Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for Φεβρουαρίου 2011

Μια τέτοια Κυριακή που η μικρή πόλη μουλιάζει ευχάριστα στη βροχή προσφέρεται για την ιστορία ενός τραγουδιού, και ενός αστικού μύθου. Ο μύθος στην πλήρη του μορφή:

Το Δεκέμβρη του ’32, λέει, ο Ούγγρος πιανίστας Resző Seress προσπαθούσε με μεγάλη αποτυχία να κάνει καριέρα ως τραγουδοποιός στο Παρίσι. Βουτηγμένος στη φτώχεια, χωρίς σταθερή δουλειά, ένα βράδυ δέχτηκε και το τελειωτικό χτύπημα καθώς η αρραβωνιαστικιά του τον άφησε. Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή, με βροχές και σύννεφα· ο Σέρες έκατσε λέει στο πιάνο και σχεδόν αυτόματα έγραψε αυτό το τραγούδι, που πολύ πιθανόν να το έχετε ακούσει σε κάποια από τις αναρίθμητες διασκευές του. Λεγόταν Szomorú vasárnap, αλλά μάλλον θα το ξέρετε ως Gloomy Sunday:

Σύντομα (μετά την αναπόφευκτα αποτυχημένη πρώτη προσπάθεια), ένας εκδότης δέχτηκε να το βγάλει και σύντομα το τραγούδι έγινε γκραν σουξέ. Όχι όμως για καλό, όπως φαίνεται, μια και σημαδεύτηκε, λέει, από μια αλληλουχία θλιβερών όσο και απίστευτων γεγονότων. Ένας νεαρός στο Βερολίνο το έκανε παραγγελιά, και μετά γύρισε σπίτι και αυτοκτόνησε αφού «παραπονέθηκε στους δικούς του ότι του είχε κολλήσει στο μυαλό ένα νέο τραγούδι που πολύ τον κατάθλιβε». Μια βδομάδα αργότερα, πάλι στο Βερολίνο, μια νεαρή πωλήτρια κρεμάστηκε, έχοντας στην κρεβατοκάμαρά της ένα αντίτυπο των στίχων του τραγουδιού. Δυο μέρες μετά, μια κοπέλα αυτοκτόνησε με γκάζι στη Νέα Υόρκη· ζήτησε να παίξουν στην κηδεία της το Gloomy Sunday. ΄Ενας 82χρονος νεοϋορκέζος πήδηξε από το παράθυρο, αφού το έπαιξε στο πιάνο· ένας έφηβος στη Ρώμη, από μια γέφυρα. Μια γυναίκα στο Λονδίνο· τέλος, η ίδια η αρραβωνιαστικιά του καημένου του Σέρες, ο οποίος μόλις της είχε γράψει ζητώντας να συμφιλιωθούν.

Όλα αυτά, βέβαια, φαίνεται να ήταν μάλλον ένα είδος promotion του τραγουδιού από την εταιρεία διανομής. Εκείνο που δεν είναι μύθος, είναι ότι ο ίδιος ο Σέρες αυτοκτόνησε, το 1968, επιστέγασμα μιας μάλλον θλιβερής ζωής.

Καλύτερα (και ασφαλέστερα) να ακούμε το τραγούδι όπως το ηχογράφησε η Μπίλι Χόλιντεϊ το 1941 -εδώ, ίσως λόγω της φήμης του άσματος, κρίθηκε σκόπιμο να προστεθεί μια στροφή, ότι δηλαδή όλες οι συμφορές που περιγράφονται ήταν στην πραγματικότητα ένα όνειρο:

 *

Εδώ που τα λέμε, δεν είναι και κανένα τόσο σπουδαίο τραγούδι. Αν διάλεγα εγώ κάποιο κομμάτι στη θέση του, θα ήταν πιθανότατα εκείνο το αντατζιέτο του Μάλερ, ή αυτό εδώ από το Μάρκο (αν και, τελικά, είναι του Ζαμπέτα). Η ιστορία ωστόσο, όσο κι αν είναι ψεύτικη, έχει κάτι το, πώς να πω, κεντροευρωπαϊκό και μεσοπολεμικό που μου κίνησε το ενδιαφέρον. Και κάτι το παραμυθένιο· σαν εκείνη την παλιά ιστορία με το ανέκδοτο που όποιος τ’ άκουγε πέθαινε κυριολεκτικά από τα γέλια. Εντάξει, δεν περιμένω να γελάσετε με την ιστορία του καημένου του Σέρες, αλλά ελπίζω να μην αυτοκτονήσετε κιόλας. Άλλωστε, εδώ δεν είναι Μεσευρώπη· εδώ είναι Μπαλκάνια. Παίξε γέλασε δηλαδή.

(με τις ευχαριστίες μου στη Ροδιά για την έμπνευση)

Read Full Post »

Γράφω αυτό το ποστ με βασικό σκοπό όχι τόσο να πω καμιά σοφία παραπάνω, όσο επειδή το ωραιότατο (για τα σχόλια λέω) νήμα για τη σειρά του Σκάι για το 1821 έχει ξεπεράσει τα 300 σχόλια και έχει αρχίσει να γίνεται πολύ αργό (είμαι σίγουρος ότι η προφητεία του Βασίλη Νικολαΐδη για τα 500 σχόλια θα εκπληρωθεί, αλλά προτιμώ χάριν ταχύτητας να αθροίσουμε τα σχόλια εδώ και εκεί). Ας συνοψίσω λοιπόν, έχοντας μόλις δει το πέμπτο επεισόδιο της σειράς και όντας πια αρκετά σίγουρος και για την υπόλοιπη (αν αλλάξει κάτι, εδώ είμαστε).

Έγραφα λοιπόν ότι το πνεύμα Βερέμη διακατέχεται από το φετιχισμό του κράτους και της ευνομίας. Δε νομίζω ότι έχω να προσθέσω κάτι, κάθε επεισόδιο που περνά ενισχύει τη γνώμη μου. Όσο προχωράμε όμως στα γεγονότα, αναδύεται και άλλος ένας φετιχισμός, εκείνος της Ευρώπης. Πέντε λεπτά για τα Δερβενάκια (με την έμφαση πάλι στους σκοτωμούς), μισή ώρα για το Βύρωνα. Σχεδόν δεν καταλαβαίνει κανείς ότι έγιναν σοβαρές μάχες: μόνο σφαγές εκατέρωθεν, μια σοβαρή μάχη (επειδή συμμετείχαν οργανωμένοι Ευρωπαίοι) που πήγε στραβά λόγω ενός ακόμα συμμορίτη, η μάχη του Πέτα, και διπλωματία. Η εικόνα που βγαίνει είναι χαώδεις συμμορίες κατσαπλιάδων, απ’ τη μια, και καλοπροαίρετοι μορφωμένοι Φαναριώτες που σχεδιάζουν υπομονετικά την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, απ’ την άλλη. Ανομία απ’ τη μια, εκσυγχρονισμός απ’ την άλλη.

Δεν υπαινίσσομαι (όπως πολλοί άλλοι, στους οποίους δυστυχώς η σειρά έδωσε πρόσφορο έδαφος αφού αρκέστηκε να δώσει ασπρόμαυρες απαντήσεις στις ίδιες λάθος ερωτήσεις) ότι υπάρχει κάποιου είδους συνωμοσία για την υπονόμευση, ξέρω γω, του αντιστασιακού πνεύματος του Γένους ή της εθνικής συνείδησης ή άλλων τέτοιων κολοκυθιών. Λέω απλά ότι καθένας βλέπει το παρελθόν όπως βλέπει και το παρόν, και αυτό ισχύει για μας τους ιστορικούς εξίσου με όλους τους υπόλοιπους (το είπε πολύ ωραία ο Βασίλης Νικ. στο άλλο: θα προωθήσω την άλλη θεωρία, την λεγόμενη της κονσόλας ήχου: ανεβάζεις ή κατεβάζεις τις στάθμες έντασης του κάθε όργανου ξεχωριστά (δηλ. του κάθε γεγονότος, μεταξύ των γεγονότων που εξελίσσονται χρονικά παράλληλα στον ιστορικό ρου,) πετυχαίνοντας ένα διαφορετικό ενορχηστρωτικό αποτέλεσμα κάθε φορά. Ή και μιαν εντελώς άλλη σύνθεση). Ο Μανδραβέλης ή ο Καλύβας ή ξέρω γω ο Παπαχελάς θα έβλεπαν στο ’21 την ίδια εικόνα που βλέπει τώρα ο Βερέμης, αν ζούσαν τότε. Προσοχή, μην εκθέσουμε τη χώρα. Προσοχή, όλα παίζονται στις αγορές στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες. Προσοχή, δεν υπάρχει κράτος.

Το πρόβλημα, κατά βάθος, με αυτό το ερώτημα που πλανάται πάνω από τη σειρά (φράκο ή φουστανέλα) είναι ότι τώρα πια είναι εντελώς ξεπερασμένο, ακόμα και (χα, χα) επαρχιώτικο ή τριτοκοσμικό αν προτιμάτε: θυμίζει κουβέντα σε ελληνικό καφενείο. Όσο η λεγόμενη ελληνική/ανατολίτικη ανομία θα εξαπλώνεται στην Ευρώπη, όσο οι Αιγύπτιοι ή οι μετανάστες απεργοί πείνας θα διδάσκουν στην ανθρωπότητα (επίτηδες το γράφω έτσι) τι σημαίνει πολιτισμός και τι πολιτική συνείδηση, όσο η Ευρώπη θα βυθίζεται σε έναν (ψευδο)διαφωτιστικό αυτισμό, τόσο η διάκριση θα χάνει εντελώς το νόημά της, λέω. Δε λέω -προσοχή- ότι, δόξα τη καθ’ ημάς Ανατολή, θα τους δείξουμε τους ευρωλιγούρηδες. Λέω μόνον ότι το δίλημμα, για μένα, δεν υπάρχει.

Παρεμπιπτόντως, κατά κάποιο τρόπο η πιο κοντινή στην Ελληνική Επανάσταση είναι -κρατηθείτε- η Αμερικάνικη. Αστείο ε;

(δεν μ’ αρέσει αυτό το ποστ, είμαι σίγουρος όμως ότι θα μ’ αρέσει η συζήτηση)

Read Full Post »

Είμαι ο έρωτας

Βρήκα πολύ συγκινητικό το παρακάτω απόσπασμα ενός περιηγητή:

Η λέπρα εξακολουθεί να μολύνει μια από τις ωραιότερες χώρες της Ανατολής […] Ποιος θα φανταζόταν ότι ο έρωτας θα μπορούσε να ιδρύσει το θρόνο του στη μέση μιας τόσο τρομακτικής και αηδιαστικής κοινότητας. Σεξουαλικές σχέσεις δημιουργούνται ανάμεσα σε αυτούς τους κακόμοιρους, που απαρτίζουν αυτή την κοινωνία. Η πικρή διάθεσή τους προκαλεί το πάθος τους ή να μιλήσουμε πιο σωστά, την αγριότητά τους. Οι ερωτικές περιπτύξεις τους δεν έχουν καμιά αναστολή. Ξεκομμένοι από τους άλλους ανθρώπους αψηφούν κάθε αυτοσυγκράτηση. Το καταμεσήμερο τους βλέπεις να επιδίδονται στις ερωτικές απολαύσεις τους και δεν σταματάνε να δίνει ο ένας στον άλλο τα ανατριχιαστικά χάδια, μέχρι την στιγμή που καταφαγωμένα από την ασθένεια που τους κυριεύει, πέφτουν τα κομμάτια τους διαλυμένα από την μακροχρόνια και πλήρη σήψη.*

(Άλλωστε: Οι αδαείς Κρητικοί αποδίδουν σε μεγάλο βαθμό τη διάδοση της νόσου στο νησί στην ανηθικότητα, εξ ου και η υπερβολική απέχθειά τους γι’ αυτήν**)

* Charles-Nicolas-Sigisbert Sonnini de Manoncourt, 1797· αναφέρεται στο: Χαρίδημος Ανδ. Παπαδάκης, Οι λεπροί στην Κρήτη: «Μεσκίνηδες», Ρέθυμνο 2011, σελ. 88.

** Thomas Abel Brimage Spratt, 1851· στο ίδιο, σελ. 98.

Read Full Post »

O Silezukuk επισήμανε ότι σήμερα είναι η επέτειος του θανάτου του Χούλιο Κορτάσαρ.

Για να μη γράψω πολλά (κλικ στο tag Κορτάσαρ από κάτω, έχω γράψει περισσότερα), αντιγράφω κάποιες αναμνήσεις του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (μετάφραση Μάγια Μαρία Ρούσσου, αντί εισαγωγής στον Κυνηγό, εκδ. Απόπειρα 1988):

 Η τελευταία φορά που πήγα στην Πράγα ήταν πριν από δεκαπέντε χρόνια με τον Κάρλος Φουέντες και τον Χούλιο Κορτάσαρ. Ταξιδεύαμε με τρένο από το Παρίσι -εξαιτίας του κοινού μας φόβου για τα αεροπλάνα- και μιλήσαμε για τα πάντα καθώς διασχίσαμε τη διαιρεμένη νύχτα των δύο Γερμανιών, προσπερνώντας ωκεανούς χωραφιών με ζακχαρότευτλα, βιομηχανίες κάθε είδους, τα ρημάγματα φρικτών πολέμων και βίαιων ερώτων.

Ακριβώς όταν σκεφτόμασταν να κοιμηθούμε, ήρθε του Κάρλος Φουέντες να ρωτήσει τον Κορτάσαρ πώς, πότε και με τίνος την πρωτοβουλία μπήκε το πιάνο στην jazz band. Ήταν μια τυχαία ερώτηση που σκόπευε ν’ αποσπάσει το πολύ πολύ μια ημερομηνία και ένα όνομα, αλλά η απάντηση ήταν μια λαμπρή παράσταση, μια διάλεξη, ανάμεσα σε χοτ-ντογκς και τσιπς και τεράστια ποτήρια μπίρας, που κράτησε ως τα χαράματα. Ο Κορτάσαρ, που ήξερε να ζυγίζει τα λόγια του, μας έδωσε, εύγλωττα και απλά μια αισθητική και ιστορική αναπαράσταση της τζαζ, που κορυφώθηκε, με την ανατολή του ήλιου, σαν μία ομηρική απολογία για τον Thelonious Monk. Δε μίλησε μόνο με τη βαθιά του και ηχηρή φωνή, με τα τραβηγμένα ρ, αλλά και με τα χοντροκόκαλα χέρια του, πιο εκφραστικά απ’ όλα τα χέρια που μπορώ να θυμηθώ. Ούτε ο Κάρλος Φουέντες ούτε εγώ θα ξεχάσουμε ποτέ τις εκπλήξεις εκείνης της ανεπανάληπτης νύχτας.

(…)

Περί τα τέλη του θλιβερού φθινοπώρου στα 1956, συνήθιζε να πηγαίνει καμιά φορά σ’ ένα παρισινό καφενείο, που είχε ένα αγγλικό όνομα [Old Navy], και να γράφει σε μια γωνιά (…) σ’ ένα σχολικό τετράδιο, χρησιμοποιώντας ένα στυλό που του λέκιαζε τα δάχτυλα. (…) τον παρακολουθούσα καθώς έγραφε για περισσότερο από μία ώρα δίχως να σταματάει για να σκεφτεί, πίνοντας μόνο μισό ποτήρι μεταλλικό νερό ώσπου πύκνωσε το σκοτάδι έξω στο δρόμο κι έβαλε την πένα του στην τσέπη του κι έφυγε με το τετράδιό του κάτω απ’ την αμασχάλη, μοιάζοντας με το ψηλότερο και το πιο κοκαλιάρικο σχολιαρόπαιδο του κόσμου.

Read Full Post »

ΕΓΩ: Τι θα γίνει, θα γράψεις για το ομαδικό μπλογκάρισμα περί φόβου;

Ο ΔΥΤΗΣ: Ρε συ, τι να γράψω, δεν μούρχεται τίποτα.

ΕΓΩ: Πρέπει να γράψεις, όλος ο καλός ο κόσμος θα γράψει, τρεις προσκλήσεις σου κάνανε.

Ο ΔΥΤΗΣ: Μα δεν μπορώ να γράψω με δοσμένο θέμα, τρεις φορές προσπάθησα.

ΕΓΩ: Βάλε αυτό του Κορτάσαρ, για το πώς να νιώσετε φόβο.

Ο ΔΥΤΗΣ: Το έχω βάλει παλιά, ξέχασες;

ΕΓΩ: Βάλε εκείνη την τρομακτική φράση του Στήβενσον.

Ο ΔΥΤΗΣ: «Γιατί, με κάποιο διαβολικό τέχνασμα που θά ‘ταν κακό κι αταίριαστο να κριθεί από άνθρωπο, εκείνη βρισκόταν κρεμασμένη από ένα συνηθισμένο καρφί, με μια συνηθισμένη λεπτή μάλλινη κλωστή από κείνες που μαντάρουν τις κάλτσες». Αυτή λες;

ΕΓΩ: Μμμ, ναι, μόνη της δεν φτάνει.

Ο ΔΥΤΗΣ: Άσε που το θέμα είναι ο φόβος απέναντι στην εξουσία, ο φόβος και το μνημόνιο, ξέρεις. Πάλι εστέτ θες να με πούνε;

ΕΓΩ: Ε, γράψε κάτι. Αφού τόσες ιδέες έχεις. Τζάμπα βλέπεις τόσα δελτία κάθε βράδυ;

Ο ΔΥΤΗΣ: Μα όσα σκέφτηκα μου φαίνονται αυτονόητα, ή κοινότοπα. Άσε που θα τα έχουν πει πολύ καλύτερα οι άλλοι. Εσύ τόπες, συμμετέχει όλος ο καλός ο κόσμος.

ΕΓΩ: Γράψε για τους Αιγύπτιους, αυτοί δεν φοβούνται.

Ο ΔΥΤΗΣ: Έγραψα, τόσβησα. Δεν μου βγαίνει σου λέω.

ΕΓΩ: Γράψε ότι ο φόβος ξεπερνιέται όταν κάνεις το μεγάλο βήμα, γράψε ότι φοβόμαστε το φόβο.

Ο ΔΥΤΗΣ: Χμφφφ…

ΕΓΩ: Ώχου, σε βαρέθηκα βρε δύτη. Μη γράψεις τίποτα στην τελική.

Ο ΔΥΤΗΣ: Και τι θα πουν οι άλλοι που τους κρέμασα; Φοβάμαι.

ΕΓΩ: Μη φοβάσαι, δεν θα πουν τίποτα, φίλοι είναι.

Ο ΔΥΤΗΣ: Εσένα φοβάμαι.

ΕΓΩ: Και γω εσένα.

Το ποστ αυτό έχει γραφτεί στα πλαίσια της «Ημέρας ενάντια στο φόβο». Δείτε περισσότερα εδώ: http://grfear.blogspot.com/

Read Full Post »

Διαβάζω ότι μέτρα ασφάλειας που θυμίζουν αεροδρόμια πρόκειται να ληφθούν στα λιμάνια της χώρας, στο πλαίσιο της αντιμετωπισης της εγκληματικότητας και της διακινησης παράνομων μεταναστών. Στο πλαίσιο αυτό, επιβάτες και αποσκευές θα περνούν από μηχανήματα ανίχνευσης μετάλλων, καθώς και από ελέγχους εισιτηρίων και ταυτοτήτων.

Ξέχασαν να βάλουν μέσα τα ΚΤΕΛ, αλλά ακόμα και τότε θα είναι ελλιπές το μέτρο. Μεγαλύτερη ασφάλεια θα έχουμε αν το ίδιο γίνεται και στα διόδια, σε πρώτη φάση: έλεγχος ταυτοπροσωπίας στα σύνορα μεταξύ νομών, ας πούμε. Να μη μπορεί ο κάθε ζήτουλας να μετακινείται έτσι ελεύθερα όπως του καπνίσει, τι διάολο. Προτείνω κιόλας να μιμηθούμε μια οθωμανική πρακτική στις μεγάλες πόλεις, και οι συνοικίες να αποκτήσουν πύλες που να κλείνουν τη νύχτα. Μια άλλη πρόταση είναι, να προχωρήσουμε σε παρόμοια μέτρα στις πολυκατοικίες. Ή θέλουμε ασφάλεια ή δεν θέλουμε.

Read Full Post »