CE%99%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%85%CE%AC%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82_2015_16-23