Η ιστορία έχει ως εξής: πριν μερικές μέρες ο Old Boy δημοσιεύει ένα ποστ, όπου με τον πανέξυπνο τρόπο του αποδομεί το λόγο του νέου φιλελευθερισμού κάνοντάς τον να υποστηρίζει με κάθε σοβαρότητα ότι κανονικά ο εργαζόμενος πρέπει να αποζημιώνει τον εργοδότη όταν απολύεται, αφού η απόλυση οφείλεται στην ανικανότητά του -και άλλα τέτοια. Δεν πίστευα ότι θα έπρεπε κανείς να είναι εξοικειωμένος με το στυλ του ΟΒ για να καταλάβει την ειρωνεία του πράγματος, ούτε άλλωστε γίνεται πρώτη φορά (εδώ μια αντίστοιχη επιτυχία του Head Charge). Αμ δε! Αν έχετε την υπομονή να διαβάσετε τα σχόλια (αλλά και να μην την έχετε, τα πρώτα αρκούν) θα δείτε ότι η ειρωνεία δεν είναι πλέον κατανοητή. Το ποστ υπέστη βρισίδι, ο ΟΒ προσωπικά το ίδιο, ρωτήθηκε πού δουλεύει· του επισημάνθηκε ότι καλό θα ήταν να δηλώνει ότι ειρωνεύεται για να μη γίνονται παρεξηγήσεις (δεν υπαινίσσομαι το εύστοχο σχόλιο του Sraosha εδώ), και ούτω καθεξής. Εντάξει, εδώ υπάρχει και κάτι παρήγορο: κανείς από όσους πήραν το κείμενο κυριολεκτικά δεν συμφώνησε -πάλι καλά, γιατί ο Head είχε κι αυτή την εμπειρία…
Μα τι συμβαίνει με την εποχή μας; Διαβάζουμε τόσο πολλές αρλούμπες που είναι αδύνατο να ξεχωρίσουμε το αυτονόητο; Πιστεύουμε τόσο πολύ στην ειλικρίνεια των προθέσεων (… ή, πώς να το πω) που καταργήσαμε το σαρκασμό; Ή ζούμε τόσο άγρια πράγματα ώστε η ειρωνεία να χάνει το νόημά της; Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι το τελευταίο διάστημα θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι ζει σε μια ειρωνική χώρα, όπου τα πιο παράλογα πράγματα βαφτίζονται λογικά (όπως, η ύφεση θα αυξήσει την ανάπτυξη). Την Κυριακή ο Ψυχάρης έγραφε ότι σκοπός των νέων εργασιακών σχέσεων είναι να μειωθεί το εργατικό κόστος (σωστό) ώστε να έρθουν επενδυτές (μμμ), αλλά ότι φυσικά όταν επανακάμψει η οικονομία θα επανέλθει το παλιό εργασιακό καθεστώς (και θα ξαναφύγουν οι επενδυτές, σύμφωνα με την ίδια λογική, αυτό όμως ξέχασε να το γράψει). Πράγματι, λοιπόν, οι επικριτές του ΟΒ είχαν ένα δίκιο: η ειρωνεία δεν αρμόζει στην εποχή μας (ειρωνεία που πρέπει να αυτοπροσδιοριστεί ως τέτοια για να λειτουργήσει, δεν είναι ειρωνεία), γιατί η εποχή μας την έχει ξεπεράσει. Γιατί να δει κανείς σατιρικές εκπομπές; Αρκεί ένα δελτίο ειδήσεων. Και υπάρχουν αρθρογράφοι ή ιστολόγοι ικανοί να γράψουν παρόμοια κείμενα με αυτά του ΟΒ ή του Head με κάθε σοβαρότητα, ιδίως τον τελευταίο καιρό. Λογικό είναι να περισσεύει η οργή, και να θολώνει ο νους, κατά κάποιο τρόπο. Αν τριγυρνάτε συχνά στο ίντερνετ, θα έχετε ίσως παρατηρήσει ότι το χιούμορ είναι είδος υπό εξαφάνιση, εκτός αν θεωρούμε χιούμορ το βρισίδι. Άλλες εποχές, ο Τζόναθαν Σουΐφτ μπορούσε να προτείνει τον κανιβαλισμό των φτωχών ως λύση στα κοινωνικά προβλήματα της πεινασμένης Ιρλανδίας· για τον Σουΐφτ του Γκιούλιβερ λέω, καταλαβαίνετε οπότε. Τώρα, θα υπήρχαν εκείνοι που θα συζητούσαν σοβαρά τα οικονομετρικά πλεονεκτήματα της πρότασης, και κείνοι που θα οργάνωναν διαδηλώσεις εναντίον του. Και να πει κανείς ότι ήταν λιγότερο άγρια εποχή, οι αρχές του 18ου αιώνα; Κάτι άλλο πρέπει να συμβαίνει σήμερα.
Υποτίθεται ότι οι μεταμοντέρνοι φιλόσοφοι (ξέρετε την απέχθειά μου, νομίζω) μας έπεισαν ότι όλα είναι κείμενο, άρα όλα εναλλάξιμα, άρα και ο λόγος δεν είναι παρά μια σοφιστεία, μια μεταφορά όπως μεταφορά είναι η πραγματικότητα. Να όμως που ξαφνικά η μεταμοντέρνα εποχή μας αρνείται την μεταφορά: αφενός όλα είναι κυριολεξία, οι λέξεις έχουν δύναμη μονοσήμαντη και αναμφίλεκτη (κάπως έτσι, κάποιος κατάλαβε σε μια διαδικτυακή κουβέντα ότι θεώρησα συναρπαστικό το κάψιμο της Μαρφίν…). Αφετέρου, όλα είναι πραγματικότητα, από τη στιγμή που διαβάζεις κάτι, υπάρχει. Έτσι, για παράδειγμα, η ορθολογική εποχή μας δέχεται αμάσητους όλους τους λερναίους μύθους περί ελληνικής γλώσσας, για παράδειγμα, ή περί των μυστικών διεθνών διευθυντηρίων, μόνο και μόνο επειδή τους είδε γραμμένους κάπου. Μπερδεύουμε την πληροφορία με την πραγματική πληροφορία, προς επίρρωση του μεταμοντέρνου μότο υπάρχουν τόσες αλήθειες όσοι και άνθρωποι: γιατί μέσα σ’ αυτή τη σούπα, όλες αυτές οι αλήθειες συγχωνεύονται σε μία, τουτέστιν ό,τι διαβάζω ισχύει, και φυσικά τοις μετρητοίς. Και να πώς το θέαμα του Ντεμπόρ καταβροχθίζει την σκέψη και κατακερματίζει την πραγματικότητα. Από τη μια, τίποτε δεν είναι αληθινό, όλα επιτρέπονται. Από την άλλη, όπως βλέπουμε καθημερινά, το ρητό αυτό του Γέρου του Βουνού ισχύει, αλλά μόνο για ορισμένους: όλα επιτρέπονται στις αγορές, σε κανέναν άλλο. Και με την κυριολεξία, παρομοίως: ισχύει για τα δανειοδοτικά συμβόλαια ή τα μνημόνια του ΔΝΤ, όχι όμως για τις κυβερνητικές εξαγγελίες προς τους υπηκόους, bon pour l’orient.
Βλέπετε, οι λέξεις είναι δυνάμει πολύ ισχυρό νόμισμα, και η ειρωνεία τις υποτιμά, τις ξανακάνει δραχμές, δείχνει τι σημαίνει ευελιξία ή ανταγωνιστικότητα. Αλλά βλέπετε, με τα νέα μέτρα, οι εργαζόμενοι δεν κρατάν ούτε το χιούμορ τους.
Νομίζω πως η εποχή μας είναι μια εποχή χωρίς χιούμορ. Νομίζω επίσης ότι ανέκαθεν το χιούμορ ταλαιπωρείτο στην Ελλάδα και συχνά συγχεόταν με την πλάκα. Η ειρωνεία βέβαια είναι μια ελληνικότατη λέξη που όμως τιμήθηκε όπως της αξίζει στη Γαλλία και τη Βρετανία, κυρίως.
Πάντως, όταν χάνεται το χιούμορ, χάνεται και η ελπίδα. Πόσο συχνά βλέπεις ανθρώπους να γελάνε σήμερα;
Όσο για την αλήθεια, μπορεί η γλωσσολογία να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο. Η α-λήθεια είναι το αντίθετο της λήθης. Αυτό δεν την καθιστά de facto και πραγματική όμως. Αλήθειες μπορούν να υπάρχουν πολλές, πραγματικότητα υπάρχει μία (μολονότι ακόμα και αυτό μπορούμε να το συζητήσουμε, καθώς η πραγματικότητα της Μαρίας Αντουανέτας ήταν άλλη από την πραγματικότητα του μικρού Γαβριά, έτσι δεν είναι; Ως εκ τούτου, και οι αλήθειες τους ήταν εκ διαμέτρου αντίθετες).
Η εποχη μας ειναι το απαύγασμα του παραλογου, που θεωρειται λογικο, αρα εκλαμβανει το λογικο ως παραλογο και στο παραλογο αναγνωριζει τον εαυτο της. Καταλαβατε τπτ;
Το είδα λίγο βιαστικά το θέμα χθες, αλλά είναι ένα θέμα για το οποίο είχα γράψει και στο παρελθόν, και επιφυλάσσομαι να επιστρέψω σ’ αυτό γιατί με ενδιαφέρει ιδιαίτερα: http://throughtheloophole.blogspot.com/2010/01/55.html
Προκαταρκτικά να πω ότι δεν θα βιαζόμουν να απορρίψω τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν από την πλευρά όσων προβληματικοποίησαν την χρήση ειρωνείας.
Λοιπόν, μια και οι μέρες είναι λίγο δύσκολες για μπλογκάρισμα, ας απαντήσω τώρα βιαστικά όσο είστε ακόμα λίγοι! 😉
Κροτ, ναι, υπάρχει ένα ζήτημα με το χιούμορ στην Ελλάδα. Από την άλλη, σκέφτομαι, ο Μποστ άσκησε αυτό ακριβώς το είδος ειρωνείας που υπονοώ με μεγάλη επιτυχία, π.χ. στα (δυσεύρετα) «18 Αντι-κείμενα» του ’74 (;). Τώρα, πολλές αλήθειες – πολλές πραγματικότητες: αυτή η οπτική (που κάποτε, πολύ παλιά, υποστήριξα κι εγώ) σήμερα μάλλον με μπερδεύει μ’ αυτούς τους όρους -παρόλο που δεν μπορώ να διαφωνήσω επί της ουσίας. Προτιμώ κάποιον όρο όπως «συνολική πραγματικότητα» ή the big picture, που θα μοιάζει με το βλέμμα του εντομολόγου π.χ., αν γίνομαι σαφής.
Ροδιά, εγώ κατάλαβα! Όταν πήγα να το θεωρητικοποιήσω όμως πάλι μπερδεύτηκα γαμώτο. Τι ειν’ λογικό, τι ηθικό, και τι τ’ ανάμεσό τους -που θάλεγε και ο Ευριπίδης κατά Σεφέρη.
Αντώνη, το θυμάμαι το ποστ. Η ειρωνεία, θα έλεγα, μπορεί να είναι ελαφριά, ή να μην είναι. Το πρόβλημά μου είναι, τώρα, πώς έχει τόσο πολύ αμβλυνθεί η κρίση μας (ή, οξυνθεί η δυσπιστία μας -ή, μεγαλώσει η βιασύνη μας) ώστε να μην ξεχωρίζουμε την ειρωνεία. Γιατί κανείς δεν παρεξηγούσε την ειρωνεία του Μποστ, ας πούμε; Φαντάζομαι επειδή τώρα με ένα κλικ πας σε ένα κείμενο χωρίς να ξέρεις ποιος το γράφει και τι γράφει συνήθως. Ναι, αλλά εγώ ας πούμε πριν σχολιάσω θα ρίξω μια γενικότερη ματιά σε μια τέτοια περίπτωση. Αν όμως έχεις εξοβελίσει την πιθανότητα ειρωνείας, αν έχεις συνηθίσει την κυριαρχία της κυριολεξίας, αν οι λέξεις έχουν τελικά τόσο βάρος όσο διατείνονται πως έχουν…
«αν οι λέξεις έχουν τελικά τόσο βάρος όσο διατείνονται πως έχουν…»
Σε εποχές κρίσης, φίλε δύτη, οι λέξεις αποκτούν πράγματι βάρος, πολύ μεγαλύτερο από ό,τι σε εποχές ευμάρειας. Γιατί μεγαλώνει η ευθύνη αυτού που μιλάει καθώς μεγαλώνουν τα προβλήματα αυτού που διαβάζει ή ακούει. Αυτή είναι μια πολύ χρήσιμη βάση επανεξέτασης του προβλήματος της ειρωνείας που παρακάμπτει το μάλλον αδιέξοδο «they don’t get it, that’s all.» Αν το σκεφτείς, καμμία δεκαετία στην πρόσφατη ελληνική ιστορία δεν είδε περισσότερη χρήση ειρωνείας στο δημόσιο λόγο από αυτή του 90. Αυτή η χρήση νομιμοποιήθηκε από συγκεκριμένες οικονομικές και ιδεολογικές συνθήκες που πλέον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Δεν ξέρω αν είναι κομψό να το πω, αφού το ποστ έχει αφορμή το δικό μου, στο βαθμό πάντως που θίγει το γενικότερο θέμα, το βρίσκω εξαιρετικό.
Και, Αντώνη, αν βρεις χρόνο, γράψε κάτι, με ενδιαφέρουν οι ενδοιασμοί σου.
Πφ… Επειδή έχω μια αλλεργία στα πλήθη, θα το πω εδώ, όπου ούτως ή αλλως νιώθω πιο οικεία, και όχι στου Ολντ Μπόη, όπου ίσως ταιριάζει περισσότερο το σχόλιο: το τραγικό είναι ότι έγιναν τόσα σχόλια όχι επί του θέματος για το οποίο έγραψε ο Ολντ Μπόη αλλά για τον Ολντ Μπόη αυτόν καθαυτόν, για το τι είναι και τι δεν είναι ο συγκεκριμένος ιστολόγος.
Κούραση ρε φίλε, πολλή κούραση όλα αυτά…
Εν πρώτοις (για να μην μπλέκω με το εκβιαστικό δίλημμα «κατ’ αρχήν» (= ανελλήνιστος) / «κατ’ αρχάς» (= υποχώρηση στους λαθολόγους) ) , ξεκινώντας λοιπόν αισθάνομαι την ανάγκη να σφίξω το χέρι του Σεβαστάκη και του Ολντ Μπόι για τα κείμενα που έδωσαν την αφορμή.
Επίσης, μπράβο, Δύτη, όχι μπράβο σου για τα σχόλιά σου!
Κατά δεύτερον, καθώς διάβαζα το κείμενο του Ολντ Μπόι, έβαλα τον εαυτό μου στη θέση κάποιου που διαβάζει το κείμενο χωρίς να είναι υποψιασμένος από τη δική σου παραπομπή και… ε, ναι, λοιπόν κάλλιστα θα μπορούσα να την είχα πατήσει κι εγώ. Πολύ καλή δουλειά! Είναι απλώς λίγο πιο απροκάλυπτα από τα κείμενα που έβρισκα κάποτε σωρηδόν στα λάιφ-στάιλ περιοδικά του Κωστόπουλου, στο ΜΑΧ, στα κείμενα του Θέμου Αναστασιάδη αλλά λογικό είναι, αφού στο Διαδίκτυο μπορεί κανείς να εκφράζεται πιο ελεύθερα.
Πάντως θα είχα να παρατηρήσω ότι το ντεμέκ κείμενο δεν με πάρει τόσο στην πνευματική αλαφρόκρεμα που περιγράφει ο Σεβαστάκης όσο σε ντούρους νεοφιλελεύθερους. Θα μου πεις κι αυτοί μπορούν να κρατούν καλύτερα τα προσχήματα και να είναι πιο τεχνοκρατικοί στις διατυπώσεις τους αλλά μήπως κι η παλιά Δεξιά στην Ελλάδα δεν ήταν πιο βάρβαρη από τη Δεξιά των ευρωπαϊκών χωρών-προτύπων;
Όσο για το χιούμορ, Δύτα, νομίζω ότι αναφέρεσαι σε συγκεκριμένο τύπο χιούμορ το οποίο κατά τη γνώμη ποτέ δεν έβρισκες εν αφθονία σε καφενειακές συζητήσεις. Απλώς είναι πλέον εκτεταμμένο το μπλογκάρισμα και βλέπεις πια να εμφανίζονται φρούτα που δεν συναντούσες στις συναναστροφές σου τις επιλεγμένες.
Σοβαρά, δεν βρέθηκες παλιότερα με συνομιλητές βαμμένους ΠΑΣΟΚΟΥΣ, δεξιούς ή ΚΚΕδες ή νέους φιλελεύθερους όπως τους λέει ο Σεβαστάκης, που αν τύχει και πεις κάτι που ξεφεύγει από τα στεγανά βρίσκεσαι να στιγματίζεσαι δεξιός τη μια, πορωμενος πρασινοφρουρός την άλλη ή σταλινικός την παράλλη;
Έλα τώρα, αυτά συμβαίνουν και εις Παρισίους. Δες πώς χρησιμοποιείται η ρετσινιά του «εθνικιστή» εσχάτως!
Τέλος, περί λερναίων μύθων και μυστικών διευθυντηρίων, ναι διασκεδαστικά και αποπροσανατολιστικά όλα αυτά , αλλά βρίσκω ότι η συνομωσιολογία έχει γίνει βολική καραμέλα για ορισμένους και ότι, τέλος πάντων, τίποτε δεν είναι αντιδραστικότερο από το να αφήνεις να εννοηθεί ότι τα πράγματα έχουν όπως φαίνονται ή, για την ακρίβεια, όπως μας τα παρουσιάζουν όσοι διαχειρίζονται από θέση ισχύος την πληροφόρηση και τη διαμόρφωση των πολλών.
Δύτη, δεν έχω υπόψην πάντως πόσο μεγάλο ήταν το κοινό του ποστ -ή έστω πόσοι τελικά απολάμβαναν το χιούμορ του. Πάντως, υποψιάζομαι πως, αν κάνεις ένα πρόχειρο γκάλοπ σήμερα, σε ανθρώπους που γεννήθηκαν στα 70s πολλοί θα είναι αυτοί που δνε τον έχουν καν ακουστά.
Γενικά, ακόμα και η γκρίνια του Στάθη πχ δεν εκτιμάται πολύ (ασχέτως που συχνά διαφωνώ με το Στάθη, βρίσκω τον λόγο του πολύ όμορφο και την ειρωνεία του εύστοχα διατυπωμένη).
Επειδή το χιούμορ και η ειρωνεία λειτουργούν σαν καταφύγιο σε καιρούς χωρίς δημοκρατία ή/και σε καιρούς με λογοκρισία, υποψιάζομαι πως σύντομα θα αναγκαστούμε να προστρέηουμε εκεί και πάλι -και περισσότεροι θα «μάθουν» να καταλαβαίνουν.
Τι τα θες, ο κόσμος σήμερα γελάει (αν γελάει) με το Λαζόπουλο.
Αντώνη, κι εμένα θα με ενδιέφερε η ένστασή σου. Πάντως, νομίζω ότι όντως they donèt get it και δεν είναι αδιέξοδο, είναι ζήτημα που θέλει απάντηση. Έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο κόσμος διαπαιδαγωγείται με άλλου τύπου «αστεία» ή «αλληγορίες».
Για μένα, η ειρωνεία και ο (αυτο)σαρκασμός είναι ένδειξη πνευματικού πλούτου.
ειπώθηκε ακόμη πως τώρα που η αγορά εργασίας
έγινε πιο ‘ευέλικτη’, οι εργοδότες θα ενθαρρύνονται
να κάνουν νέες προσλήψεις…
να δεις ….
πώς τον έλεγαν εκείνον
που τ’όνομά του άρχιζε από Or και τελείωνε σε well ..
Το παράδειγμα του Old Boy είναι απολύτως χαρακτηριστικό γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που οι αναγνώστες αδυνατούν να αντιληφθούν το ειρωνικό πνεύμα του κειμένου. Το ίδιο είχε συμβεί (ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό) σε ανάρτησή του με θέμα τον Μανώλη Γλέζο και τα χημικά που είχε εισπράξει (http://old-boy.blogspot.com/2010/03/blog-post_9159.html). Εντούτοις, και στα δύο ήταν τόσο σαφές το ειρωνικό του πράγματος.
Νομίζω ότι γενικά δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε και έχουμε την τάση να παίρνουμε τα πάντα στα σοβαρά. Κι αυτό επιτείνεται από τη δύσκολη κοινωνική/ οικονομική συγκυρία (πιο εύκολο να αραπαχτείς άμα είσαι τσιτωμένος).
Κρίμα, τελικά!
Ανθρωποφαγία, στην προηγουμένη ανάρτησή σου. Καννιβαλισμός των φτωχών (και, κατά προτίμησιν, νέων), στην παρούσα. Τι σου συμβαίνει, αλήθεια, Δύτη; Ανησυχώ.
Αποτελεί πραγματικότητα το ότι βρισκόμαστε εδώ και καιρό πάνω στην ετοιμόρροπη «Σχεδία της Μέδουσας» του Ζερικώ -όμως δεν είναι κατ’ ανάγκην αυτός λόγος για να αρχίσει πάραυτα το αιμοσταγές τσιμπούσι.
(Ή, μήπως, διαβάζω εγώ επιλεκτικά τα λεγόμενά σου;)
Παιδιά μου δεν προλαβαίνω να απαντήσω τώρα σε όλους. Το βράδυ, ή αύριο! Πάω για μπάνιο (τα καλά της επαρχίας).
Μόνο, Κροτ, υποθέτω ήθελες να γράψεις «Μποστ» και όχι «ποστ». 😉
@Κροτκa, old boy και άλλους:
Κατ’ αρχάς, υπάρχουν τα πραγματολογικά προβλήματα που έχουν επισημανθεί από αρκετούς αναγνώστες του old boy: η έλλειψη εξοικείωσης με έναν υφολογικό κώδικα αναιρεί την απόσταση μεταξύ του δεδηλωμένου και του εννοούμενου, δηλαδή απαντά με περιστασιακή ειρωνεία στην υφολογική ειρωνεία.
Κατά δεύτερο, υπάρχει το πρόβλημα που θίχτηκε σε σχόλιο(α) πιο πάνω: οι καιροί είναι δύσκολοι, τα μηνύματα που μοιάζουν φαινομενικά με το κείμενο πολλά, τα νεύρα τσιτωμένα.
Αλλά νομίζω ότι δεν εξαντλείται εδώ το ζήτημα. Δεν εξαντλείται αν δεν δούμε ότι η πλήρης διάχυση της ειρωνείας στον ελληνικό δημόσιο λόγο, η δημιουργία ενός πεδίου όπου όλοι ειρωνεύονται όλους (στα πρωϊνάδικα, στις πολιτικές δηλώσεις, στην αρθρογραφία, κλπ) δημιουργεί ήδη τη σημασιολογική ισοπέδωση για την οποία τώρα διαμαρτυρόμαστε. Αυτό που κυριάρχησε στην Ελλάδα ήταν ένα πνεύμα «χαβαλέ» το οποίο έξαφνα τώρα βρίσκεται υπό την πίεση της πραγματικότητας.
Και επιπλέον, η γενικότερη διανοητική χαλαρότητα που επικράτησε σε εποχές όπου η διάχυτη αίσθηση ήταν ότι «δεν υπάρχουν συνέπειες» έφερε μια κουλτούρα όπου τα λόγια λέγονται ελαφρά τη καρδία, χωρίς ουσιαστική αφοσίωση σε νοήματα (η τελευταία έγινε γνωστή ως «δογματισμός» και καταδικάστηκε στο πυρ το εξώτερο από έναν προελαύνοντα σχετικισμό, για τον οποίο «anything goes»).
Στρατηγικά, από άποψη στρατηγικών λόγου, νομίζω ότι η ειρωνεία είναι λάθος κίνηση αυτή τη στιγμή εφόσον η διαδικασία διάβρωσης των νοημάτων των λέξεων έχει προχωρήσει τόσο πολύ ώστε να είναι συχνότατα αδύνατη η διάκριση της ειρωνικής πρόθεσης από την κυριολεξία. Αλλά επίσης επειδή δεν διαχωρίζει τον εαυτό της αρκετά ξεκάθαρα από την πλήρη πραγμοποίηση της ειρωνείας στο λόγο των ΜΜΕ, την μετατροπή της σε ουσιαστικά ακίνδυνη μέθοδο, μέρος μιας διάχυτης κουλτούρας του κυνισμού (όλοι είμαστε απατεώνες, ρεμάλια, ψεύτες, πόρνες…) χωρίς καμμία πραγματικά αυτοκριτική διάθεση.
Η ειρωνεία δηλαδή με την ειρωνεία είναι ότι δεν είναι πλέον αυτό που ήταν, ας πούμε, για τον Σουίφτ ή τον Τουέιν, οι οποίοι έγραφαν σε κοινωνίες όπου τα «ηθικά στάνταρ» –περιλαμβανομένων των υποκριτικών ηθικών στάνταρ– μπορούσαν ακόμα να εκληφθούν σε μια μίνιμουμ μορφή ως δεδομένα. Σήμερα, η ειρωνεία είναι ταυτόχρονα πολύ πιο ακίνδυνη από ό,τι ήταν στο παρελθόν και πολύ λιγότερο ικανή να κινητοποιήσει τις διαδικασίες της κριτικής σκέψης.
Άποψή μου είναι συνεπώς ότι η αρκετά ευρεία δυσφορία που εκφράστηκε με το ποστ δεν θα πρέπει να αποδοθεί μόνο σε πραγματολογικά προβλήματα μη εξοικείωσης με το ύφος του ιστολόγου, ούτε σε κάποιου είδους συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, αλλά αντίθετα, στην σταδιακή συντηρητικοποίηση της ίδιας της ειρωνείας, η οποία, στην ίδια της την επιμονή να προϋποθέτει λειτουργικές κοινωνικές νόρμες δείχνει να αποτυγχάνει να κατανοήσει την πλήρη τους , βιαίη εξάρθρωση από αυτό που επιχειρεί να σατιρίσει.
Τέλος, δεν θα πρέπει να αγνοούμε ότι ήδη από τον Αριστοφάνη, η ειρωνεία με την συνήθη έννοια έχει συνδεθεί με τον πολιτικό συντηρητισμό. Ίσως όχι τυχαία, μια και ως σχήμα λόγου, προϋποθέτει τη σχέση γνωσιακής ανωτερότητας αυτού που άλλα λέει και άλλα εννοεί απέναντι σε αυτόν που αποτυγχάνει να αποκωδικοποιήσει την πρόθεση του πρώτου. Ο Μαρξ είναι ίσως η εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τον ριζοσπαστικό λόγο να παρακάμπτει την ειρωνική δυνατότητα, παρά ο κανόνας, και οι μεγαλύτεροι μάστερ της ειρωνείας, από τον Λα Ροσφουκώ στον Σουϊφτ ή τον Μπωντλαίρ, υπήρξαν πολιτικά συντηρητικοί.
«η πλήρης διάχυση της ειρωνείας στον ελληνικό δημόσιο λόγο, η δημιουργία ενός πεδίου όπου όλοι ειρωνεύονται όλους (στα πρωϊνάδικα, στις πολιτικές δηλώσεις, στην αρθρογραφία, κλπ) δημιουργεί ήδη τη σημασιολογική ισοπέδωση για την οποία τώρα διαμαρτυρόμαστε. Αυτό που κυριάρχησε στην Ελλάδα ήταν ένα πνεύμα “χαβαλέ” το οποίο έξαφνα τώρα βρίσκεται υπό την πίεση της πραγματικότητας».
Ένα πνεύμα χαβαλέ όντως κυριάρχησε. Αλλά διαφωνώ εντελώς στο ότι διαχύθηκε πλήρως η ειρωνεία στον ελληνικό δημόσιο λόγο. Άλλο πράμα η ειρωνεία, άλλο πράγμα ο χαβαλές.
«Και επιπλέον, η γενικότερη διανοητική χαλαρότητα που επικράτησε σε εποχές όπου η διάχυτη αίσθηση ήταν ότι “δεν υπάρχουν συνέπειες” έφερε μια κουλτούρα όπου τα λόγια λέγονται ελαφρά τη καρδία, χωρίς ουσιαστική αφοσίωση σε νοήματα»
Και για να το συνδέσω με την προηγούμενη απάντηση νομίζω ότι η ειρωνεία βρίσκεται στον αντίποδα της διανοητικής χαλαρότητας. Ειδάλλως δεν θα μπέρδευε, δεν θα ξεβόλευε, δεν θα απαιτούσε αληθινή ανάγνωση αντί για σκανάρισμα, σκανάρισμα που οδηγεί ήδη από την τρίτη λέξη τον άλλο να έχει βγάλει συμπέρασμα για το που το πάει το κείμενο και αν είναι «εχθρός ή φίλος».
«ως σχήμα λόγου, προϋποθέτει τη σχέση γνωσιακής ανωτερότητας αυτού που άλλα λέει και άλλα εννοεί απέναντι σε αυτόν που αποτυγχάνει να αποκωδικοποιήσει την πρόθεση του πρώτου»
Προσωπικά δεν γράφω έτσι για να το παίξω έξυπνος, γράφω έτσι επειδή έτσι σκέφτομαι, έτσι μιλάω, αυτός είμαι. Αλλά αφού το θέτεις λίγο πιο πάνω σε επίπεδο «στρατηγικών λόγου», σκέφτομαι το εξής. Τα δικά σου ποστ αγαπητέ Αντώνη, βρίσκονται εξ ορισμού σε σχέση γνωσιακής ανωτερότητας με το 99% των αναγνωστών σου, εμού συμπεριλαμβανομένου. Όσα γράφεις είναι τόσο πυκνά και αποτελούν αποτέλεσμα τέτοιας γνώσης και σκέψης, που κλάσμα τους τελικά καταφέρνουμε οι υπόλοιποι να καταλάβουμε. Αυτό λοιπόν τι σημαίνει; Ότι το κάνεις επίτηδες; Όχι. Αυτός είσαι. Και είναι ωραίο και πολύτιμο αυτό που είσαι. Θα πρέπει αύριο να εγκαταλείψεις τον τρόπο σου για να αρχίσεις να γράφεις με συνθήματα, ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο στρατηγικό αποτέλεσμα;
«Τέλος, δεν θα πρέπει να αγνοούμε ότι ήδη από τον Αριστοφάνη, η ειρωνεία με την συνήθη έννοια έχει συνδεθεί με τον πολιτικό συντηρητισμό … Ο Μαρξ είναι ίσως η εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τον ριζοσπαστικό λόγο να παρακάμπτει την ειρωνική δυνατότητα, παρά ο κανόνας, και οι μεγαλύτεροι μάστερ της ειρωνείας, από τον Λα Ροσφουκώ στον Σουϊφτ ή τον Μπωντλαίρ, υπήρξαν πολιτικά συντηρητικοί».
Δεν θα πρέπει να αγνοούμε όμως επίσης ότι όταν λέμε Μποντλέρ και Αριστοφάνης το πρώτο πράγμα στο οποίο πάει ο νους μας δεν είναι «πολιτικός συντηρητισμός» αλλά κάτι άλλο. Εδώ προφανώς μπορεί να μου πει κανείς, ωραία, αν σε ενδιαφέρει το κάτι άλλο, γράψε κάτι άλλο και άσε τα πολιτικά σχόλια. Ωστόσο, ενώ αρχικά έτεινα προς την σκέψη ότι τέτοιου είδους ποστ καταλήγουν σε μπούμερανγκ, νομίζω ότι με φοβίζει περισσότερο, για την ακρίβεια με φοβίζει πάρα πολύ περισσότερο, το να μπω σε μια διαδικασία «κυριολεκτικής ορθότητας» υπό το φόβο να μην παρανοηθώ. Ας παρανοηθώ, δεν χάλασε ο κόσμος. Για την ακρίβεια δεν υποστηρίζω ότι δεν βρισκόμαστε σε φάση που χαλάει ο κόσμος. Μπορεί και να βρισκόμαστε. Υποστηρίζω όμως ότι ακόμα και όταν χαλάει ο κόσμος, δεν πρέπει να παραιτούμαστε από το λοξό βλέμμα στη ζωή.
Μα η λύση είναι πολύ απλή και έχει προταθεί από το παλιό ανέκδοτο. Στην αρχή και το τέλος ειρωνικών ή χιουμοριστικών κομματιών να μπαίνει κάποια φράση του τύπου: «Και για όσους δεν κατάλαβαν το (ακόλουθο-προηγούμενο) κλπ. κλπ. 😀
Αλλά βεβαίως τις καλύτερες «προειδοποιήσεις» μας τις έχουν δόσει οι καταλληλότεροι, οι υπερρεαλιστές:
«Ceci n’est pas une pipe».
Δύτη, νομίζω ότι και στα δύο «παρεξηγημενα» κείμενα που σου έδωσαν αφορμή για το ποστ, αυτό που ξένισε και προκάλεσε αντιδράσεις ήταν η αναπαραγωγή του ενδημικού κυνισμού και της σκληρότητας του σημερινού εξουσιαστικού λόγου, στην υπονόμευση του οποίου επί της ουσίας στόχευαν, ωθώντας τον στα άκρα. Δεδομένου μάλιστα ότι διαβάστηκαν από πολλούς ως ευλογοφανή, μοιάζει να σημαίνει ότι ο κυρίαρχος αυτός λόγος είναι όντως ακραίος, όσο κι αν αυτοανακηρύσσεται «μετριοπαθής», «ψύχραιμος», «ρεαλιστικός» κτλ.
Προσωπικά, δεν εξεπλάγην ιδιαίτερα στην περίπτωσή μου, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία όσων διάβασαν τότε το κείμενο που παρωδούσε τη «φιλελεύθερη κριτική», το έκαναν μέσω της αναδημοσίευσής του στο… e-rooster (!). Και νομίζω πως από τη στιγμή που στο τελευταίο φιλοξενούνται κατά κύριο λόγο απόψεις όπως π.χ. αυτή, τα όρια μεταξύ σάτιρας και κυριολεξίας γίνονται δυσδιάκριτα.
Όσον αφορά την ειρωνεία είναι πάντως γεγονός ότι η χρήση της γενικεύτηκε στο δημόσιο λόγο από την εποχή της επικράτησης του «τέλους της Ιστορίας» τόσο με τη μορφή του ξεπεράσματος της αριστερόστροφης κριτικής μέσω ενός απλού καγχασμού από πλευράς opinion-leaders, όσο και ως βασικότερο γνώρισμα του συναφούς μετα-lifestyle χαβαλετζίδικου κωλοπαιδισμού (κάποια ενδεικτικά ονόματα αναφέρθηκαν παραπάνω).
Ο head charge με ντροπιάζει γιατί τα είπε πολύ πιο ξεκάθαρα και συμπυκνωμένα. Μακάρι να τα έλεγα τόσο καλά.
😳
Άρχισα να γράφω κάτι και μετά ακολούθησα βλακωδώς το λινκ του Head και έχασα το σχόλιό μου… 😦 Ήθελα να πω ότι κατά περίεργο (;) τρόπο με καλύπτουν όλοι οι προλαλήσαντες. Η συζήτηση, νομίζω, είναι πιο ενδιαφέρουσα από το ποστ καθαυτό. Ευχαριστώ παίδες! αύριο ελπίζω να γράψω κάτι πιο ουσιαστικό.
Για να πω τη μαύρη μου αλήθεια, εγώ που δεν έχω ξαναδιαβάσει κείμενο του old boy δεν πολυδιακρίνω την ειρωνεία. Ίσως προς το τέλος.
Αν δεν είχα πριν διαβάσει τη δική σου ανάρτηση ίσως να το έπαιρνα κι εγώ κυριολεκτικά.
Η ειρωνία για να γίνει αποδεκτή ως τέτοια πρέπει να έχει μια ισχυρή αντίφαση ή κάτι πολύ εξόφθαλμο. Πρέπει να έχει μια πόρτα που να σε μπάσει εξαρχής στο πνεύμα του κειμένου.
Αυτά λείπουν νομίζω απο το συγκεκριμένο κείμενο.
Πχ αν έλεγε πως μαζί με την αποζημίωση που θα πρέπει να πληρώσουν οι εργαζόμενοι στον εργοδότη θα έπρεπε να του κάνουν δώρο κι ένα κουτί ληγμένα σοκολατάκια, … ε, ο άλλος που το διαβάζει αρχίζει να «ψιλιάζεται»
Δεν ξέρω αν με εγνοείς.
Καλημέρα Αλέξανδρε, και όλοι!
Όπως καταλαβαίνετε, (δεν είμαι η Κρότκαγια και άρα) μου είναι αδύνατο να απαντήσω σε όλα τα σχόλια ένα προς ένα… Σκέφτομαι να τονίσω δύο πράγματα που βγήκαν από την κουβέντα μέχρι τώρα: ένα, ότι η πραγματικότητα έχει γίνει τόσο άγρια που ξεπερνά κάθε είδος ειρωνείας και εκμηδενίζει την υπερβολή, εξ ου και οι παρεξηγήσεις. Καλά, τώρα θυμάμαι ότι το έγραψα και στο ποστ αυτό, τέλος πάντων.
Δύο, πάλι το μεταμοντέρνο. Όποιος παρακολουθούσε τον ΟΒ ή τον Head, κατάλαβε την ειρωνεία. Το πρόβλημα προέκυψε από τις αναγνώσεις των κειμένων ξεκομμένες, διότι δεν υπάρχει πλέον συγκείμενο, context βρε παιδί μου, οπότε όλα παίζουνε. Κείμενα γράφονται κάπου, και μετά κυκλοφορούν, ανώνυμα πια, χωρίς πηγή, κοπιπαστάρονται όπου λάχει. Μπαίνεις κάπου τυχαία ή επειδή έπεσες σε ένα λινκ, διαβάζεις κάτι, σε ξενίζει ενδεχομένως, δεν μπαίνεις στον κόπο να δεις που μπήκες, ή να διαβάσεις εκατοντόσα σχόλια, αποφασίζεις, σκουπίζεις, τελειώνεις -πάμε για άλλα. Πώς να λειτουργήσει η ειρωνεία; Δεν είναι η εποχή του Μποστ, είπαμε.
(μ’ αρέσει όταν τα ρίχνω στον μεταμοντερνισμό!)
Δύτη, ναι, προφανώς Μπόστ, ήθελα να γράψω, αλλά ας όψεται η συνήθεια…
Το κείμενο που λινκάρει ο Χεντ είναι επιεικώς για φτύσιμο. Είναι από τα κείμενα που κάνουν τη λοβοτομή να μοιάζει με μοναδική λύση. Δεν είμαι σταλινική, αλλά μερικές φορές το να βάλεις κάτι τέτοιους να σπάσουν και καμιά πέτρα στους -30 της Σιβηρίας, μπορεί να έχει όντως εκπαιδευτικό χαρακτήρα (μπαρδόν, παρεκτρέπομαι).
Νομίζω πως το πρόβλημα έχει έναν κυκλικό χαρακτήρα. Δλδ, αν άνθρωποι σαν τον Αλέξανδρο Ανδρουλάκη δεν πιάνουν την ειρωνεία του ΟΒ -κι ας μην έχει την εξοικείωση που έχουν όσοι τον διαβάζουν συχνά-, αν δλδ αυτά που γράφει ο ΟΒ δεν είναι εξόφθαλμα (ενώ θα έπρεπε να είναι -με τον τρόπο που θέτει το εξόφθαλμο ο Αλ. Ανδρ.), αυτό έχει να κάνει με την εποχή που γεννάει τον παραλογισμό και τον πλασάρει σαν κάτι το φυσικό. Οποιαδήποτε παπαριά μπορεί πλέον να διατυπωθεί σαν σοβαρή και to consider πρόταση. Όσο πιο ακραία και προκλητική η παπαριά, τόσο το καλύτερο. Έτσι χάνουμε το χιούμορ μας, χάνουμε την ικανότητα να αναγνωρίζουμε την ειρωνεία, χάνουμε τα αυγά και τα πασχάλια και επικρατεί γενικώς αποπροσανατολισμός!
Όπερ προφανώς έχει να κάνει με το ότι προηγήθηκαν 2 δεκαετίες νομιμοποίησης του κάθε μάγκα από το Βόλο, του κάθε μοντελοπνίχτη και του κάθε κομιστή ηλεκτρονικών αρχείων -για να μνημονεύσω 3 από τους 1263 που υπάρχουν- και αναγνώρισής τους ωσάν να ήταν κάτι παραπάνω από αλαλλάζοντα κύμβαλα εντελώς κενά.
Είχα ξαναπεί κάπου πως η μεγαλύτερη ζημιά στην ελληνική κοινωνία δεν είναι το δημόσιο χρέος, ούτε το έλειμμα του προϋπολογισμού, ούτε τα λεφτά που έφαγε ο Βουλγαράκης με την ευλογία της Παναγίας. Ειλικρινά, μακάρι να πτωχεύσει και οικονομικά αυτή η χώρα.
Γιατί αξιακά, ηθικά και θεσμικά, έχει ήδη πτωχεύσει, από την εποχή που ο Κωστόπουλος έκανε φιγούρα με τη Μπαλατσινού στη Μύκονο.
Τουλάχιστον αν πτωχεύσει και οικονομικά, ίσως να υπάρχει μια ελπίδα να κάνει ένα γενικό restart.
Ναι, βρε συ Κροτ μου, αλλα οι αναφερομενοι και αλλοι πολλοι που χρειαζονται γενικό restart, αποκλειεται να πτωχευσουν. Απλως, οι πτωχοι -που ειναι και το ηθικοτερο κομματι, αρα μαλλον δεν εχουν αναγκη το restart- θα γινουνε πτωχοτεροι.
Γιατι το μυστηριο πραγμα ειναι οτι οι μερικες εκατονταδες (ή ελαχιστες χιλιαδες) πλουσιων ΕΙΝΑΙ η χωρα. Τα εκατομμυρια των λοιπων κατοικων δεν υπολογιζονται, γιατι συμμετεχουν ελαχιστα στο Μεσο Ορο.
..εκτος αν εννοεις γενικο ρεκτιφιε στα μυαλα, να μαθουμε καποτε ποιους διαλεγουμε να μας ααντιπροσωπεύουν και πού διαλεγουμε να κινούμαστε..
Ομολογω οτι δεν μπορω ακομα να συλλαβω τι σημαινει πτωχευση μιας χωρας, αλλα, αν παρω ως μπουσουλα τη πτωχευση μιας επιχειρησης, δεν το βρισκω και τοσο τρομαχτικο. Μαλλον ομως δεν εχει και πολλη σχεση με μια επιχειρηση, γιατι οι παραπλευρες απωλειες (σαν καραμπολα στο μπιλιαρδο: κοινωνια, εγκλημα, αρρωστεια, κλπ) θα ειναι μια φρικη…
Ροδιά, αυτό το γενικό ρεκτιφιέ είχα στο μυαλό μου. Πώς κάνεις γενική ανακαίνιση σε ένα σπίτι; Κάπως έτσι. Κρατώντας όμως λιγότερες από τις παλιές δομές, σε σχέση με το σπίτι.
Από την άλλη, επειδή βρέθηκα και στην Αργεντινή προσφάτως, δέκα χρόνια μετά την πτώχευση, εμένα μια χαρά μου φάνηκε η χώρα. Με τις φαβέλες και τους καρτονέρος βέβαια, μεν -που δε θα τους γλιτώσουμε και στην Ελλάδα-, αλλά ο κόσμος ήταν χαρούμενος, χωρίς πόζα (όπως εδώ), ειλικρινής, ανοιχτός και με τα μυαλά τους στη θέση τους -σε αντίθεση με κάτι άλλους που ξέρω… 🙂
[παρακαλώ να εκλειφθεί ως ελαφρά ειρωνεία το σχόλιο]
[Μολονότι είμαι υπέρ της πτώχευσης γενικά και δεν τη βρίσκω τρομακτικό και φριχτρό ενδεχόμενο: όχι για κείνους που δεν έχουν και πολλά να χάσουν τουλάχιστον!]
[αυτό είναι ένα τεράστιο θέμα όμως, μπαρδόν Δύτη!]
ΡΕ ΣΥ (ΜΑΝΤ)ΑΛΛΕΝΑΚΙ,
ΑΠΟ ΤΗ ΖΕΣΤΗ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ, ΓΙΑ ΛΥΣΕ ΜΟΥ ΜΙΑ ΑΠΟΡΙΑ: ΕΧΕΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΕΒΡΑΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ (sic) Η ΕΙΝΑΙ ΚΙ ΑΥΤΟ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΜΟΥΦΑ ΣΤΟ ΚΟΜΠΟΛΟΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΣΟΝΕΣ ΣΟΥ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΤΑΥΤΙΖΕΣΑΙ ΜΕ ΟΣΟΥΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΕΞΑΠΑΤΕΙΣ; ΔΙΟΤΙ ΑΝ ΤΟ ΚΑΛΟΣΚΕΦΤΕΙΣ ΕΣΥ Ο ΙΔΙΟΣ ΜΕ ΤΗ ΔΡΑΣΗ ΣΟΥ ΕΙΣΑΙ Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ. ΘΑ ΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Η ΘΑ ΤΟ ΛΟΓΟΚΡΙΝΕΙΣ ΚΙ ΑΥΤΟ ΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΚΙ ΩΡΑΙΑ, ΑΖΓΙΟΥΖΟΥΑΛ;
ΟΧΙ ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ, ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ ΜΟΥ ΨΥΧΑΣΘΕΝΗ, ΑΛΛΑ ΕΓΩ, ΟΠΩΣ ΗΔΗ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ, ΕΧΩ ΓΑΙΔΟΥΡΙΝΗ ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΝΗ ΚΑΙ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΖΩ ΜΕΧΡΙ ΕΣΧΑΤΩΝ, ΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΙ ΑΝ ΠΕΡΑΣΟΥΝ;
ΠΩΣ ΕΙΠΕΣ ΑΓΟΡΑΚΙ ΜΟΥ; ΤΟ ΚΟΜΕΝΤΑΚΙ ΤΟΥΤΟ ΔΕΝ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΟ ΣΤΥΛ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΜΠΛΟΓΚΑΚΙΟΥ ΣΟΥ; Ε, ΑΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΦΟΡΑ ΘΑ ΣΟΥ ΒΑΛΩ ΤΗ ΜΠΕΜΠΕ ΛΙΛΥ ΝΑ ΠΟΣΤΑΡΕΙ ΚΑΝΕΝΑ ΤΡΟΠΑΡΙΟ.
ΓΚΕΓΚΕ; ΚΑΙ ΠΟΥ ΣΑΙ Ε, ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΜΑΚΡΟΒΟΥΤΙΑ! ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΑΠΑΝΤΗΣΗ… ΑΝΤΕ, ΚΑΙ ΣΟΥ ΥΠΟΣΧΟΜΑΙ ΟΤΙ ΑΜΑ ΠΑΙΞΕΙΣ ΚΑΙ Banhart ΘΑ ΣΕ ΑΚΟΥΣΩ ΚΑΙ ΣΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤΙΚΟ ΣΟΥ ΡΑΔΙΟΝΤΙΤΖΕΙΛΙΚΙ.
ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΘΡΟΦΙΛΑΚΙΑ,
ΑΝΩΝΥΜΟΣ
Ανώνυμε των 7.31
Ξεκόλλα! Είδα που γράφεις και στου Αλλού Φαν Μάρξ τα ίδια.
Σκύλε, στου ΑΦΜ είδα ότι είμαστε το ίδιο πρόσωπο. Τι σχιζοφρένεια κι αυτή. 😉
Μπα! ευτύχησα βλέπω να αποχτήσω το προσωπικό μου τρολ, και μάλιστα περιωπής. Είναι κι αυτό μια καταξίωση!
πολύ ωραίο δύτη,
θα συνταχθώ με head charge και με αυτό που λες, ότι η πραγματικότητα ξεπερνάει κάθε είδος ειρωνείας. Όμως νομίζω ότι αρκεί να έχεις διαβάσει άλλο μισό ποστ του old boy (αν όχι μόνο αυτό) για να καταλάβεις τί εννοεί ο άνθρωπος. Τα πράγματα είναι οριακά, οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους, αλλά το ίδιο το νόημα τελικά -νομίζω- αντιστέκεται.
Άσκηση για το σπίτι: το παρακάτω απόσπασμα είναι ειρωνικό ή είναι μέρος μόνο σοβαρών προτάσεων που κάνει ο πρωθυπουργός της χώρας μας;
«Μιλούσα με τους Κινέζους, και συζητούσαμε για εξειδικευμένα προϊόντα για τις αγορές. Βέβαια, η Κίνα είναι τεράστια αγορά. Αλλά πρέπει να αναδείξουμε κάτι διαφορετικό. Είναι το Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα, όπου πήγαν 2 εκατομμύρια επισκέπτες σε ένα χρόνο; Είναι ότι έχουμε το πιο φημισμένο – και δεν το ξέρει κανείς – rock climbing, την αναρρίχηση σε βράχο, στην Κάλυμνο, που θεωρείται από τα καλύτερα στον κόσμο; Και τα Μετέωρα βεβαίως, αλλά και η Κάλυμνος.
Ότι θα ανοίξουμε πια μια διαδικασία, με το scuba diving, για τα αρχαία μας; Ότι στα κινεζικά, η λέξη «Αιγαίο» – έτσι μου είπαν – σημαίνει αγάπη, και τώρα θα αναπτυχθεί μια ολόκληρη βιομηχανία για να έρχονται και να παντρεύονται, στυλ «Mamma Mia», στα νησιά μας;»
απολογούμαι βεβαίως για το σεντονάκι.
Το Ποντίκι, στη δεκαετία του 80, μοσχοπούλαγε και ειρωνεία και χαβαλέ.
Είναι το αριστερό πρόσημο που λειτουργεί σαν ασπίδα;
Νομίζω πως πίσω από τα σχόλια στο στέκι του Old Boy βρίσκονται πράγματα που έχουν να κάνουν περισσότερο με την ανθρώπινη φύση και λιγότερο με τις ιδιομορφίες της εποχής μας.
Για να κατανοήσεις κάτι μη προφανές -όπως η γραφή του Old Boy- πρέπει να το διαβάσεις με προσοχή, να στήσεις αυτί. Ιδανικά, να αφιερώσεις λίγο χρόνο για να μάθεις ποιόν και τι διαβάζεις. Αυτό ίσχυε πάντα, ανεξαρτήτως μέσου (βιβλίο, άρθρο ή blog). Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν αυτόν το χρόνο, συχνά ούτε καν αυτόν που απαιτείται για να διαβαστεί ένα κείμενο. Δεν θέλουν να ακούσουν. Θέλουν να τα πουν, να ξεσπάσουν, να εκφράσουν αυτό που πιέζεται μέσα τους. Και, τελικά, θέλουν να βγουν από πάνω. Το δείχνουν με την παραμικρή αφορμή.
Η διαφορά σε σχέση με παλιότερες εποχές είναι πως τώρα έχουν το εργαλείο να το κάνουν και είναι πιο εξοικειωμένοι με την δυνατότητα του δημόσιου λόγου. Το να έχεις άποψη και να την εκφράζεις περνά από πολύ λιγότερα φίλτρα και εμπόδια από ποτέ. Η ευκολία και η ταχύτητα με την οποία μπορείς να απευθυνθείς σε άλλους –ειδικά σε ξένους, των οποίων το πρόσωπο δεν βλέπεις-είναι πρωτοφανής στην ανθρώπινη ιστορία. Είναι τόσο απλό: σαν να ρεύεσαι. Και πολλοί αυτό ακριβώς κάνουν. Ανακουφίζουν δημόσια την πίεση που νιώθουν και μετά ζητούν στοργή, κατανόηση και θαυμασμό.
Πιο απογοητευτικό μου φάνηκε το ύφος του τύπου που παρανόησε τον Old Boy, μόλις το κατάλαβε ζήτησε συγνώμη και μετά (για να ξεπεράσει το πόσο αδικαίωτος ένιωσε, μάλλον…) αποφάσισε να ζητήσει και τα ρέστα. «Δεν ήμουν εγώ βιαστικός», φαντάζομαι πως θα σκέφτηκε, «αυτός με ξεγέλασε και φταίει που φάνηκα ανόητος».
Ο καθένας που γράφει (καλά ή κακά) δεν έχει υποχρέωση να αλλοιώνει το λόγο του για να τους καλύπτει όλους. Ούτε και γίνεται κάτι τέτοιο. «Η ειρωνεία βρίσκεται στον αντίποδα της διανοητικής χαλαρότητας» και αυτό την καθιστά απειλή για τους διανοητικά χαλαρούς. Αν εξουδετερωθούν όλα για να κατέβουν στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή δεν προάγεται η επικοινωνία: αναιρείται. Για μένα, δεν υπάρχει πολιτική, ηθική, σκοπός ή στόχος που να προϋποθέτει κάτι τέτοιο και να αξίζει τον κόπο.
[Συγνώμη για το σεντόνι. Μπράβο στο Δύτη για το ποστ –και στον Old Boy για το δικό του. Είναι τιμή και απόλαυση να σας διαβάζω, κύριοι. Ακριβώς γιατί πάντα νιώθω πως υπάρχει πίσω από το γραπτό ένας κόσμος προς εξερεύνηση και όχι ένας χυλός προς άκοπη κατανάλωση.]
@old boy: Σε κάποια από όσα λες, χωράει όντως σκέψη. Σε κάποια, διαφωνώ ή έχω διαφορετική προσέγγιση. Κάποια παραμένουν αμφίσημα και αξεδιάλυτα –τι σημαίνει πολιτική της ειρωνείας π.χ, όταν η ειρωνική απόσταση είναι η βάση του φιλελευθερισμού του Rorty, αλλά η ειρωνική ανατροπή είναι βάση της διαλεκτικής ειρωνείας του Χέγκελ ή–καλή ώρα!–του Αντόρνο. Όπως και να χει, θεωρώ ότι το συγκεκριμένο θέμα, όσο δυσάρεστο και αν ήταν, έθεσε ζητήματα και προβλήματα τα οποία άξιζαν τον κόπο ενασχόλησης. Και νομίζω ότι θα μας ξανα-απασχολήσουν και στο μέλλον.
Καλημέρα! Δυστυχώς ούτε σήμερα έχω χρόνο να σχολιάσω ένα-ένα τα σχόλια, οπότε περιορίζομαι να ευχαριστήσω άπαντες.
Σκόρπιες σκέψεις: το τελευταίο σχόλιο του Αντώνη μου έφερε στο μυαλό την ξεχωριστή σχέση της γερμανικής (αλλά και αγγλοσαξωνικής γενικότερα) κουλτούρας με την ειρωνεία: Χέγκελ, Μαρξ (και πολύ περισσότερο Ένγκελς), Τόμας Μαν -και Λώρενς Στερν ή Μόντυ Πάιθονς. Το γερμανικό στυλ κληρονόμησαν και οι Γάλλοι καταστασιακοί βέβαια. Στην Ελλάδα, αντίθετα, δε νομίζω ότι έχουμε να επιδείξουμε τέτοιο είδος χιούμορ εκτός του Μποστ.
Με αφορμή τους rooster και τα διάφορα τέτοια κείμενα που εμφανίζονται στα σοβαρά, σκέφτομαι ότι μου συμβαίνει κι εμένα να υποστηρίζω ενίοτε (προφορικά) ακραίες απόψεις από μια ανάγκη διαφωνίας ή πρόκλησης. Μπορεί να υπάρχουν λοιπόν και ψυχολογικά αίτια στα παράλογα που διαβάζουμε. Εγώ βέβαια δεν θα γράψω ό,τι μου κατέβει, οπότε αυτό δεν δικαιολογεί παρόμοια κείμενα του Μανδραβέλη π.χ. που υποτίθεται ότι είναι και διαμορφωτής γνώμης, τρομάρα του.
Βυτίο, τα διάβαζα κι εγώ τα λόγια του ΓΑΠ και δεν πίστευα στα μάτια μου, μου φάνηκε για πλάκα. Ζούμε σε σενάριο Μόντι Πάιθονς πια, μου φαίνεται κάποιες φορές.
Ωχ, δέκα παρά δέκα; πρέπει να κλείσω! Επιφυλάσσομαι για αργότερα.
Και κάτι ακόμα βιαστικό: η συνεισφορά της Ροδιάς που δεν ανέφερε από μετριοφροσύνη: http://rodiat7.blogspot.com/2010/06/blog-post_24.html
και μια σημερινή είδηση που μάλλον απελπιστική μου φαίνεται παρά αισιόδοξη: http://www.enet.gr/?i=news.el.ellada&id=176537 (αν είναι να κάνουμε τέτοια κόλπα για να γελάμε, χέσε μέσα)
Ίσως συμπαθούσα αυτή την ομάδα αν έκανε τους ανθρώπους να γελάνε μέχρι δακρύων «για το πουθενά» και όχι «από το πουθενά», που λέει η λεζάντα.
Ε ναι, κάτι τέτοιο εννοούσα…
ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΡΕ ΤΖΟΥΤΖΟΥΚΟ,
ΓΙ ΑΥΤΟ ΜΕ ΑΡΕΣΕΙΣ ΡΕ ΜΠΑΓΑΣΑ, ΓΙΑΤΙ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΣΑΙ ΚΑΙ ΕΜΕΝΑ ΜΕ ΑΡΕΣΟΥΝ ΟΙ ΣΤΑΘΕΡΕΣ -ΓΕΝΙΚΩΣ.
«Λένε πως αν αποκτήσεις τον προσωπικό σου stalker έχεις μπει πλέον στην αφρόκρεμα της μπλογκόσφαιρας.
Κι εσύ μωρό μου είσαι η enfant gâté, μην τα ξαναλέμε….»
ΚΙ ΑΥΤΟ 4 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ ΠΕΡΙΚΑΛΩ! ΒΡΕ ΚΟΥΤΟ, ΕΓΩ ΣΕ ΑΓΑΠΑΩ, ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΜΕ ΤΟΝ ΣΑΙΚΟ & ΤΟΝ ΣΟΥΠΕΡΧΙΡΟΟΥ ΣΟΥ ΕΙΧΑ ΓΡΑΨΕΙ. ΣΕ ΕΧΩ ΠΕΙ ΟΤΙ ΕΙΣΑΙ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΠΑΙΔΑΡΕΛΙΑ ΤΩΝ ΜΠΛΟΓΚΣ; ΑΜΑ ΛΕΩ ΨΕΜΑΤΑ, ΝΑ ΠΑΘΩ ΑΛΤΣ+ΗΑΙΜΕΡ ΜΑΖΙ. ΜΗ ΜΕ ΚΟΙΤΑΣ ΕΤΣΙ. ΕΓΩ ΚΑΘΕ ΣΕΛΙΔΑ ΠΟΥ ΚΛΕΙΝΕΙ -ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΜΟΥ- ΤΗ ΒΙΩΝΩ ΣΑΝ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΘΑΝΑΤΟ: ΜΠΟΥΛΕΤΙΝΓΚ ΜΠΟΡΝΤΣ, ΦΟΡΟΥΜΣ, ΣΕΛΙΔΕΣ ΣΤΑ ΓΙΟΥΝΙΒΕΡΣΙΤΙ, ΣΤΗΝ ΟΤΕΝΕΤ, ΣΤΟΝ ΠΑΘΦΙΝΔΕΡ, ΣΤΑ ΒΛΟΓΙΑ… ΚΑΜΙΑ ΦΟΡΑ ΑΠΟΡΩ, ΠΟΥ ΠΗΓΑΝ ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ ΚΑΙ ΜΕ ΠΙΑΝΕΙ ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ. ΑΣΕ ΠΟΥ ΤΩΡΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΧΩ ΕΣΤΙΑΣΕΙ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΤΙΣ ΜΟΝΑΧΟΦΑΤΣΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙΣ ΑΦΟΡΗΤΑ.
ΞΕΡΕΙΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΣΕ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΩ, ΕΝΩ ΕΞΗΓΕΙΣ ΜΕ ΠΑΣΑ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΡΩΝΕΥΟΣΑΣΤΕ Η ΟΧΙ, ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΝΕΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΟΥΡΛΙΑΖΕΤΑΙ ΣΙΩΠΗΛΑ ΜΕ ΚΛΙΚ-ΚΛΙΚ ΣΤΟ ΚΛΑΒΙΕ ΣΑΣ; ΒΡΕ, ΦΤΥΣΤΕ ΤΑ ΜΠΟΥΤΙΑ ΣΑΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΛΕΓΕ ΚΑΙ Ο ΜΟΤΟΣΚΑΤΟ. ΑΧ ΒΡΕ ΚΑΗΜΕΝΟΥΛΙΚΟ ΠΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΝΑ ΜΟΥ ΚΡΥΦΤΕΙΣ. ΤΩΡΑ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΣΚΕΣ ΠΕΦΤΟΥΝ ΚΑΙ ΠΕΤΡΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΣΟΥ. ΑΛΛΑ ΕΣΥ ΜΗ ΣΚΑΣ, ΞΑΝΑΜΑΤΑΠΑΛΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ, ΠΑΛΙΑ ΜΟΥ ΤΕΧΝΗ ΚΟΣΚΙΝΟ, ΓΙΟΥΝΟΟΥ -ΠΟΥ ΛΕΝΕ ΚΙ ΟΙ ΜΠΕΜΠΗΔΕΣ!
«Μα όλα αυτά είναι απλά ένας μύθος. Γιατί τίποτα δεν μπόρεσε ποτέ να ξεκινήσει απ’ την αρχή. Ίσως έτσι να παρατείνει λίγο ακόμα την καθολική και ολοκληρωτική τελική του κατάρρευση.»
ΒΕΒΑΙΑ, Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟ, ΟΥΤΕ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ ΠΙΑ ΒΡΕ ΑΔΕΡΦΕ. ΕΜ, ΠΟΥ ΝΑ ΤΟΝ ΒΡΕΙΣ ΜΕ ΤΟΣΕΣ ΠΕΡΣΟΝΕΣ. ΟΛΗ ΤΟ ΓΡΕΚΟΙΝΤΕΡΝΕΤΙ ΒΛΕΦΑΡΙΑΖΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΖΕΙΣ, ΝΟΜΙΖΟΝΤΑΣ ΟΤΙ ΔΕ ΣΕ ΠΑΙΡΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΜΥΡοΔΙΑ. ΑΛΛΑ ΦΕΥ… ΒΛΕΠΕΙΣ, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΠΑΛΙΑ ΚΑΡΑΒΑΝΑ ΣΤΗΝ ΠΙΑΤΣΑ ΚΑΙ ΔΕ ΜΟΥ ΞΕΦΕΥΓΕΙ ΤΙΠΟΤΙΣ. ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ· ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΣΤΟΥΣ ΣΕΡΒΕΡΣ.
ΣΤΟ ΜΕΤΑΞΥ ΜΙ-ΧΑΛΑΚΙ ΜΟΥ, ΑΚΟΜΑ ΔΕ ΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΣ. ΕΧΕΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΕΒΡΑΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ, ΓΙΑ ΟΧΙ;
ΚΡΑΙΙΖΙ ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΙΘΡΟΦΙΛΑΚΙΑ,
Анонимный
ΠΣ. ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΜΑΝΟ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΚΡΗ ΤΕΡΕΖΑ. ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΤΟΝ ΒΛΕΠΩ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΖΕΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 2 ΑΡΑΔΕΣ. 😛
ΠΠΣ. ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ & ΟΙ Λ-ΕΞΕΙΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΔΥΝΑΜΗ, ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΣ ΓΡΟΘΟ, ΠΥΡΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΙΣ ΠΟΡΔΕΣ ΤΗΣ ΒΑΒΩΣ.
ΚΑΛΑ ΤΟΥ ΤΑ ΠΑΙΣ ΣΥΝΟΝΩΜΑΤΕ, ΠΟΛΟΙ ΑΕΡΑ ΑΙΧΟΥΝ ΠΑΡΟΙ ΑΥΤΙ ΣΤΑ ΒΛΟΓΙΑ. ΤΡΕΜΑΙΤΕ ΓΟΥΟΡΝΤΠΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΠΑΘΦΙΝΔΕΡΙΑ ΟΙ ΑΝΩΝΟΙΜΙ ΑΛΚΟΩΛΥΚΟΙ (το πιθανότερο) ΙΝΕ ΑΙΔΩ. ΕΒΡΕΟΙ ΚΕ ΣΙΟΝΕΙΣΤΕΣ ΘΑ ΤΑ ΚΑΝΑΙΤΕ ΠΑΝΟ ΣΑΣ. Η ΑΓΑΠΟΥΛΑ ΣΑΣ ΙΝΕ ΑΙΔΩ. ΣΑΣ ΑΓΑΠΑ ΚΕ ΤΟ ΞΑΙΡΕΤΕ. ΟΙ ΑΝΩΝΟΙΜΙ ΙΡΑΚΛΗΔΕΣ ΠΟΥΑΡΟΙ ΘΑ ΣΑΣ ΞΕΤΡΙΠΠΟΣΟΥΝ ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΠΑΤΕ. ΜΙΧΑΛΑΚΙ ΝΟΜΙΖΑΙΣ ΘΑ ΓΛΙΤΟΣΕΙΣ, ΑΜ ΔΕ! ΕΧΟΥΜΑΙ ΜΥΤΟΙ ΕΜΟΙΣ. ΦΙΛΕ ΑΝΩΝΟΙΜΕ ΠΡΕΠΟΙ ΝΑ ΤΕΛΙΟΝΟΥΜΑΙ ΜΕ ΤΙ ΣΑΠΗΛΑ ΤΟΥ ΙΝΤΕΡΝΕΤ. ΑΚΟΛΟΥΘΟΝΤΑΣ ΤΙΝ ΠΩΡΔΗ ΣΟΥ ΤΑΣΣΣΟΜΕ ΣΤΟ ΠΛΕΒΡΟ ΣΟΥ. ΕΣΗ ΜΠΑΤΜΑΝ ΕΓΟ ΡΟΜΠΙΝ, ΝΑ ΚΑΘΑΡΙΣΟΥΜΑΙ ΤΟΝ ΤΩΠΟ. Η ΛΕΞΗΣ ΜΑΣ ΑΠΟΚΤΟΥΝ ΑΙΠΙΤΕΛΟΥΣ ΔΗΝΑΜΗ. Η ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ ΣΟΙΝΑΝΤΑ ΤΙ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ, ΑΤΕΝΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΟΙΔΙΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤΙΚΟ ΟΡΙΖΟΝΤΑ. ΑΣ ΠΟΡΕΦΤΟΥΜΕ ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΕΝΟΝΟΝΤΑΣ ΤΟΙΣ ΧΟΥΦΤΕΣ ΜΑΣ ΑΣ ΧΤΟΙΠΗΣΟΥΜΕ ΣΑΝ ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΑ ΤΟ ΒΛΟΓΙΚΟ ΚΑΤΙΣΤΗΜΕΝΟ. ΣΥΝΤΡΩΦΟΙ ΑΙΠΙΤΕΛΟΥΣ ΜΙ ΚΡΙΒΕΣΤΕ ΕΝΟΘΙΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ. ΜΙΑ ΚΛΑΝΙΑ ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΔΕΝ ΙΝΕ ΑΡΚΑΙΤΗ. ΤΟΥΣ ΑΓΟΝΙΣΤΙΚΟΥΣ ΜΟΥ ΧΕΡΕΤΙΣΜΟΥΣ
Κύριε ανώνυμε, δεν σε ξέρω ούτε με ξέρεις -πίστεψέ με-. Αφού έχεις τόσες ντετεκτιβικές ικανότητες, θα έπρεπε να είχες βρει ποιος είμαι παρακολουθώντας το μπλογκ, άλλοι το έκαναν. Όχι πως είμαι κάνας διάσημος, αλλά σίγουρα δεν με λένε Μιχάλη. Αφού σε ενδιαφέρει τόσο η καταγωγή μου, ναι, η γιαγιά μου ήταν εβραία από το Βόλο. Αυτά, και ελπίζω να μην ξαναενοχλήσεις.
ΑΝ, λέω, ΑΝ υπονοείτε εμένα, κύριε Δύτα, σας πληροφορώ ότι το έκανα, πλην ανεπιτυχώς.
(A propos, είμαι κι εγώ κατά των κεφαλαίων. Ό,τι αληθινό λέγεται ψιθυριστά…)
αιντε αιντε ειστε ολοι για το πουτσο καβαλα μου φαινετε
Τρολάκια μου σας βαρέθηκα. (κουΐζ: ένας ειρωνεύεται…)
«Let Me TRoll It», Diver!! :p
Με 2.000.000 χρήστες και 50.000 ιστολόγια, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών ρωσοανώνυμος αποτελεί ελληνικό αστικό μύθο. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι διάφοροι καθ’έξιν ανώνυμοι με τη μέθοδο του link και του copy/paste οικειοποιούνται τις πληροφορίες από τα hateblogs που τα δημιουργούν δήθεν φίλοι και τα παρουσιάζουν μετά ως μια έργο ενός bigger than life ανώνυμου, thus the misunderstanding. Elementary, my dear Watson.
Τι να πω τώρα:
Ο Old Boy εδώ
και ο σοβαρός αριστερός λόγος εδώ
και εδώ
(αλλά τουλάχιστον υπάρχει και η επανόρθωση, εδώ)
Με τέτοιους διανοούμενους μπούφους πώς να μην τραβάει όσα τραβάει ο Συνασπισμός-ΣΥΡΙΖΑ;!
Τουλάχιστον αυτός ο Στέλιος Φωτεινόπουλος έγραψε μόνο δύο παραγράφους. Ο άλλος έγραψε ολόκληρο σεντόνι εμβρίθειας για να αποστομώσει τα αναποστόμωτα.
Μπράβο όμως στον Ολντ Μπόι! Έχει εμπεδώσει εξαιρετικά τον ισοπεδωτικό προπαγανδιστικό λόγο του φιλελευθερισμού και, νομίζω, έχει βρει τον ιδανικό τρόπο να τον ξεγυμνωνει. Απλώς συμπληρώνει τα αποσιωπητικά.
Τι έκανε όμως την Καθημερινή να τον πάρει στην παρέα της; Να συμπληρώνει τα αποσιωπητικά στον
Πάσχο Απο(μανδρα)βδέλα;
Ηλεφού, νομίζω στη συγκεκριμένη περίπτωση όπου Καθημερινή διάβαζε: Ξυδάκης. Έτσι φαντάζομαι τουλάχιστο.
[…] Γνώρισα διάφορους μπλόγκερ που αγαπώ και που φυσικά με απογοήτευσαν όλοι. Επειδή πρόσφατα είχα μια σχετική συζήτηση, […]