Βλέπω κάπου-κάπου στον πίνακα ελέγχου μου κόσμο να φτάνει εδώ γκουγκλίζοντας «Κορτάσαρ», συνήθως μάλιστα «Κορτάσαρ το κουτσό». Ελπίζω με όλη μου την καρδιά να βρίσκουν κάτι ενδιαφέρον, παρόλο που μέχρι τώρα, αν θυμάμαι καλά, το μόνο ίχνος από το Κουτσό στο μπλογκ είναι το όνομά του. Ωστόσο, με τρώει εδώ και καιρό κάτι να γράψω για τον Χούλιο Κορτάσαρ. Δεν μού’ρχεται τώρα στο μυαλό άλλος συγγραφέας, η αναφορά του οποίου να φέρνει μια τέτοια αύρα συνομωτικής κατανόησης· αναφέρεις το Κουτσό, και αίφνης, αν ο άλλος το έχει διαβάσει, υπάρχει κάτι σαν μυστική συμφωνία ότι, ναι, είμαι κι εγώ από κείνους. Μου συνέβη μέχρι και στην Τουρκία, πάνε χρόνια (παρεμπιπτόντως, στα τούρκικα λέγεται Seksek· άσχετο).
Το πρώτο του Κορτάσαρ που διάβασα πρέπει να ήταν ο Κυνηγός, ένα μεγάλο διήγημα για τον Τσάρλι Πάρκερ που είχα πάρει αντί αμοιβής όταν δούλευα στο βιβλιοπωλείο ενός φίλου μου, περιμένοντας τα αποτελέσματα των Πανελλαδικών· μου άρεσε, τότε, περισσότερο επειδή μου άρεσε η τζαζ παρά επειδή μ’άρεσε η γραφή του κειμένου. Μετά όμως έπεσαν στα χέρια μου τα διάφορα τομάκια με τα διηγήματα: το Οκτάεδρο, το Όλες οι φωτιές οι φωτιά. Αποφάσισα, εκείνη την εποχή, ότι τον προτιμούσα από τον Μπόρχες (τον οποίο μόλις είχα ανακαλύψει και χορτάσει, ξανά και ξανά). Και ύστερα διάβασα το Κουτσό, δανεικό, χωρίς εξώφυλλο, έμοιαζε με Βίβλο όπως το είχα δίπλα στο κρεβάτι. Και έτσι λειτούργησε: νομίζω πως το έχω μάθει πια σχεδόν απέξω· συν τοις άλλοις, εξαιτίας του άρχισα να ακούω Άλμπαν Μπεργκ και Σαίνμπεργκ. Μετά, τα Βραβεία, και διάφορα άλλα. Σχεδόν κατά τύχη μάλιστα, απέκτησα και ένα αντίτυπο του Μπρέντα Ρότσα, τόσο βίαια γλυκιά, βιβλίο για τη Νικαράγουα του οποίου η θλιβερή εκδοτική ιστορία στην Ελλάδα εξαφάνισε τα περισσότερα αντίτυπα σε πυρκαγιά.
Όσοι μιλούν για το Κουτσό, συνήθως εστιάζουν στην ανορθόδοξη δομή του βιβλίου που θυμίζει όντως ίντερνετ και, πώς το λένε, hypertext. Κεφάλαια που μπορούν να διαβαστούν με μία, δύο ή άπειρες σειρές, αν μη τι άλλο μετά την πρώτη φορά. Εμένα, αυτό μου έκανε τη λιγότερη εντύπωση· πιο πολύ, ο καταιγισμός ιδεών και αυτή η αίσθηση (την οποία από τότε προσπαθώ να μην ξεχνάω, όχι πάντα με αποτέλεσμα) ότι πρέπει να φτάνεις ένα συλλογισμό στα άκρα, πρέπει να δέχεσαι και να αναζητάς το απόλυτο, πρέπει να βγάζεις πάντα τη μάσκα και τη φλούδα των πραγμάτων. Επίσης, χάριν ειλικρίνειας, πρέπει να ομολογήσω ότι κατά καιρούς ένιωσα κάπως σαν -όχι τον Οράσιο, σαν τον Τράβελερ στο δεύτερο μέρος. Στην κλασική ερώτηση, «ποιο βιβλίο σε έχει επηρεάσει περισσότερο», νομίζω μπορώ να απαντήσω «Το Κουτσό» -και χωρίς αλαζονεία, μια και δύτης είμαι, όχι συγγραφέας. (Το λέω αυτό γιατί κάποιος, ο Φελίνι μου φαίνεται, είχε παρατηρήσει ότι η σωστή ερώτηση σε ένα συγγραφέα/σκηνοθέτη/… είναι «ποιος θα ήθελες να σε είχε επηρεάσει στο έργο σου» και όχι «ποιος σε επηρέασε»).
Και επίσης, ίσως έχετε παρατηρήσει ότι συχνά τα γεγονότα και τα αποσπάσματα που παραθέτω ή σχολιάζω εδώ, έχουν κάτι από το γούστο του Κορτάσαρ [θα ήθελες να πιστεύεις, Δύτη!], και πιο συγκεκριμένα, του Τράβελερ και πάλι. [Ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια του βιβλίου, για παράδειγμα, είναι το όραμα του Ζεφυρίνου (κεφ. 129, 133)].
Ε, δεν μ’αρέσει να μιλάω όμως τώρα για αγαπημένους συγγραφείς. Χρωστώ μια συγγνώμη σε όσους αναγνώστες δεν έχουν διαβάσει Κορτάσαρ, οπότε μάλλον δεν διαφωτίζονται και πολύ από τις αερολογίες μου. Αν με εμπιστεύεστε (και γιατί, όμως;), ψάξτε τον, και ίσως ανταμειφθήτε. Ζητώ κι εγώ όμως κάτι: Αν τύχει και με διαβάζει κάποιος που έχει την ισπανική έκδοση (Rayuela), ας μου πει τι γράφει το κεφάλαιο 69. Στην ελληνική μετάφραση, είναι ένα (υποτιθέμενο;) ρεπορτάζ ενός αβανγκάρντ περιοδικού που εφαρμόζει φωνητική ορθογραφία. Στη γαλλική (Marelle), μια παρόμοια «Μαθηματική εξήγηση για την ανυπαρξία της κόλασης» από ένα περιοδικό του 1877.
Και αφού ίσως κάποιος μου λύσει την απορία, σας χαρίζω ένα μικρό κομμάτι από τις Ιστορίες των Κρονόπιο και των Φάμα, ένα από τα πρώτα του βιβλία και εκείνο, όπως διαβάζω, που μπορεί να θεωρηθεί απαρχή του προσωπικού του στυλ (μετάφραση Ελένη Χαρατσή, Αθήνα: Ύψιλον, 1983, σελ. 14):
ΟΔΗΓΙΕΣ – ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΝΑ ΝΙΩΣΕΤΕ ΦΟΒΟ
Σ’ένα χωριό της Σκοτίας πουλάνε βιβλία που έχουν μία σελίδα λευκή σκορπισμένη σε κάποιο βιβλίο του τόμου. Αν κάποιος αναγνώστης ανοίξει το βιβλίο σ’αυτή τη σελίδα, όταν το ρολόι χτυπήσει τρεις το απόγευμα, πεθαίνει.
Στην πλατεία Κιρινάλ, στη Ρώμη, υπάρχει ένα σημείο, που γνώριζαν οι μυημένοι μέχρι τον 19ο αιώνα, απ’ όπου, στο φως της πανσέληνου, φαίνονταν πως κινούνταν ελαφρά τα αγάλματα των Διόσκουρων που παλεύουν με τα αφηνιασμένα τους άλογα.
Στο Αμάλφι, εκεί που τελειώνει η παραλία, υπάρχει μία προβλήτα που εισχωρεί στη θάλασσα και στη νύχτα. Λίγο πιο πέρα απ’το τελευταίο φανάρι, ακούγεται το γάβγισμα ενός σκύλου.
Ένας κύριος απλώνει την οδοντόπαστα στο βουρτσάκι του. Ξαφνικά, βλέπει, ξαπλωμένη ανάσκελα, μια μικροσκοπική μορφή γυναίκας, από κοράλλι ή ίσως από ψίχα βαμμένου ψωμιού.
http://www.imagebam.com/image/3686f442854390
απόgoogle books
Ε, Στάσυμπε, είσαι φοβερός. Οπότε η ελληνική μετάφραση είναι πιστότερη. Και όμως, τα γαλλικά προσφέρονται επίσης για φωνητική ορθογραφία -δεν πειράζει, γιατί και η γαλλική βερσιόν είναι απολαυστική, κάποιος αποδεικνύει με μεγάλη-μεγάλη λεπτομέρεια ότι το σύνολο των μη καθολικών (γιατί μόνον αυτοί θα σωθούν) μέχρι την συντέλεια του κόσμου δεν χωράει στην «κοιλάδα του Ιωσαφάτ» που έχει έκταση 60 εκατομύρια τετρ. μέτρα.
πιο ευκολο να το βρεις στο google απο το να το κατεβασεις απο τη βιβλιοθηκη σου!
διαβαζω στην εισαγωγη του Andrés Amoros :
προς το τελος του βιβλιου οι συνδεσεις πολλαπλασιαζονται. εναλλασονται ιστοριες του ψυχιατρειου με κειμενα καποιων που δεν ηταν επισημως τρελλοι. Ο μεταρρυθμιστης της ορθογραφιας Renovigo (69) που προαναγγελεται στο κεφαλαιο 49, τα γραμματα του Juan Cuevas σχετικα με την Παγκοσμια Κυριαρχια (89) και το σχεδιο του Ceferino Piriz σε συνεχειες (129, 133)
και αλλου:
εχω αναφερει ηδη την παραξενη φωνητικη ορθογραφια του Renovigo, διαβαζοντας τον τις ωρες που συναντιόνταν (tertulias) ο Tραβελερ και ο Ορασιο επεφταν στο πατωμα απο τα γελια (ειναι, για αλλη μια φορα ενας παραγοντας αποξενωσης απο το καθημερινο). Δε πρεπει να συγχεεται ομως παρολο που ειναι σχετικα κοντινη με την παρουσια περιττων Η(h) […] (βλ. κεφαλαιο 90 , οπου μου φαινεται οτι και η μεταφραση θα το αποδιδει καλυτερα)
ειναι προφανες οτι τα h χρησιμοποιούνται κυριως σε μεγαλες λεξεις, για να τις καθαρισουν απο τη ρητορικη κρουστα που καλύφθηκαν με τα χρονια ,το ιδιο εκαναν και καποιοι σουρρεαλιστες οπως ο Jacques Vaché (pohète)…
ετσι για να φτασουμε …την απαντηση στα ακρα
καλημερα
Tondouble, καλημέρα! Τώρα κάπως εξηγούνται (με τον Βασέ) οι μονόλογοι του Οράσιο ως Χοράσιο, ένα από τα σημεία που ποτέ δεν κατάλαβα εντελώς στο βιβλίο. Άλλος βγάζει τα περιττά h, άλλος τα προσθέτει εκεί που δεν υπάρχουν.
Κι εγώ με τον Κυνηγό ξεκίνησα.
Χάρη στον Κορτάσαρ -κι αργότερα τον Ρούλφο- αρχισα να συνειδητοποιώ ότι λατινοαμερικανική λογοτεχνία δεν είναι -για μένα, ευτυχώς- μόνο ο Μαρκες.
Ε ναι βρε παιδί μου, πέσαμε και σ’ εκείνη τη μανία με τον Μάρκες γύρω στα τέλη του ’80… Τον Ρούλφο δεν τον ξέρω, ποιος είναι; Από τους Αργεντίνους, εμένα μ’αρέσει επίσης ο Μπόρχες (φυσικά) και ο Σάμπατο, τώρα είδα ότι βγήκε στα ελληνικά ένα βιβλίο του Ρομπέρτο Αρλτ, που ο Κορτ. μοιάζει να τον είχε πολύ σε υπόληψη.
Μπόρχες δεν έχω διαβάσει, φοβάμαι 🙂
http://en.wikipedia.org/wiki/Juan_Rulfo
Σ’ ευχαριστώ πολύ Δύτη. Δεν είχα διαβάσει το Hopscotch 😉 αλλά μόλις το παράγγειλα από το betterworld.com
Ελπίζω να σ’αρέσει!
Και, σε παρακαλώ, θυμήσου όταν το τελειώσεις να μου πεις τι λέει το κεφ. 69 στην αγγλική μετάφραση… 🙂
Το πράμα έφτασε απ’ την Αμερική σήμερα το μεσημέρι. Για περισσότερα εδώ:
http://tinyurl.com/kp3v7n
Και να που πιάνομαι αδιάβαστος και πλήρης περιέργειας.
Αλέξανδρε, δεν θα σ’ απογοητεύσει ο Κορτάσαρ, πιστεύω.
Μια και βλέπω ότι υπάρχει ενδιαφέρον, ίσως είναι χρήσιμο να δώσω έναν κατάλογο των έργων του Κ. στα ελληνικά:
Οκτάεδρο, μετάφρ. Τάσος Δενέγρης, Ύψιλον 1983.
Η δεσποινίς Κόρα, μετάφρ. Ισμήνη Κανσή, Οδυσσέας 1982.
Τα μυστικά όπλα, μετ. Τάσος Δενέγρης, Απόπειρα 1990.
Διαδρομές, μετ. Μαρίνα Διάφα, Μάγια 1993.
Ο κυνηγός, μετ. Μάγια Μαρία Ρούσσου, Απόπειρα 1988.
Μπρέντα Ρότσα, τόσο βίαια γλυκιά,μετ. Νάνα Παπανικολάου και Δανάη Στρατηγοπούλου (ακριβώς!), Γνώσεις 1987.
Τελετές, μετ. Μαρίνα Διάφα, Μάγια 1992.
Το κουτσό,μετ. Κώστας Κουντούρης, Εξάντας.
Ιστορίες των Κρονόπιο και των Φάμα, μετ. Ελένη Χαρατσή, Ύψιλον 1983.
Το βιβλίο του Μανουέλ, μετ. Βασιλική Κνήτου, Κέδρος 2008.
Όλες οι φωτιές η φωτιά, μετ. Γ. Δ. Χουρμουζιάδης, Ύψιλον.
Τα βραβεία, μετ. Αγγελική Αλεξοπούλου, Καστανιώτης.
Αξολότλ και άλλα διηγήματα, μετ. Ισμήνη Κανσή, Πάπυρος.
Το τελευταίο, λίγο που το είδα, είναι η πιο ογκώδης επιλογή διηγημάτων μέχρι τώρα. Θα συνιστούσα πάντως, μια και δεν είναι ακόμα δυσεύρετα, τις τρεις συλλογές του Ύψιλον, και τα μυθιστορήματα (ιδίως το Κουτσό και τα Βραβεία, το βιβλίο του Μανουέλ όταν το είχα διαβάσει στα γαλλικά μου είχε φανεί λίγο πιο χαοτικό από ό,τι θα έπρεπε, αλλά γούστα είναι αυτά).
μηπως και λιγα διηγηματα του Κιρογα στη βιβλιοθηκη ? http://en.wikipedia.org/wiki/Horacio_Quiroga
Λοιπόν, Κιρόγα δεν έχω διαβάσει, θα τον ψάξω. Μ’άρεσε στο άρθρο της Βίκι η αναφορά στον καλό μου τον Κίπλινγκ.
[…] το “Κουτσό” του Κορτάσαρ, για το οποίο μιλούσα τις προάλλες, ένα άλλο βιβλίο που όταν το αναφέρεις σε κάποιον που […]
Sapere (εφτά σχόλια παραπάνω), ευχαριστώ! Οπότε καταλήγουμε ότι μόνον η γαλλική μετάφραση διαφέρει. Ίσως με τη σύμφωνη γνώμη του Κορτάσαρ, που ζούσε στο Παρίσι άλλωστε (αν και η έκδοση που έχω δεν αναφέρει τίποτε για συνεργασία του συγγραφέα με τους μεταφραστές). Ίσως να πρέπει να κάτσω να μεταφράσω το αντίστοιχο γαλλικό κεφάλαιο με την κόλαση, όχι απόψε πάντως!
Για τον Κορτάσαρ και το Παρίσι, τώρα θυμήθηκα, έχω κι αυτό:
Το Κουτσό με πήγε χρόνια πίσω…. τότε που το πρωτοδιάβασα στο ΠΑρίσι και που ψάχναμε κανα φίλο απ’την Αργεντινή να μας φέρει μάτε!
Και γράφω απλώς για να πώ ότι σε αυτό το βίβλίο (με με ρωτάτε σε ποιο σημείο, πάει πολύς καιρός), βρήκα τον καλύτερο ορισμό του αντικομφορμισμού: λέει λίγο πολύ ο αφηγητής ότι ποτέ δε θέλει να γίνει από αυτούς που ζουλάνε την οδοντόκρεμα από κάτω…
και με πιάνει τρόμος όταν συνειδητοποιώ πως όλο και πιο συχνά εγώ το κάνω!
Ωχ, το σημείο αυτό με είχε και μένα βάλει σε σκέψεις, γιατί την οδοντόπαστα πάντα από κάτω τη ζουλούσα… Τουλάχιστον όμως μπορώ να γράψω σε χαρτί χωρίς γραμμές! (έψαξα λίγο, αλλά δεν μπόρεσα να βρω την παραπομπή)
Κι εγώ λοιπόν κάθε φορά που ζουλάω την οδοντόκρεμα από κάτω έχω τύψεις και μπορώ να βεβαιώσω οτι έκοψα τελείως τα χαρτιά με γραμμές από τότε που διάβασα το Κουτσό και μετά. Εντελώς ηλίθια αντίδραση, φυσικά (αυτό μάλλον θα έλεγε και ο Κορτάσαρ).
Ματέ ήπια στη Χαβάη πρώτη φορά χάρη στους Αργεντίνους φίλους εκεί. Mια χαρά ρόφημα, αρκεί να συνηθίσεις την αφόρητη πικρίλα. Όπως ακριβώς και τα gauloises άφιλτρα που κάπνιζα κάποτε, εξαιτίας κυρίως του Χοράσιο Χολιβέιρα…
;Όντως λοιπόν, όποιος διαβάσει αυτό το βιβλίο το θυμάται λέξη προς λέξη…
des kai auto, dyth:
Ευχαριστώ! Κάπου διάβαζα ότι οι Γκόταν π. έπαιξαν με το Κουτσό, πρόσφατα (και καλωσήρθες!)
Συχνά είμαι βραδυφλεγής. Τώρα βοηθά και η αναφορά των αναρτήσεων. Έτσι διάβασα τα παραπάνω πολύ ενδιαφέροντα με ετεροχρονισμό και σταμάτησα για λίγο στο πρόβλημα της οδοντόπαστας. 😀
Ενώ λοιπόν κάποιοι προβληματίζονται με το «παράλογο» της πίεσης από την άκρη, αντίθετα ο Tom Lehrer «χρέωνε» τη φίλη του με το ότι πίεζε το σωληνάριο στη μέση. Διασκεδάστε!
Αλφρέδε, 😀
δεν άργησα να επανέλθω
σήμερα ενώ είχα πολλά άλλα που έπρεπε να κάνω αντ’ αυτού περιηγήθηκα στο Δύτης των Νιπτήρων. Δεν υπάρχει ουδεμία περίπτωση στην κέρκυρα να μην είμασταν φίλοι και αν δεν είμασταν αυτό είναι πολύ περίεργο. το κουτσό με επηρέασε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στην φάση που έπρεπε να αφήσω πίσω μου κάτι το οποίο ακόμα δεν είχα προσδιορίσει ακριβώς τι ήταν. τελικά όταν το προσδιόρισα δεν το άφησα πίσω μου γιατί πλέον δεν ήταν αναγκαίο. Ήταν μάλλον η αίσθηση της πρώτης νιότης. Το κουτσό δεν το τελείωσα ποτέ. Μου μένουν οι τελευταίες πέντε σελίδες εδώ και πέντε χρόνια, ενώ το υπόλοιπο βιβλίο το διάβασα σε ένα βράδυ. Ίσως γιατί περιμένω μερικές ακόμα ατάκες της Μάγα. Ίσως γιατί θύμωσα στερώντας σου αυτές τις ατάκες, όπως σε αναγκάζει το βιβλίο στην εξέλιξή του, μου έδωσε την εντύπωση ότι σε εξαναγκάζει σε μια μορφή του ανθρώπινου. Του διανοήσιμου ως τέτοιου. Σε αυτήν την μορφή το εξωτερικό όριο είναι η Μάγα. Το εξωτερικό όριο και γι’ αυτό το συγκροτητικό στοιχείο. και θύμωσα τόσο που ήταν το τελευταίο λογοτεχνικό βιβλίο που διάβασα έκτοτε και μέχρι το φετινό καλοκαίρι. Και βεβαίως για να ξαναρχίσω σίγουρα μη τραυματικά ξαναδιάβασα Μπόρχες. Ότι πιο άφυλο έχει να καταδείξει η λογοτεχνία, ιδιοφυές, όμορφο και με κάποιον τρόπο επεξηγηματικό. Ένα διαρκές σχόλιο. Μια αναδίπλωση της ομοιότητας στο απώτατό της όριο.
Χμμ… Ήξερα ένα είδος Μάγα, κάποτε· ήξερα ένα είδος Οράσιο· ίσως υπήρξα και ένα είδος Τράβελερ· για την Ταλίτα δεν θα μιλήσω εδώ.
Γεια σου Υπατία, ξέχασα να σε καλωσορίσω πριν!
[…] Κουτσό του Κορτάσαρ, παρόμοια είναι η σκέψη του αγαπημένου […]
Επανέρχομαι, στον Χουάν Ρούλφο, σε περίπτωση που στο μεταξύ δεν τον διάβασες. Κατά τη γνώμη ένα από τα ωραιότερα βιβλία της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας: ΅Πέδρο Πέραμο΅, εκδ. Πατάκης, μτφ. Ε.Γιαννοπούλου. Είναι συγκλονιστικό!
Το μόνο μυθιστόρημα που έγραψε. Επίσης και λίγα διηγήματα (εκδ. Κέδρος- εξαντλ.). Για πολλούς θεωρείται η απαρχή του μαγικού ρεαλισμού
Θα το ψάξω, ευχαριστώ! (για την ώρα έχω [ξανα]κολλήσει στον Τσάντλερ…)
Κι όμως εγώ που διάβασα το Κουτσό τρεις τέσσερις φορές μόλις κυκλοφόρησε, που είχα πάθει την πλάκα μου και το διαφήμιζα σε κάθε ευκαιρία, δεν θυμάμαι τίποτα απ’ το κείμενο, και μου έχει μείνει μόνο «η αίσθηση» -έκφραση που πάντα αντιπαθούσα κι έφτασα να τη χρησιμοποιώ (γεράματα). Το διάβασα μετά απ’ τον Σάμπατο, όντας σε πλήρη έξαρση τζαζοφιλίας και καπνίζοντας γκωλουάζ άφιλτρα όταν δεν έβρισκα ζιτάν, οπότε είρθε κι έκατσε. Πήρα βέβαια μετά και τον Κυνηγό αλλά είχα ήδη κάνει τη θητεία μου στον Τσάρλι Πάρκερ με τον Κέρουακ. Τότε άκουγα Κολτρέιν. Αναμνησιολογώ ε; Φτού!
Εγώ αντίθετα, Πάρκερ άρχισα να ακούω μετά τον Κυνηγό, όταν τον διάβασα ήμουν ακόμα στην εποχή του σουΐνγκ.
Dizzy Gillespie and Stan Getz
Αγαπημένε Δύτη, η Διάνοιξη σήραγγας ήταν η πύλη στο ιστολόγιό σου, σήμερα, μπήκα σ’ αυτό το νήμα απ’ το φόβο (μέρος Β΄)
κι ήρθα να κολυμπήσουμε παρέα στο Μπουένος Άιρες, πρωτεύουσα του φόβου, απ τη Rayuela
“Buenos Aires, capital del miedo” (página 444, capítulo 75)
πάντα με τον Χούλιο καραβοκύρη
«El Che ha muerto y sólo me resta el silencio…»
στο Ρέθεμνο και στο Παρίσι
Julio se pasea por el Pont des Arts
Fernando Gaspar
κι αν δεν έχεις μάθει ακόμα Ισπανικά
με ρυθμούς για κάθε κεφάλαιο της Rayuela
Sonidos de Rayuela. ÍNDICE COMPLETO
το πρωτοδιάβασα στα 26, κυριολεκτικά στη κόκκινη γραμμή με μια πέτρα ασήκωτη μπροστά που’ ταν αδύνατο να μετακινηθεί στο επόμενο τετραγωνάκι, πόσο μάλλον να φτάσει στον ουρανό
πήγα ωτοστοπ Παρίσι κι έκανα όλες τις διαδρομές του βιβλίου … «Bebé Rocamadour, bebé, mon bebé. Rocamadour»…
Jazz en Rayuela (I)
THELONIOUS MONK – Blue Monk
El argentino que se hizo querer de todos
Por Gabriel García Márquez
Por eso queremos tanto a Julio
Por Juan Rulfo
Εμένα μ’ εκφράζει το κεφάλαιο 74, θα μπορούσα μέρες να μιλάω γι αυτό
ακόμα και το ψευδόνυμο μου απ τον Κορτάσαρ το έχω πάρει
Το είχα καταλάβει ότι καταρχήν είσαι κρονόπιο και όχι χρονοποιούσα 🙂
Συγνώμη, δεν αντέγραψα σωστά το link
Dizzy Gillespie and Stan Getz
μα gia ton Cortázar κρονόπιο είναι χρονοποιός
γιατί της γης οι κολασμένοι γράφουν ιστορία
αλλά, μου ‘τανε πολύ βαρύ το χρονοποιούσα
και παρεξηγήσιμο
σοβαρά, μ’ εκφράζει το κεφάλαιο 74
Μάγα δεν ήμουνα ποτέ, ή τουλάχιστον δεν ένιωθα, Ταλίτα, ούτε με σφαίρες
ενεργητική αναγνώστρια ποτέ lector hembra
αν και πολύ hembra, ή τουλάχιστον έτσι αισθάνομαι
Πρόσφατα πληροφορήθηκα κι αυτό, και είπα να το καταθέσω εδώ.
Ναι, τι ωραίο.
Το βιβλίο πρέπει να είναι ωραίο, ναι. Είδες όμως το σχόλιο από κάτω;
Συμφωνώ και επαυξάνω για τον Ρούλφο, που λέει παραπάνω ο ναυτίλος. Κυκλοφορούν και τα διηγήματά του, σε δεύτερη έκδοση, νομίζω από εκδ. Πατάκη.
Επίσης από Λατινοαμερικάνους να προτείνω τον Μπολάνιο, αν και θα τον γνωρίζουν ήδη οι θαμώνες εδώ φαντάζομαι.
Το είδα.
Για τον Μπολάνιο είμαι λίγο αμφίθυμος, τη μια λέω πως μ’ άρεσε, την άλλη πως έτσι κι έτσι, δεν ξέρω γιατί.
καλησπέρα. Θέλω να διαβάσω για το βιβλίο «Μπρέντα Ρότσα, τόσο βίαια γλυκιά». Τι εννοεις «…η θλιβερή εκδοτική ιστορία στην Ελλάδα εξαφάνισε τα περισσότερα αντίτυπα σε πυρκαγιά»; Εψαξα αλλα δεν βρήκα και πολλά για το βιβλίο. Εχεις κάποιο λινκ να με παραπέμψεις; ευχαριστώ
Καλησπέρα! Δυστυχώς δεν ξέρω πολύ περισσότερα. Όταν είχα βρει το βιβλίο, σε ένα βιβλιοπωλείο στη Θεσσαλονίκη, η πωλήτρια αποδείχτηκε κι αυτή θαυμάστρια του Κορτάσαρ. Εξεπλάγη που το είχα εντοπίσει, ξεχασμένο τελευταίο αντίτυπο στα ράφια, και μου εξήγησε ότι ο εκδοτικός οίκος (Γνώσεις) είχε καταστραφεί σε πυρκαγιά, μαζί με τα περισσότερα αντίτυπα, οπότε το βιβλίο (μια συλλογή στρατευμένων ρεπορτάζ για τη Νικαράγουα των Σαντινίστας) ήταν σχεδόν εξαρχής εξαντλημένο, και πάντα δυσεύρετο.
Για όσους ενδιαφέρονται για το Μπρέντα Ρότσα: στα δύο τελευταία παζάρια βιβλίου στην πλατεία Κοτζιά, το βιβλίο αυτό υπήρχε σε αφθονία (20-25 αντίτυπα), τόσο που δεν άντεξα και το αγόρασα ξανά, αφού το αντίτυπο που είχα ήταν αρκετά ταλαιπωρημένο (καταραμένο Μοναστηράκι). Σκεπτόμενος ότι σε αυτά τα παζάρια το μόνο που αλλάζει (τις περισσότερες φορές) είναι οι ημερομηνίες και η διάταξη της τέντας στην πλατεία, υποθέτω ότι στο επόμενο που θα γίνει, θα υπάρχει ξανά η ίδια στοίβα. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο στο οποίο διαφαίνεται το μέγεθος του ανθρώπου αυτού. Δεν είναι Κουτσό, ούτε Φωτιές, αλλά είναι σίγουρα απαραίτητο ανάγνωσμα για όλους τους Κορτασαρικούς. Μάτια και αυτιά ανοιχτά λοιπόν για το επόμενο παζάρι!
(αν κάποιος μπορεί να μου δώσει μια παρόμοια πληροφορία ως προς το πού θα μπορούσα να βρω τις διαδρομές, τα μυστικά όπλα και τη δεσποινίδα κόρα, θα είμαι ευγνώμων)
(επίσης, διαβάζοντας τις 2-3 αναφορές που έγιναν στον Μπόρχες, και κάποια σύγκρισης που έγινε μεταξύ των δύο συγγραφέων, και έχοντας διαβάσει πριν από μια εβδομάδα τις Μυθοπλασίες για δεύτερη φορά, θέλω να πω το εξής: ο Κορτάσαρ ήταν ένας άνθρωπος του οποίου τα γραπτά μαρτυρούν ότι έζησε, ενώ ο Μπόρχες υπήρξε ένας άνθρωπος που απλώς διάβασε πολύ.)
Α, τι καλά! Οπότε σπεύσατε, όσοι το ψάχνετε.
Όσο για το πού θα μπορούσες να βρεις, αγαπητέ Κωστή, τις Διαδρομές, τα Μυστικά όπλα και την Κόρα: χμ… στη βιβλιοθήκη μου. Δυστυχώς δεν έχω να πω κάτι παραπάνω. 🙂