Πριν τις εκλογές είχα αρχίσει να γράφω κάτι σημειώσεις για την αυτοκτονία των λέξεων, που θα έλεγε κι ο Χατζιδάκις, ή αν θέλετε το πώς οι ρητορικές μπερδεύονται και οικειοποιούνται στοιχεία της «άλλης πλευράς». Παλιό φαινόμενο (έτσι π.χ. οι καλβινιστές θεωρητικοί της επανάστασης, τον 16ο αιώνα, χρησιμοποίησαν την ηθική και νομική γλώσσα των καθολικών αντιπάλων τους), αλλά πάντοτε έχει ενδιαφέρον. Έγραφα λοιπόν κάτι σαν
Διαβάζοντας το τι ειπώθηκε για την αυτοκτονία του Δημ. Χρίστουλα στο Σύνταγμα (και -έχω τον πειρασμό να πω- τι δεν ειπώθηκε για μια άλλη πολιτική αυτοκτονία) μου ξανάρχεται η σκέψη ότι έχει επιστρέψει ένα είδος ψυχρού πολέμου, όπου όμως οι ρητορικές έχουν αντιστραφεί. Φαντάζομαι η σοβιετική προπαγάνδα (όταν δεν προωθούσε τον Τζων Λένον και το ειρηνιστικό κίνημα, λέει) θα επιφυλασσόταν και κείνη να αναζητήσει ψυχοπαθολογικά αίτια για τον Γιαν Πάλαχ που αυτοπυρπολύθηκε στην Πράγα το ’69, για παράδειγμα. Όποιος είναι λίγο εξοικειωμένος με τη ρητορική της, ας πούμε, ανατολικής πλευράς τις δεκαετίες του ’70 ή του ’80 αναγνωρίζει εύκολα κάποια σημάδια στη ρητορική των, ας πούμε, μνημονιακών του σήμερα: η ψυχολογική ή και ψυχιατρική ερμηνεία της διαφωνίας
το οποίο όμως δεν μου έβγαινε καλό και το παράτησα. Ήθελα να προσθέσω π.χ. ότι στα ψυχροπολεμικά διηγήματα που μετέφραζε ξέρω γω η Εκλογή τη δεκαετία του ’50, εμπνευσμένα κατά βάση από το 1984 του Όργουελ, το δίπολο ήταν τάξη/ελευθερία (ή ασφάλεια/δημοκρατία), εννοείται υπέρ της δεύτερης μια και αποτελούσε το trademark της Δύσης. Τώρα η ελευθερία ως ιδεώδες έχει περιοριστεί στην οικονομία, κι εκεί μόνον εν μέρει αφού κατά τα άλλα υποτίθεται ότι αδήριτοι (αλλά και, τελικά, απρόβλεπτοι…) νόμοι τη διέπουν -άλλη μια αντιστροφή καθώς μπορεί να δει κανείς τα διάφορα μνημόνια ως νέα πενταετή πλάνα, επιβεβαιώνοντας από την ανάποδη την αστεία βεβαιότητα που κυκλοφορεί για το τελευταίο σοβιετικού τύπου κράτος, την Ελλάδα. Από την άλλη, τάξη! δημόσια ασφάλεια! δημόσια υγεία! είναι οι κραυγές που όλο και περισσότερο κερδίζουν έδαφος. Θέλουμε λέει λιγότερο κράτος, αλλά αυτό το λίγο κράτος να έχει σιδερένια γροθιά. Αλλιώς πάμε στην καταστροφή: εδώ η Σώτη Τριανταφύλλου επιστρέφει κι αυτή στη δεκαετία του ’50 για να περιγράψει μια μελλοντολογική φαντασία που με μεγαλύτερο λογοτεχνικό αισθητήριο και γλαφυρότητα την απέδωσε σε δυο φράσεις ο Χρυσοχοΐδης, θα κυκλοφορούν συμμορίες και θα επικρατεί όποιος έχει τα περισσότερα καλάσνικοφ (ή αλλιώς).
Τέλος πάντων. Δεν θα δημοσίευα τίποτα αν δεν έπεφτα πάνω σε ένα δήγμα ποίησης του Μιχαλολιάκου, που δήλωσε πρόσφατα ότι του αρέσουν οι καταραμένοι ποιητές. Αφήνω την τύχη που θα είχαν οι πραγματικοί poètes maudits στα χέρια της Χρυσής Αυγής, όντας εκφραστές της εγκληματικότητας, των διαστροφών ή της παρακμής εν γένει. Περισσότερο ήθελα να σημειώσω με ευκαιρία την εωσφορική υπερηφάνεια του ποιήματος αυτό που εδώ η Χάρη όμορφα ονομάζει φιλική οικειοποίηση συνθημάτων απ’ τήν περιρρέουσα αναρχίζουσα αμφισβήτηση μιας ξέπνοης κοινωνίας, ή αλλιώς, εν προκειμένω (και όχι μόνο, μια και οι Χρυσαυγίτες θεωρούν εαυτούς διωκόμενους) η οικειοποίηση της εικόνας του «καταραμένου», του «απόβλητου» της κοινωνίας· μόνο που πρόκειται για τον απόβλητο με τη θέλησή του, μια μάλλον νιτσεϊκή ιδέα που έχει θρέψει πολλές πορείες από ενός είδους ατομικιστικό αναρχισμό προς ένα στρασερικό εθνικοσοσιαλισμό. Απόβλητος γιατί περιφρονεί το πόπολο, στην πραγματικότητα δηλαδή η άλλη όψη ενός νομίσματος του οποίου μια πιο πολιτισμένη, κομιλφώ, υπεύθυνη εκδοχή πήγα να περιγράψω παραπάνω. Γι’ αυτό και για τους άλλους απόβλητους, μένουν τα Νταχάου ή, σ’ αυτή την πιο λάιτ εκδοχή, οι Αμυγδαλέζες και η διαπόμπευση για λόγους δημόσιας υγείας.