Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for Σεπτεμβρίου 2011

Διάβαζα χτες το αρθράκι Η επιθανάτια αγωνία μιας δημοκρατίας του Heinz Richter, καθηγητή στο Μανχάιμ, από το τομίδιο Αδόλφος Χίτλερ: η άνοδος, η σφαγή, η κατάρρευση που συγκεντρώνει τρία (νομίζω) τεύχη των παλιών «Ιστορικών» της Ελευθεροτυπίας. Έπεσα πάνω στο εξής:

O Μπρίνινγκ έθεσε σε εφαρμογή τη μείωση των μισθών των δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων (…), αύξησε τις εισφορές της κοινωνικής ασφάλισης, περιέκοψε τα επιδόματα ανεργίας, περιόρισε δραστικά τις κρατικές δαπάνες, εκτός από τις στρατιωτικές, και αύξησε τη φορολογία (…) Παρ’ όλα αυτά δεν κατάφερε να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό λόγω της αύξησης του αριθμού των ανέργων (…) Μια ερμηνεία θα ήταν ότι ο Μπρίνινγκ δεν ήξερε τίποτα καλύτερο (…) και συμπεριφέρθηκε σαν τον καλό οικογενειάρχη, ο οποίος, όταν δεν υπάρχει αρκετό χρήμα στο σεντούκι, κάνει οικονομία (…) Όμως, παρ’ όλες τις έρευνες, έμεινε μετέωρη η αμφιβολία: πώς ήταν δυνατόν ένας ειδικευμένος οικονομολόγος, όπως ο Μπρίνινγκ (…), να ακολουθήσει μια τόσο «ανόητη» οικονομική πολιτική, η οποία ωθούσε τη χώρα όλο και βαθύτερα στην οικονομική κρίση; (…) Το βασικό πρόβλημα κατά τη θητεία του, η ανεργία, δεν φαίνεται να τον απασχόλησε ιδιαίτερα (…) Το ουσιώδες όμως είναι ότι ο Μπρίνινγκ είχε μιλήσει το 1932 με τον Τζον Μέιναρντ Κέινς, ο οποίος εκείνη την εποχή ταξίδευε ανά τον κόσμο, συστήνοντας την εφαρμογή της πολιτικής «deficit spending» (…) Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, το κράτος θα έπρεπε να χρεωθεί με δάνεια, ούτως ώστε με ελεγχόμενο πληθωρισμό να δημιουργήσει τα βασικά κίνητρα μιας εκ νέου αναπτυσσόμενης οικονομίας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Μπρίνινγκ είχε καταλάβει τις οικονομικές έννοιες του Κέινς, εντούτοις παραμένει το ερώτημα γιατί επέμενε με πείσμα στη δική του αντιπληθωριστική πολιτική.

Και εδώ μας δίνει ο ίδιος ο Μπρίνινγκ την απάντηση στα απομνημονεύματά του: πριν γίνει καγκελάριος του Ράιχ, είχε προχωρήσει σε ανταλλαγές απόψεων με τον Χίντεμπουργκ. Και οι δύο συμφωνούσαν ότι η παλινόρθωση της δυναστείας θα έλυνε τα εσωτερικά προβλήματα της Γερμανίας (…) Ο Μπρίνινγκ φοβόταν τη σθεναρή αντίσταση της Αριστεράς και ήθελε να δημιουργήσει το κατάλληλο κλίμα για την παλινόρθωση (…) οι μάζες έπρεπε μέσα από την οικονομική δυσπραγία να αναζητήσουν από ψυχική ανάγκη ένα σωτήρα (…) ο οποίος θα παρελάμβανε ως «γαμήλιο δώρο» μια υγιώς συρρικνωμένη οικονομία η οποία θα μπορούσε να ξαναρχίσει να αναπτύσσεται.

Είναι απίστευτο, όμως, το γεγονός ότι το σχέδιο σχεδόν λειτουργούσε. Με τη διαφορά ότι, αντί για το μονάρχη, εμφανίστηκε ο Χίτλερ.

Δεν θα τολμήσω να σκιαγραφήσω ιστορικές αναλογίες -το έκαναν ήδη άλλοι, για την ακρίβεια ο πρώην υπουργός οικονομικών της Γερμανίας.

(merci Wednesday)

Advertisement

Read Full Post »

Την αγάπη μου για τον Τόμας Πύντσον την ξέρετε. Πολύ αργότερα απ’ όσο έλπιζα αξιώθηκα να διαβάσω επιτέλους το τελευταίο επίτευγμά του, το Έμφυτο ελάττωμα. Εννοείται ότι το καταφχαριστήθηκα: μια ψυχεδελική εκδοχή του Τσάντλερ, ας πούμε, στην Καλιφόρνια των αρχών της δεκαετίας του ’70, γεμάτη μαριχουάνα, εμμονές και αυτή την ιδιαίτερη παράνοια που χαρακτηρίζει τον τόπο/την εποχή/τον συγγραφέα (μπορείτε να δείτε διάφορες κριτικές συγκεντρωμένες εδώ). Είχα μάλιστα (σημειώνω με χαρά) την τιμή να βάλω ένα λιθαράκι στην καταπληκτική (όπως πάντα) μετάφραση του Γιώργου Κυριαζή.

Τέλος πάντων, το βιβλίο είναι συναρπαστικό, γραμμένο με κέφι στο στυλ, ας πούμε, των Κοέν του Λεμπόφσκι, και το συστήνω ανεπιφύλακτα, αλλά-

αλλά. Δεν είμαι επουδενί ο πρώτος που το λέει (π.χ.): τα λεγόμενα «καλιφορνέζικα» έργα του Πύντσον, το εν λόγω δηλαδή και το Βάινλαντ (όχι όμως οι 49 στο σφυρί), είναι σαφώς πιο, πώς να το πω, αδύνατα ή μάλλον λιγότερο φιλόδοξα και ως εκ τούτου λιγότερο -πώς να το πω και πάλι- εντυπωσιακά ή μάλλον αποτελεσματικά κατά κάποιο τρόπο. Θέλω να πω τέλος πάντων, βλέπεις την εξυπνάδα αλλά δεν σε χτυπά η λάμψη της μεγαλοφυΐας όπως σε κάθε σελίδα του Ουράνιου τόξου ή του Ενάντια στη μέρα. Το Έμφυτο ελάττωμα είναι σχεδόν επίτηδες γραμμένο έτσι, θα έλεγα, δεν υπάρχει δηλαδή ούτε καν η υποψία κάτι πραγματικά γιγάντιου ή αινιγματικού πίσω από την πλοκή όπως ας πούμε στο Βάινλαντ (που απογειώνεται πραγματικά μόνο στις τελευταίες σελίδες με μια σκηνή περάσματος στον κάτω κόσμο που μένει στη μνήμη -ίσως το μόνο που μένει στη μνήμη απ’ όλο το βιβλίο).

Εντάξει, καθένας έχει τα γούστα του και τις απόψεις του. Δικαίωμα του Πύντσον να γράψει όσο φιλόδοξο ή μη βιβλίο θέλει, και στο κάτω-κάτω μια χαρά βιβλίο είναι το Ελάττωμα -διαβάστε το και θα με θυμηθείτε. Αυτό που θα ήθελα εγώ, ας πούμε, είναι να το είχε βγάλει πριν από το Ενάντια στη μέρα, όχι μετά. Να ήταν σαν ένα ιντερμέτζο μετά το (παραγνωρισμένο) Μέισον & Ντίξον, ένα σήμα που θα έλεγε «κοιτάξτε, είμαι ζωντανός και θυμηθείτε τι καλά που γράφω», ένα teaser για να εξάψει την περιέργεια, και μετά τσακ! το αριστούργημα, οι χίλιες τόσες σελίδες του απολαυστικότερου μυθιστορήματος που διάβασα τα τελευταία χρόνια, από σύγχρονη λογοτεχνία τουλάχιστον. Έτσι θα τόθελα· ή τουλάχιστον, ας μας κάνει τη χάρη να βγάλει ένα ακόμα αριστούργημα πριν αποσυρθεί στη χώρα που κανείς δεν ξέρει.

Τι εγωιστικά πλάσματα που είμαστε οι αναγνώστες -και μιλάμε και για τη συγγραφική ματαιοδοξία από πάνω.

ΥΓ. Πριν παρατηρήσετε ότι εδώ ο κόσμος καίγεται, διαβάστε ξανά την προηγούμενη παράγραφο 😉 Δεν έχω αυτή τη στιγμή να προσθέσω τίποτα σε όσα διάφορα διαβάζω, ούτε την παγωμάρα μου ούτε τον θυμό μου ούτε την σχεδόν-απόγνωση ούτε καγχασμούς. Ο Ποιητής μπορεί να βλέπει το Μεσολόγγι και μέσα από ενός είδους καθρέφτη ενίοτε.

Read Full Post »

Διαβάζω στο περίφημο εγχειρίδιο σαβουάρ βιβρ της βαρόνης Σταφ (που, λέει, δεν ήταν καν βαρόνη), για τα αρμόζοντα θέματα συζήτησης στις κοινωνικές συναναστροφές:

Οι αμφιτρύωνες προσπαθούσι να ομιλώσι περί θεμάτων ουδετέρων, αλλ’ ευαρέστων και ευθύμων. Αι καλαί τέχναι, η φιλολογία, τα ταξείδια κλπ. θα τοις παράσχωσιν ύλην δια συνομιλίαν. Θα προσπαθήσωσι να μη ομιλώσι περί πολιτικών, θέματος ανιαρού δια τας κυρίας και πολλάκις παρέχοντος κακήν χώνευσιν εις τους κυρίους.*

Σε μια νεότερη εκδοχή του είδους,** ανάμεσα σε άλλες χαριτωμένες συμβουλές,*** υπάρχει ένα αντίστοιχο κεφάλαιο με τον υπότιτλο «Θέματα καθιερωμένα στις συζητήσεις». Τέτοια είναι, διαβάζουμε: Η πολιτική, η αμοιβαία εμπιστοσύνη, η αξία των διαφόρων μεγάλων στόλων, ο στρατός, οι ξένοι, διάφορες ευχάριστες ιστορίες, ανέκδοτα. Αυτά πια το 1970 πάνω-κάτω.

Πρέπει να παρατηρήσουμε ωστόσο ότι λίγο αργότερα, σε ένα υπόδειγμα μενού (για την ακρίβεια, μενύ) επισήμου γεύματος υπάρχει η σημείωση: Η πολιτική συζήτηση χαλά την όρεξη της δεσποινίδος Φανής.

Για του λόγου το αληθές, αν δεν με πιστεύετε:

 ***

* Οδηγός της καλής συμπεριφοράς παρά τη νεωτέρα κοινωνία, υπό της Βαρώνης Σταφ· μετάφρασις εκ της ΙΖ΄. Γαλλικής εκδόσεως υπό της Κυρίας ***. Έκδοσις νεωτάτη, Οίκος Μιχ. Ι. Σαλιβέρου Α.Ε. χ.χ., σελ. 81. Το πρωτότυπο εκδόθηκε το 1889, η μετάφραση υπολογίζω ότι χρονολογείται στις αρχές του 20ού αιώνα ή ίσως και στα τέλη του 19ου. Η πληρέστερη βιογραφία της που μπόρεσα να βρω είναι αυτή, δεν μπόρεσα ωστόσο να εντοπίσω ποια απ’ όλες αυτές είναι η 17η γαλλική έκδοση. Πρέπει να είναι πάντως μια από τις πρώτες, καθώς εδώ φαίνεται η 24η έκδοση να βγήκε το 1891, μέσα σε μόλις δύο χρόνια! Ορίστε και το αντίστοιχο χωρίο περί δυσπεψίας στα γαλλικά: εδώ.

** Οδηγός καλής συμπεριφοράς (savoir-vivre) (τσέπης), Editions «Elite», Génève-Suisse [στην πραγματικότητα: Εκδοτικός οίκος Χάρη Πάτση Ε.Π.Ε., Αθήναι – Θεσσαλονίκη], χ.χ. (περ. 1970). Υποθέτω στη σειρά Βιβλιοθήκη της Σύγχρονης Γυναίκας, που μοιάζει να σταμάτησε το ’71.

***  Για παράδειγμα: [στις διαλέξεις] μην κάθεσθε στην πρώτη σειρά όταν η φωνή του άλλου σας αποκοιμίζει, ή αυτό που θυμίζει γελοιογραφία σε περιοδικό με σταυρόλεξα:  αν δήτε ότι οι καλεσμένοι σας δεν έχουν τη διακριτικότητα να αποσυρθούν, δηλ. να φύγουν, επικαλεσθήτε με χάρη το περασμένο της ώρας λέγοντας π.χ. «αχ, αυτός ο άνδρας μου, έχει τόση ανάγκη από ύπνο» ή «οι ενοικιαστές του κάτω πατώματος είναι τρομεροί. Με τον ελάχιστο θόρυβο μετά τις 12 μας στέλνουν ένα σημείωμα γεμάτο παράπονα».

Read Full Post »