Έχετε αναρωτηθεί ποτέ από πού βγαίνει η λέξη ρεφενές; Ξέρω, τρέχετε στον Μπαμπινιώτη, ο οποίος όμως -σας προλαβαίνω- αρκείται σε ένα σκοτεινό «από το τουρκ. refene«. Μόνο που τέτοια λέξη δεν θα βρείτε σε τούρκικο λεξικό. Πιο έξυπνο το λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη γράφει: τουρκ. (διαλεκτ.) refene -ς (< herifane, από τα περσ.). Εξακολουθώ να μη βρίσκω το refene στα λεξικά μου, βρίσκω όμως βέβαια το herifane και μάλιστα με τη συχνότερη, όπως φαίνεται, μορφή arifane. Είναι αξιοπερίεργο ότι η λέξη δεν μοιάζει να επέζησε στα τούρκικα, αντίθετα με τα ελληνικά. Η ετυμολογία της πρώτης μορφής είναι εύκολη: herif είναι ο ερίφης, το άτομο, και η κατάληξη –âne δηλώνει, ας πούμε, τροπικό επίρρημα: κατ’ άτομο, λοιπόν, είναι μια κατά λέξη μετάφραση του περσικού. Πόθεν όμως το arifane (το οποίο, σημειωτέον, καταγράφεται και στο σπουδαίο ιστορικό-ετυμολογικό του Tietze);
عارفانه είναι η οθωμανική μορφή, και κατά λέξη σημαίνει «κατά τον τρόπο των ειδικών, των σοφών». Η λέξη μοιάζει να εμφανίστηκε στα τέλη του 16ου αιώνα, διότι μια από τις πρώτες (ίσως η πρώτη) γνωστές εμφανίσεις της είναι σε ένα καταπληκτικό έργο του σπουδαίου λόγιου Μουσταφά Άλη, από την Καλλίπολη. Πρόκειται για ένα, ας πούμε, εγχειρίδιο καλής συμπεριφοράς, κάτι σαν τη βαρόνη Σταφ-ογλού της εποχής δηλαδή, με πλήρη τίτλο «Τα τραπέζια των μεζέδων: σχετικά με τους κανόνες των συναναστροφών», γραμμένο το 1599 ή το 1600, λίγο πριν πεθάνει ο πολυπράγμων συγγραφέας του. Διαβάζουμε λοιπόν στο πεντηκοστό τρίτο κεφάλαιο (M. Şeker ed., Gelibolulu Mustafa ‘Âlî ve Mevâ’idü’n-nefâis fî-kavâ’idi’l-mecâlis, Άγκυρα 1997, σ. 347· D. S. Brookes, The Ottoman Gentleman of the Sixteenth Century, Χάρβαρντ 2003 [Sources of Oriental Languages and Literatures 59], σ. 111) τα εξής ωραία:
Στις συναναστροφές που γίνονται με ρεφενέ (‘ârifâne olan sohbetlerde), δηλαδή στις συναθροίσεις όπου κάποια άτομα μαζεύονται σ’ ένα μέρος και ο καθένας βάζει κάποια χρήματα, είναι ανάρμοστο και ταιριαστό με τις χυδαίες τάξεις των ανθρώπων να λέγεται «Μίλα όσο αξίζει ο παράς σου!» Όσοι ξέρουν την αξία των άλλων δεν το δέχονται, δεν λένε τέτοια πράγματα. Διότι όποιος αξίζει σεβασμό είναι παντού άξιος να ακουστεί ο λόγος του και να έχει την τιμητική θέση. Όποιος λέει ότι ο σεβασμός προς κάποιον εξαρτάται από το χρήμα που διαθέτει, σφάλλει.
Ότι η λέξη ήταν καινούρια φαίνεται από το γεγονός ότι ο Άλη νιώθει την ανάγκη να εξηγήσει τι σημαίνει. Ακολουθεί ένα ποίημα, στο οποίο μοιάζει να κάνει λογοπαίγνιο με την ερμηνεία arifane = σοφά (ο ρεφενές δεν κάνει ίσους μεταξύ τους τους γνώστες / οι γνώστες ξέρουν πως αυτό είναι αλήθεια κλπ) -είναι λοιπόν παραπάνω από πιθανό, φαντάζομαι, η μορφή arifane (και η αντίστοιχη ορθογραφία, που αλλιώς δεν εξηγείται) να προέρχεται από ηθελημένη ή αθέλητη παρετυμολόγηση της λέξης. Κάθε ερίφης δεν είναι και γνώστης· σε δύσκολους καιρούς, όπως ήταν το τέλος του 16ου αιώνα για τους Οθωμανούς, όποιος ξέρει κάνει ρεφενέ. Μπορεί και ο χορτάτος βέβαια, που λέει και το άσμα, ακόμα καλύτερα όμως όποιος δυσκολεύεται, βρίσκω. Διότι σ’ αυτό όσο νάναι ο γκρινιάρης και κάπως ψηλομύτης Μουσταφά Άλη ένα δίκιο τόχε.
Υπάρχει, απ’ την άλλη, και το παράδειγμα του Νασρεντίν Χότζα, που όταν ο καθένας της παρέας έλεγε τι θα φέρει στον ρεφενέ αυτός δεν μιλούσε, γιατί θα συνεισέφερε, λέει, την όρεξη. Ύστερα θα έλεγε, φαντάζομαι: μαζί τα φάγαμε.
Ωραίο και επίκαιρο το ετυμολογικό, Δύτα. Μας έλειψες, το ξέρεις;
βέβαια χρησιμότατο (η σχέση τού ρεφενέ με τον ερίφη μέ τσάκισε) και απολαυστικότατο (τώρα ξέρουμε και ετυμολογικώς τι κάνουμε όταν τρώμε ρεφενέ Δύτη), αλλά γιατί μάς αποπαίρνεις έτσι; 😀 εγώ τουλάχιστον δεν τρέχω στον μπαμπινιώτη για κανέναν και για τίποτα 👿
Σπεύδω να προσυπογράψω το προηγούμενο, Κ1 σχόλιο.
(Με πέτυχες να ψάχνω για τη λέξη «τσίπα»)
Έχω μεγάλη όρεξη. Ξέρεις κανα … ρεφενεδάκι;
Στη δεκαετία του ’60 ήσαν πολύ της μόδας τα μαθητικά πάρτυ του Σαββατόβραδου (όχι του … Παρασκευοσάββατου … τότε είχαμε σχολείο και τα Σάββατα) . Τα πάρτυ γινόντουσαν … ρεφενέ . Άλλοι έφερναν, κόκκινο βερμούτ , άλλοι σοκολατάκια μαργαρίτες bitter και μη-bitter , άλλοι φυστίκια , κάποιοι … τολμηροί και «έχοντες» λίιιιγο κονιάκ , άλλοι 45άρια βινύλια , άλλοι φορητό πικ-απ (το … νοικιάζαμε από τους μεγαλύτερους … πάντα ρεφενέ το ενοίκιο) . Εγώ , έβαζα το … σπουδαιότερο (γι αυτό και είχα ανακηρυχθεί ομόφωνα , ως η «βασίλισσα» των πάρτυ … Έβαζα το … σπίτι (όπου θα γινόταν το πάρτυ) … Κι αυτό , γιατί οι γονείς μου ήσαν άνετοι και δεν μας κυνηγούσαν για όλα τα … παρελκόμενα (τσιγάρα , ποτά , φλερτ , σβυσμένα φώτα , ξενύχτι μέχρι ΚΑΙ τα μεσάνυχτα) η δε μάνα μου δεν πάθαινε υστερία με την καθαριότητα (μου λασπώσατε το χαλί , πατήσατε τα φυστίκια , ανακτέψατε τα έπιπλα κλπ) ούτε ήταν ιδιαίτερα … «τιτίζα» γενικά με το νοικοκυριό … Πάνω απ’ όλα την έννοιαζε να είμαι … ευτυχισμένη .
Αυτό το … «τιτίζα» , να το κοιτάξουμε ετοιμολογικά … Δεν ξέρω από που βγαίνει .
Καλωσήρθατε, παιδιά, στον ρεφενέ μας 🙂
(Χάρη, εγώ πάντως τρέχω στον Μπαμπινιώτη όταν τον έχω πρόχειρο, κι ας μην τον πολυεμπιστεύομαι – Σίλια, και το «τιτίζα» τούρκικο φαίνεται να είναι (σκληρός, ανάλγητος αλλά και σχολαστικός) και μάλιστα παμπάλαιο, από παλαιοτουρκική ρίζα που σημαίνει λέει κάτι σαν «όρθιος, κάθετος, απότομος)
Τσοκ γκιουζέλ Δύτη! (καλά το ‘πα; )
Και μας έλειψες όντως. Και από δω και απ’ αλλού…
(προσυπογράφω και το σχόλιο της Χάρης για τον Μπάμπη)
Άργησες αλλά μας αποζημίωσες. Μπράβο, δύτη.
Να σκεφτείς οτι τον ερίφη, που τον χρησιμοποιούσε πολύ ένας θειος μου, τον παρετυμολογούσα απ’ το …ερίφιο. Πού να πάει το μυαλό στο ρεφενέ.
Οι ΑΗΠ τα δείπνα με ρεφενέ τα έλεγαν εράνους.
Καλημέρα!
Εννοείτε άργησα να βάλω οθωμανικό ε; Γιατί πριν δέκα μέρες είχα βάλει άλλο ποστ. Τα οθωμανικά θέλουν 90% εργασία, 10% έμπνευση που έλεγε κι ο Έντισον, γιαυτό αργούνε. 🙂
Μαρία, ο ρεφενές βγαίνει απ’ τον ερίφη στα περσικά, όχι το ανάποδο (ή εγώ δεν κατάλαβα τι κατάλαβες).
Μόλις θυμήθηκα ότι ξέχασα χτες να βάλω τον υπέρτιτλο που είχα σκεφτεί για το ποστ:
à la manière de Ν.Σ.
Ε, δεν είναι;
Είναι, είναι!
Είσαι τέλειος (σου το ΄παν κι άλλες, ε; τυχερέ!)
Δύτη, πολύ καλό!
Ως προς τον Μπαμπινιώτη, πράγματι στο μεγάλο λεξικό του έχει απλώς το refene ως ετυμολογία, αλλά στο νεότερο Ετυμολογικό λεξικό του παραθέτει την ετυμολογία του ΛΚΝ.
Στον Ρεντχάουζ βρήκα ότι το herif σημαίνει μεν άτομο, αλλά έχει απαξιωτική χροιά ήδη στα τούρκικα -fellow, always derogatory, λέει. Οπότε η σημερινή μειωτική χροιά που έχει στα ελληνικά δεν οφείλεται μόνο στη δείνωση των δανείων, προϋπήρχε.
Βλέπω στον Νισανιάν ότι στα αραβικά herif σημαίνει «τεχνίτης, μέλος συντεχνίας, σύντροφος/συνάδελφος». Πρώτες εμφανίσεις στα τουρκικά: 11ος και 14ος αιώνας με τη σημασία «συνάδελφος», 15ος αιώνας με την απαξιωτική σημασία (σε μετάφραση από τα περσικά). Αν όντως το 16ο αιώνα είχε μειωτική σημασία, υπήρχε λόγος που τον ρεφενέ τον παρετυμολόγησαν ως ‘ârifâne, λοιπόν. Το απόγευμα θα κοιτάξω στο περσικό λεξικό μου του Steingass για τα περαιτέρω. 🙂
Και, τέλος, συμπληρώνω από το λεξικό του Ι. Χλωρού (1899):
αριφανέ, κ. ηρφανέ ή ρεφενέ, αντί χεριφανέ βλ.
Π. χαριφανέ, κ. αριφανέ [ρεφενέ] επθ. διασκέδασις, ευωχία γινομένη δι’ αναλόγου κοινού εράνου των διασκεδαζόντων και ευωχουμένων· επρ. δι’ αναλόγου κοινου εράνου [διασκέδασις, ευωχία]
Α. χαρίφ, κ. χερίφ, ον. ομότεχνος, συνάδελφος· άνθρωπος, άτομον [περιφρονητικώς αντί τυχαίος, ευτελής, άθλιος]: بره حریف کندیکه کل σύνελθε ω ‘γαθέ! [μπιρέ χερίφ]
Βρε τον ερίφη, έτσι το άκουγα, με τη σημασία του Χλωρού τη μειωτική.
Ενδιαφέρουσα η εξέλιξη της σημασίας. Αν ήμουν δηλαδή οθωμανολόγα, θα μπορούσα να σε προσφωνώ ερίφη.
Τη συσχέτιση με το ρεφενέ δεν είχα υποψιαστεί, δύτη.
Ωραίος, Δύτη!
Σύνελθε ωγαθέ, μπιρέ ερίφη! Πολύ ωραίο!
ευτυχώς που υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που ψάχνουν τις λέξεις… Πολύ ωραίο και συγκροτημένο άρθρο!
Ρογήρε, kuxumuxu (καλωσήρθες!), ευχαριστώ!
Νίκο, και γω εντυπωσιάστηκα από τον Χλωρό!
Αυτός ο Μουσταφά Αλή πολύ μου άρεσε, που μας δίνει για το ρεφενέ την καλή σημασία του κοινού. Που απαλλάσσει, δηλαδή, τη συμμετοχή στο ρεφενέ από τη λογική της μετρήσιμης αναλογικής αξίας.
Τα κοινά, με το ρεφενέ, ρεφάρουν!
Α, τι απολαυστικό! Άφεριμ, Δύτη!
Θλίβομαι, θλίβομαι βαθύτατα. Τόσα σχόλια και ουδεμία αναφορά στον τρισμέγιστο Στιβ Ρεφενέ;
http://en.wikipedia.org/wiki/Steve_Refenes
Δεν είχα ιδέα για τον ρεφενέ, Δύτη! Πολύ ενδιαφέρουσα η ετυμολογία του.
To titiz αλήθεια δεν το είχες ξανακούσει; Αλλά βέβαια, εσύ ως οθωμανιστής δεν θα έλεγες π.χ. «titiz bir çalışma», αλλά «mevzu itina ile tetkik edilmiş» ή κάτι τέτοιο :)) Το titiz χρησιμοποιείται πολύ και σημαίνει «σχολαστικός», ακριβώς με τον τρόπο που χρησιμοποιεί η silia το «τιτίζα», το οποίο έχω ακούσει κι εγώ να χρησιμοποιείται στη Βόρεια Ελλάδα (τιτίζης νομίζω στο αρσενικό).
Ο Γιάννης Μέγας γεννήθηκε το 1945 στη Θεσσαλονίκη, όπου μεγάλωσε και σπούδασε πολιτικός μηχανικός. Εργάστηκε ως μηχανικός στην Αγγλία, τη Νιγηρία και την Αθήνα και το 2000 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη. Εδώ και 30 χρόνια συλλέγει υλικό με θέμα τη Θεσσαλονίκη για την περίοδο 1850-1950, που αποτελείται από οτιδήποτε έχει ως βάση το χαρτί, δηλαδή καρτ-ποστάλ, φωτογραφίες, γκραβούρες, βιβλία, περιοδικά, χάρτες, μετοχές, διαφημιστικά έντυπα, προγράμματα θεάτρου και κινηματογράφου, επιστολόχαρτα κ.ά. Έχει συγγράψει ένδεκα βιβλία με θέματα πάντοτε σε σχέση με την ιστορία της Θεσσαλονίκης, χρησιμοποιώντας εικονογράφηση από το υλικό της συλλογής
του.
Βιβλιογραφία
Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης 1912- 1913 Εκατό χρόνια από την επίσκεψη του σουλτάνου Mehmet Resat στη Θεσσαλονίκη (1911-2011)
Οι βαρκάρηδες της Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη 1896. Η χρονιά των Ολυμπιακών αγώνων
Η Επανάσταση των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη Η Θεσσαλονίκη μέσα από το φακό του Γιώργου Λυκίδη
Μετοχές και ομόλογα Μακεδονία Θεσσαλονίκη 1870-1940 Οι βαρκάρηδες της Θεσσαλονίκης
Ενθύμιον από τη ζωή της εβραϊκής κοινότητας Die ballade von der Arta-Brucke. Eine Vergleichende Untersuchung
τσόκ μερσί
καλημέρα
Καλησπερίζω παιδιά. Ντρέπουμαι για τον Στιβ Ρεφενέ και την απουσία του, ομολογώ ότι εκ των υστέρων μου ήταν κάπως οικείο το titiz, ενδιαφέρον το βιογραφικό του κυρίου Μέγα αλλά η σχέση του με τον ρεφενέ μου διαφεύγει 🙂
Στο Dictionnaire Turc-Français (Tόμος Β, σελ. 22) του Α.C. Barbier de Meynard (Παρίσι 1886) βρίσκω [στο Διαδίκτυο] το εξής λήμμα:
«رفنه rèfènè (corrupt. de l’ar. pers. عارفانه’arifanè) écot; quote-part à payer; cotisation. —جى رفنه rèfènèdji, cotisé; souscripteur. — La prononciation encore plus vulgaire est ferfènè.»
Βοηθάει;
رفنه جى (διόρθωση του:) rèfènèdji .
Ωραία! κι αυτός παρετυμολογεί από το ‘arifane, λοιπόν.
Kι επειδή γνωρίζω αραβικά, που είχα τη χαρά να μάθω με μια εκπάγλου καλλονής Σύρια, χριστιανή και γνώστη αρχαίων ελληνικών, το herif προέρχεται κατά τα λεγόμενά της από το αρχαίο έριφος. Όπως και μύριες άλλες λέξεις από το τεφτέρι (διφθέρα), μπαρούτ (πυρίτιδα), κλπ.
Δεν ξέρω αν ο ερίφης-ρεφενές έχει να κάνει με τον διαχωρισμό ανθρώπων σε αμνούς και ερίφια, αλλά γνωρίζω την ευρείας έκτασης επίδραση που είχε η εν γένει ορθόδοξη πνευματικότητα στην δημιουργία του σουφισμού ως αντίστοιχης μουσουλμανικής στάσης ζωής, απ’ότι μου έχουν παραδεχτεί σούφιζ (όχι ο Γκάντζασούφι ο ίδιος όμως) που επίσης έτυχε να γνωρίσω σε αυτή τη μεγάάλη χώρα που ζω εγώ και κάθε καρυδιάς καρύδι.
Δεν ξέρω αν βοήθησα. Όχι, δε με λένε Άδωνι.
Iva, καλώς ήρθες καταρχάς (και Βασίλη Ορφανέ, που ξέχασα να σε καλοσωρίσω χτες!).
Εγώ αραβικά δυστυχώς δεν ξέρω. Οπότε ανατρέχω στα λεξικά μου:
α) A. Tietze (επιμ.), Tarihi ve Etimolojik Türkiye Türkçesi Lugatı – Sprachgeschichtliches und etymologisches Wörterbuch des Türkei-Türkischen, τ. 2, Βιέννη 2009: herif «συνάδελφος στη δουλειά, σύντροφος στο τραπέζι ή στο ποτό, άνθρωπος· (σημερινή σημασία) άνθρωπος (υποτιμ.)». Από το αραβ. harîf (ίδια σημασία)
β) Nisanyan: herif από το αραβ. harîf «τεχνίτης, μέλος συντεχνίας, συνάδελφος, σύντροφος, βλ. harf». Και μετά γράφει ότι η σχέση του αραβικού με την αραβική ρίζα #hrf δεν είναι σαφής -ίσως η αρχική σημασία να ήταν «κατασκευαστής μαχαιριών και σπαθιών» ή «σιδεράς». Διότι (πάω στο λήμμα harf) μια σημασία του αραβ. harf είναι λέει «αιχμή» (σχετίζεται ίσως με τη λέξη #χrb που σημαίνει «σπαθί, εργαλείο κοπής» -αλλά αδύνατο να βρω ποιας γλώσσας λέξη, η συντομογραφία Sam δεν εξηγείται πουθενά…). [παρεμπιπτόντως, η άλλη σημασία «γράμμα» ίσως σχετίζεται λέει με το ότι έκοβαν/σκάλιζαν τη σφηνοειδή γραφή]
γ) Hans Wehr, A Dictionary of Modern Written Arabic, 4η έκδ., Βισμπάντεν 1979. Ρηματική ρίζα #hrf σημαίνει μεταξύ άλλων «to slant, incline, make oblique». Ουσιαστικό harf: «(cutting) edge (of a knife, of a sword); sharp edge; border, edge; letter». hirfa occupation; trade; handicraft. harif customer, patron, client (Tunisian, moroccan).
Διαφωτιστήκαμε; Όχι ιδιαίτερα. Μόνον η εικασία του Νισανιάν, ότι η αρχική σημασία ήταν μαχαιροποιός και μετά έγινε «τεχνίτης» και μετά «συνάδελφος» και μετά «σύντροφος» και μετά «άνθρωπος». Αλλά ναι, δεν μπορώ (με όσα ξέρω) να αποκλείσω την επιρροή του εριφίου… Και ναι, ο σουφισμός επηρεάστηκε από τον ορθόδοξο μυστικισμό, και από τον νεοπλατωνισμό επίσης, αλλά και αντίστροφα: ο Γρηγόριος Παλαμάς πρέπει να είχε υπόψη του το ζικρ όταν ομφαλοσκοπούσε. Είχε περάσει και κάποιον καιρό αιχμάλωτος των Τούρκων, όπου και είχε διάφορες θεολογικές συζητήσεις, αλλά αυτό στο τέλος της ζωής του.
Το sam δεν είναι συντομογραφία για το σημιτικό;
Εγώ, Δύτη, δε θα σε μαλώσω, (γιαυτό και στα γράφω εδώ, αυτοί που σε μαλώνουν αποκάτω).
Λοιπόν, στα αραβικά η λέξη عارِف έχει να κάνει με τον γνώστη, (όπως και το عُرفَاء – عَريف= γνώστης / σύμβουλος) ενώ υπάρχει και η λέξη عَرَّاف που έχει σχέση με τον μάντη/ωροσκόπο. Για το عارفانه πιθανά ίσως τα εξής: رَفَّهَ [αόρ. του ψυχαγωγώ) και το رفانية΄.
Όσο για το حرف και τη σχέση με τη σφηνοειδή γραφή, ας το αφήσουμε….
Α, εδώ θα σε μαλώσω Δύτη.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εξόχως δεν ομφαλοσκοπούσε. Επειδή ο Βαρλαάμ είπε δυο βλακώδεις κατηγορίες περι ομφαλοψυχίας για τον μοναχισμό, επεκτείνοντας τις βάσεις που έθεσε ο Ακινάτης για τον δυτικό σχολαστικισμό και την καταδίκη όλου του μετέπειτα Δυτικού κόσμου στην φυλακή της νοησιαρχίας, δε σημαίνει ότι αυτή είναι και η πρακτική των μοναχών (ακόμα κι αν τον 13ο αιώνα αμαθείς μοναχοί είχαν καταλήξει να πιστεύουν πως πρέπει κάποιος να έχει συγκεκριμένη στάση σώματος για να πει την ευχή). Ο Άγιος Γρηγόριος -ανάμεσα σε πολλά άλλα- ενημέρωσε πως η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη γίνεται με την ευχή, την πλέον απλή προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελεήσόν με» σε οποιαδήποτε στάση σώματος κι αν έχει ο προσευχόμενος.
Και δεν ήταν πρακτική των χριστιανών να φωτίζονται από μωαμεθανούς σε καμία περίπτωση, πολλώ δε μάλλον των μοναχών μ’ευγενική καταγωγή, μεγαλωμένων στην αυτοκρατορική αυλή και με χρόνια ασκητείας στον Άθωνα
Ξαναδιάβασε τη βιβλιογραφία τέκνον μου. Αλλά κυρίως είθε να φωτιστείς από τον θείο γνόφο. Η καθαρότητα του νου είναι θεωρία και πράξη.
Α, για στάσου, τον φίλο μου τον Βαρλαάμ να μην τον πιάνεις στο αιρετικό στόμα σου. Ούτε τον Μπάρμπα-Θωμά, εδώ που τα λέμε!
Άσε που το ντικρ είναι η ευχή (μνήμη Θεού, μνήμη θανάτου) του ορθόδοξου μοναχισμού υιοθετημένη από τους σούφι, τα κομποσχοίνια έγιναν κομπολόγια κλπ. Ο Αββάς Παϊσιος της Αιγύπτου, που πρώτος παρέδωσε το τυπικό του μοναχισμού, όπως του παραδόθηκε, ποτέ δεν ανάφερε για στάση σώματος κατά την ευχή.
Μιλάμε επομένως για αντιδάνεια μετξύ αμαθών. Αλλά όχι για την επίσημη στάση της Εκκλησίας όπως αυτή εκφράζεται στα συγγράμματα του Αγίου Γρηγορίου.
ναι, ναι, αυτό είναι
η σχέση είναι που μου διέφυγε
δεν θα επαναληφθεί
Καλημέρα!
Μαρία, Sami ο Σημίτης, semitik το σημιτικό. Ενώ ο Νισανιάν εξηγεί τις συντομογραφίες αυτόματα άμα βάλεις τον κέρσορα πάνω τους, στο Sam δεν βγαίνει τίποτα. Πιθανότατα όμως έχεις δίκιο.
Γρηγόρη, ευχ! Εγώ είμαι σχεδόν σίγουρος πάντως (και ίσως δεν το είπα με αρκετή σαφήνεια στο ποστ) ότι η κανονική λέξη ήταν αρχικά herifane, κατ’ άτομο δηλαδή, ή ίσως (βλέποντας εκ των υστέρων τη σημασία «συνάδελφος») «με τον τρόπο των τεχνιτών [που κολατσίζουν ομαδικά]», και παρετυμολογήθηκε ως arifane (ίσως και λόγω της υποτιμητικής σημασίας που πήρε αργότερα το herif).
Iva, δεν θεωρώ εμαυτόν ειδικό στα του μοναχισμού (ούτε στα του σουφισμού). Γιατί όμως να θεωρούμε μονοσήμαντα ότι «δεν ήταν πρακτική των χριστιανών να φωτίζονται από μωαμεθανούς», και όχι επίσης το αντίθετο; Κοινό υπόβαθρο κάθε μεσογειακού μυστικισμού ήταν ο νεοπλατωνισμός, εξάλλου, που είχε εξαπλωθεί και στο ισλάμ μέσω των συριακών μεταφράσεων. Υπαρκτή σαφέστατα η επιρροή του ορθόδοξου μυστικισμού στον ισλαμικό, δε λέω, αλλά το ζικρ/ντικρ είναι και κάτι διαφορετικό από την «κάθαρση της ψυχής από τα πάθη», απ’ ό,τι ξέρω, έχει να κάνει με την ένωση του δερβίση με το θεό: το Ana’l-hakk, «εγώ είμαι ο θεός» του αλ-Χαλάτζ δεν θυμίζει τίποτα ορθόδοξο, νομίζω.
esontaieissarkanmian, δεν μαλώνουμε κανέναν, λέμε! 🙂
Δύτη,
τότε πιθανή σχέση με το حُرفَاء / حَريف.
που σημαίνει τον ομότεχνο, συνάδελφο.
[Όσο για το ντικρ κλπ. πολύ σύντομα εδώ: http://www.acadimia.gr/content/view/51/76/lang,el/%5D
Βρε Γρηγόρη, με τον καταθλιπτικό σου Ραχμάνινοφ, γράφε τα και με λατινικούς χαρακτήρες, για να καταλαβαίνουμε κι εμείς για ποια λέξη μιλάς.
Μαρία, σίγουρα είναι δύσκολο για κάποιον μη γνώστη του αραβικού αλφάβητου να τα διαβάσει, αλλά τα arabicenglish με τα harf και hrf μόνο σε παρανοήσεις και παρετυμολογήσεις μπορούν να οδηγήσουν.
Αφού ο Γρηγόρης τεμπελιάζει, να:
حُرفَاء / حَريف herîf / και πληθ. hurafâ
Και παραπάνω:
Ελπίζω να τα μετέγραψα σωστά. Πού είναι ο Ραχμάνινοφ;
Τεσεκιούρ για τη μεταγραφή.
>Πού είναι ο Ραχμάνινοφ;
Με είχε υποδεχτεί στη χώρα των Κυνοκεφάλων.
Μα, αυτό δεν λέω κι εγώ;
Α, και, ενδιαφέρον και ευσύνοπτο το κείμενο του λινκ, μόνο: κάπως βεβιασμένη η απόδοση μιας σειράς πρακτικών των Μπεκτασήδων σε χριστιανική επιρροή, υπάρχει έντονη και η επιρροή των κεντροασιατικών εθίμων και δοξασιών, ζωντανών ακόμα στους νομαδικούς πληθυσμούς της Μικρασίας του 14ου αιώνα.
Ακριβώς!