Ακούγεται λίγο γλωσσοδέτης ο τίτλος και αυτός είναι και ο στόχος του (οι τουρκομαθείς θα αναγνωρίσουν μία φράση – κλασικό παράδειγμα της συγκολλητικής δομής της τουρκικής γλώσσας – , siz türkleştirebildiğimizden misiniz?). Αυτό άλλωστε δεν είναι ένα κλασικό ποστ του Δύτη, είναι μια κουβέντα που ξεκίνησε μέσω ηλεταχυδρομείου και τη βάζω εδώ για να τη συνεχίσουμε και να μείνει κτήμα εσαεί.
Αφορμή ένα άρθρο του Γιάννη Χαμηλάκη και του Βασίλη Λαμπρόπουλου, που προτείνει να δούμε το ’21 και ό,τι προηγήθηκε και κυρίως ό,τι ακολούθησε με τα εργαλεία των νέων θεωρητικών εργαλείων της (απο)αποικιοποίησης. Όσοι ασχολούνται, θα έχουν προσέξει αυτό τον όρο, ίσως και μια σχετική κίνηση: Decolonize Hellas ή μάλλον dëcoloиıze hellάş
Ακολουθεί η μέχρι τώρα συζήτηση προκειμένου να συνεχιστεί στα σχόλια (το έχουμε ξανακάνει με μεγάλη επιτυχία):
Δύτης: Να πω την αμαρτία μου; Ένα χρόνο τώρα ακούω για αποικιοποίηση και αποαποικιοποίηση και εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πού κολλάει με το ’21. Δηλαδή εντάξει, μπήκαμε με το ζόρι σχεδόν στο δυτικό αφήγημα, του πολιτισμού που κληρονομεί την αρχαιότητα και είναι προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης κλπ -κάτι παρόμοιο έγινε και στην Τουρκία στις αρχές του 20ού αιώνα- αλλά αποικιοποίηση χωρίς αποίκους και κυρίως χωρίς αποικισμένους δεν μου κολλάει πολύ. Εκτός αν είναι να το δούμε σαν τη Δυτική Ευρώπη που αποικίζει τον ιθαγενή πληθυσμό όχι με αποίκους αλλά με κουλτούρα ξερωγώ.
Μπουκανιέρος: Δύτη, ναι, είναι ένα θέμα. Γι’ αυτό ακριβώς έχουν προταθεί όροι όπως αυτοαποικιοποίηση και κρυπτοαποικισμός (που, στην ουρά του Χέρτσφελντ, προσπάθησα να τη χρησιμοποιήσω κι εγώ). Από την άλλη μεριά, αν θες να βρεις οπωσδήποτε αποίκους, μπορείς να σκεφτείς ένα βαυαρό βασιλιά με την αυλή του, συντροφεμένο με μια διορισμένη βαυαρική ανώτατη διοίκηση, συνοδευμένους με πολυάριθμα βαυαρικά στρατεύματα και μια εξίσου πολυάριθμη βαυαρική γραφειοκρατία. Εντούτοις, υπάρχει κάτι που μ’ ενοχλεί στο άρθρο των Χ&Λ, κάτι που δεν μπορώ να το προσδιορίσω εύκολα και που δεν έχει να κάνει με το περιεχόμενο των ιδεών τους. Όπως και νάχει, δύτη, το ζήτημα με ενδιαφέρει πολύ και θα ήθελα να το συζητήσουμε διεξοδικά.
Μπουκανιέρος (ξανά): Για αρχή μπορούμε να δούμε το Ναυαρίνο σαν αποικιακή στιγμή (και π.χ. να τη συνδυάσουμε με τα τρία «κόμματα», γαλλο- αγγλο- ρωσό- φιλο). Επίσης, μπορούμε να ξεκινήσουμε από το «πρώτο ελληνικό κράτος», την (πολύ φλου) Ιόνια Πολιτεία, που γρήγορα εξελίχθηκε στο καθαρά κι εντελώς αποικιακό «Ηνωμένο Κράτος των Ιονίων Νήσων». Η Ένωση του 1864 ήταν προσάρτηση αυτού του κράτους από το Βασίλειο της Ελλάδας (και όχι πραγματική «ένωση»), αλλά μπορούμε να προβληματιστούμε πώς επηρέασε το Βασίλειο, αφενός σε σχέση με την εξάρτηση (από την Αγγλία κυρίως), αφετέρου και «ποσοτικά» (θέλω να πω: τα Εφτάνησα είχαν το ένα τέταρτο του πληθυσμού του τότε Βασιλείου και γενικά είχαν μια βαρύτητα πολύ μεγαλύτερη από τα, λίγο-πολύ ασήμαντα, σημερινά Εφτάνησα στη διογκωμένη πια, εδώ και έναν αιώνα, σύγχρονη Ελλάδα). Επίσης: έχει ενδιαφέρον να εστιάσουμε στο ρόλο του Καποδίστρια, σαν συνδετικού κρίκου μεταξύ ποικίλων παραγόντων – και απροπό: έχετε να μου συστήσετε μια καλή πολιτική βιογραφία του κόντε Νάνε;
Από την άλλη, αν στις αποικιακές σπουδές (που αφορούν τις «γνήσιες» αποικίες) τονίζεται όλο και περισσότερο ο (συναινετικός απέναντι στην αποικιοκρατία) ρόλος [των] τοπικών ελίτ και η αυτενέργειά τους, μπορούμε να εφαρμόσουμε, κάπως αντίστροφα, το σχήμα αυτό και στην Ελλάδα – ίσως.
Δύτης: Δύο μέιλ σου με έκαναν πολύ πιο δεκτικό σ’ αυτή τη θεώρηση από πέντε-έξι άρθρα ή βίντεο που έχω δει. Το σωστό να λέγεται! Ωραία η ανάλυση αλλά ας πούμε τι προσφέρει παραπάνω από το παλιό σχήμα της εξάρτησης; Ίσα-ίσα που εκεί που ήμασταν (με την εξάρτηση) το φτωχό αγωνιστικό έθνος με την αντιστασιακή παράδοση (κατά Σβορώνο) γινόμαστε (με την αποικιοποίηση) ο τριτοκοσμικός λαός που θα αποτινάξει τις ιδεολογικές, πολιτικές κλπ συνέπειες της αποικιοκρατίας σε παράλληλο αγώνα με τους μαύρους της Αμερικής, τους Αφρικάνους ή τους Αϊτινούς. Πιο πολύ, δηλαδή, μου φαίνεται ότι συσκοτίζει την κουβέντα προσφέροντας αναλογίες που δεν είναι τόσο σημαντικές όσο οι διαφορές. Και ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της Ελλαδίτσας, το ’19-22 ή τη δεκαετία του ’90, πού θα κολλήσει;
π2: Είπα να μην πω τίποτε για να μη γίνομαι κακός χωρίς λόγο, αλλά τα περί αποικιοποίησης και decolonization εμένα μου φάνηκαν εξαρχής εφετζίδικη μόδα περισσότερο παρά ουσία με ευρετική χρησιμότητα. Και συμφωνώ με τον Δύτη ότι πιο ουσιαστικά μου φάνηκαν τα σχόλια του Μπουκανιέρου παρά κάποια από τα κείμενα των αποαποικιαστών (σικ).
Ως προς την ευρετική δύναμη της όλης σύλληψης (π2) καθώς και ως προς το αν οι αναλογίες είναι πιο σημαντικές από τις διαφορές (δύτης), εγώ θα έλεγα ότι βοηθάει να φωτιστούν αναλογίες και διαφορές μέσα από ένα άλλο πρίσμα, ή να δούμε πράγματα (όχι απαραίτητα λεπτομέρειες) που έχουν μείνει αθέατα, κρυμμένα πίσω από τα καθιερωμένα και τα αυτονόητα.
Τώρα, για να αρχίσω από κάπου, στο ερώτημα του δύτη » Και ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της Ελλαδίτσας, το ’19-22 ή τη δεκαετία του ’90, πού θα κολλήσει;», ή τουλάχιστον στο πρώτο σκέλος του, προσπάθησα να απαντήσω (καταρχήν…) στο κείμενο που αναφέρθηκε παραπάνω μιλώντας για «αποικιοκρατία δευτέρου βαθμού»:
«Ένα άλλο αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μιας αποικιοκρατίας δευτέρου βαθμού, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, ή μιας κλιμακωτής αποικιοκρατικής δομής, όπου ημιανεξάρτητοι κρατικοί σχηματισμοί συμμαχούσαν με την προστάτιδα τους δύναμη για να επεκτείνουν την αποικιακή κυριαρχία παραπέρα, ελπίζοντας να πάρουν μερίδιο από τα κέρδη και τα λάφυρα, βλ. π.χ. τη δημιουργία του Αγγλοαιγυπτιακού Σουδάν. Η επέκταση προς την Ανατολή δημιούργησε, μέσα από μια αλληλεπίδραση ανάμεσα σε δυτικές ιδέες και κανόνια και τοπικές ευαισθησίες κατά τα παραπάνω, μια σειρά από χριστιανικά κρατίδια (χριστιανικά μετά από κατάλληλες εκκαθαρίσεις και διευθετήσεις ασφαλώς, είναι όμως ενδεικτικό ότι η δυτικοευρωπαϊκή αποικιοκρατία στήριζε ιδεολογικά και «ιστορικά» τις απαιτήσεις της πάνω στους μεγάλους ιδρυτικούς μύθους της Δύσης: Κλασική Ελλάδα και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, Χριστιανοσύνη και Σταυροφορίες). Αυτά τα ας πούμε νέα χριστιανικά έθνη της Ανατολής προσαρμόζονταν στο προτεκτορατικό σχήμα, καθώς από τη μία βρίσκονταν σε ποικίλα καθεστώτα κηδεμονίας, εξάρτησης και προστασίας (άσχετα με το τυπικό στάτους) από μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις που έλπιζαν να τα χρησιμοποιήσουν σαν βάσεις ή ορμητήρια για αποικιακό έλεγχο στην Εγγύς / Μέση Ανατολή, ενώ από την άλλη και τα ίδια (δηλ. οι ελίτ τους) βιάζονταν να πάρουν μέρος στην επιχείρηση για να πραγματώσουν τις συνήθως υπέρμετρες νεανικές τους φιλοδοξίες. Στο πλαίσιο αυτό και μετά τα προεόρτια των βαλκανικών πολέμων, ο Βενιζέλος, αφού εξασφάλισε με μάλλον άκομψο τρόπο τη συμμετοχή στο Μεγάλο Πόλεμο, παρουσίασε προς στιγμή μια πετυχημένη εφαρμογή αυτού του σχεδίου: έχοντας βρεθεί προνοητικά στην πλευρά των νικητών και παραμένοντας στενά προσκολλημένη στην θεωρούμενη μεγαλύτερη δύναμη, η χώρα «του» ήταν έτοιμη να ριχτεί στην αποικιακή εξόρμηση προς τα ανατολικά, σε ανταγωνισμό με άλλες αποικιακές δυνάμεις όπως η Γαλλία και η Ιταλία, πάντα όμως στη σκιά της Βρετανίας της οποίας τα συμφέροντα εκπροσωπούσε.»
Επειδή ακούγεται λίγο ισοπεδωτικό το σχόλιό μου, να το συγκεκριμενοποιήσω:
α) Πόθεν προκύπτει ότι ο λόγος περί υπόδουλων συναρτάται με το διακύβευμα της διατλαντικής δουλείας; Δουλεία το ένα, δουλεία το άλλο, δεν μπορεί, θα εντάσσονται στο ίδιο πλαίσιο; Δεν πάει έτσι. Πρώτα πρέπει να τεκμηριωθούν οι γραμμές σύνδεσης και συνάφειας και μετά να αξιοποιηθεί το εννοιολογικό πλαίσιο της δουλείας με την αποικιακή έννοια του όρου στην ειδική μας περίπτωση του επαναστατικού λόγου στα Βαλκάνια του ύστερου 18ου και πρώιμου 19ου αιώνα. Αλλιώς είναι σα να διαλέγουμε ένα φάνκι μοδάτο πανωφόρι για να ντύσουμε το ίδιο, ταλαιπωρημένο κορμί.
β) Τα ίδια και για τη λευκότητα. Εδώ δεν επεκτείνομαι γιατί θα γίνω πάλι κακός.
Το ξέρω ότι ακούγομαι πολύ συντηρητικός, αλλά επειδή έχω δει διάφορες αστόχαστες και ασόβαρες διανοητικές ακροβασίες στα λογής λογής decolonize classics, βαστάω πολύ μικρό καλάθι.
Να προσθέσω πάντως ότι όντως το bicentennial θα ήταν ευκαιρία για ένα νέο παράδειγμα ιστοριογραφικής θεώρησης της επανάστασης. Δεν έχω φυσικά παρακολουθήσει όλες τις συζητήσεις και τα έργα, αλλά κάνω λάθος ότι αυτό το νέο παράδειγμα τελικά δεν σχηματίστηκε;
Γεγονός. Ίσως να έχει να κάνει με το συναινετικό κλίμα (που λέει το άρθρο). Ένα νέο παράδειγμα προϋποθέτει ρήξεις.
π2, νομίζω ότι μπορεί να τεκμηριωθεί κάποια σχέση ανάμεσα στη «δουλεία» των σκλάβων και στη «δουλεία» μιας υπόδουλης χώρας (έχοντας πάντα υπόψη ότι η δεύτερη είναι μεταφορική προέκταση της πρώτης) κι εννοώ ότι ήταν μια αναλογική σχέση που την είχαν στο νου κάποιοι από τους ανθρώπους της εποχής. Γνώριζαν άλλωστε καλά, από την κλασική τους μόρφωση, ένα διάσημο παράδειγμα τέτοιου συσχετισμού στον Ηρόδοτο, που ήταν ο πρώτος ίσως, στην αρχαιοελληνική παράδοση, που χρησιμοποίησε την τεχνική ορολογία της δουλοκτησίας για να αναφερθεί στην πολιτική υποταγή στους Πέρσες (που ήταν κάτι πολύ διαφορετικό). Οι Έλληνες, έγραφε θυμάμαι ένας αμερικανός καθηγητής, ιδιοκτήτες δούλων οι ίδιοι, γνώριζαν καλά ότι η πολιτική τους εξάρτηση, όποια μορφή κι αν θα έπαιρνε, δεν θα μπορούσε να συγκριθεί ούτε κατά διάνοια με τη βάναυση ζωή που ζούσαν τα ανδράποδά τους – χρησιμοποίησαν όμως αυτή την τολμηρή μεταφορά για δικούς τους, ρητορικούς κλπ λόγους.
Αυτό το διανοητικό σχήμα μπορούσε να δουλέψει και αντίστροφα: οι αμπολισιονιστές χρησιμοποίησαν το παράδειγμα της «αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού» για να υποστηρίξουν την άσβεστη δίψα για ελευθερία, δηλ. τη δική τους υπόθεση της απελευθέρωσης των σκλάβων, συσχετίζοντας δυο όντως απόμακρες πραγματικότητες. [Για τούτο το τελευταίο θέμα γράφτηκε πρόσφατα σχετικό άρθρο στο ίδιο ένθετο όπου και αυτό των Χ&Λ, δηλ. στις «Νησίδες» της εφσυν, αλλά δεν το έχω πρόχειρό.]
Για να μείνω στο τελευταίο παράδειγμα:
Το ότι στη ρητορική περί απελευθέρωσης (γενικώς) της εποχής μπορεί να συνδέονται με υπόγειες γραμμές διαφορετικών λογιών «απελευθερώσεις» είναι λογικό, αναμενόμενο και ενδιαφέρον. Το άρθρο όμως προσπαθεί να εγγράψει τον λόγο περί υποδούλων Ελλήνων στην αποικιακή συζήτηση περί (πραγματικής) δουλείας και την αντίστοιχη κοινωνική πραγματικότητα. Αυτό μου φαίνεται άστοχο και μεθοδολογικά προβληματικό (για να μην πω λίγο τεμπέλικο και γίνω πάλι κακός) ιστοριογραφικά. Τελείως παραδοσιακά, θα έλεγε κανείς ότι τα δύο φαινόμενα είναι δύο διαφορετικά απότοκα, σε διαφορετικές περιοχές και συνθήκες και με τελείως διαφορετικά επίδικα, της διπλής επανάστασης που θα έλεγε κι ο Χόμπσμπομ (διαφωτισμός / βιομηχανική επανάσταση => ανάγκη ανάδυσης νέων στρωμάτων και νέων οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δομών, όλων επενδεδυμένων με αντιαπολυταρχικό – νεωτεριστικό μανδύα), Τι ευρετική αξία έχει να ερμηνεύσεις το ένα μέσα από το πρίσμα του άλλου;
Σας παρακολουθώ με χαρά και θα παρέμβω το βράδυ ή ίσως και τα ξημερώματα.
Προς το παρόν (κι εγώ) αφού βούτηξα σε μια στοίβα εφημερίδες βρήκα το άρθρο που είχα προαναφέρει: https://www.efsyn.gr/nisides/316855_i-elliniki-epanastasi-kai-kinima-kata-tis-doyleias
Διαβάζουμε στην αρχή-αρχή: «Aπό το 1827 πολλοί Αφροαμερικανοί και διάφοροι υποστηρικτές της κατάργησης της δουλείας άρχιζαν να εντοπίζουν ομοιότητες στις συνθήκες ζωής των υπόδουλων Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και των Αφροαμερικανών σκλάβων στις ΗΠΑ.»
Απ’ την άλλη κάποιοι στην Αϊτή σκέφτονταν πως καλά κάναμε και δεν στείλαμε αϊτηνά στρατεύματα για βοήθεια στην Ελλάδα , επειδή λόγω του μαύρου χρώματος θα τους έκαναν οι Έλληνες κακή υποδοχή. Αλλά ανασκευάζει ο Τομά Μαντιέ (1843) :
Όμως, έχει ειπωθεί και γραφθεί ότι, εάν είχαμε στείλει ένα από τα τάγματά μας στην Ελλάδα, το χρώμα των στρατιωτών μας θα ήταν λόγος για να τύχουν κακής υποδοχής. Η Επιτροπή των Παρισίων απευθυνόμενη στην Αϊτή γνώριζε καλά ότι δεν ήταν λευκοί. Και στις χώρες της Ανατολής, δεν είναι οι άνθρωποι συνηθισμένοι στην θέα μαύρων στρατιωτών; Υπήρξαν πολλοί από αυτούς στις μουσουλμανικές στρατιές το 1821, όπου αμιγώς μαύρα συντάγματα είχαν στρατολογηθεί στο Νταρφούρ, και αμιγώς μαύρα σώματα είχαν στρατολογηθεί στους βερβερικούς πληθυσμούς. Εάν ήταν δυνατό για εμάς να στείλουμε μια από τις ημιταξιαρχίες μας στην Ελλάδα, δεν θα ήταν το χρώμα των στρατιωτών μας που θα τους είχε καταστήσει αντικείμενο αποτροπιασμού. Στην Νάπολη, υπό τον Μυρά, το Βασιλικό Αφρικανικό Σύνταγμα δεν είχε αποκτήσει αδερφική σχέση με τον λαό;
( «Αϊτή και Ελληνική Επανάσταση: Αλήθειες και ψέματα» , tου Θεόδωρου Παπαδόπουλου )
Έχω την αίσθηση (όπως και ο π2, απ’ ό,τι καταλαβαίνω) ότι το πρόταγμα της «αποαποικιοποίησης» (θα το λέω α/α/π στο εξής χάριν συντομίας, φτάνει με τους γλωσσοδέτες) δεν σταματάει στο επίπεδο των συμβόλων ή των λόγων, οπότε η συζήτηση περί δουλείας είναι μάλλον αυστηρά περιφερειακή (εκτός από το εξαιρετικό από κάθε άποψη περιστατικό της Αϊτής), θέλω να πω δεν εξηγεί ούτε φωτίζει τίποτα ουσιαστικό για το τι και πώς και γιατί έγινε το ’21.
Καταλαβαίνω το ότι φωτίζονται άλλες πλευρές. Αλλού, σχετικά με την οθωμανική σκοπιά, έγραψε εξάλλου μια ψυχή τα παρακάτω λόγια: «Ας αναλογιστούμε για παράδειγμα πώς η ανακάλυψη της Αμερικής και οι κονκισταδόρες μπορούν να ιδωθούν από την πλευρά της ισπανικής ιστορίας, εκείνη της μεξικανικής (για παράδειγμα) αλλά και από την πλευρά των ατλαντικών σπουδών ή της παγκόσμιας ιστορίας, χωρίς η μία ερμηνεία να αποκλείει ή να επισκιάζει την άλλη, ή η Γαλλική Επανάσταση υπό το πρίσμα της ιστορίας της Γαλλίας, της ιστορίας του καπιταλισμού ή μιας ευρωατλαντικής ιστορίας που θα λάβει υπόψη της το αμερικανικό προηγούμενο του 1774 ή ακόμα και τις νοτιοαμερικανικές και γιατί όχι την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Με τον ίδιο τρόπο αν ιδωθεί με τα γυαλιά του οθωμανολόγου, ας το πω έτσι, η Ελληνική Επανάσταση μπορεί να προσφέρει μια αναπάντεχη οπτική γωνία και γόνιμους προβληματισμούς για τον νεοελληνιστή.»
Στο α/α/π παράδειγμα όμως δεν βλέπω ούτε εγώ την αναπάντεχη οπτική γωνία. Κυρίως γιατί βλέπω μια σύγχυση, δεν ξέρω αν είναι στο μυαλό μου ή σ’ εκείνο των α/α/π: με δυο λόγια, μιλάμε για αποικιοποίηση της νέας Ελλάδας από τη Δύση, ή για την Ελλάδα ως εκφραστή αποικιακού λόγου; Στην πρώτη περίπτωση, πέρα από τις διαστάσεις που έθεσε ο Μπουκάν στην αρχή, εξακολουθώ να μη βλέπω μεγάλη διαφορά από την παλιότερη θεωρία της εξάρτησης (θεμιτή; θεμιτότατη!). Στη δεύτερη, την οποία πιστεύω έχουν στο μυαλό τους οι α/α/π (βλ. το άρθρο των Χ&Λ: λευκότητα, πατριαρχία, φυλετικοποίηση), βλέπω τις αδυναμίες που επισημαίνει ο π2 και μια μοντέρνα εκδοχή αυτού που πάντα ορίζαμε ως, ξερωγώ, συγκρότηση εθνικού κράτους. Είναι πιο κουλ να το εκφράζουμε με όρους BLM, λευκής κυριαρχίας και αποικιοποίησης; Είναι κάτι παραπάνω από πιο κουλ; Αμφιβάλλω.
Αυτό που ενοχλεί σε άρθρα όπως αυτό της Εφσυν είναι η με το ζόρι σύνδεση ενός ιστορικού γεγονότος 200 ετών με το ψυχόδραμα της σημερινής αμερικανικής κοινωνίας και το συναίσθημα ενοχής το οποίο πρέπει ντε και καλά να επιβληθεί σε όλο τον πλανήτη και μάλιστα αναδρομικά (αλήθεια, γιατί αυτό δεν θεωρείται μια μορφή αποικιοποίησης αλλά προβάλλεται ως διάνοιξη νέων επιστημονικών οριζόντων;). Η ερώτηση των αρθρογράφων: “Πώς μια εθνο-πατριαρχική αντίληψη της ελευθερίας χαλιναγώγησε το επαναστατικό πρόταγμα με βάση συγκεκριμένα κανονιστικά πρότυπα βασισμένα στην οικογένεια και τη βιολογικά καθορισμένη συγγένεια; » αποκαλύπτει το ιδεολογικό κόλλημα των συγγραφέων, θαρρείς και ήταν ποτέ δυνατό να υπάρχει αρματωλός το 1800 που να εξεγείρεται για το δικαίωμα των ομοφυλόφυλων να υιοθετούν παιδιά. Το ίδιο ισχύει και με το ερώτημα: “Και εν τέλει πώς κατέστη, η χώρα που προέκυψε από την Eπανάσταση μια χώρα λευκών;” Θα μπορούσαν άραγε οι συγγραφείς να μας αναφέρουν το παράδειγμα μιας άλλης ευρωπαϊκής χώρας του 19ου που δημιουργήθηκε μετά από επαναστατικές διαδικασίες και να κατέληξε κάτι άλλο από χώρα λευκών;;
Αναρωτιέται κανείς πώς γίνεται ερευνητές-καθηγητές πανεπιστημίου να φτάνουν στο σημείο να διατυπώνουν τέτοια άτοπα ερωτήματα. Θα σηκωθεί ο Βίττγκενστάιν και θα αρπάξει βρεγμένη σανίδα…
Λοιπόν, μπορώ να βρω μερικούς λόγους που κάνουν χρήσιμη «μια διαφορετική προσέγγιση» διαβάζοντας απλώς κάποια από αυτά που γράφτηκαν παραπάνω. Για παράδειγμα, ο alex αναρωτιέται αν «θα μπορούσαν άραγε οι συγγραφείς να μας αναφέρουν το παράδειγμα μιας άλλης ευρωπαϊκής χώρας του 19ου που δημιουργήθηκε μετά από επαναστατικές διαδικασίες και να κατέληξε κάτι άλλο από χώρα λευκών;;», επομένως θα ήταν χρήσιμο να επισημανθεί ότι π.χ. δεν ήταν πολύ αυτονόητο στις αρχές του 19ου αιώνα ότι στα Βαλκάνια υπάρχουν «ευρωπαϊκές χώρες» και μάλλον αρκετοί στοχαστές εκείνης της εποχής θα απορρίπτανε κατηγορηματικά αυτή την αξίωση. Και για πολύ καιρό μετά, ακόμα και άλλες περιοχές εκτός Βαλκανίων, π.χ. στη νότια και στην ανατολική Ευρώπη, δυσκολεύονταν να πείσουν για την «ευρωπαϊκότητά» τους (την οποία χρειάστηκε να διεκδικήσουν, να καταχτήσουν ίσως, ή ίσως να την αποδεχτούν μετά από συγκεκριμένες διαδικασίες). Άλλωστε, σύμφωνα με μια φράση που αποδίδεται σε γνωστό αυστριακό πολιτικό της ίδιας εποχής, «στα ανατολικά της Βιέννης ξεκινάει η Ασία». Όσο για τους «λευκούς» πάλι, ούτε αυτοί ήταν αυτονόητοι – ακόμα και μετά τις σχετικές εθνοκαθάρσεις (αν επιτρέπεται η αναχρονιστική ορολογία), οι οποίες έγιναν κυρίως με θρησκευτικά κριτήρια αλλά υποτίθεται ότι δικαίωναν κάποια άποψη περί «φυλής». Ακόμα και στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως είναι πασίγνωστο, Έλληνες και Ιταλοί δεν κατάφερναν να πείσουν π.χ. τις υπηρεσίες μετανάστευσης των ΗΠΑ για τη «λευκότητά» τους. Αν λοιπόν π.χ. οι Ιρλανδοί χρειάστηκε κάποια στιγμή να γίνουν λευκοί (https://www.routledge.com/How-the-Irish-Became-White/Ignatiev/p/book/9780415963091 ), ίσως και άλλοι Ευρωπαίοι και λιγότερο Ευρωπαίοι να χρειάστηκε να ασπρίσουν. Και μιας και θυμήθηκα τους Ιρλανδούς: Οι βρετανοί αποικιοκράτες που έφτασαν μόλις λίγο πριν το 1821 στα Εφτάνησα (κι ελπίζω ότι, στην περίπτωση αυτή, κανείς μας δεν θα αμφισβητήσει ότι έχουμε αποίκους, αποικιοποίηση και αποικισμένους – εξόν αν το Υπουργείο Αποικιών στο Λονδίνο έκανε λάθος και ασχολιόταν με λάθος αντικείμενο!), οι βρετανοί αποικιοκράτες λοιπόν διαπίστωναν ότι συνάντησαν στα Εφτάνησα «τους Ιρλανδούς της Μεσογείου». Λοιπόν, νομίζω ότι αυτό δεν το έλεγαν για κοπλιμέντο, ούτε για να συγχαρούν τους ιθαγενείς για το λευκό τους χρώμα.
Έχουμε λοιπόν πολλά πράγματα να συζητήσουμε, να αμφισβητήσουμε, να μάθουμε, όταν εστιάζουμε στην αποικιακή προοπτική – και, όχι, το επιχείρημα της βρεγμένης σανίδας ούτε πείθει ούτε τρομαζει.
Ισχύουν φυσικά αυτά που λέει ο Μπουκάν για την προβληματική λευκότητα των Βαλκανίων, της Μεσογείου, ακόμη και των Ιρλανδών. Αλλά δεν βλέπω πώς συσχετίζονται με το ’21 (ούτε καν με το ’21 εκεί, πολλώ δε μάλλον με το ’21 εδώ). Μου φαίνονται ψηφίδες ενός μεταγενέστερου ψηφιδωτού, στρωμένου σε ένα διαφορετικό έδαφος (η μακρά ύφεση του ύστερου 19ου αι., η μαζική οικονομική μετανάστευση, η κύρια φάση του αποικιακού ιμπεριαλισμού, η διεύρυνση των ανισοτήτων, η απάντηση της ευγονικής, χίλια δυο). Εξού και δεν βλέπω την ευρετική αξία (στην οποία χρησιμοθηρικά επιμένω) για το ’21 εδώ. Με άλλα λόγια: για μένα το ερώτημα «πώς κατέστη, η χώρα που προέκυψε από την Eπανάσταση μια χώρα λευκών;» είναι ένα ερώτημα που δεν απασχολούσε τα δρώντα υποκείμενα -oύτε στα Βαλκάνια ούτε στη φιλελληνική Ευρώπη.
Ακόμη και κάποιες ψηφίδες που αφορούν την εποχή και την περιοχή -πρόχειρα, η λευκότητα των αγαλμάτων του Βίνκελμαν, η αρχαιοελληνική ροπή του φιλελληνικού ρομαντισμού ως αναδρομή στις πηγές του ευρωπαϊκού πολιτισμού κλπ., η βαυαρική αρχιτεκτονική λίγο αργότερα- δεν τίθενται με τη μεταγενέστερη έννοια των αποικιακών όρων λευκότητας και φυλής, τουλάχιστον μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Γι’ αυτό και το ερώτημα των συγγραφέων περί λευκότητας μου δίνει την εντύπωση σημερινής μόδας περισσότερο παρά ουσιαστικής αναρώτησης για την τότε πραγματικότητα.
Το ερώτημα «πώς κατέστη, η χώρα που προέκυψε από την Eπανάσταση μια χώρα λευκών;» μπορούσε να τεθεί μόνο εκ των υστέρων, σ’ αυτό μάλλον συμφωνούμε όλοι (δηλ και ο Χαμηλάκης κι ο Λαμπρόπουλος).
Δύτη, θα ήθελα πρώτα-πρώτα να βάλω ένα πλαίσιο ή τέλος πάντων να προσδιορίσω καλύτερα τη θέση μου. Όταν μιλάμε για «αποικιακή διάσταση του 1821» δεν αναφερόμαστε τόσο στα συμβάντα της χρονιάς 1821 (μια εξέγερση ή μια σειρά εξεγέρσεων «κάπου στην Ανατολή») όσο σε μια ευρύτερη, τοπικά και χρονικά, περίοδο. Όσο περισσότερο απομακρυνόμαστε από το μεμονωμένο συμβάν (μια ηρωική αλλά ξεκομμένη στιγμή) και όσο εστιάζουμε π.χ. στην εξέλιξη που ακολούθησαν οι συνέπειες αυτού του συμβάντος (έστω: Ναβαρίνο-Καποδίστριας-Όθωνας), ή στην πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη και στην εξωτερική πολιτική της, ή σε παράλληλες διεργασίες που συνέβαιναν σε άλλες περιοχές της Ανατολής (συμπεριλαμβάνοντας και ελληνόφωνες περιοχές, όπως τα Ιόνια Νησιά), ή στο διανοητικό κλίμα που προετοίμασε εκείνο το συμβάν, κοκ, τόσο καλύτερα ταιριάζει στην ανάλυση το αποικιακό πλαίσιο. Δεν ψάχνουμε να βρούμε τι το αποικιακό είχαν τα Δερβενάκια ή η άλωση της Τριπολιτσάς.
Με αυτές τις προϋποθέσεις, και καθώς το πεδίο που ανοίγεται μοιάζει, στα μάτια μου, απέραντο, η ταχτική που ακολούθησα (και θα ακολουθήσω) σε τούτη τη συζήτηση είναι να συγκεντρώνω την προσοχή, κάθε φορά, σε συγκεκριμένα θέματα, σε κάποια «αποικιακά μοτίβα» ας πούμε.
Δύτη (ξανά), έρχομαι τώρα να απαντήσω σε μερικές θέσεις ή ερωτήσεις σου.
Αναγνωρίζεις ότι, αλλάζοντας ιστοριογραφική προοπτική μπορεί «να φωτίζονται άλλες πλευρές», να προκύπτουν «γόνιμοι προβληματισμοί», όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση, λες, δεν βλέπεις κάποια «αναπάντεχη οπτική γωνία». Όμως, απότι φαίνεται, πολλοί βλέπουν εκεί όχι απλώς «μια αναπάντεχη οπτική γωνία» αλλά μια οπτική γωνία που τη θεωρούν παράλογη ή ανυπόφορη, μια οπτική γωνία που εξοργίζει, τρομοκρατεί και σοκάρει, με πλήθη που τρέχουν να πιάσουν βρεγμένες σανίδες ή στεγνά ξύλα για την πυρά – ε, τι άλλο θέλεις; Τι περισσότερο ζητάς από την «καθαρή» σκέψη; Με μια κουβέντα, εκείνο που αμφισβητείται είναι ολόκληρη η εθνική-μυθολογία-που-εμφανίζεται-σαν-εθνική-ιστορία και μάλιστα ορισμένες πλευρές της τόσο παγιωμένες που τις αποδέχονται, ασυνείδητα ίσως, ακόμα και μερικοί από εκείνους που ασκούν κριτική, κατά τα άλλα, σ’ αυτή την εθνική μυθολογία. Τι πιο «αναπάντεχο»; Και οπωσδήποτε τι πιο τερπνό κι ωφέλιμο συνάμα;
Η καθιερωμένη οπτική περιλαμβάνει, σε μια από τις παραλλαγές της, και τη θεωρία της εξάρτησης, που λες. Θεμιτή όσο θέλεις, ίσως, αλλά εκείνο που συσκοτίζει η θεώρηση του «φτωχού αγωνιστικού έθνους με την αντιστασιακή παράδοση» είναι η ύπαρξη λιγότερο αντιστασιακών (και λιγότερο φτωχών) στοιχείων στους κόλπους του αυτού φτωχού και αγωνιστικού έθνους. Οι θεωρίες της εξάρτησης τείνουν, θαρρώ, αυτούς τους κακούς της υπόθεσης να τους θεωρούν «προδότες», ή νέτα-σκέτα παλιάνθρωπους, όταν δεν καταφεύγουν σε θεωρητικούς αρχαϊσμούς ανάλογους με «τα ελαττώματα της φυλής» (που μαθαίναμε στο σχολείο πριν πενήντα χρόνια), φιλαρχία, απειθαρχία, διχασμός κοκ. Νομίζω ότι ένα αποικιακό πλαίσιο ανάλυσης προσφέρει πολύ καλύτερες και πλουσιότερες δυνατότητες κατανόησης του ρόλου και της θέσης τέτοιων ομάδων – με συμπεράσματα που μπορούν να φανούν πολύ χρήσιμα και στη σύγχρονη πολιτική ανάλυση.
Ρωτάς επίσης: «Μιλάμε για αποικιοποίηση της νέας Ελλάδας από τη Δύση, ή για την Ελλάδα ως εκφραστή αποικιακού λόγου;». Μιλάμε, κατά τη γνώμη μου, και για τα δύο, και για να τα διατυπώσω με περισσότερη ακρίβεια, μιλάμε αφενός για μια αποικιοποίηση από τη Δύση που γέννησε τη Νέα Ελλάδα και, αφετέρου, για τη Νέα Ελλάδα ως εκφραστή αποικιακού λόγου, καταρχήν και κυρίως προς το εσωτερικό, και από τη στιγμή που θεώρησε αυτό το έργο περατωμένο (όταν «στάθηκε στα πόδια της»), και προς το εξωτερικό.
Γιατί να δει κανείς τη νεαρή Ελλάδα του δεύτερου τέταρτου του 19ου αι. ως αποικία και όχι ως ένα ακόμη επεισόδιο του επεκτατισμού του διεθνούς κεφαλαίου, που λέει ο λόγος, ένα ερμηνευτικό πλαίσιο που εξηγεί π.χ. άριστα τον δανεισμό, την προστασία των μεγάλων δυνάμεων, τη δράση των ετεροχθόνων μπίζνεσμεν; Γιατί να δει κανείς ακόμη και την υιοθέτηση δυτικότροπων δομών στη διάρκεια του 19ου αι. (από την οργάνωση του στρατού ως την ενδυμασία), ως, ξέρω γω, εσωτερικευμένη αποδοχή από τον αποικιοκρατούμενο των ηθών του αποικιοκράτη και όχι ως εκμοντερνιστικό μιμητισμό που μαρτυρείται και εντός της Δύσης της βιομηχανικής επανάστασης;
Θέλω να πω το εξής: σε οποιοδήποτε πλαίσιο ανάλυσης υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να το ξεχειλώσουμε τόσο πολύ για να το εφαρμόσουμε στα πάντα, ώστε να χάσει την αξία του ακόμη και για το αρχικό πεδίο εφαρμογής του. Το αποικιακό φαινόμενο, για μένα, προϋποθέτει άμεση επικυριαρχία και άμεση απομύζηση πόρων. Η αποικία είναι χώρα του αποικιακού άστεως (the empire on which the sun never sets). Η απλή ένταξη μιας χώρας -ή μιας χώρας εν τω γίγνεσθαι, όπως στην περίπτωση για την οποία συζητάμε- στις δομές εξουσίας και εκμετάλλευσης της κυρίαρχης Δύσης δεν αρκεί για να μιλάμε για αποικία, εκτός αν ο όρος αποικία διευρυνθεί τόσο πολύ που δηλώνει οποιονδήποτε εξουσιαζόμενο -οπότε επιστρέφουμε και πάλι στο πλαίσιο της εξάρτησης, βαφτισμένο διαφορετικά.
Εξακολουθεί να με καλύπτει ο π2, με την έννοια ότι, αν είναι έτσι, δεν πρόκειται για κάτι καινούριο αν και πρέπει να παραδεχτώ ότι στο πλαίσιο μιας γενικότερης ευρωπαϊκής οπτικής («η Επανάσταση ως ευρωπαϊκό γεγονός», θυμίζω τον τίτλο του εμβληματικού συμπόσιου του Πιζάνια) δίνει ένα καινούριο φως η σύνδεση του φιλελληνικού ρομαντισμού με την αποικιοκρατική ιδεολογία – προφανώς και τα δύο συνδέονται άμεσα, αφού αποτελούν συστατικά στοιχεία της δυτικοευρωπαϊκής κουλτούρας του 19ου αιώνα. Παρομοίως, προφανώς (σκέφτομαι τώρα) έχει κάποιο νόημα να δούμε την αποικιοκρατική ιδεολογία (πάλι ως εγγενές συστατικό της, ξερωγώ, ευρωπαϊκής) ως συστατικό της νεοελληνικής – θα μπορούσε κανείς για παράδειγμα να το εφαρμόσει στην ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο ή το Σουδάν, στο πώς βλέπουν τους Άραβες κ.ο.κ. Άλλωστε την ίδια περίπου εποχή, δηλ. το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι ίδιοι οι Οθωμανοί μιλούν για τη mission civilisatrice τους σε σχέση με τους Βεδουΐνους! Θα αποτολμούσα ακόμα και να ψάξω στοιχεία της αποικιοκρατικής νοοτροπίας στο λόγο της ελληνικής διοίκησης (ή δημοσιογραφίας, ή αρχαιολογίας ξερωγώ) για τη Μικρασία και τους τούρκικους πληθυσμούς της το ’19-’22.
Αν αυτό, δηλαδή το να εγγράψουμε το αποικιοκρατικό στοιχείο (την ανωτερότητα του Ευρωπαίου) τόσο στη φιλελληνική (με τον βάρβαρο Τούρκο της) όσο και τη νεοελληνική ιδεολογία, είναι η α/α/π, πάω πάσο. Στη χρήση όμως της ρητορικής μιας πολύ σύγχρονης συζήτησης για κάτι που θεωρείται ριζική ανανοηματοδότηση του στοχασμού μας για το ’21 παραμένω πολύ επιφυλακτικός. Αν μη τι άλλο, γιατί (με εξαίρεση τα Επτάνησα, ίσως και κάποιες πλευρές της καποδιστριακής και κυρίως της οθωνικής διακυβέρνησης) παραμένει μια αποικιοκρατία χωρίς αποικισμένους: στο βαθμό που το ελληνικό κράτος ασκεί την αποικιακή ιδεολογία, οι απολίτιστοι είναι σχεδόν αποκλειστικά εκτός κράτους· στο βαθμό που η ιδεολογία ασκείται επί του ελληνικού κράτους, εμπεριέχει υπερβολικά την άρνησή της (οι ευγενείς Έλληνες, οι γενναίοι απόγονοι κλπ) για να τη θεωρήσουμε κυρίαρχη.
Το προηγούμενο σχόλιό μου, Μπουκάν, είχε όπως ξέρεις γραφτεί προτού εμφανιστεί το τελευταίο σου, ωστόσο θα μπορούσε μια χαρά να απαντάει σ’ αυτό, νομίζω.
π2, είναι ένα θέμα η σχέση μεταξύ ύστερης αποικιοκρατίας και επεκτατισμού του διεθνούς κεφαλαίου, δηλ . το ερώτημα αν το ένα περιέχει το άλλο, ή ποια η σχέση τους ακριβώς. Συμφωνώ όμως μαζί σου ότι δεν μιλάμε για «γνήσια» αποικία. Γι’ αυτό και έχουν χρησιμοποιηθεί διάφοροι υβριδικοί όροι, κρυπτοαποικία, ψευδοαποικία, αυτοαποικισμός, κλπ, στους οποίους εγώ θα επέμενα περισσότερο από τους Χαμηλάκη και Λαμπρόπουλο – δηλ. θα τους διερευνούσα περισσότερο.
Δύτη, θα μπορούσα να έλεγα το ίδιο κι εγώ! Που σημαίνει, ίσως, ότι τείνουμε να επαναλαμβανόμαστε. Γι άυτό λέω να κάνω ένα διάλειμμα πριν επανέλθω.
Ωραία, ίσως ήρθε η ώρα να βάλουμε λίγη διαφήμιση και να φέρουμε φρέσκο αίμα.
Θα μπορούσατε να έχετε αφήσει και καμία παράμετρο απόξω ή έστω ασχολίαστη… τι να κάνει τώρα το φρέσκο αίμα; Αποαποαποκοιοποίηση; 😊
Τεσπά, in case you are interested in my one point statistics κάπου στη μέση εγώ. Αποικία μεν , αλλά μικρή. Αποικιούλα. Δεν είμαστε και Κύπρος!
Εγώ θέλω να ρωτήσω τι είναι ο «αυτοαποικισμός»; Ότι κάποιοι ξέρω γω το παίξαν αυτόκλητοι Κοτσαμπάσηδες;
Φτάσαμε στους κακούς Έλληνες αποικιοκράτες ( a.k.a. Φαναριώτες ) που καταπίεζαν τους τσαράνους της Βλαχομπογδανίας ή ακόμη ;
Απαράδεκτο να έχουν όλοι οι Δυτικοί Ευρωπαίοι αποικιοκρατικό παρελθόν και εμείς όχι. Και ζητάμε μετά και να ανήκουμε στην Δύση.
Οι Φαναριώτες στη Βλαχομπογδανία, θα έλεγα, οπωσδήποτε είναι ένα καλό παράδειγμα αποικιακής προσέγγισης – όπως οι Οθωμανοί πασάδες στις νομαδικές περιοχές των αραβικών χωρών, κατά κάποιο τρόπο. Παράδειγμα που ωστόσο δείχνει ίσως και τα όρια αυτής της προσέγγισης, γιατί αφορούσε περισσότερο αποικιοκρατικές πρακτικές παρά ιδέες (αντίθετα με το αποικ. στοιχείο της νεοελληνικής ιδέας όπως το περιέγραψα λίγο παραπάνω).
Όταν λες ιδέες εννοείς οι Έλληνες να θεωρούν κατώτερους τους Μπογδανόβλαχους ; Αυτό είναι πολύ εύκολο. Θα δεις αντιφαναριώτες και αντικαποδιστριακούς επαναστάτες του ’21 να λένε πως ήρθαν οι Φαναριώτες και ο Καποδίστριας στην Ελλάδα νομίζοντας πως θα βρουν τσαράνους της Βλαχίας να στήσουν τις οσποδαρίες τους.
Επίσης θα βρεις Έλληνες να έχουν υιοθετήσει το δυτικό αποικιοκρατικό πνεύμα , π.χ. υποτίμηση των ιθαγενών της Δύσης :
– Τας κακοπραγίας κα τας αισχρουργίας , τας οποίας έπραξαν οι Ρουμελιώται εις τους κατοίκους [ της Πελοποννήσου κατά τον Β΄Εμφύλιο ] … δεν έγιναν ουδέ εις τα άγρια έθνη της Αμερικής.
[ Ο Καποδίστριας παρουσίαζε στον Λεοπόλδο τους Έλληνες ως έθνος το οποίο ] κατήντησεν εις την απείθειαν κα αναρχίαν , ωσάν τους αγρίους της Αμερικής.
( Απομνημονεύματα Κανέλλου Δεληγιάννη , Εκδόσεις Πελεκάνος , τόμος 2 , σελ. 346 , τόμος 3, σελ. 318 )
Όρεξη να ‘χει κάποιος να ταιριάξει το αφήγημά του στις πηγές … 🙂
Γράφω χωρίς να είμαι ειδικός της ιστορίας της περιοχής ή της περιόδου, απλώς επειδή με ενδιαφέρει το θέμα. Διαβάζοντας τα σχετικά με τη δημόσια δράση της ομάδας, μου αναπτύχθηκε ένας προβληματισμός παρόμοιος με αυτόν που αναφέρεται παραπάνω από τους κ. Δύτη και bukanieros. Παρακολούθησα μικρό δυστυχώς μόνο μέρος των εργασιών του συνεδρίου της ομάδας και δεν μπορώ να πω ότι έγινα πολύ σοφότερος όσον αφορά το κατά πόσο ο σχετικός λόγος αποτελεί κάτι περισσότερο από την υιοθέτηση της ορολογίας των ημερών. Περισσότερο σύμφωνο με είχαν βρει κάποιες σποραδικές παρατηρήσεις της Τζελίνας Χαρλαύτη που την έθεσαν εν αμφιβόλω.
Προβληματίζομαι επίσης για το (να το θέσω ωμά) λανθάνον ιδεολογικό διά ταύτα μίας κριτικής της συγκρότησης του ελληνικού έθνους μέσα από το πρίσμα αυτό: εάν αυτό που υπονοείται είναι ότι τα στοιχεία εκείνα της ελληνικής ταυτότητας της νεωτερικότητας που έχουν τις καταβολές τους στην «αποικιοκρατική» λογική της Δύσης είναι απορριπτέα στο παρόν, φοβάμαι ότι το απεχθές συμπέρασμα στο οποίο θα έπρεπε να καταλήξουν οι ακολουθούντες αυτή τη γραμμή σκέψης είναι η απόρριψη αυτής της ελληνικότητας ως (σχηματοποιώ) κοσμικής ταυτότητας με αναφορά στο κλασικό παρελθόν και αναδεικνύουσας την έννοια του πολίτη που αντικατέστησε την πολύ πιο στενά συνδεδεμένη με το θρησκευτικό ανήκειν ρωμαϊκή…
Στο βαθμό που δεν ενδιαφέρει μία απλοϊκή αναπαραγωγή αυτούσιων θέσεων που έχουν διατυπωθεί σε πλαίσιο εντελώς διαφορετικό ή η παλινδρόμηση σε σχήματα εξάρτησης και αντιστασιακότητας κ.λπ., θα ήλπιζα ότι σε συνάφεια με την παραπάνω προβληματική θα ερευνώντο συστηματικά οι εξής δύο υποθέσεις εργασίας: (i) ότι σημαντικά στοιχεία του ιδεολογικού σχήματος μέσα από το οποίο παρουσιάζονται στο λόγο των Δυτικών δρώντων οι Γραικοί/»Ρωμαίοι» κατά την πρώιμη νεωτερικότητα αποτελούν ασύνειδη επανάληψη, ακόμα και απαράλλαχτων, κοινών τόπων για τους «Γραικούς» ή μοτίβων τα οποία είχαν πρωτοδιατυπωθεί τον καιρό της κατάκτησης των Ελλήνων από τους Ρωμαίους και (ii) ότι από τον ύστερο 18ο αιώνα η διάδοση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής συνοδεύεται από την ανάδυση μίας τάσης ταξινόμησης/κατηγοριοποίησης πληθυσμιακών συνόλων που είτε ζουν στο εσωτερικό των δυτικοευρωπαϊκών πολιτειών είτε αλλού (τάσης παρόμοιας με αυτό που ο Καστοριάδης περιγράφει ως συνολοταυστιστικό), η οποία από το 18ο/19ο αιώνα αναπτύσσεται μέσα στο πλέγμα πρακτικών και ιδεών που συνδέεται με την επιβολή της κυριαρχίας των Ευρωπαίων σε άλλους, δηλαδή της αποικιοκρατίας.
Μία ψηφίδα περί λευκότητας-προσθήκη σε όσα ανέφερε ο bukanieros: καταγράφω μία πληροφορία που συνάντησα στο (κττμγ αμφίβολης μεθοδικότητας και μάλλον προχειρογραμμένο, αλλά μπον πουρ λ’οριάν en fete) βιβλίο του Γιάννη Κοτσώνη για τις αυτοκρατορίες περί κατάταξης ενός «Γραικού», του Γιώργου Τσιώλη, σε σώμα «εγχρώμων» του ναπολεόντειου (αν θυμάμαι καλά) στρατού. Δείχνει, νομίζω, την ενδεχομενικότητα που χαρακτηρίζει τη θεώρηση των «Γραικών» την περίοδο εκείνη όσον αφορά την εξομοίωσή τους ή όχι με τους λαούς της Δυτικής Ευρώπης.
Ο οικοδεσπότης θα αργήσει να παρέμβει α) λόγω δουλειάς β) λόγω επερχόμενης ημικρανίας που προβλέπεται να διαρκέσει οπωσδήποτε και αύριο, μην πω και Σαββατοκύριακο. Boys pray for me, που έλεγε και ο Τσόρτσιλ (γνωστός αποικιοκράτης 😉 )
Πολύ υψηλό το επίπεδο της συζήτησης και δεν μπορώ να παρέμβω χρησιμοποιώντας την πολύπλοκη θεωρητική ορολογία που χρησιμοποιείτε, γιατί δεν την κατέχω.
Αλλά, λόγω της ενασχόλησής μου με πρωτογενείς μεταβυζαντινές πηγές και διαβάσματος πολλών μαρτυριών σχετικά με την Επανάσταση, έχω μια πολύ διαφορετική εικόνα για το πώς αισθάνονταν οι επαναστατημένοι Ρωμιοί από αυτήν που έδωσαν οι δυτικοί διανοούμενοι της εποχής και τα ντόπια τσιράκια τους και που επικράτησε στη μεταγενέστερη ιστοριογραφία. Τα στοιχεία της αυτοσυνειδησίας και της όποιας ενότητας του λαού (αυτών δηλαδή που είτε ήταν αγράμματοι είτε είχαν μια στοιχειώδη μόνο μόρφωση) ήταν η ανάμνηση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (του ψευδεπίγραφου Βυζάντιου -τα φούμαρα για τους ΑΗΠ δεν τους αφορούσαν· τους έβλεπαν πολύ διαφορετικά από τους διαφωτιστές) και η Ορθοδοξία. Τρανά παραδείγματα, ο λόγος του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τα συγγράμματα του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη (που στα προεπαναστατικά χρόνια είχαν μεγαλύτερη κυκλοφορία από όλα μαζί τα συγγράμματα των διαφωτιστών, κάτι που φυσικά οι ιστορικοί του εικοστού αιώνα απαξιούν να ασχοληθούν ή απλώς να το αναφέρουν) και τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη.
(Ενδεικτικά είναι και τα λόγια του Κωστή Παλαμά, έναν αιώνα μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους:
«Ανάλογη, λογική ακολουθούμε και στο μεταχείρισμα των όρων Ρωμιός και Ρωμιοσύνη. Η μόνη διαφορά είναι πώς και τα δύο τούτα λόγια, επειδή δε μας έρχουνται, ίσα ολόϊσα, από την εποχή του Περικλή, παραμερίστηκαν αγάλια, αγάλια, από την επίσημη γλώσσα, καθώς κι’ όλα τα λόγια τα δυσκολομέτρητα της ζωής και της αλήθειας. Έλληνες, για να ρίχνουμε στάχτη στα μάτια του κόσμου, πραγματικά, Ρωμιοί. Το όνομα (Ρωμιός) κάθε άλλο είναι παρά ντροπή. Αν δεν το περιζώνει αγριλιάς στεφάνι από την Ολυμπία, το ανυψώνει στέμμα ακάνθινο μαρτυρικό και θυμάρι μοσκοβολά και μπαρούτη. Δείχνει ίσα ίσα τη ζωή και την πραγματικότητα της λέξης το ότι αυτή μας ήρθε πρόχειρα στην ειλικρινή μας και στην πιο φωτεινή μας ψυχική κατάσταση – στη συνείδηση του ξεπεσμού μας – για να διαλαλήσουμε τον ξεπεσμόν αυτό, πιο πολύ από το γιορτιάτικο και από το δυσκίνητο τ’ όνομα Έλλην, ακόμη και από το όνομα Έλληνας, που είναι κάπως πιο δυσκολορρίζωτο από το Ρωμιός, και κρατούσε ως τα χτές ακόμη την αρχαία ειδωλολατρική σημασία. «Η μάννα τ’ είταν Χριστιανή κι ο κύρης τ’ είταν Έλλη(ν)», λέει ο Κυπριώτης ποιητής, και σημαίνει κι ως την ώρ’ ακόμη, για τον πολύ λαό, τον αντρειωμένο, το γίγαντα».)
Στο πλαίσιο αυτό βλέπω το νέο ελληνικό κράτος ως δυτική αποικία, με την έννοια ότι αυτός ο λαός, είτε από ανάγκη, είτε από τη βία των βαυαρικών όπλων, απεμπόλησε την πολιτισμική κληρονομιά του, όσο ήταν αρεστό στους δυτικούς επικυρίαρχους κι έγινε μεταπράτης των νεωτερικών ιδεών (του εθνικού κράτους συμπεριλαμβανομένου) προς τους υπόδουλους ομογενείς του. Προς επίρρωσιν των ισχυρισμών μου, ας αναλογιστούμε τη στάση του Οικουμενικού Πατριαρχείου μέχρι το 1870 περίπου, όταν γίνεται όργανο της ελλαδίτικης πολιτικής, και τις ιδέες του Ίωνα Δραγούμη για συνομοσπονδία με την Τουρκία.
Ναι, πολιτιστικά εξακολουθούμε να είμαστε αποικία της Δύσης (και αποικία χρέους τώρα, κατά Βαρουφάκην) και να συντελούμε σε μιαν αποικιοκρατία δευτέρου βαθμού, όλο και περισσότερο. Αυτό μπορεί να βαφτιστεί και εξάρτηση (δεν θα μαλώσουμε για τις λέξεις), αλλά φως στη αποαποικιοποίηση ή την απεξάρτηση δεν βλέπω, και να με συγχωρείτε για το σεντόνι.
Τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος, απαντάω εδώ σε ένα σχόλιο στο τουίτερ:
Καπυμπάρα έφα: Ο αγώνας για ανεξαρτησία είχε αντίπαλο τον «ανατολικό άλλο» και απέκτησε νομιμοποίηση από αυτό. Η σύνδεση με την αρχαιότητα (όπως την έβλεπε & κατασκεύασε η δύση ως πρόγονο) είχε κι αυτή να κάνει με τη νομιμοποίηση στα μάτια της δύσης.
Και πάλι θεωρώ σημαντικό να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στο πώς μπορούμε να ανασυγκροτήσουμε τις τότε νοοτροπίες και το πώς μπορούμε να μιλήσουμε γι’ αυτές τώρα, έχοντας γνώση του τι ακολούθησε.
Είχε συγκροτηθεί -για τους Έλληνες- πλήρως ο «ανατολικός άλλος» ως τέτοιος το 1821 ή αργότερα; Για ποιους και για πόσους; Τι ρόλο έπαιξε η οριενταλιστική εικόνα του «ανατολικού άλλου» στον ίδιο τον προεπαναστατικό πληθυσμό, σε ποιον βαθμό, και για ποιους, πού; Είχε ήδη εμπεδωθεί η σύνδεση με την αρχαιότητα το 1821 σε μεγάλο τμήμα του ελλαδικού πληθυσμού ή αυτή είναι απότοκο των νομιμοποιητικών αναγκών του μεταγενέστερου ελληνικού κράτους;
Και, τέλος, το σημαντικότερο για μένα: ακόμη κι αν το ερμηνευτικό πλαίσιο του «ανατολικού άλλου», της σύνδεσης με την αρχαιότητα κλπ. θεωρηθεί χρήσιμο (που ασφαλώς είναι κι έχει αξιοποιηθεί από την ιστοριογραφία εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες) και επαρκές, γιατί αυτό δικαιολογεί την καθολικότητα της χρήσης του αποικιακού μοντέλου ιστοριογραφικής ανάλυσης σε όλες του τις εκφάνσεις ως *νέου* παραδείγματος; Το λέω γιατί εγώ σχολίασα κυρίως αυτά που θεωρώ υπερβολές και φτιασίδια, τα περί σύνδεσης με τη διατλαντική δουλεία, τα περί λευκότητας κλπ. Τι είναι ειδικά αποικιακό στην περίπτωση της ελληνικής επανάστασης; Πώς διαφέρει από άλλες περιπτώσεις acculturation (ξεχνάω ποια είναι η τρέχουσα μόδα στην απόδοση του όρου στα ελληνικά), αφομοίωσης από το κυρίαρχο δυτικό μοντέλο (οικονομικό, πολιτισμού κλπ.) ακόμη και εντός του δυτικού κόσμου (όπως π.χ. η προϊούσα αλλά διόλου ανέφελη ένταξη του ιταλικού νότου στο «πολιτισμένο» και «δυτικό» ιταλικό κράτος); Πώς διαφέρει από τις πολλές άλλες περιπτώσεις όπου ο ισχυρός της συγκυρίας επιβάλλει (ιμπεριαλιστικώ τω τρόπω) την οικονομική και πολιτιστική κυριαρχία του;
Θέλω να πω, για άλλη μια φορά, αν όλα είναι αποικιακότητα (sic), φοβάμαι ότι ο όρος θα χάσει το νόημά του.
Σκέφτομαι πάντως ως υστερόγραφο ότι έχει μια χρησιμότητα η αποικιακή ορολογία, ώστε τουλάχιστον να μη νομίζουμε ότι είμαστε κάτι τόσο ποιοτικά διαφορετικό, ως, ξέρω γω, ανήκοντες εις την Δύσιν.
Η σύνδεση με την αρχαιότητα (όπως την έβλεπε & κατασκεύασε η δύση ως πρόγονο) είχε κι αυτή να κάνει με τη νομιμοποίηση στα μάτια της δύσης.
Λέει με πολύ λιγότερα λόγια αυτό που προσπάθησα να αναπτύξω στο προηγούμενο σχόλιο.
Είχε ήδη εμπεδωθεί η σύνδεση με την αρχαιότητα το 1821 σε μεγάλο τμήμα του ελλαδικού πληθυσμού ή αυτή είναι απότοκο των νομιμοποιητικών αναγκών του μεταγενέστερου ελληνικού κράτους;
Νομίζω πως η αίσθηση όσων μελετούν τις πρωτογενείς πηγές είναι πως δεν είχε εμπεδωθεί αυτή η σύνδεση στη μεγάλη πλειονότητα του ελληνόφωνου πληθυσμού (γιατί Ρωμιοί δεν υπήρχαν τότε μόνο στην Ελλάδα αλλά και στα νότια Βαλκάνια και στην καθ’ ημάς Ανατολή, και δεν είχαν διαφορετική αυτοσυνειδησία από τους ελλαδίτες Ρωμιούς)· και, ναι, αυτή είναι απότοκο των νομιμοποιητικών αναγκών του νεοελληνικού κράτους εν τη γενέσει του.
Κι ένα παράδειγμα που ελπίζω να εξηγεί τι εννοώ.
Η αρχαία Ξάνθος της Λυκίας πέρασε από όλους τους συνήθεις κατακτητές της μικρασιατικής ακτής: Πέρσες, ίσως Αθηναίοι, Αλέξανδρος, Πτολεμαίοι. Οι Λύκιοι, όπως κι οι γείτονές τους οι Κάρες είχαν υποστεί έντονη επιρροή του ελληνικού πολιτισμού, ακόμη και στη γραφή. Ήδη στα ελληνιστικά χρόνια, είναι σαφές το μοτίβο που θα κυριαρχήσει στις περιοχές αυτές στη ρωμαϊκή περίοδο: επιδιωκόμενη από την τοπική ελίτ ένταξη στον ελληνικό πολιτισμό (με την ευρεία έννοια), μέσω του Ομήρου, στη λογική αφού μας αναφέρει ο Όμηρος, μετέχουμε κι εμείς της ελληνικής παιδείας.
Περί το 205 π.Χ. μια πρεσβεία από το Κυτένιον, ένα μικρό χωριό στη Δωρίδα, κάνει τουρνέ σε όλον τον ελληνικό κόσμο, ή, τουλάχιστον, «ποτὶ (= προς) τὰς πόλεις τὰς συγγενεῖς καὶ τοὺς βασιλεῖς τοὺς ἀπὸ Ἡρακλέους Πτολεμαῖον καὶ Ἀντίοχον», δηλαδή σε αντιπάλους των Μακεδόνων που ήταν ή θα μπορούσαν να θεωρηθούν Δωριείς, άρα ομοεθνείς τους, με στόχο να ζητήσουν χρήματα για την ανοικοδόμηση των τειχών τους. Μεταξύ άλλων επισκέφτηκαν και την Ξάνθο. Οι Ξάνθιοι, πανευτυχείς που αναγνωρίζεται η αναντάμ παπαντάμ ελληνικότητά τους, την οποία απέδειξαν οι πρεσβευτές των φτωχών Κυτενιέων με διάφορες απίθανες μυθολογικές ακροβασίες, δίνουν κάτι πενταροδεκάρες στους Κυτενιείς (προφασιζόμενοι οικονομικές δυσκολίες) αλλά δεν φείδονται χρημάτων για να χαράξουν επί λίθου το μακροσκελέστατο σχετικό ψήφισμα (108 στίχοι, σε άψογα ελληνικά). Εκεί, μεταξύ άλλων, σημειώνουν ότι κάνουν τη δωρεά όχι μόνο επειδή πρόκειται για ξαδερφάκια Δωριείς, αλλά και επειδή έτσι θα κάνουν το χατίρι του επικυρίαρχου βασιλιά Πτολεμαίου.
Τι έχουμε εδώ; Έχουμε πολιτισμική αφομοίωση από το πολιτισμικό πρότυπο του ισχυρού επικυριάρχου. Έχουμε άμεση εξουσία του επικυριάρχου αυτού και απομύζηση πόρων (οι εξωτερικές κτήσεις των Πτολεμαίων φορολογούνται πλην ελάχιστων εξαιρέσεων). Έχουμε εκδυτικισμό των τοπίκ ελίτ, που αποδέχονται τον κυρίαρχο πολιτισμό, περηφανεύονται ότι θεωρούνται κομμάτι του και δέχονται ασμένως την ιδεολογική προβολή συγγένειας από τη δύση. Κι έχουμε κι ενεργό προσπάθεια των Ξανθίων να ενταχτούν πλήρως στα δίκτυα peer interaction των ελληνικών πόλεων.
Σόρι, πάτησα το κουμπάκι προτού τελειώσω.
Θα τελείωνα ως εξής: κερδίζουμε τίποτε αν δούμε την περίπτωση της Ξάνθου ως αποικιακό φαινόμενο;
Ενδιαφέρουσα η ιστορία (όπως όλες εκείνες που ξεθάβεις μέσω επιγραφών) και προσφέρει υλικό για στοχασμό. Όμως όχι, δεν σχετιζεται με το αποικιακό φαινόμενο όπως το συζητάμε εδώ – το οποίο αφορά τους τελευταίους αιώνες (την αποικιοκρατία) και όχι την αρχαιότητα. Δεν εννοούμε (ή τουλάχιστον εγώ δεν εννοώ) ότι το αποικιακό ζήτημα είναι ένα σχήμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί οπουδήποτε και οποτεδήποτε στην ιστορία.
Μια σύντομη σημείωση μέχρι να επανέλθω, ίσως, αναλυτικότερος, αν και δεν έχω τίποτα καινούριο να πω (παρεχτός που χαίρομαι που συνεχίζεται τόσο εποικοδομητικά η κουβέντα μας).
Μετά από όλα αυτά που διάβασα είμαι κάπως πιο ευνοϊκός ως προς την πρόταση περί αποαποικιοποίησης. Ωστόσο, με δεδομένο ότι όπως είπα με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν υπάρχει άμεση σχέση αποίκου/»αγρίου» στο εσωτερικό του ελληνικού κράτους, είτε άποικος είναι ο Ευρωπαίος (σε σχέση με τον Έλληνα) είτε ο Έλληνας (σε σχέση με τον Τούρκο, ή τον Άραβα, ή τον Σλάβο), δεν βλέπω σπουδαίο κέρδος να ονομάσουμε έτσι τα διάφορα φαινόμενα εθνικής ολοκλήρωσης και ευρωπαϊκής ένταξης. Η όποια συζήτηση γίνεται *σήμερα* για την αποαποικιοποίηση μας αφορά περισσότερο στο βαθμό που ταυτιζόμαστε με τη *Δύση* – και ως τέτοια, γίνεται ήδη χωρίς να χρειάζεται να φτάσουμε μέχρι το ’21 και τις ιδρυτικές συνθήκες του ελληνικού κράτους.
Τέλος πάντων, τα ίδια δηλαδή που είπα και παραπάνω.
Ενδιαφέρον άρθρο, Δύτα, αλλά δεν έχω να προσθέσω κάτι.
Αλλά αν επιτρέπονται (που δεν επιτρέπονται) τα ‘αν’ στην ιστορία, ένα κράτος από την κασπία ώς το Ιόνιο, τη Μ. Ανατολή και την Αίγυπτο, μιραία θα είχε κατατμηθεί με τα σημερινά δεδομένα.
Αν δεν βιάζονταν το 21 να φτιάξουν μια Ελλαδίτσα, γιατί οι συγκυρίες μας φτάσανε στη Β. Ελλάδα, ίσως η (φυσιολογική) κατάτμηση να ήταν τέτοια που να ήταν ευνοικότερη για την Ελλάδα
Νικόλαος Κάλας: «Αθήνα 1933»
Τώρα που την σιωπή των ρητόρων, των σοφιστών, καταπατούν τέκνα άλλων αστών, τεύτονες −πατρίκιοι εκπεσμένοι, ήρωες πολλών θανάτων στη Βενετιά− Άγγλοι ποιητές με ουαλδική μορφή και σκάνδαλα βυρωνικά, και μεταφέρονται στους στίβους και στα γήπεδά της νίκες αιγυπτιακές και ξένες, και τακτικοί θαμώνες της ζωής της γενήκανε εκείνα τα παιδιά της Ρωμιοσύνης που, από χώρες όπου θαυματουργούσεν ο Εφέσιος Μάξιμος, από τόπους άλλων πίστεων καθημερινά, πάνου σε καράβια πτωχευμένων εταιρειών, καταφθάνουν στην Αθήνα… καιρός είναι εμείς να εγκαταλείψουμε τον περίβολο των γκρεμισμένων τειχών της.
Μόνη πια τα βράδια των θερινών μηνών ας παρακολουθεί τον ήλιο να κρύβεται πίσω από σκουριασμένες στήλες ενώ για τελευταία φορά παίζει με τις υδάτινες εικόνες του Ιλισού.
Έχουν κατασκευασθεί για να ποτισθούν τα πέρατα της γης, με τη δόξα πόλης που πλένεται σε άνυδρο ποτάμι με ό,τι απομένει από την δόξα αυτή.
Και δεν υπάρχει ελπίδα να αλλάξει η σύνθεσή των η κοίτη να σκεπασθεί με πιο πολύ νερό.
Για να πνιγούνε τώρα οι Αθηναίοι πρέπει αλλού να αναζητήσουνε για το λουτρό τους τάφο.
καλημέρα. θα το διαβάσω ξανά… είναι πολύ νέα σύλληψη για μένα
Ευχομαι καλες γιορτες με υγεια και καλη χρονια.
Ισως ενδιαφερει
ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΙΓΚΟΒΑ ΣΤΟ ΧΑΙΝΤ ΠΑΡΚ
ΕΝΑΣ ΑΤΙΘΑΣΟΣ «ΛΟΥΚΗΣ ΛΑΡΑΣ» ΚΑΙ Ο ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΤΟΥ
ΣΤΟΥΜΠΟΥ-ΚΑΤΣΑΜΟΥΡΗ ΕΛΕΝΗ
Κωδ. Πολιτείας: 1985-3954
Παρουσίαση
«Το όνομά μου είναι Δημήτρης Χατζηγιώργης. Τώρα που ξέρετε το όνομά μου, δεν χρειάζεται να προσθέσω ότι είμαι Έλληνας, απόγονος εκείνων των ευγενών πλασμάτων στα οποία όλοι μας οφείλουμε τον πολιτισμό μας… «.
Ένα σπινθηροβόλο διήγημα αγνώστου με τη μορφή πραγματικής ιστορίας, δημοσιευμένο σε έγκριτο βρετανικό λογοτεχνικό περιοδικό, αφηγείται τη ζωή ενός επιτυχημένου χαλκιδικιώτη εμπόρου από τα χρόνια της Επανάστασης στο Λονδίνο της βικτωριανής εποχής. Το κείμενο παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με το «Λουκή Λάρα», μόνο που προηγείται του ιστορικού αφηγήματος του Δημητρίου Βικέλα κατά ένδεκα χρόνια. Υπήρξε πράγματι ο ατίθασος ήρωας και βάση αλήθειας στις περιπέτειές του; Και κυρίως, ποιος και γιατί έγραψε αυτή την ανατρεπτική ιστορία που δεν χαρίζεται σε κανέναν, ούτε καν στον ήρωά της; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
https://www.politeianet.gr/books/9786180016543-stoumpou-katsamouri-eleni-idiotiki-apo-ti-larigkoba-sto-chaint-park-307680
Εκτενέστερη παρουσίαση στοhttps://www.kathimerini.gr/culture/arts/1065538/apo-voithos-mpakali-epicheirimatias-sto-londino/
Σε πρόσφατο άρθρο του Λιάκου («Η διαμάχη των ερμηνειών») παρουσιάζεται μια σχολή «φρονηματιστικής ιστοριογραφίας» που, αν και δεν χρησιμοποιεί καθόλου τη λέξη «αποικία» ή παράγωγά της, περιγράφει μια σαφώς αποικιοκρατική δράση, την οποία ωστόσο την αντιλαμβάνεται σαν mission civilisatrice – αν όχι άδολη, πάντως οπωσδήποτε ευεργετική. Ή, όπως το λέει ο Λ., «η έννοια της εξάρτησης επαναφέρεται αλλά αντιστρέφεται ο χαρακτήρας της και από αρνητική μετατρέπεται σε θετική. […] Ο ρόλος των ξένων και της ξένης εξάρτησης δεν μειώνονται, απλώς από δυνάστες γίνονται διασώστες και η Ελλάδα από θύμα γίνεται ωφελούμενη χώρα.»
Και, όπως και ο απολογητικός λόγος της δυτικής αποικιοκρατίας από τον οποίο πιθανώς εμπνέεται, η σχολή αυτή συχνά-πυκνά μελαγχολεί διαπιστώνοντας ότι οι Ιθαγενείς είναι αδιόρθωτοι.
Ναι – και αναφέρει και την κρυφοαποικία του Χέρτσφελντ:
«Την ίδια περίπου εποχή ο Χέρζφιλντ διατύπωσε τη θεωρία της Ελλάδας ως κρυφοαποικίας: μιας χώρας που δεν είναι ούτε πλήρως ανεξάρτητη ούτε πλήρως αποικία (Michael Herzfeld, «The Absence Presence: Discourses of Crypto-Colonialism», περ. The South Atlantic Quarterly, τχ. 101/4, 2002, σελ. 899-926). Στην Ελλάδα η θεωρία αυτή δεν βρήκε ανταπόκριση, συζητήθηκε όμως στην κοινωνική ανθρωπολογία σε όλο τον κόσμο, γιατί οι περισσότερες χώρες ανήκουν σε αυτή την κατηγορία: ούτε αποικίες ούτε ανεξάρτητες –ή με ποικίλους βαθμούς εξαρτήσεων»
https://www.efsyn.gr/themata/fantasma-tis-istorias/325691_i-diamahi-ton-ermineion
Ωστόσο νομίζω οι αποαποικιαστές έχουν υπόψη τους μια πιο ενεργητική, ας πούμε, σημασία του όρου, όπως βγήκε και από την παραπάνω συζήτησή μας.
Καμία σχέση, ασφαλώς.
Το ανάφερα μόνο για να δείξω ότι διάφορες σχολές σκέψης στριφογυρίζουν γύρω από το αποικιακό, συχνά χωρίς να το ονοματίζουν.
Και ότι, παρακολουθώντας τες, διακρίνουμε εύκολα παραλληλισμούς με τις γνήσιες αποικίες. Π.χ. κατά το παραπάνω άρθρο: εκπολιτιστές αποικιοκράτες με τους ντόπιους τοποτηρητές τους («ένα πολιτικό σύστημα το οποίο προπορεύεται της κοινωνίας») vs ανορθολογικοί ιθαγενείς «κακομαθημένα παιδιά».
Ναι, αυτό είναι πράγματι εντυπωσιακό!
Ας σάς τρολάρω λίγο !

Ξένε, άνθρωποι έχουν χάσει την διαδικτυακή τους ζωή στο σάιτ αυτό για μικρότερες τρολιές!
Απολογούμαι Μεγάλο Πνεύμα ! Είχα πιει πολύ νερό της φωτιάς!
Άσχετο και σχετικό μαζί. Υπάρχει κάποιος φυσικός χώρος που να στεγάζει, μια στο τόσο, τέτοιου τύπου συζητήσεις (ιστορικής φύσεως και όχι μόνο) ή το δια ζώσης είναι δυσεύρετο;
Ωραία θα ήτανε!
Φαντάζομαι ότι στην Αθήνα τουλάχιστον γίνονται διάφορες εκδηλώσεις που προσφέρονται για τέτοιες συζητήσεις. Δεν ξέρω αν υπάρχει ειδικός φυσικός χώρος ή πρέπει να τις ψάχνει κανείς (και πού;). Ας πει κανένας Αθηναίος!
Βγήκε πρόσφατα ένα βιβλίο που αφορά το θέμα (αλλά και την αφορμή) της συζήτησής μας. Είναι ο διάλογος δυο αρχαιολόγων, ενός Έλληνα κι ενός Ισραηλινού, γύρω από το ρόλο της αρχαιολογίας στη συγκρότηση των δύο αυτών εθνών. Εκ των πραγμάτων, γίνεται πολύς λόγος για την αποικιακή (ή, κυρίως, κρυπτοαποικιακή) διάσταση των αντίστοιχων χωρών: η σύγκριση εντοπίζει πολλές ενδιαφέρουσες αναλογίες και ομοιότητες, αλλά και διαφορές.
https://biblionet.gr/titleinfo/?titleid=273727
Ως προς το θέμα μας, π.χ. στην αρχή του κεφ. 3, «Η αρχαιολογία στην κρυπτοαποικία», αναφέρονται συνοπτικά διάφοροι που έχουν εξετάσει την Ελλάδα «μέσα από το πρίσμα της αποικιοκρατίας» (με ποικίλους τρόπους και με ποικίλες σκοπιμότητες), ξεκινώντας από αρκετά χρόνια πιο πίσω.
Θα άξιζε να το παρουσιάσει κανείς εδώ! 😉
Προς το παρόν, υπάρχει ζωντανή παρουσίαση την ερχόμενη Τρίτη (10/1) στο Μουσείο. Ελπίζω ότι αντιγράφω σωστά το λινκ: https://www.facebook.com/events/550071963807173