Έγραφα τις προάλλες για Το αυγό του φιδιού, μια μη-μπεργκμανική ταινία του Μπέργκμαν που μιλά, κατά κάποιο τρόπο, για πειραματισμούς πάνω στη συμπεριφορά του ανθρώπου σε ακραίες καταστάσεις. Όσο και αν είναι τραγικά επίκαιρη, δεν θέλω να μιλήσω για αυτό τώρα. Το 1969 ο αργεντινός σκηνοθέτης Ούγο Σαντιάγκο γύρισε μια ταινία σε σενάριο του Μπόρχες και του Μπιόι Κασάρες, την Εισβολή. Μπορείτε να τη δείτε εδώ, σε δώδεκα κομμάτια (πληροφοριακό υλικό εδώ και εδώ, επίσης). Είναι μια πόλη, ένα ονειρικό σχεδόν Μπουένος Άιρες που δεν είναι το Μπουένος Άιρες – είναι μια εισβολή που κάποιοι (ποιοι;) ετοιμάζουν (γιατί;) – είναι μια χούφτα άνθρωποι, πέντε ή έξι, που με την καθοδήγηση ενός γέρου προσπαθούν να τους εμποδίσουν – είναι ότι ξέρουν ότι ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος, κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε – είναι ότι οι υπόλοιποι (όλοι δηλαδή) οι κάτοικοι της πόλης αγνοούν εντελώς το τι συμβαίνει, την απειλή, τον ηρωισμό –
Ε να, κάπως έτσι αισθάνομαι αυτό τον καιρό. Θυμάμαι μια παλιά κουβέντα, όπου ισχυριζόμουν ότι όσο και να είναι προδιαγεγραμμένη η καταστροφή υπάρχουν, όπως έλεγε εκείνος ο παλιός εβραϊκός μύθος (ή, αντίστοιχα, κάποιες δοξασίες δερβίσηδων), οι πέντε δίκαιοι που σώζουν τον κόσμο: είναι οι φίλοι μας, το αλάτι της γης. Δεν ξέρω πού αλλού μπορεί να στραφεί κανείς αυτή τη στιγμή· ή μάλλον ξέρω, αλλά δεν ελπίζω. Και όπως ο γέρος της ταινίας, νιώθω σα να μιλάω με ένα μαύρο γάτο περιμένοντας το τέλος του κόσμου μας.
Η μιλόνγκα που ακολουθεί, σε στίχους του Μπόρχες (εδώ:ο Μανουέλ Φλόρες πρόκειται να πεθάνει […] να πεθαίνεις, σημαίνει πως έχεις γεννηθεί) είναι του μεγάλου Ανίβαλ Τρόιλο. Βλέπετε τους φίλους, που σε λίγο πρόκειται να πεθάνουν, με πρώτο τον τραγουδιστή:
Αλλά θέλω να τελειώσω με κάτι πιο, ας πούμε, αισιόδοξο, μια και όπως ξέρετε είμαι χαρούμενος άνθρωπος. Ε, ορίστε λοιπόν, το βυτίο μας θυμίζει τη μητρική γλώσσα: εδώ.
(κατά τα άλλα, δεν ξέρω αν έχω να προσθέσω κάτι σε όσα έλεγα εδώ και εδώ)
«Αλάτι χοντρό, αλάτι ψιλό
έχασα τη μάνα μου
και πάω να τη βρω!
Παπούτσια δε μου πήρε
να πάω στο χορό,
και αν δεν μου τα πάρει,
ο Χάρος ή ο κούκος να την πάρει!»
Τι να πω, Δύτη. Έτσι νιώθουμε όλοι μας νομίζω τελευταία. Η ταινία σημειώθηκε να ειδωθεί το Σ-κ.
Το ποστ του βυτίου είναι αισιόδοξο αλλά για πόσο;
Γρηγόρη, το αλάτι με ρέγουλα όμως ε;
Ρενάτα, δες την ταινία και θα με θυμηθείς, είναι πολύ καλή. Εντάξει, τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν είμαι σίγουρος πόσο αισιόδοξο είναι το ποστ του βυτίου, όπως το πάρει κανείς. Ας μας πει ο ίδιος (που είναι και αισιόδοξος άνθρωπος).
Τελευταία 1 ταινία και 2 βιβλία ανακαλώ συχνά: «Το αυγό του φιδιού», το «1984» και «Τα σταφύλια της οργής».
Φρίκη μόνο νιώθω, εγώ που ήμουν ένας βαθιά αισιόδοξος άνθρωπος,
το αλάτι του Χατζή Μπεκτάς;
Νομίζω πως την έχω δει αυτή την ταινία (κάτι μου θυμίζει η περιγραφή από τον καιρό που κολλούσα κουλτουρόσημα…) αλλά δεν είμαι σίγουρη… θα την ξαναψάξω.
Η milonga εξαιρετική, δεν το είχα ακούσει.
Περί αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας άστο καλύτερα…..
Εμένα ο νους μου συνεχώς τριγυρνάει στο Satantango του Béla Tarr. Ως σκηνικό απόλυτης παρακμής και για την ατομική και συλλογική ψυχολογία της πτώσης. Δεν τολμάω να το ξαναδώ και δεν το συστήνω (είναι και 7 ώρες). Αλλά κάθε φορά που βλέπω τις γνωστές λυπηρές σκηνές στο δρόμο το θυμάμαι.
Για την Εισβολή, thumbs up, εννοείται.
Ωραία ανάρτηση, Δύτη, κι ωραία μιλόνγκα.
Ξεκίνησα να γράφω ένα σεντόνι περί φίλων και απελπισίας και της γλυκιάς, παραιτημένης, παρεΐστικης αισιοδοξίας μετά την απελπισία, αλλά μου βγήκαν μελό και τα έσβησα.
Αρκούμαι σε μια μιλόνγκα λοιπόν κι εγώ, των Μπόρχες / Πιατσόλα, που μιλάει για το θάρρος:
La esperanza nunca es vana.
dame31, πρέπει να είχε προβληθεί και στην Ελλάδα πριν καμιά δεκαριά χρόνια, μου λένε…
arcades, δεν τόχω δει, αλλά θα μοιάζει με το άλλο με τη φάλαινα ε;
π2, ο δύτης αγαπά το μελό παιδιόθεν. Δες όμως και την ίδια μιλόνγκα σε ωραία δραματοποίηση με σκίτσα:
και εδώ σε απαγγελία του Χ.Λ.Μπ.:
Το ρεζουμέ του μελό ήταν, λίγο πολύ, ότι οι φίλοι, οι άλλοι γενικώς, ίσως αντιπροσωπεύουν ένα είδος ψυχικού κεϋνσιανισμού που απαιτείται στην παρούσα συγκυρία: μια επένδυση, ένα ξόδεμα εν μέσω κρίσης που ανακόπτει την πορεία της σπειροειδούς κατολίσθησης. Στο μελό έπαιζε και το The Wild Bunch του Πέκινπα κι ο Σαίξπηρ (Shuffle off this mortal coil). Θα έβαζα και τραγουδάκια των υπέροχων This Mortal Coil τώρα, αλλά ας μη διασπάσω την ενότητα των μουσικών παραπομπών.
Εγώ καθόλου αισόδοξο δεν το είδα το ποστ του Βυτίου, πάντως.
«οι φίλοι μας, το αλάτι της γης», τι όμορφο.
‘Αυτός που κάνει την μεγαλύτερη χρήση της ελπίδας, την μεγαλύτερη, είναι ο απαισιόδοξος. Αλλιώς δεν θά’χε τα κότσια να είναι απαισιόδοξος’. Όχι δικό μου. Της Κικής. Δημουλά.
Μου θύμησες το «σ’ αγαπώ όσο το αλάτι» και ένα υπέροχο βράδυ…
Κάτι σαν αυτό με φίλους που πεθαίνουν με τη θέλησή τους (μεταφορικά βέβαια) το βίωσα πολύ παλιότερα, πάνω από δύο δεκαετίες πριν, με την εποχή της Παλινόρθωσης και την επέλαση της χτηνωδίας, επομένως τώρα πια δεν είμαι απαισιόδοξος γιατί δεν πιστεύω ότι υπάρχει τίποτ άλλο να χαθεί.
Το «αλάτι της γης» είναι μια φράση που μου έρχεται συχνά στο μυαλό, αν και τελευταίως σε αρνητικά συμφραζόμενα.
Σκέφτομαι δηλαδή ότι το μεγάλο λάθος των ελιτιστών που ποδηγέτησαν την εκτός ΚΚΕ Αριστερά είναι που ξεχνάνε ότι για να υπάρχει το άλας πρέπει πρωτίστως να υπάρχει (και να υγιαίνει) η θάλασσα.
Επειδή η θάλασσα απ’ όπου αντλεί το ΚΚΕ είναι γεμάτη σκατά, οι ελιτιστές το γύρισαν στο ορυκτό αλάτι.
Το ζήτημα όμως είναι στη συνέχεια, γιατί «εάν το άλας μωρανθή, εν τίνι αλισθήσεται;»
Δύτη, προβλέπω πάλι επίσκεψη νεκρού παπά.
π2, μελό με ψυχικό κεϋνσιανισμό!!;!;! Υποκλίνομαι 🙂
Κροτ, δεν ξέρω, ίσως απλά αφήνει μια χαραμάδα που δεν αφήνει το δικό μου, ε;
the elf at bay, ο αισιόδοξος πιστεύει επίσης ότι ζούμε στον καλύτερο δυνατό κόσμο. Ο απαισιόδοξος, το ίδιο. (όχι δικό μου, κυκλοφορεί)
Ιμόρ, λες το παραμύθι με τις τρεις βασιλοπούλες στυλ βασιλιά Ληρ;
Ηλεφού, ναι, πάντα υπάρχει και η αντίστροφη οπτική -ή η αντιστροφή της προοπτικής που έλεγαν και οι καταστασιακοί. Αλλά δεν ξέρω, λες ότι υγιαίνει η θάλασσα σήμερα; στα μέρη μας τουλάχιστο;
Όχι, δεν υγιαίνει, και μεγάλο μέρος ευθύνης για μένα έχουν οι προαναφερθέντες ελιτιστές.
Ινδίδ! 🙂
espectador, σπάνια σε βλέπουμε αλλά πάντα αξίζει τον κόπο! 🙂
Ηλεφού και Μαρία, μ’ αρέσουν οι παραβολές σας. Προς το παρόν δεν είμαι σίγουρος με ποιανού την οπτική συντάσσομαι, μια κι εγώ είμαι τη μια μισάνθρωπος, την άλλη το αντίθετο.
Όταν είσαι μισάνθρωπος, μπορεί να σου πάει το τραγούδι των Ρόλιγκ στόουνς.
Κυκλοφορεί ε; Δεν είναι άσχημο αν και θα προτιμήσω την πρώτη εκδοχή.
Δύτη με πρόλαβε ο espectador, αλλά, μια κι ο τίτλος το τραβάει, νά και μια συνέχεια (σημ, από γιουτούμπ: …based on an actual strike against the Empire Zinc Mine in New Mexico, the film deals with the prejudice against the Mexican-American workers (…) is an early treatment of feminism, because the wives of the miners play a pivotal role in the strike, against their husbands wishes (…) was written, directed and produced by members of the original «Hollywood Ten,» who were blacklisted…)
(η ταινία είναι τού 1954 🙂 )
Παιζόταν σε φεμινιστικές εκδηλώσεις τη μεταπολίτευση.
Η άλλη σκέψη που μου έρχεται με το αλάτι είναι ότι σκέτο αλάτι δεν τρώγεται με τίποτα κι ότι για κάθε πρέζα αλάτι χρειάζεσαι πολλαπλάσια ποσότητα κανονικό φαΐ.
Μισάνθρωπος; Πω πω, και δεν μπορείς καν να εκλέξεις άλλη ανθρωπότητα! Η μπρεχτική ατάκα για λαό μίλησε.
Τρώγεται και παρατρώγεται απο μας τις υποτασικές.
Να το πω κάπως συνοπτικά, στη μορφή κοινωνίας που ζούμε, το οικονομικό αδιέξοδο πάει χέρι χέρι με την θλίψη, καμιά φορά όχι τόσο για τα χαμένα, αλλά για την μηδενική προοπτική. Η ελπίδα είναι μεγάλο βάλσαμο ακόμα και για τον μέτριο. Τι θέλω να πω, ατομικά μπορεί και να γίνεται να σωθείς ψυχικά με φίλους ή κάνοντας ότι δεν βλέπεις, ή πιστεύοντας σε κάτι, αλλά αυτό δεν είναι ρεαλιστικό πάντα. Ακόμα και μετά τις μεγάλες προδοσίες στο παρελθόν, υπήρξε η ελπίδα. Η γιαγιά μου ονομάστηκε Ελπίδα από Βενιζελικούς Κρήτες που πίστευαν σε ένα καλύτερο αύριο. Σήμερα τι; Οι πέντε φίλοι;
Μα δεν μιλάμε πια μόνο για οικονομικό αδιέξοδο. Εδώ μιλάμε για άγριες καταστάσεις. Ελπίζω ακόμα ότι η κόρη μου θα ζήσει, ενήλικη, σε έξι-εφτά χρόνια ας πούμε, σε κάπως καλύτερες συνθήκες, αλλά στο μεταξύ βλέπω σκοτάδι, και όπως ήρθαν τα πράγματα μπορώ να στηριχτώ μόνο σε πέντε, δέκα, άντε είκοσι ανθρώπους: ψυχικά εννοώ.
Το οικονομικό αδιέξοδο στις καπιταλιστικές κοινωνίες οδηγεί σε βαθύ σκοτάδι σε όλα τα επίπεδα. Αυτό λέω. Για να αλλάξει κάτι σε τέτοιες συνθήκες, πρέπει να γίνει κάτι μαζικό-από όποιον-με 5 φίλους δεν σώθηκε κανείς, πιστέψτε με. Σκεφτείτε ότι όταν είναι όλα ιδιωτικά, τι θα μπορείτε να προσφέρετε στο παιδί ή τους φίλους σας. Και πλούσιος πάλι θα έχετε χάσει την ελπίδα βλέποντας το χάος. Δεν είναι λύση το κιθαρόνι, η ρέγγα και η αγάπη που ευαγγελίζονται κάποιοι, η ψυχοσύνθεση δεν γίνεται ελατήριο να πάει στο 60, ούτε τότε ήταν καλά, ούτε τώρα! Μια απλή διαπίστωση κάνω για να την ακούω και ‘γω.
gasireu, καλά κάνεις, για να την ακούω κι εγώ. Ενάντια στις αρχές και τα πιστεύω μου είναι τα όσα γράφω για το αλάτι της γης, γιαυτό και δεν μιλάω για κάποια συλλογική σωτηρία με κιθαρόνια. Απλά να, μερικές φορές η απόγνωση είναι πολύ μεγάλη, ε;
Σκούρα τα πράματα.
http://www.enet.gr/?i=news.el.ellada&id=274428
Κάθε φορά που έρχεται κάποιος από Ελλάδα, ακούμε άγρια πράγματα κι αισθανόμαστε διπλά ανίκανοι να κάνουμε κάτι… Ούτε που μπορώ να φανταστώ τί δύναμη χρειάζεται για να ζει κανείς στην Ελλάδα και να λέγεται άνθρωπος (αν και μερικές φορές, μ’αυτά που διαβάζω μάλλον όχι δύναμη αλλά αναισθησία βλέπω, κι απο ανθρώπους, ε….)
Μαρία, και Ολυμπία: όλο και πιο σκούρα: http://www.tovima.gr/society/article/?aid=400180
Μια που μιλάμε με «κλεμμένα»:
Οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες -τους αισιόδοξους και τους απαισιόδοξους. Οι δεύτεροι συνήθως έχουν δίκιο, αλλά η ζωή πάει μπροστά χάρη στους πρώτους.
Δεν θυμάμαι ποιος το έχει πει, αλλά μ’ αρέσει, 🙂 . Προσωπικά, αμφιταλαντεύομαι μονίμως ανάμεσα στις δύο καταστάσεις.
Όσο για τους φίλους, ευτυχώς που υπάρχουν κι αυτοί οι ανεκτίμητοι φύλακες άγγελοι (δοκιμασμένοι δια πυρός και σιδήρου). Όμως δεν ξέρω κατά πόσο είναι σκόπιμο να ποντάρει κανείς διαρκώς στο μικρόκοσμό του. Ξέχωρα από το ότι είναι αδιέξοδο και αποπνιχτικό, κινδυνεύει να «κάψει» και την τελευταία του καταφυγή λόγω κατάχρησης…
Καλημερούδια
Σκουρότατα
http://www.tovima.gr/society/article/?aid=400107
Οι απαισιόδοξοι είναι συνήθως καλά ενημερωμένοι αισιόδοξοι 🙂
Ή, όπως είπε και ο Μπάροουζ: “Sometimes paranoia’s just having all the facts.” 🙂
Λοιπόν, ώρα να γίνω κάπως σαφέστερος 🙂
Η εβραϊκή δοξασία (που δεν βρήκα τώρα΄που έψαχνα λίγο, από τον Μπόρχες την ξέρω) και η ισλαμική (εδώ πχ) μιλούν για τέσσερις, δεκατέσσερις ή ξέρω γω τρακόσιους δεκατέσσερις «δίκαιους» που για χάρη τους διατηρείται ο (άδικος) κόσμος. Ενώ κατά τα άλλα αξίζει να καταστραφεί, ας πούμε. Μερικές φορές έτσι νιώθουμε όλοι, φαντάζομαι. Δεν λέω ούτε για καταφυγή ούτε για σωτηρία.
Α! για την ισλαμική εκδοχή υπάρχει ένα καταπληκτικό οθωμανικό διήγημα, που δεν προσέχτηκε αρκετά στην εποχή του 🙂 https://dytistonniptiron.wordpress.com/2009/03/25/leidenmanuscript/
Επιστρέφω στο όμορφο αυτό νήμα για να σημειώσω την εβραϊκή εκδοχή των «δίκαιων». Είναι οι λεγόμενοι Tzadikim nistarim ή (στην γίντις εκδοχή) Lamed vavnik. Lamed wufniks τους λέει ο Μπόρχες, κάπου στις «Διερευνήσεις» νομίζω.
Δεν έχω τις Διερευνήσεις, έχω όμως το Βιβλίο των Φανταστικών Όντων, και εκεί τους αναφέρει σίγουρα. Κάνε καμία ανάρτηση, χαρμανιάσαμε.
Σίγουρα κι εκεί, αλλά νομίζω το ξαναπέτυχα (ξανα)διαβάζοντας τις Διερευνήσεις προχτές.
Σίγουρα θα έχουμε επετειακή ανάρτηση, κλείνουμε τρία χρόνια σε τρεις μέρες. Τι να κάνω, δεν προκάνω. 😦
Ναι, ναι, το καταλάβαμε. Για μένα δεν χρειαζόταν να γίνεις σαφέστερος 🙂
Απλώς συχνά τα σχόλια τραβάνε τη δική τους αυτόνομη πορεία, (εκφράζοντας, υποθέτω, τον «πόνο» του συντάκτη τους 😉 με αφορμή το ποστ).
Το θέμα είναι ότι η δημοκρατία απέτυχε. Ο κοινοβουλευτισμός στην χώρα πνέει τα λοίσθια. Αναμένω νέο πολίτευμα.
Αυτό το διαβάζω παντού. Δεν θα έλεγα ότι το εμπιστεύομαι όμως, αυτή τη στιγμή, με αυτά τα δεδομένα μάλλον με τρομάζει:
(ξανά)
Ούτως ή άλλως το νέο πολίτευμα υπάρχει ήδη: η οικονομοκρατία. Κι όχι μόνο στην Ελλάδα.
Μήπως αδικούμε την οικονομία όταν μιλάμε για «οικονομοκρατία»; Επειδή οι νεοφιλελεύθεροι ισχυρίζονται ότι όσα γίνονται επιβάλλονται από την οικονομία (όπως οι πατεράδες τους έλεγαν ότι το θέλει η πατρίς, ο Θεός κλπ.) δεν σημαίνει ότι πρέπει και να τους πιστεύουμε.
Πολλοί οικονομολόγοι τραβάγανε τα μαλλιά τους με όσα συνέβαιναν από τότε που καθιερώθηκε το δόγμα της ελεύθερης αγοράς.
Απλώς έχουν πιάσει τις μπάντες στις οικονομικές σχολές και με τη βοήθεια των ΜΜΕ έχουν πείσει τα παιδάκια ότι η οικονομία γεννήθηκε μαζί τους.
ε ναι, ήθελα να το διευκρινίσω κι αυτό. Είναι κατά βάση η λογική ΤΙΝΑ*, οπότε δεν χρειαζόμαστε κανενός είδους δημοκρατία, αρκούν οι σοφοί οικονομολόγοι της ΕΚΤ, άντε και μια Ανεξάρτητη Αρχή για τα ανθρώπινα δικαιώματα ξέρω γω.
*There Is No Alternative
Ο Ηλεφούφουτος έχει δίκιο, η οικονομοκρατία στη βάση της δεν έχει να κάνει με την οικονομία, αλλά με τη θεολογία και την θρησκειοποίηση των αγορών. Σαν την νεοφιλελευθεροποίηση της βιολογίας και της γενετικής ένα πράγμα.
Έχω την εντύπωση πως ακόμη κι ο Άνταμ Σμιθ θα τράβαγε τα μαλλιά του αν έβλεπε την τωρινή ελεύθερη αγορά.
Ίσως η καλύτερη και πιο διαχρονικά σωστή ιδέα είναι η επιστροφή στην οριζόντια αγορά, αλλά ανοίγω θέμα άσχετο με την ανάρτηση οπότε το κόβω εδώ.
(Μετά τον/την Cadmian, παρακάτω, ήθελα να πέσει, αλλά δε βλέπω το πώς. Δύτη, που είναι οι οδηγίες χρήσεως;;!!)
Ωραία τα λες, Cadmian, πού ήσουνα τόσο καιρό;
Με μια μικρή αντίρρηση στην πρώτη φράση (επομένως και στον Ηλεφού): η λογική της «οικονομίας» ήταν πάντα η οικονομοκρατία. Εξηγούμαι: όταν πιστεύεις στην οικονομία (θεωρία), η οποία λέει ότι η οικονομία (πράγμα) είναι κατιτί που βρίσκεται στη βάση, στη ρίζα, στην υποδομή κλπ. της κοινωνίας, κι ότι χωρίς αυτό το πράγμα δεν μπορεί να γίνει τίποτα, και μάλιστα είναι η προϋπόθεση ή ο τελικός προσδιορισμός όλων των υπόλοιπων, ε, μοιραία οι πιστοί της οικονομίας καταλήγουν να προσκυνήσουν την οικονομοκρατία.
Αν πιστεύεις στην ύπαρξη του Θεού, είναι «λογικό» το βήμα προς τη θεολογία και, μετά, τη θεοκρατία.
Χμμ… και τι εννοούμε οικονομία όμως; Το ΑΕΠ; την «ανάπτυξη»; ή τις σχέσεις παραγωγής;
(απαντά στον Μπουκάν ο μαρξιστής μέσα μου)
Δύτη, η «ανάπτυξη» είναι θεολογική έννοια και το ΑΕΠ είναι αριθμολογική μαγεία. Κοινωνικές σχέσεις, ναι, υπάρχουν, αλλά δε βλέπω σε τι βοηθάει να τις ορίζουμε, και μάλιστα κατά προτεραιότητα, σαν «σχέσεις παραγωγής».
Και πες του μαρξιστή μέσα σου να προσέξει ότι η επίσημη και κυρίαρχη εικόνα για τον κόσμο σήμερα μοιάζει πολύ με τη μαρξιστική εικόνα του κόσμου. Φυσικά είναι ένας μαρξισμός που έχει αποστειρωθεί από τις επαναστατικές προθέσεις του, κατά τα άλλα όμως («οικονομοκρατία») μοιάζει πιστό αντίγραφο.
Και πες του να θυμηθεί (του μέσα σου) ότι οι παλιοί καλοί «αντιδραστικοί ιδεαλιστές» απορρίπτανε τον παλιό καλό μαρξισμό ακριβώς επειδή ήταν «οικονομοκρατικός».
Μα σχέσεις παραγωγής παναπεί σχέσεις ταξικές και κάρπωση υπεραξίας, έτσι δεν είναι; Η επίσημη και κυρίαρχη εικόνα για τον κόσμο δεν χωράει τάξεις, μόνο «πολίτες».
Και για να σε πικάρω λίγο ακόμα, ο Γκοντελιέ δεν έλεγε ότι σε κάποιες κοινωνίες κυρίαρχες είναι μεν οι σχέσεις συγγένειας, αλλά επειδή παίζουν οικονομικό ρόλο;
(α, επιτέλους ένας τσακωμός της προκοπής -με πιάνεις)
Για τον Γκοντελιέ για να παίξει π.χ. η συγγένεια κυρίαρχο ρόλο, πρέπει να αναλάβει τη λειτουργία των σχέσεων παραγωγής, που δεν εξαντλούνται στον οικονομικό ρόλο.
Αντίθετα ο χυδαίος υλισμός ή «οικονομισμός», στον οποίο αναφέρεται ο Μπουκάν, ανάγει όλες τις κοινωνικές σχέσεις στην οικονομία.
Είπα παραπάνω ότι η κυρίαρχη άποψη αφαιρεί από το μαρξισμό τις επαναστατικές προθέσεις του – δηλ., στη μαρξιστική γλώσσα, την ταξική πάλη. Τάξεις μπορεί και να χωράει με κάποια έννοια, μόνο που τις εννοεί όπως και τα άτομα («πολίτες»), δηλ. ο μόνος λόγος ύπαρξής τους είναι η απληστία (η δική της εκδοχή για την «κάρπωση υπεραξίας») – βλ. «συντεχνίες». Και φυσικά οι συγκρούσεις τους είναι αδιέξοδες και θα έφερναν το χάος, αν δεν υπήρχε το κράτος-διαιτητής για να κρατάει την αρμονία ή την ισορροπία (ενδεχομένως στρέφοντας τη μία ενάντια στην άλλη).
Απ’ τη μεριά μου, φοβάμαι ότι δε μπορώ να δεχτώ τη θεωρία της υπεραξίας και μάλλον την εντάσσω κι αυτή στη θεολογία (αιρετική θεολογία, αλλά πάντως θεολογία), βλ. κι εκείνη την παλιά μαρξιστική-θεολογική διαμάχη για το αν ο οδηγός της αμαξοστοιχίας παράγει προσωπικά υπεραξία.
Καλό παιδί ο Γκοντλιέ, αλλά αθεράπευτα μαρξιστής – για το συγκεκριμένο ζήτημα, βλ. ίσως τη διαμάχη Worsley-Fortes όπως την παρουσιάζει ο Σάλινς.
(αν σε πιάνω, λέει…)
Διορθώστε το από πάνω σχόλιό μου κατά τη διόρθωση της Μαρίας. Σχέσεις παραγωγής, ας μην το πούμε οικονομία.
Μπουκάν:
Πρώτη φορά ακούω για τον οδηγό της αμαξοστοιχίας, αλλά όντως μου θυμίζει φύλο των αγγέλων (ούτε για τη διαμάχη Worsley-Fortes ξέρω). Ομολογώ όμως ότι έχω αρχίσει να μπαίνω στην πρίζα, γιατί ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι ελάχιστα χρησιμοποιώ στη δουλειά μου, στη μελέτη του παρελθόντος ξέρω γω, τα αναλυτικά εργαλεία που χρησιμοποιώ για το παρόν – κι αυτό μ’ ανησυχεί κάπως.
Και τέλος πάντων τι να βάλουμε ως κυρίαρχο στη θέση των σχέσεων παραγωγής, αν πρέπει να βάλουμε κάτι; Την εξουσία; Μα και στη δημιουργία της δεν είναι ο έλεγχος των παραγωγικών σχέσεων που παίζει κυρίαρχο ρόλο;
Ως προς τη μπρίζα: πολύ δικιολογημένη η ανησυχία σου, την έχω νιώσει συχνά κι εγώ (για να μη νομίζεις ότι το παίζω υπερβολικά άνετος κλπ.)
Στο τελικό σου (εύλογο) ερώτημα, δε θα προσπαθήσω να απαντήσω εδώ (αρκετά το μακρύναμε το υπονήμα). Ας συνειδητοποιήσουμε πάντως ότι υπάρχουν αρκετές εναλλαχτικές (ούτε κι αυτό είναι ΤΙΝΑ – τίποτα δεν είναι, τελικά).
ΥΓ Για τη διαμάχη W-F, βλ. «Πολιτισμός και πρακτικός λόγος», σελ. 50 κ.ε.
Μερσί για το ΥΓ. Βλέπω και συμμετοχή της ψηλής 🙂
http://archive.enet.gr/online/online_issues?pid=51&dt=10/09/2004&id=27355964
Μπουκάν, τόχεις σύστημα να μας κόβεις πάντα πάνω στο καλύτερο 🙂
Ας ξαναπιάσω λοιπόν το νήμα (ελπίζω να πάει στη σωστή θέση, μετά το σημερινό μήνυμα του Δύτη)!
Πρώτον, η λέξη «οικονομία» υπήρχε πολύ προ πολιτικής οικονομίας, αγορών, θεωρητικών της οικονομίας κλπ. Κατά μία έννοια είναι η τέχνη της διαχείρισης, κατ’ άλλη η τέχνη του να πετυχαίνεις όσο το δυνατόν περισσότερα με όσο το δυνατόν λιγότερα.
Πιστεύω ότι ακομη και σήμερα με όλη την πλύση εγκεφάλου από τα έγκριτα ΜΜΕ εκεί πάει το μυαλό μας όταν ακούμε «οικονομία». Όχι θεολογίες δηλαδή ούτε χυδαίος υλισμός αλλά κοινός νους.
Δεύτερον, η οικονομία αυτονομήθηκε κάποια στιγμή ως κλάδος του επιστητού και σιγά σιγά απόκτησε τους «θεολόγους» της, ανάλογο όμως θρησκευτικό ζήλο για το αυτονομημένο τους αντικείμενο θα δεις σε όλους τους πάπες επιμέρους γνωστικών αντικειμένων από τότε που η διανόηση αυτονομήθηκε απ τη θεολογία· οι φυσικοί για τους φυσικούς νόμους, οι ιδεαλιστές φιλόσοφοι για τις υψηλές ιδέες, οι φιλόλογοι για τις ανθρωπιστικές σπουδές, οι ψυχοτέτοιοι για την ψυχολογία κλπ.
Μέχρι πρόσφατα όμως η επίσημη ιδεολογία προτιμούσε μάλλον άλλο συνδυασμό. Ίσως όντως άθελά του να έστρεψε ο Μαρξ την αστική τάξη στην οικονομία. Και δεν ήταν ο μόνος που έδωσε το οπλοστάσιό του στον αντίπαλο. Οι επικοινωνιακοί μηχανισμοί της αστικής τάξης αξιοποίησαν πολύ περισσότερο τους κώδικες της σοβιετικής αβαν-γκαρντ ή του Μάη του ’68 αργότερα (όχι τυχαία πολλοί απ τους τελευταίους κάνουν υψηλή καριέρα σήμερα στους μηχανισμούς του κατεστημένου, π.χ. Κον-Μπετ ίτ) απ’ ό,τι τα ορθόδοξα ΚΚ.
Όλα αυτά σημαίνουν κάτι για την οικονομία;
Μα μεθαύριο η αστική τάξη μπορεί πάλι να διαλέξει κάτι άλλο, π.χ. την αστροφυσική· αυτή κι αν είναι θεολογία! Όταν ακούω το Γραμματικάκη να μιλάει για νετρίνα, με πιάνει πανικός στην ιδέα του πόσο λίγα απ όσα λέει μπορώ να ελέγξω εγώ αν ευσταθούν.
Αν υπάρχει ένας κοινός παρανομαστής σε όλα αυτά, είναι μια τάξη προνομιούχων που διαλέγει κάθε τόσο αξίες άρα και πολιτικό σύστημα για όλους μας (σημειωτέον δε ότι ακόμα και για το τι επιτάσσει η εκ Θεού οικονομία από γενιά σε γενιά μάς λένε άλλα, όπως για την υπόσταση του Χριστού ανά Οικ Σύνοδο ένα πράμα ή τη θέση των εικόνων στη λατρεία).
Και μία ένσταση προς Μπουκάν περί θεοκρατίας. Η θεοκρατία είναι ένα συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα, π.χ. στο Ιράν του Χομεϊνί. Το να πιστεύεις στο Θεό από μόνο του, σε καμιά περίπτωση δεν σε οδηγεί στο να πιστεύεις ότι μπορεί να υπάρξει μια κάστα πολιτικών ηγετών που ερμηνεύει την πολιτική βούληση του Θεού στη διοίκηση ενός κράτους. Αυτό θα ήταν ένας συλλογισμός με πολλά επιμέρους βήματα, άρα και ευάλωτος σε πολλές ενστάσεις.
Ηλεφού, ενδιαφέρουσα σκέψη. Και πράγματι, έχω την εντύπωση ότι μόνον από το 18ο αιώνα και μετά αρχίζει η οικονομία να θεωρείται κυρίαρχη σε ιδεολογικό επίπεδο, μια και η αστική τάξη βασίζεται στη βιομηχανία και το εμπόριο και όχι σε κάποια γαιοπρόσοδο ας πούμε.
Να όμως τώρα τι συμβαίνει: το μεσαίωνα αντίστοιχη θέση έχει π.χ. ο θεσμός της υποτέλειας, που όμως στην τελική έχει οικονομική λειτουργία (ο δουλοπάροικος είναι υποτελής του φεουδάρχη). Ακροβατώ λίγο για να επιστρέψω στη λογική του Γκοντελιέ (μέχρι να πάρω και να διαβάσω το βιβλίο του Σάλινς τουλάχιστο).
Το άλλο που σκέφτομαι είναι ότι η ιδεολογική στροφή στην οικονομία υπήρχε πριν από τον Μαρξ, βλ. π.χ. Άνταμ Σμιθ, αλλά σε μια οπτική που μοιάζει με τη σημερινή, δηλαδή οικονομία ίσον παραγωγή πλούτου (σήμερα θα λέγαμε ΑΕΠ). Ο Μαρξ αντέστρεψε την προοπτική μιλώντας για τους παραγωγούς πλούτου (των άλλων).
Εγώ πάλι αντλώντας στοιχεία απ’ τον κοινωνικό μου περίγυρο βλέπω ότι η πλύση εγκεφάλου έχει πιάσει καλά: Η οικονομία δεν σηματοδοτεί πλέον την διαχείριση που αναφέρει ο Ηλεφούφουτος, αλλά τις αγορές (έτσι γενικά κι αόριστα, όπως παρουσιάζονται από τον ντόπιο και ξένο τύπο).
Οι οποίες αγορές έχουν όλα τα απαραίτητα συστατικά για να γίνουν θεότητες:
– Είναι απρόσωπες.
– Είναι παντοδύναμες.
– Είναι πανταχού παρούσαι και τα πανθ’ ορώσαι.
– Είναι απρόβλεπτες (άγνωσται αι βουλαί τους).
– Λειτουργούν ολοκληρωτικά και αδιάκριτα.
– Σπεύδουν να τιμωρήσουν τους παραβάτες, τους τολμηρούς και τους επαναστάτες.
(συμπληρώστε ελεύθερα…)
Αν η ανθρωπότητα ήταν σε άλλη φάση άνετα θα προσκυνούσε τον φωτεινό πίνακα του χρηματιστηρίου…
Αυτό που θέλω να πω είναι πως η εξαιρετική ανάλυση του Ηλεφούφουτου έχει έρεισμα μόνο σε ανθρώπους που έχουν κάποιες βασικές γνώσεις οικονομικών, αλλά άμα η κουβέντα για «οικονομία» γίνεται με όρους καφενείου των φιλάθλων, ε, κάποια στιγμή θα σκάσει κι ο αντίστοιχος προφήτης…
ΥΓ: «Ο» Cadmian gospodin Μπουκανιέρε 🙂 Pleased to make your acquaintance.
Δύτα
ορέο το ποστ , αλλά νομίζω ο βυτίος το περιγράφει το γενικό ακόμα καλύτερα 😉
Εμ, Παπούλη… βυτίος είναι αυτός, και μάλιστα στα καλύτερά του.
αφήνω τα υπόλοιπα, για να σου πω ότι έχεις γίνει χειρότερος κι απ’ το σραόσα ως προς την αυτοαναφορά. 🙂
υγ. πολύ ωραία όλα τα αποσπάσματα από γιουτιούμπ επίσης. χτες βράδυ τ’ άκουσα όλα με τη σειρά κ κάπως ηρέμησα, μπορώ να πω
υγ2. κατά τ’ άλλα αν δεν έχεις διαβάσει σημερινό πρετ. κάντο http://blo.gr/5ou όχι τπτ άλλο για να δικαιωθείς περί βαϊμάρης κλπ
Αυτό περί Βαϊμάρης το λέει συχνά ο Δύτης. Μόνο που τώρα υπάρχει η ιστορική γνώση. Ό,τι και να λέει ο Πρετεντέρης δεν πρόκειται ποτέ να ξανασυμβεί.
Ακόμα μεγαλύτερο «ενδιαφέρον» έχουν τα σχόλια στη παρέμβαση – ΄’αρθρο του θεσμικού αυτού δημοσιογράφου. 3ης Σεπτεμβρίου και Βαϊμάρης γωνία μη χέσω…
Βυτίο, αλλάζεις κουβέντα γιατί ξέρεις ότι θα δώσεις λόγο για τον Τρίτο άνθρωπο που -προφανώς- ακόμα δεν είδες.
Παπούλη και Ιμόρ: σκατά ιστορική γνώση υπάρχει, με το συμπάθιο. Αρκεί να διαβάσει κανείς τα σχόλια όχι στου Πρετεντέρη, σε οποιοδήποτε ειδησεογραφικό σάιτ επιτρέπει σχολιασμό. Τα πράγματα δεν πάνε καθόλου, καθόλου, καθόλου καλά.
Μόλις γύρισα από την ομιλία ενός άγγλου δημοσιογράφου για τον Ερντογάν και το ΑΚΡ που εν μια νυκτί (υπερβάλλω) γκρέμισε το κομματικό σύστημα είκοσι χρόνων. Όχι το πολιτικό ακριβώς, το κομματικό όμως ναι. Και όπως νανουριζόμουν γλυκά λόγω της κούρασης, ξαφνικά αντιλήφθηκα πόσο εύκολα μπορούμε να βρεθούμε με τον Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση χωρίς να το καταλάβουμε. Αν και, όπως ξέρετε ότι θεωρώ, αυτό έχει ήδη συμβεί.
Τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά δεν θα διαφωνήσω. Αλλά από το καθόλου καλά μέχρι τον εθνικοσοσιαλισμό υπάρχει νομίζω τεράστια απόσταση και ελάχιστο, ελπίζω, έδαφος για να τη διανύσουμε.
Αν και, όπως ξέρετε ότι θεωρώ, αυτό έχει ήδη συμβεί.
Μη φτάνουμε και στο άλλο άκρο. Δεν βοηθάει.
Ιμόρ,
Λίγο πριν το Πάσχα, διάβασα μια συνέντευξη του Ραγκούση. Για να αποδείξει πόσο αλύγιστος στάθηκε στο λεγόμενο θέμα της Υπατίας, βράχος γρανίτινος που λέει το άσμα που κακώς παραθέτω, τόνιζε με καμάρι ότι μετανάστης πήγε να αυτοπυρποληθεί όταν είδε ότι τα χαρτιά που πήρε μετά την απεργία πείνας δεν ήταν αυτά που περίμενε.
Δες και τι γίνεται τώρα στην Αθήνα.
Πες μου τι περιμένεις ότι θα έκανε διαφορετικά το Λάος αν ήταν τώρα στην εξουσία. Τι θα έκανε, όχι τι θα έλεγε ή τι λέει τώρα ότι θα κάνει.
Και πες μου πώς είσαι τόσο αισιόδοξη: θα με βοηθήσεις.
Δύτη ξέρω τι γίνεται στην Αθήνα. Και δεν είναι θέμα αισιοδοξίας. Αλλά όπως δεν μου αρκεί μια στυγνή και απρόκλητη δολοφονική επίθεση για να βγάλω όλους τους μετανάστες δολοφόνους έτσι δεν μου αρκεί και η συμπεριφορά μιας συγκεκριμένης και περιθωριοποιημένης (κτγμ) ομάδας για να μας βγάλω συλλήβδην ένα βήμα πριν τον εθνικοσοσιαλισμό.
Υπήρξε μια δράση, θα υπήρχε και αντίδραση. Ίσως στο ιδεατό κράτος με τους παραδειγματικούς πολίτες να μην άνοιγε μύτη. Αλλά και πάλι· γιατί της αποδίδεις χαρακτηριστικά εθνικής συλλογικότητας;
Για το τι θα έκανε το Λάος δεν ξέρω. Ελπίζω να μην το μάθω.
Μα τι σχέση έχει ο Ερντογάν με τον Καρατζαφέρη;
Με την αόριστη εντύπωση που έχω περί σύγχρονης Τουρκίας βρίσκω πολλά θετικά στο γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει περάσει από το κομματικό σύστημα που λες σε κάποιον σαν τον Ερντογάν.
Σίγουρα ξέρεις καλύτερα την Τουρκία από μένα, Δύτη, και θα μ ενδιέφερε η γνώμη σου. Πέρα από ιδεολογικές προτιμήσεις και μακρόπνοους στόχους, δεν είναι από κάθε άποψη (δημοκρατία, οικονομία, ανεξαρτησία, καθημερινή ζωή) καλύτερα τα πράγματα στην Τουρκία σήμερα;
Α, ήθελα να το διευκρινίσω και το ξέχασα. Αντίθετα με όλους τους Τούρκους φίλους μου, συμφωνώ κι εγώ ότι από πολλές απόψεις (για την οικονομία όμως, δεν ξέρω) έχεις δίκιο. Τον Ερντογάν δεν τον αντιπαθώ, συμπαθώ επίσης τον Γκιουλ έστω και ως φάτσα. Τέλος πάντων, αυτό που με έφερε σε σκέψεις ήταν όχι κάποιος παραλληλισμός Ερ./Καρατζ., αλλά το πώς το πολιτικό σκηνικό ανατράπηκε πλήρως μέσα σε μια μέρα.
(Ιμόρ, εύχομαι ολόψυχα να έχεις δίκιο. Αλλά.)
Με πρόλαβες. Η μόνη ομοιότητα που εγώ κατάλαβα ήταν στο εν μιά νυκτί.
Θα έλεγα μάλιστα πως αναρωτιέμαι πόσες άλλες χώρες στον κόσμο έχουν σήμερα τόσο επαρκείς ηγέτες.
Αυτά που γίνονται αυτές τις μέρες στην Αθήνα με αφορμή ένα φόνο, γίνονται εδώ κι ένα μήνα στο Ηράκλειο, αλλά όλοι κάνουμε τη στρουθοκάμηλο…
(για τους σχολαστικούς, ναι, ξέρω ότι ό «στρουθοκαμηλισμός» είναι μύθος)
Δε γίνεσαι πιο συγκεκριμένος; (και μη με ρωτήσεις που ζω, χάρη θα μου κάνεις).
Ιμόρ,
http://www.patris.gr/articles/198137?PHPSESSID=srmfic63b4aoo95khe4cd9icq4
http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1281712
Ούτε το ένα δέκατο των περιστατικών δεν δημοσιεύεται. Εδώ και δύο μήνες υπάρχει σχεδόν κάθε βράδυ άγριος πόλεμος από την Αγία Τριάδα ως τα Καμίνια και την Αμμουδάρα, με τους λεβέντες μπάτσους να παρακολουθούν ως θεατές.
Μάλιστα…
(Είδες, για να μη διαβάζω τοπικές εφημερίδες 😦 )
Ναι, η λεβεντογέννα Κρήτη είναι πάντα πρωτοπόρα σε κάτι τέτοια, τα τελευταία χρόνια…
Καλά, ρε συ, αν βάλουμε πάνω απο 1 λίκνο τον τρώει η μαρμάγκα!
…αλλά για λίγο. 🙂
Και τα Χανιά, Ρέθυμνο δεν πάνε πίσω.
Δύτη, δεν νομίζω πως το ΛΑΟΣ βρίσκεται στην εξουσία, κι αυτό είναι το πιο ανησυχητικό. Τι εννοώ;
1. Είναι προφανές ότι η πέραν του ΛΑΟΣ ακροδεξιά θέλει πλέον να κάνει θόρυβο. Πολύ και εγκληματικό θόρυβο, και τον κάνει ανεμπόδιστα.
2. Είναι μάλλον σαφές ότι είναι πολύ μεγάλο πια το τμήμα χαμηλόβαθμων αστυνομικών που επιδιώκει τα μπάχαλα, με αγριότητα. Έχω την εντύπωση, χωρίς να έχω σχετική πληροφόρηση, ότι αυτό γίνεται σε μεγάλο βαθμό χωρίς εντολές άνωθεν.
3. Το ένα και το δύο φοβάμαι πως συνδέονται. Η ακροδεξιά έχει εναγκαλιστεί τμήματα της αστυνομίας.
4. Η ακατάσχετη φημολογία των περιθωριακών ΜΜΕ, ιστολογίων, τρομακτικών, φιμώτρων, σάρας και μάρας και πολύ κακού συναπαντήματος έχει ξεφύγει τελείως. Καλλιεργείται μια εικόνα μπάχαλου (με μαύρο χρωματισμό) ακόμη μεγαλύτερη από αυτήν που όντως υπάρχει.
Όλα αυτά τα από κάτω είναι πολύ πιο ανησυχητικά από τις όποιες λαοτινές πινελιές των όποιων κυβερνώντων. Η Βαϊμάρη από αυτά τα από κάτω προέκυψε.
Ναι, αλλά βλέπεις, υπάρχει μια αλληλεπίδραση. Ας πούμε ότι προκειμένου να επιζήσει από τους κλυδωνισμούς του μνημονίου η κυβέρνηση ενσωματώνει όλη την ακροδεξιά ατζέντα στην πραγματική πολιτική της αλλά και -ίσως ακόμα πιο ανησυχητικό- στη ρητορική της.
Αυτό το «ανεμπόδιστα», δηλαδή, δεν είναι απλά θέμα ανικανότητας. Και λέω με προχειρότητα ότι και στα τελευταία χρόνια της Βαίμάρης -αλλά δεν θα συνεχίσω γιατί θα γίνω μάντης κακών ξανά.
Θέλω να πω, παιδιά, είμαι φοβερά ανήσυχος.
Ανήσυχος επίσης (κι αυτά που λέει ο π2 είναι μέρος της εικόνας), αλλά νομίζω ότι τα πράγματα είναι ελαφρώς χειρότερα. Νομίζω ότι το νέου τύπου φασισμό τον φέρνουν οι, τρόπος του λέγειν, «εκσυγχρονιστές» (απλοϊκά: «η κυβέρνηση»), με τους κανίβαλους να τοποθετούνται στη θέση της μόνης αποδεχτής (επίσημης και τηλε-ορατής) αντιπολίτευσης. Με άλλα λόγια το τέχνασμα είναι: από τα κάτω υπάρχει μόνο κανιβαλισμός (και δεν μπορεί να υπάρχει τίποτα άλλο), οπότε η μόνη «προοδευτική» προοπτική είναι να αποδεχτείτε, επειγόντως και με ευγνωμοσύνη, τον νέου τύπου διαφωτισμό των από τα πάνω.
Μένει να δούμε αν θα πετύχει (μια χαρά τα πάει, προς το παρόν).
Δείτε και την ανάρτηση του ράντικαλ με τους φασίστες που συζητούν στο νέτι για τις σχέσεις τους με την αστυνομία και πως τους συλλαμβάνουν εικονικά και συνενοημένα και τους αφήνουν μετά από λίγο.
Αυτήν εδώ: http://radicaldesire.blogspot.com/2011/05/blog-post_9.html (λες και δεν το ξέραμε βέβαια)
Μωρέ κι άλλες ομοιότητες μπορούμε να βρούμε, στην άλλη πλευρά, την επίσημη και μη περιθωριακή, αλλά κι εγώ πιστεύω ότι δεν φτάνουν.
Ούφ! Είμαστε τουλάχιστον δύο 🙂
Δύτη, συμμερίζομαι την ανησυχία, αλλά επίσης βλέπω ότι στη σημερινή πορεία είχε αρκετό κόσμο κ με ελάχιστη διάθεση για μπάχαλο ή ιστορίες με τα ματ. Παγωμάρα μεν, αλλά αυτό που ζούμε με χ.α. Ξυπνάει κ αντανακλαστικά. Άκουσα πολλά πηγαδάκια «τί να κάνουμε;».
Θέλω να πω ότι όσο γίνονται πιο ακραία τα πράγματα μεγαλώνει ο φόβος, αλλά ξυπνάει κ μια διάθεση να κάνουμε κτ. Ταρακουνήθηκε πολύς κόσμος με την επίθεση στους μετανάστες. Για μειοψηφεία κ πάλι μιλάω εννοείται, αλλά έχει τη σημασία της η κινητοποίηση αυτή.
Χμμ, λες; αρκετό κόσμο, ή όσο συνήθως; γιατί οι άλλοι είναι όλο και περισσότεροι.
Για την ταμπακέρα βλέπω, το αν είδες την ταινία, κουβέντα.
Αλάτι ή μαιντανός;
Ο Άσιμος έλεγε: «Μόνο ένας σεισμός μας σώζει, φοβερός κατακλυσμός μαϊντανός να γίνουν όλα, να χαθεί ο πολιτισμός.»
Ώρες ώρες με πιάνει ο μισανθρωπισμός μου και ταυτίζομαι με αυτούς τους στίχους. Μου ρχεται επίσης στο μυαλό μια κίνηση κάτι αμερικανών αντιανθρωπιστών (δε θυμάμαι πως τους λένε) που υποστήριζαν ότι ο άνθρωπος ως το βλαβερότερο ον στον πλανήτη θα έπρεπε να εξαφανιστεί. Επειδή όμως οι ίδιοι ήταν κατά της βίας, πρότειναν ως λύση τη διακοπή της αναπαραγωγής! 🙂
Παρακάτω στο ίδιο τραγούδι ο Άσιμος λέει: «η επανάσταση η όλη του πλανήτη, ούτε ένα ράφι να μου φτιάξει δεν μπορεί.»
Νομίζω ότι αυτός είναι ο χαμένος κρίκος της απελπισίας, η πηγή του (παθητικού ως στάση) μισανθρωπισμού.
Προσωπικά το έχω ξαναγράψει κι εδώ, με έχει κουράσει αυτή η αντιστοιχία της μνημονιακής Αθήνας με τη Βαϊμαρική Γερμανία (μόλις τώρα συνειδητοποιώ ότι η σύγκριση γίνεται πάντοτε μεταξύ μιας πόλης και μιας χώρας). Οι όποιες αναλογίες δεν έχουν καμία σημασία. Σημασία έχει ότι η κατάσταση είναι άσχημη και για να βελτιωθεί (ας αφήσουμε το να ‘ανατραπεί’ για την ώρα) χρειάζονται πολλά περισσότερα από μια ιστορικά ενημερωμένη ενατένιση. Πολλοί από αυτούς που κάνουν τη σύγκριση μου φαίνονται σα να περιμένουν απλά να δικαιωθούν από τα γεγονότα και τότε να γράψουν θριαμβευτικά: «είδατε, τα είχα πει εγώ, αλλά…» Προς αποφυγή παρεξηγήσεων να πω ότι δεν το προσωποποιώ, απλά νομίζω ότι έτσι πως εκτυλίσσεται η κατάσταση αναδύεται ξανά στην επιφάνεια η ανικανότητα της αριστεράς να αφήσει ξανά τη θεωρία και να περάσει στην πράξη.
Ή για να το πω αλλιώς: ο μαχαιρωμένος μετανάστης υψώνει το χέρι του για βοήθεια κι απλά βρίσκει σε αυτό μια προκήρυξη αλληλεγγύης…
Υπορεαλισμέ, μακάρι να έχεις δίκιο. Όσον αφορά τη Βαϊμάρη εννοώ -για τα άλλα, φυσικά και έχεις.
Επιστολή σε έναν νεκρό παραλήπτη.
Αναδιπλώσεις και αναπτυχώσεις νοημάτων ολοένα ξανά περισσότερο πιεστικών υπό το βάρος των περιστάσεων. Των ιστορικών περιστάσεων του θανάτου της βούλησης, του νοήματος και της επιθυμίας ενός πνεύματος. Ήδη χρησιμοποίησα λέξεις που εγείρουν πλήθος πολεμικών, πολιτικών και θεωρητικών συγκρούσεων. Τόσο στο εξωτερικό πεδίο του βίου, όσο και στο εσωτερικό ατομικό σημείο αναδίπλωσης του. Κι’ όμως αυτές οι λέξεις τη στιγμή της κρίσης περιδινούνται γύρω από το σημείο της έκρηξης που τα γέννησε. Χωρίς ένα προϋπάρχον σύστημα νοηματοδότησης στην κίνηση της διαστολής, χωρίς τους υπερβατολογικούς νόμους του καθήκοντος και με την γλαύκα της Αθηνάς πάντα να περιμένει τη νύχτα. Υπό το φως της ημέρας μιας παράδοσης κάπου αλλού, η φωνή του λαού της τραγούδησε ένα ανάθεμα γι’ αυτούς που τους μέλλει να ζήσουν σ’ εποχή ιστορική. Κάπου πιο κοντά, όμως, η βία βρήκε δουλεία στο να επαγγέλεται την ιστορία. Σ’ αυτόν τον πολιτισμό η ιστορία δεν ήταν ανάθεμα, αλλά γέννημα θρέμμα του. Γονείς αυτού του πολύτιμου σπόρου υπήρξαν ο ανθρωπισμός και η πολιτική, αταίριαστο ζευγάρι χωρίς όμως προβλήματα σεξουαλικής επιθυμίας ή γονιμότητας. Η μαμή που κάλεσαν για το πρωτότοκο δεν είναι άλλη από τα χέρια των γονιών του. Η βία ως αρχή στο ευρωπαϊκό πνεύμα αποτελεί απλώς την αντανάκλαση της σύνδεσης ανθρωπισμού και πολιτικής ως στόχων ή μέσων. Ο ανθρωπισμός ως μέσο με στόχο την πολιτική ή η πολιτική ως μέσο με στόχο τον ανθρωπισμό. Η βία έτσι δεν εντάσσεται στην τάξη των μέσων, ούτε των σκοπών. Η βία παραμένει στο πεδίο των αρχών και των κατηγοριών. Η βία στο ευρωπαϊκό πνεύμα προβληματοποιείται όσο πουθενά αλλού στην ιστορία της σκέψης. Και ουσιαστικά δεν χωράει σ’ αυτό το πνεύμα. Ένα πνεύμα διαχωρισμένο από την ύλη του, που για να την ξαναβρεί κάθε φορά χρειάζεται την μαμή του. Φαίνεται να χρειάζεται ο ανθρωπισμός και η πολιτική την βία για να αναγεννηθούν μέσα από την μονάκριβη ιστορία τους. Η Ευρώπη, όμως, τώρα πεθαίνει και ποιός θα περίμενε να τον πειράζει μετά από τα κατορθώματα της ιστορίας της; Κι’ όμως φαντάσματα ακούγονται να ψιθυρίζουν υπό τους ήχους της καταδικασμένης ηρωικής τα λόγια του Σαιν Ζύστ: όχι προνόμια στους καλούς καιρούς και μην αφήνεις την πόλη τη στιγμή του κινδύνου. Η κυρία Ντάλαγουεϊ θέλει πάλι να πάει να αγοράσει λουλούδια, ο Νίτσε να ξαναπεί ναι και ο Φρόϋντ να πείσει αυτόν που είναι τα πάντα ότι δεν είναι τίποτα. Ο Χέγκελ να πει ότι όλα βαίνουν αισίως, αν τα δεις ολόκληρα και ο Καντ ότι αν τα βλέπεις, τότε αυτό είναι από μόνο του αίσιο. Το Παρίσι, το Βερολίνο, πίνακες, αριθμοί, σονέτα, κτίρια και κτίρια, λέξεις, λέξεις για τις λέξεις, η τέχνη των τελευταίων, οι Ναζί και οι Γιακοβίνοι, ο Μέταιρνιχ και ο Σατωβριάνδος, ο Προύστ και η Ρόζα Λούξενμπουργκ. Διάφορα ονόματα πλατειών, όπου η ιστορία ανεφάνει. Μνημεία και μουσεία, δώρα στα διάφορα γενέθλια της ευρωπαϊκής ιστορίας. Όλα αυτά σαν κομμάτια ενός και μόνου σκηνικού. Στους δρόμους των ευρωπαϊκών πόλεων τα ονόματα που γειτονεύουν, ώστε να φτάνουν τα γράμματα, έχουν συμφιλιωθεί. Γιατί τα ονόματα αυτά μέσα από τις αντανακλάσεις τους κάνουν αυτό το μέρος, έναν τόπο. Τον τόπο του ευρωπαϊκού πνεύματος. Αυτός ο τόπος τώρα πεθαίνει και όχι γιατί οι αριθμοί του τον πρόδωσαν, ούτε γιατί η βία νίκησε την πολιτική και τον ανθρωπισμό. Η Ευρώπη πεθαίνει, γιατί δεν υπάρχει ήδη κάτω από το βάρος του ανθρωπισμού, της πολιτικής και της ιστορίας της. Μιας ιστορίας που κάποτε νίκησε και άνοιξε ένα ολόκληρο πεδίο νοημάτων με το άνοιγμα μιας φυλακής κάπου στην Γαλλία και τώρα κατέστησε τον κόσμο φυλακή. Αυτή τη φυλακή δεν μπορείς να την ανοίξεις, γιατί δεν έχει το απλό σημείο της μιας πόρτας. Αν η Ευρώπη πέθανε, ποιός είναι ο αξιοπρεπής τρόπος για έναν Ευρωπαίο να ζήσει την εποχή του, αν δεν γίνεται να την υπερβεί; Αν όμως γίνεται να την υπερβεί, τότε πρέπει πρώτα να αποδεχτεί πως η Ευρώπη πέθανε, η Ευρώπη πάει. Καμία από τις κατηγορίες που χρησιμοποιούμε δεν βοηθάνε για αυτήν την υπέρβαση, γιατί ακριβώς αυτές είναι ο νεκρός. Και δυστυχώς δεν ξέρουμε κανέναν τρόπο να τις εκβιάσεις να αλλάξουν. Στην ιστορία της Ευρώπης αυτό προσπαθήθηκε χωρίς αποτελέσματα. Ακόμα και αν στο πλαίσιό της προέκυψαν οι περισσότερες μετατοπίσεις στα πιο μικρά χρονικά διαστήματα, αυτό ποτέ δεν κατορθώθηκε να εκβιαστεί.
Μέσα από μια διεσταλμένη εικόνα της Αθήνας το Ευρωπαϊκό πνεύμα βαφτίστηκε. Και την πανταχού παρουσία του με όπλο αυτήν την εικόνα επέβαλλε. Στον επιθανάτιο ρόγχο του εικόνες της Αθήνας έμελλε να δίνουν τον τόνο.
Δεν υπάρχει Ευρώπη.
(υπατία, καιρό είχαμε να σε δούμε. Αύριο ίσως απαντήσω εκτενέστερα)
Χμ, Δύτη, Αβεντίνο θα το κάνεις, μου φαίνεται.
Θα μαζευτούμε εδώ όλοι οι κατατρεγμένοι, θέλω να πω.
…
και καληνυχτες
Αρχίζει να γίνεται της μόδας η αναλογία της Βαϊμάρης.
katabran, γκράσιας! Δεν έχω συνηθίσει πολύ τις γυναικείες φωνές σε τάνγκο και μιλόνγκες (με την εξαίρεση της Σουζάνα Ρινάλντι) αλλά μ’ αρέσουν. Ισπανικά δεν ξέρω: βλέπω ότι μιλάει κι αυτό για τον/την/το Chiclana όπως η μιλόνγκα του Μπόρχες που έβαλε στην αρχή ο π2. Υπάρχει άραγε σχέση;
π2, το βλέπω· ελπίζω μόνο, όπως η Ιμόρ, να είναι ένα εύκολο σχήμα λόγου που θα ξεφουσκώσει. Θέλω να πω, σαν ένα μάντρα που το επαναλαμβάνουμε για να το ξορκίσουμε.
(Βαϊμάρη Βαϊμάρη Βαϊμάρη Βαϊμάρη Βαϊμάρη …)
Εγώ τι να πω, που έβλεπα Βαϊμάρη ήδη από τις λεγόμενες «καλές ημέρες». Δεν λέω τίποτα, αφού εκτός των άλλων, σιχαίνομαι και τους «είδες που στα λεγάκηδες». Λέω μόνο ότι τελικά οι παραλείψεις έχουν μεγαλύτερες συνέπειες από τις όποιες πράξεις. Πάντα έτσι ήτανε, αλλά από δω και πέρα θα γίνεται πιο φανερό μέρα με τη μέρα.
η Βαϊμάρη αρνείται να προσεγγισθεί από τους ταξιδιώτες και οι ταξιδιώτες αρνούνται να σκάψουνε το δρόμο…
καλημέρα Δύτη!
Δύτη,
Ωραίος. Τη ταινία δεν την ήξερα, θα κάτσω κάποια μέρα να τη δω. Είχα ακούσει για το Αλάτι της γης, το άλλο με την απεργία, αλλά δεν το έχω δει. Και μάλλον δε θα το δω.
Τώρα για το αισιοδοξία-απαισιοδοξία, ή το αίσθημα αυτό της ανημπόριας, προσωπικά, προσπαθώ να το βάλω σε τάξη με έναν δικό μου, απλοποιημένο ινδουισμό , ίσως εσύ που είσαι ανατολίτης, να σε ενδιαφέρει. Δώσε βάση:
Υπάρχει το κάρμα. Δηλαδή, το γεγονός, ότι γεννηθήκαμε εδώ, αυτή την εποχή, όχι στη Γαλλική επανάσταση, ούτε στα εξήνταζ, ούτε στα δύο χιλιάδες εξήνταζ, και με αυτά τα ατομικά χαρακτηριστικά και τις ικανότητες ή τις ανικανότητες. Αυτά δε τα διαλέξαμε. Δε μας ρώτησαν. Και δε μπορούμε να τα αλλάξουμε. Γιατί; Για εκείνο έτσι είναι.
Υπάρχει και το προσωπικό ντάρμα: Αυτό που πρέπει να κάνεις, μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες. Αυτό το διαλέγεις. Το ξέρεις μόνο εσύ, κάπου βαθειά μέσα σου και το αποφασίζεις. Δηλαδή, ποιος είναι ο λόγος που βρέθηκες σ’ αυτή τη γή. Ποια είναι η αποστολή σου, ποιος είναι ο ρόλος σου στην τροφική αλυσίδα. Όταν το κάνεις είσαι ευχαριστημένος, όταν το αμελείς είσαι αμελής.
Άρα, τι νόημα έχει η γκρίνια; Που συνήθως είναι για τους άλλους; Κι εγώ το κάνω,κι όλοι μας. Αυτό, το κάρμα,δηλαδή το που πέσαμε και τι μας έλαχε, δεν το ελέγχουμε, είναι τυχαίο. Καλύτερα να επικεντρωνόμαστε στο ντάρμα μας, ο καθένας. Δηλαδή στο τι κάνεις εσύ, ή εγώ γι’ αυτό. Άλλος έχει μια οικογένεια και μεγαλώνει σωστά παιδια. Άλλος διδάσκει γλώσσα και ήθος τη νέα γενιά. Ή εχει ένα μπλόγκ και μας μαθαίνει Οθωμανική Ιστορία. Κάποιος συμμετέχει σε μια οργάνωση. Ή σε μια πορεία. Ο καθένας κατι κάνει.
Αν αυτό που μπορείς να δόσεις είναι το μάξιμουμ, πάει καλά. Νομίζω όμως ότι είναι εποχή για να δραστηριοποιηθούμε περισσότερο πολιτικά. Και αυτό είναι το θέμα, για τον καθένα μας. Και επειδή είμαστε άνθρωποι που ξέρουμε (όχι όλοι, πχ εγώ υστερώ) γραφή κι ανάγνωση, πέφτει σε μάς το καθήκον, το ντάρμα, να φέρουμε καινούριες ιδέες, ή να προτείνουμε καινούριες δράσεις. Αλλιώς δεν έχουμε δικαίωμα δια να ομιλούμε. Και να γκρινιάζουμε.
Και να επανέλθω στο κλίμα , εγώ έχω γίνει κλασσικός:
Και ότι σε Γαρδέλ.
Καπετάνιε, δεν διαφωνώ με όσα λες. Ούτε γκρινιάζω. Παραμένω όμως απαισιόδοξος, ό,τι κι αν (θεωρώ πως) μπορώ να κάνω…
Το τραγούδι είναι εκπληκτικό. Το ακούω ξανά και ξανά (και ευχαριστώ).
Τα άλλα….
Οι λέξεις, όλο και πιο περίτεχνες, χάνονται στ’ αυτιά μου, δεν θυμίζουν τίποτα. Λέξεις, λέξεις, λέξεις, λέξεις. Και νοήματα, που το ένα καβαλάει το άλλο.
Δεν μέμφομαι, και δεν ειρωνεύομαι, φίλοι. Οι λέξεις και οι σκέψεις και τα νοήματα είναι και δικά μου, αλλά δεν τα μπορώ άλλο.
«Η επανάσταση η όλη του πλανήτη, ούτε ένα ράφι να μου φτιάξει δεν μπορεί.”
Όσο περνάν τα χρόνια, τέτοια είναι η μόνη αλήθεια που μου μένει. Μισανθρωπισμός; Παθητική απελπισία;
Ε, λοιπόν, κάθε άλλο! Απλά αυτό που συμβαίνει. Διάβαζα απόσπασμα από Θουκυδίδη που περιγράφει ακριβώς αυτό που ζούμε. Κοντά 2500 χρόνια και καμία θεωρία, άποψη, επανάσταση δεν άλλαξε τίποτα. Χριστιανισμός, διαφωτισμός, μαρξισμός, ψυχανάλυση. Τίποτα. Κανένα βήμα μπροστά για την ανθρώπινη φύση.
Αν (υπόθεση εργασίας) αυτό είναι γεγονός, τότε τα επίθετα που το σχολιάζουν δεν είναι παρά ανώριμος ρομαντισμός, συναισθηματική αδυναμία να κινηθούμε στον κόσμο ως έχει. Ανάλογο του παιδιού που ξεσπά σε υστερία για ένα γλιφιτζούρι που δεν του παίρνουν -ή που δεν υπάρχει καν.
Και μένουμε πάλι με την μόνη επανάσταση που δεν έχουμε τολμήσει ποτέ. Την αποδοχή της ροής των πραγμάτων -πρώτιστα μέσα μας, μέσα στο δικό μας κεφάλι, με παραδοχή της δικής μας φύσης- και την συνακόλουθη λήψη ευθυνών για το τι θα κάνουμε με το χαρτί που έχουμε στα χέρια μας. Μια που είμαστε τέτοιοι που δεν μπορούμε να «πάμε όλοι μαζί στην ακρογιαλιά», ίσως μπορούμε να εστιαστούμε στο ποιοί όντως είμαστε ή θέλουμε να γίνουμε. Χωρίς παρέα ή με την μικρή που η τύχη έφερε στη ζωή μας (αν την έφερε).
Όποιος κάτσει να φάει τις 4 σφαίρες του τραγουδιού δεν θα το κάνει για να αλλάξει τον κόσμο. Θα το κάνει γιατί είναι η μόνη επιλογή προσωπικής ηθικής και αισθητικής που έχει ενώπιον μιας Βαϊμάρης (ας πούμε) που ήταν πάντα εδώ, στη ψυχή μας και στην ψυχή του αδελφού μας. Θα είναι αυτό που είναι και θα πληρώσει το τίμημα -και οι άλλοι το δικό τους.
«Τι κάνει η επανάσταση;».
«Γαμιέται.»
(από τη «Γλυκειά Συμμορία»)
[Ίσως, με άλλα λόγια, να λέω ό,τι και ο ΚαπετάνΈνας. Αλλά το χοντραίνω: το καρότο της κοινωνικής ευτυχίας, της ειρηνικής ευημερίας μπορεί και να είναι απατηλό, ανύπαρκτο. Αυτό δεν είναι απαισιοδοξία. Απαισιοδοξία είναι το να το έχεις ανάγκη για να σταθείς υπεύθυνα. Είναι κάπως σαν να χρειάζεσαι παράδεισο για να μένεις ηθικός. Σ’αυτή την αδυναμία συνυπάρχουμε -σχεδόν- όλοι.]
aerosol-
να σε φιλήσω, κάτι τέτοιο ήθελα να πω κι εγώ…
(Υπάρχει ένας μύθος των σούφι, λέει, για μια γρια που κουβαλούσε ένα δαδί αναμμένο και ένα καζάνι νερό. Για να κάψει τον παράδεισο και να σβήσει την κόλαση, λέει, ώστε ο κόσμος να πράττει το καλό όχι από φόβο ούτε για ανταμοιβή.)
Ίσως, τελικά, να το είπες καλύτερα με ένα τραγούδι, Δύτη!
[Κι αν κάποτε αξιωθώ να προσεγγίσω πιο οργανωμένα τους σόυφι, με ποιό κείμενο ν’ αρχίσω είπαμε;]
(Μπερδεύτηκα με τον εγκιβωτισμό, οπότε το μεταφέρω εδώ)
Μα τα τράβαγε.
Η θεολογική συζήτηση περί οικονομίας μπορεί να γίνει παράλληλα με την υλιστική συζήτηση περί οικονομίας, με την έννοια ότι ο (κυρίαρχος) λόγος περί οικονομίας σήμερα είναι θεολογικός ακριβώς επειδή η χρηματιστική οικονομία εν πολλοίς έχει όλο και λιγότερο πραγματικό (με την κυριολεκτική έννοια του όρου) αντίκρισμα. Το χρήμα έχει αυτονομηθεί πλήρως κι έχει γίνει αυτοαναφορικό. Έχει κανείς την αίσθηση πια πως το μείζον δίπολο πια δεν είναι ανάμεσα στους κατέχοντες και τους μη κατέχοντες τα μέσα παραγωγής, αλλά ανάμεσα στην πραγματική και την μη πραγματική οικονομία. Πρόκειται για ένα ανθρωπολογικό σφάλμα, έναν ιό που έχει εξαπλωθεί στο σύνολο του κοινωνικού λογισμικού.
Για να συνεχίσω την παραβολή με το τράβηγμα μαλλιών, έχω την εντύπωση πως αυτός που σίγουρα θα τα τράβαγε βλέποντας την όλο και μικρότερη συσχέτιση της κατοχής κεφαλαίου με την παραγωγική οικονομία θα ήταν ο Μαρξ.
Μολονότι πολλές από τις σκέψεις που διατυπώθηκαν εδώ ήταν (ευλόγως) απαισιόδοξες και παρόλο που οι μιλόνγκες όσο όμορφες και νάναι δεν σε γεμίζουν αισιοδοξία, να πω ότι μια πολύ ωραία ανάρτηση συνοδεύτηκε από πολλά εξαιρετικά σχόλια, έργο τόσων εκλεκτών σχολιαστών και σχολιαστριών. Τα διάβασα όλα με μεγάλη ευχαρίστηση και, τελικά, από αυτό και μόνο άντλησα αρκετή αισιοδοξία.
Όσον αφορά προβληματισμό που ανέπτυξε ο οικοδεσπότης σε δευτεριάτικο σχόλιο (που όμως ως απάντηση σε παλαιότερο βρίσκεται αρκετά ψηλά στη σειρά), να πω ότι κατά τη γνώμη μου η σχέση υποτέλειας που εγκαθιδρύεται με τη σύμβαση του hommage δεν έχει κυρίως οικονομικό χαρακτήρα (αλλά ρυθμίζει τη σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου σε διαπροσωπικό και κοινωνικό επίπεδο). Άλλωστε, στην τυπική φεουδαλική κοινωνία δεν έχουμε οικονομία ας πούμε κεφαλαιουχική, υπάρχει κάλυψη αναγκών και «αποθήκευση» πλούτου, αλλά όχι επενδύσεις όπως τις εννοούμε σήμερα. Εκεί πάλι που τα πράγματα παρουσιάζουν κάποιες αναλογίες με την οικονομία των Νεότερων Χρόνων (ιταλικές και γερμανικές εμπορικές «δημοκρατίες») δεν έχουμε τις τυπικές φεουδαλικές δομές (οπότε ούτε και το hommage, τουλάχιστον στην κλασσική μορφή του). Όλα αυτά βέβαια σε μια λογική απλούστευσης…
Καλημέρα!
Cadmian, ακριβώς -«οικονομία» στο δημόσιο λόγο σημαίνει σήμερα κάτι πολύ συγκεκριμένο και αναπόδραστο και, πώς να το πω, χωρίς εναλλακτικές και καλά. Εδώ και ενάμισυ χρόνο μου κάνει εντύπωση, επιπλέον, αυτή η προσωποποίηση των αγορών, οι οποίες πρέπει να καταλάβουν ότι, τις οποίες πρέπει να πείσουμε ότι, οι οποίες αναστατώθηκαν διότι, και τα λοιπά. Και σ’ αυτό κολλάει αυτό που λέει και ο π2, για την αποδέσμευση της «οικονομίας» από ό,τι ξέραμε σαν τέτοια και τη μεταφυσική πορεία του πιστωτικού κεφαλαίου.
Ρογήρε, όταν μίλησα για οικονομική λειτουργία της υποτέλειας του δουλοπάροικου δεν είχα στο μυαλό μου καμία κεφαλαιουχική οικονομία, αλλά την ίδια τη σχέση της δουλοπαροικίας, με την έννοια ότι εργάζομαι στη γη σου και το πλεόνασμα σου ανήκει.
Κάτι που ξέχασα να βάλω στον επάνω κατάλογο είναι αυτό που αναφέρεις κι εσύ εδώ: Το «Πρέπει να τις πείσουμε» αντιστοιχεί στο «Πρέπει να τις εξευμενίσουμε», ένα ακόμη χαρακτηριστικό των θεοτήτων: Και για να τις εξευμενίσουμε θα πρέπει να υπάρξει θυσία, όχι προσευχές, λαμπάδες και προσκυνήματα (αυτά είναι για τις συμβατικές θρησκείες) αλλά προσφορά σε είδος -η οποία κάλλιστα μπορεί να ερμηνευτεί ως ανθρωποθυσία αν λάβει κανείς υπόψη τις κοινωνικές προεκτάσεις και συνέπειες των μέτρων που απαιτούνται όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Καταλαβαίνω ότι φαίνεται πολύ βαρύ όλο αυτό, αλλά πιστεύω ότι ο συμβολισμός έχει ενδιαφέρον. Δεν θα πω ότι αν έγινε ή αν γίνεται συνειδητά απ’ τη μεριά της άρχουσας τάξης -αυτό θα ήταν συνομωσιολογία- αλλά όπως και να’χει, φαίνεται να συντηρούν αυτή την οπτική γιατί τους βολεύει σε πρακτικό επίπεδο: Συσκότιση, παραπληροφόρηση και άγιος ο θεός (των αγορών), ιδιαίτερα απ’ την στιγμή που το χρήμα (δηλαδή το πραγματικό αντίκρυσμα της παραγωγής) είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό του εικονικό.
Πεδίον δόξης λαμπρόν η θεολογία των αγορών. 🙂
Απροπό συνομωσιολογία. Δεν δικαιούμαστε να συνομωσιολογούμε, όταν βεβαίως συνομωσιολογούμεν «άνευ μαλακίας», όχι δηλαδή όπως τα σάιτ των ελληνοβαρεμένων;
Τα ίδια άλλωστε έγκριτα ΜΜΕ που επιδίδονται στη θεολογία και τις τελετές που περιγράφει ο Κάδμιος, τα ίδια ξορκίζουν ασταμάτητα και τη συνομωσιολογία.
Όταν μάλιστα βομβαρδιζόμαστε από ειδήσεις όπως για τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις του Ασάνζε, την εκτέλεση/φόνο του Μπιν Λάντεν με τις άπειρες αδιευκρίνιστες λεπτομέρειες ή τη σύλληψη του ΝτΣΚ δεν δικαιούμαστε να πιστεύουμε ότι τα πράγματα δεν είναι όπως μας τα λένε ή ότι πολλά πράγματα ενορχηστρώνονται εν κρυπτώ;
Ηλεφού, όπως το καταλαβαίνω εγώ, η συνωμοσιολογία που λέει ο Cadmian συνίσταται ουσιαστικά στο να τραβάς στα άκρα την προσωποποίηση των αγορών: οπότε εκεί που ο νεοφιλελέ σου λέει «οι αγορές πρέπει να εξευμενιστούν, να πειστούν κλπ», ο συνωμοσιολόγος θα σου πει ότι οι αγορές είναι πχ ο Σόρος ή ο Ρουμπινί. Από τη στιγμή που (από τις δομές) πήγαμε στη θεότητα και από κει στα άτομα, απόλυτα λογικό είναι να θεωρήσουμε όχι ότι συνωμοτούν κερδοσκοπικά (φυσικά και το κάνουν) αλλά ότι επηρεάζουν έτσι την παγκόσμια ιστορία.
Η «συνωμοσία» δεν έγκειται μόνο στην κερδοσκοπία και στην επιρροή επί της Ιστορίας. Μπορείς να επηρεάζεις την Ιστορία και ασυνείδητα.
Είναι τρελό όμως να μιλάς και για συνειδητές ενορχηστρωμένες επιχειρήσεις, που φυσικά θα είναι γνωστές μόνο σε λίγους;
Χρόνια τώρα παρατηρώ ότι η λέξη «συνωμοσιολογία» έχει γίνει βολική καραμέλα για ορισμένους. Μιλώ για την τάση να στιγματίζεται εξ ορισμού ως συνωμοσιολογία το να λες ότι πίσω από πράγματα που βλέπουμε να συμβαίνουν υπάρχουν κρυφοί χειρισμοί, απόλυτα συνειδητοί, και ενορχηστρώσεις που οδήγησαν τα πράγματα εκεί. (Είδα π.χ. να χαρακτηρίζεται συνωμοσιολογία αυτό που λέει ένα σωρό κόσμος για τη σύλληψη του Στρος-Κακάν, ότι η δουλειά ήτανε στημένη.)
Μόλις διαπιστώσαμε και από εδώ μία συντονισμένη δουλειά από τους εγκεκριμένους διαμορφωτές κοινής γνώμης προκειμένου να αποκτήσει η οικονομία χαρακτηριστικά θεότητας (και ιερατείου αντίστοιχα οι νεοφιλελέδες).
Για να μείνουμε στον παραλληλισμό με τα μεταφυσικά, είναι συνωμοσιολογία να πεις ότι ο χτύπος της καρδιάς που πολλοί λένε ότι ακούνε όταν βάζουν το αφτί τους στον τάφο του αγίου Νεκταρίου οφείλεται σε ένα ρολόι που έχουν βάλει οι καλόγεροι στον τάφο; Ή, για να μην λέμε πράγματα αναπόδεικτα, ήσαν συνωμοσιολόγοι όσοι αποκάλυπταν παλιά κρυφούς μηχανισμούς που έκαναν εικονίσματα να δακρύζουν;
Ας το θέσω κάπως έτσι, αξιωματικά και λίγο τελεολογικά: γεγονότα που εκ των υστέρων φαίνεται ότι άλλαξαν την παγκόσμια ιστορία δεν μπορούν να είναι προϊόν συνωμοσίας. Το αν ο Μπιν Λάντεν σκοτώθηκε τις προάλλες ή πριν από μήνες ή χρόνια δεν αλλάζει τη ροή της ιστορίας στο Αφγανιστάν ή στις ΗΠΑ. Το αν ο Σ-Κ έπεσε θύμα του εξουσιαστικού ερωτισμού του ή συνωμοσίας του ξέρω γω Σαρκοζί δεν θα αλλάξει την πολιτική του ΔΝΤ παρά μόνο στη φαντασία των ελλήνων δημοσιογράφων. Έτσι μου φαίνεται τουλάχιστον.
Η ιστορία της Ελλάδας δεν άλλαξε μετά τη συνωμοσία που οδήγησε στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου;
Η ιστορία του Ιράν με την ανατροπή του Μοσαντέκ; Η ιστορία της Χιλής αφότου η CIA έφαγε τα λυσσακά της στις συνωμοσίες μέχρι να ανατρέψει τον Αλιέντε;
Μ’ αυτό, εδώ που τα λέμε, you’ve got a point. Και θυμήθηκα (και το τσέκαρα) ότι σε παρόμοια αμηχανία είχα βρεθεί σε μια αντίστοιχη περσινή συζήτηση με τοο Βασίλη Νικολαΐδη περί συνωμοσιών: https://dytistonniptiron.wordpress.com/2010/04/28/the-big-four/
Όπου είχα καταλήξει (;) σε έναν ορισμό του στυλ «συνωμοσιολογία σημαίνει, ότι ένας άνθρωπος ή μια ομάδα ή (τι;) μπορεί να προβλέψει το μέλλον και να πετύχει στόχους δυσανάλογους προς το μοχλό που κινεί. (…) Αυτό όμως ισχύει στα μαθηματικά ή στον Ισαάκ Ασίμοφ, όχι στην ιστορία». Το οποίο βέβαια ακούγεται πολύ αόριστο (γιατί είναι δυσανάλογο το επιτυχημένο πραξικόπημα και όχι π.χ. η κατάρρευση του νομίσματος; χμ χμ…). Διαβάζω και άλλο ένα σχόλιο στο ίδιο νήμα, του Μπουκανιέρου: «η εξουσία είναι συνωμοσία»· αλλά ο Μπουκάν είναι πάντα υπερβολικά ελλειπτικός.
Χμ, πρέπει να το σκεφτώ λίγο ακόμα.
Το γεγονός οτι κάποιοι πραξικοπηματίες χρειάζεται, προφανώς, να συνωμοτήσουν, δεν σημαίνει οτι τα βαθύτερα αίτια της επιβολής μιας δικτατορίας σχετίζονται με τη συνωμοσία.
Δηλαδή, όπως εγώ το καταλαβαίνω, η συνομωσία είναι τρόπος όχι αιτία.
(είμαι περίεργος να δω που θα πέσει το σχόλιο)
Φαντάζομαι τον Ηλιού να αγορεύει προφητικά στη Βουλή τότε με το σαμποτάζ στον Έβρο, λέγοντας ότι ούτε λίγο ούτε πολύ το πραξικόπημα είναι επί θύραις και τα σύγχρονα τζιμάνια της δημοσιογραφίας να του την πέφτουν την άλλη μέρα ομαδικά κατηγορώντας τον για συνωμοσιολογία. Τότε όμως το κατεστημένο χρησιμοποιούσε τη γλώσσα του συντηρητισμού, την πολιτική ορθότητα δεν την είχε ανακαλύψει ακόμη.
Νομίζω ότι η συνωμοσία είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό στην ελληνική πολιτική ιστορία ήδη πριν απ τον Εμφύλιο. Ακόμα κι αν ήταν σύμπτωση ο θάνατος όλων των πολιτικών ηγετών το ’36, στη συνέχεια έχουμε: 43-45 τις διαρκείς συνωμοσίες των παραδοσιακών πολιτικών με τους Άγγλους κατά του ΕΑΜ, μετά τον Εμφύλιο τον ΙΔΕΑ, τις μυστικές επεμβάσεις των Αμερικάνων στις πολιτικές επιλογές των πρωθυπουργών, επεμβάσεις του Παλατιού, εκλογές βίας και νοθείας το ’61, συνωμοσίες Παλατιού και Αμερικάνων για την ανατροπή του Παπανδρέου, πραξικόπημα.
Η συνωμοσία είναι εν προκειμένω δομικό χαρακτηριστικό, διότι από τη μια έχεις την εικονική υποχρέωση του κατεστημένου να παραχωρεί στο λαό δημοκρατία από την άλλη τις προσπάθειές του να εξασφαλίσει ότι η δημοκρατία δεν θα οδηγεί σε δυσάρεστες εκπλήξεις.
Το είδαμε στην Ελλάδα, το είδαμε στη Χιλή, το είδαμε στην Ανατολική Ευρώπη μετά την πτώση του κομμουνισμού.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι η λέξη «συνωμοσιολογία» είναι πλέον βολική καραμέλα.
τι είναι ο κόσμος, αν όχι ο χώρος ανάμεσα στους ανθρώπους; τι είναι οι άνθρωποι, αν όχι η ηθελημένη δημιουργία αυτού του διαστήματος; τι είναι η συζήτηση για την ανθρώπινη φύση, αν δεν είναι η σταδιακή μετατόπιση της εστίασης από την πολιτική στον συμπεριφορισμό και με ακραίο σημείο εκβολής τον βιολογισμό; ο χώρος στον οποίο αναφέρομαι αποτελεί το διάστημα που κάνει δυνατή την συνάντηση των διαφορετικών προοπτικών θέασης του κόσμου. Η ύπαρξη του μπορεί να εγγυηθεί την συνάντηση της πολλαπλότητας των προοπτικών προς μια διαρκώς ανανεούμενη συγχρονική ύπαρξη της ‘πραγματικότητας’. Αυτός ο χώρος είναι ο χώρος της πολιτικής. Μια στατική θέαση της ανθρώπινης ουσίας, τοποθετημένη στον ρου της ιστορίας όπου όλα αλλάζουν εκτός από το οτιδήποτε, αποκλείει την δυνατότητα της πραξης. χρησιμοποιώ εδώ την έννοια πράξη ως μια συμβαντική εκδήλωση της κρίσης εντός μιας συγκεκριμένης κατάστασης.Μια τέτοια πράξη μπορεί να εκδηλωθεί σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας από την αισθητική εμπειρία μέχρι την θεωρητική πρόσληψη. Προϋπόθεση αυτής της πράξης είναι ο ενδιάμεσος χώρος της πολιτικής ύπαρξης των ανθρώπων, ως χώρος επικοινωνίας των προοπτικών που συναποτελούν και κάνουν κάθε φορά δυνατή μια πραγματικότητα. Αν υπάρχει κάτι το ουσιοκρατικό στην ανθρώπινη εκδήλωση, τότε αυτό είναι ότι ο άνθρωπος γεννιέται και πεθαίνει. Καμία διαδοχή δεν ξεπερνάει το συμβαντικό χαρακτήρα της ύπαρξης που φέρει μαζί του μη υπολογίσιμες προοπτικές. Ο λόγος δεν είναι λέξεις. Ο λόγος μπορεί να είναι μια εκδήλωση της πράξης. Η μουσική δεν είναι μια μεταφυσική εμπειρία ενός υπεβατολογικού υποκειμένου, αλλά η πράξη της φανέρωσης αυτού του ανθρώπινου χώρου που κάνει δυνατή την ύπαρξη μιας πραγματικότητας πολλών διαφορετικών προοπτικών εντός μιας στιγμής και χωρίς την αναγκαία παρουσία άλλων στο δωμάτιο. χωρίς εμάς να συζητάμε την Βαϊμάρη, αυτή δεν υπήρξε ποτέ. Και ο Σέλλινγκ ποτέ δεν τρελλάθηκε. Το ότι βρισκόμαστε εντός του πολιτικού χώρου, του δημόσιου χώρου κάνει το παρελθόν να υπάρχει τώρα. Το ότι αντιλαμβανόμαστε την δυνατότητα του πολιτικού και του δημόσιου κάνει την ιστορία επίκαιρη. Η οπτική της ιστορίας ως το ποτάμι μιας ανομοιογενούς μεν ύλης, μα με προδιαγεγραμένη διαδοχική πορεία, προσφέρει την εικόνα μιας ύπαρξης που δεν γεννιέται και δεν πεθαίνει. Αυτή η εικόνα είναι η μετατόπιση από τον άνθρωπο στην ανθρωπότητα και από την συμβαντική ιστορία του πρώτου, στην προβλέψιμη ιστορία της δεύτερης.
θέλω να πω:» συγνώμη για την κατάχρηση του χώρου», αλλά μόλις μου ήρθε στο μυαλό μια πιθανή ανάλυση αυτής της φράσης που εμφανίζεται στα διάφορα σχόλια και έτσι θα τον καταχραστώ λίγο ακόμα. Αυτός ακριβώς ο χώρος του οποίου κάνουμε χρήση είναι ένα καλό παράδειγμα για τον χώρο στον οποίο αναφερόμουνα πριν. Η πολιτικοποίηση του προκύπτει από την επιθυμία για συνάντηση των οπτικών, που ταυτόχρονα δημιουργεί μια πραγματικότητα και είναι προϋπόθεσή της. ισονομία στην αρχαία αθήνα δεν σήμαινε ίσοι απέναντι στον νόμο, αλλά την ύπαρξη ενός χώρου όπου είναι δυνατή η ίση νομή του λόγου.
εεε.. συγνώμη για την κατάχρηση του χώρου.
περίεργη που φαίνεται η Ρώμη απ’ τον λόφο!!! Ε;
υπατία,
κατάλαβα τι θες να πεις και συμφωνώ, τουλάχιστον στο ότι στην πορεία από τα άτομα στην κοινωνία/ανθρωπότητα αλλάζει και η οπτική. Η αλήθεια είναι ότι χρειάστηκε να σε διαβάσω τρεις φορές για να καταλάβω, όμως 🙂 🙂
αυτό που εννοώ είναι ότι ο άνθρωπος ως ουσία δεν υπάρχει και δεν υπάρχει έτσι κανένας λόγος για να ψάχνεις αυτήν την ουσία στην ιστορία. επίσης ότι δεν υπάρχει καμία συνεχης ιστορία της ανθρωπότητας. και τέλος ότι η έννοια του πολιτικού είναι η δυνατότητα της «πράξης» δηλαδή της δυνατότητας νέας αρχής εντός ενός χώρου όπου οι προοπτικές μπορούν να συναντηθούν. ο πολιτικός χώρος είναι σπάνιος χώρος κατά την άρεντ. οι αποφάνσεις είναι σπάνιες κατά τον φουκώ.
αν διαβάσεις το προηγούμενο κείμενο ως απάντηση στον aerosol, ίσως να φανεί πιο ευληπτο.
Τώρα κατάλαβα καλύτερα. Αλλά -νομίζω- το ζουμί του σχολίου του aerosol ήταν η έμφαση στην προσωπική ηθική, ανεξαρτήτως ελπίδας για το μέλλον. Η ελπίδα, όπως το σκέφτομαι, μπορεί να υπάρχει ή να μην υπάρχει, το τι κάνει κανείς με τη ζωή του όμως είναι -ή θα έπρεπε να είναι- ανεξάρτητο από την ύπαρξη ή την ανυπαρξία της.
Νομίζω πως στο πολύλογο ξέσπασμά μου το ζουμί είναι και για μένα αυτό στο οποίο στάθηκε ο Δύτης. Κυρίως (χμ…!)
Δεν ξέρω αν κατάλαβα σωστά την «απάντηση» της υπατίας (τα εισαγωγικά δεν είναι μειωτικά, απλά νομίζω πως τα λόγια μου ήταν μόνο η αφορμή να ξεδιπλώσει της σκέψεις της).
Θα μείνω σε δυο-τρία πράγματα:
«τι είναι ο κόσμος, αν όχι ο χώρος ανάμεσα στους ανθρώπους; τι είναι οι άνθρωποι, αν όχι η ηθελημένη δημιουργία αυτού του διαστήματος;»
Το πρώτο μπορεί να απαντηθεί (και έχει απαντηθεί) με χίλιους διαφορετικούς τρόπους. Το δεύτερο με μπερδεύει. Οι άνθρωποι είναι η ηθελημένη δημιουργία του χώρου ανάμεσα στους ανθρώπους; Δεν ξέρω πώς να προσεγγίσω τέτοια ταυτολογία ώστε να βγάλω νόημα.
Ίσως, τελικά, να θεωρώ πως (όταν επιλέγω αυτή την οπτική) ο άνθρωπος ως ουσία υπάρχει και υπάρχουν λόγοι για να ψάχνεις αυτήν την ουσία στην ιστορία. Μάλιστα, όταν μεταφερόμαστε στο πρακτικό επίπεδο του «τι σκατά να κάνω τώρα μέσα σ’ αυτή την κατάσταση» δεν βρίσκω τρόπο να παραβλέψω πως δεν είναι όλες οι πράξεις ίδιες, ούτε διαθέτουν την ίδια δυνατότητα επέμβασης στην δομή της πραγματικότητας. Και παρατηρώ πως οι «νέες αρχές εντός ενός χώρου όπου οι προοπτικές μπορούν να συναντηθούν» είναι γεγονότα μικρής χρονικής σημασίας. Μερικές φορές μοιάζουν να διαρκούν όσο οι φυσαλίδες στην μπύρα. Όπου «μπύρα» θα αποκαλούσα φαινόμενα που με σταθερότητα -και χωρίς να αποθαρρύνονται από τις αναλύσεις μας- δείχνουν πολύ μεγάλη προσαρμοστικότητα εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια.
Νευροψυχολογικοί μηχανισμοί; Ένστικτα; Βιολογικοί μηχανισμοί; Δεν ξέρω και δεν με ενδιαφέρει ποιά ταμπέλα θα βάλω. Αυτό αφορά μια σχολή σκέψης που συγκρούεται με άλλη σχολή σκέψης. Αυτό για το οποίο θα στοιχημάτιζα είναι πως αν πεινούσαμε και βρισκόμασταν σε κατάσταση φόβου, οι μετέχοντες στην παρούσα κουβέντα θα ήταν δραστικά λιγότεροι. Ο «χώρος» μας θα συρρικνώνονταν (πιθανώς σε σημείο εξαφάνισης). Όταν καίγεται η Ρώμη δεν βολτάρουν πολλοί στον λόφο. Συμπεριφορισμός; Βιολογισμός; Οι «απαξιωτικές» ονομασίες δεν θα αναιρούσαν το γεγονός. Και γιατί να μην κρύβεται εδώ η ίδια η ρίζα του πολιτικού;
Αερολ΄λ,
«αν πεινούσαμε και βρισκόμασταν σε κατάσταση φόβου…»
Ποιός ξέρει;Μπορεί τότε ο χώρος να πλημύριζε τρελλούς που θα μιλάγαν με το στύλ που μιλάμε εμείς, αλλά θα έλεγαν παράνοιες.Και μπορεί ήδη να έχει αρχίσει να συμβαίνει αυτό.
Δύο εκδοχές:
1.Γνωρίζουμε το κόσμο, γνωρίζουμε εμάς:
Ρατόπολις, ντοκυμανταίρ με ποντίκια,(δεν το βρήκα ολόκληρο) που τους στερούν την τροφή και τους αυξάνει ο φόβος.
2. Όσο γνωρίζουμε τον κόσμο,τόσο λιγώτερα γνωρίζουμε.Αντρέι Ταρκόφσκι, Τί είναι Τέχνη.
3. Η ζωή είναι μια γιορτή, ας τη ζήσουμε μαζί.
Φελίνι.
Εννοώ Aerozol.
Ας τη ζήσουμε τη γιορτή, λοιπόν -ειδικά όταν συνοδεύεται από το 8 1/2. μια από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες.
Πολλά είπα. Aerosol, over and out!
Για κάποιο λόγο μου φαίνεται όλες οι συζητήσεις και τα ποστ εδώ καταλήγουν τελευταία στο 8 1/2.
(για τα περί συνωμοσιών, το σκέφτομαι ακόμα πώς να φτιάξω τη γενική θεωρία)
Επιστρέφω στο αλατισμένο νήμα (μου αρέσουν τα αρμυρά), επειδή το σημείωμα του Ήτα Φήτα (κάπου παραπάνω: 16 Μαίου, 4.06 μμ), μου επιτρέπει να ξεκαθαρίσω κάποια (…λίγα) πράγματα.
Κατά τη γνώμη μου, η οικονομία (σα γενική θεωρία) δεν είναι η «οικονομοκρατία» ή η σύγχρονη θεολογία των αγορών αλλά, καταρχήν, ακριβώς αυτό που λέει ο Ηλεφού, «η τέχνη του να πετυχαίνεις όσο το δυνατόν περισσότερα με όσο το δυνατόν λιγότερα». Κατά μία έννοια, είναι «κοινός νους», ναι, αλλά μόνο σε μια συγκεκριμένη εποχή και σ’ ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό κλίμα, δηλ. μπουρζουάδικος κοινός νους. Συμφωνώ πάντως ότι έχει βαθύτερες ρίζες.
Κατά μία άλλη έννοια, αντίθετη με την προηγούμενη, το πρόβλημα είναι πώς να σπαταλήσουμε όλ’ αυτά που συσσωρεύονται («όσο το δυνατόν περισσότερα»), ώστε να μην αφήσουμε να μας πλακώσει το καταραμένο απόθεμα.
Δεν είναι όμως αλήθεια ότι «ο Μαρξ έστρεψε την αστική τάξη στην οικονομία», άθελά του ή όχι, μάλλον το αντίστροφο έγινε. Ο Μαρξ διατύπωσε, κατά το μεγαλύτερο μέρος, τις θεωρίες του μέσα στο πολιτισμικό κλίμα της εποχής του, δηλ. σε συμφωνία με τη μπουρζουάδικη κοσμολογία ή σε συμφωνία με τις επιστημονικές προλήψεις του καιρού του. Κρίμα! Πάντως, ήταν ικανός, στις καλύτερες στιγμές του, να δει και λιγάκι παραπέρα (κάτι που δεν μπορούμε να το πούμε για τους μαρξιστές – ή πολύ σπάνια, κι αν…).
Είναι ίσως πιθανό η μπουρζουαζία να βολευτεί μια μέρα με κάτι άλλο, με κάποια άλλη ιδεολογία (στηριγμένη π.χ. στην αστροφυσική), αλλά μέχρι τώρα και όπως την ξέρουμε δεν φαίνεται ικανή να ζήσει χωρίς οικονομία, δηλ. χωρίς να πιστεύει ακράδαντα αυτή τη δοξασία και χωρίς να την επιβάλλει στο σύνολο της κοινωνίας. Τουλάχιστον αυτό ισχύει σήμερα. Αν δεν συμφωνείτε, δοκιμάστε να πείτε σε οποιονδήποτε σφραγισμένο από τον μπουρζουάδικο τρόπο σκέψης («κοινό») νου ότι π.χ. «η οικονομία δεν υπάρχει!». Είναι σα να λέτε σ’ ένα καρδινάλιο ότι η ιδέα «Θεός» γεννήθηκε πριν δύο, άντε δύο και κάτι, χιλιάδες χρόνια, ή ότι ο Ιησούς Χριστός δεν υπήρξε ποτέ. Θα σας θεωρήσει τρελό (ούτε καν αιρετικό!).
Και μιας και το γυρίσαμε στους παπάδες, ας έρθω και στην τελευταία ένσταση. Αν πιστεύεις στην ύπαρξη του Θεού, δεν είναι αναγκαστικό ή απαραίτητο να περάσεις στη θεοκρατία – όμως είναι ένα πιθανό και εύλογο βήμα, τουλάχιστον πιο εύλογο απ’ όταν δεν πιστεύεις στην ύπαρξη του Θεού. Οι πιστοί της οικονομίας δεν είναι υποχρεωμένοι να πιστεύουν για πάντα στις «αγορές», σαν μια απρόσωπη δύναμη της φύσης ή, στην καλύτερη περίπτωση, της κοινωνίας (όπως συμβαίνει, στους περισσότερους, σήμερα), μπορεί λοιπόν να επιστρέψουν σε μια λιγότερο ανορθολογική μορφή πίστης. Ίσως και να υποχρεωθούν, κατά κάποιο τρόπο, σε μια τέτοια, μερική, προσγείωση. Όσο όμως παραμένουν πιστοί της οικονομίας, τέτοιου είδους εκτροπές θα είναι πιθανές – αφού πάντα θα θέλουν να εξορκίσουν το Θεό τους, αφού πάντα θα τους κυνηγάει η οικονομική αίσθηση της αμαρτίας («μήπως δεν πετύχαμε όσο το δυνατόν περισσότερα με όσο το δυνατόν λιγότερα;», ή σύμφωνα με την προβοκατόρικη διατύπωση ενός σύγχρονου ασκητή και προφήτη: «Μαζί τα φάγαμε!»).
Γιατί, για να πιάσουμε την επικαιρότητα, το ζήτημα δεν είναι αν μπορούν οι άνθρωποι να σηκωθούν, λέει, από τον καναπέ τους – ποτέ δεν ήταν. Το ζήτημα είναι αν μπορούν οι άνθρωποι να αποχτήσουνε συνείδηση.
[Δύτη, συγγνώμη για το σεντόνι. Είπα να δοκιμάσω να κλονίσω κι άλλο λίγο το οικοδόμημά σου. 🙂 ]
Χμ, πρέπει να απαντήσω με ανάλογο σεντόνι; Μόλις σκέφτηκα ότι πράγματι, οι οθωμανοί πολιτικοί στοχαστές του 17ου και του 18ου αιώνα ελάχιστα έως καθόλου μιλάν για οικονομία, παρότι η αυτοκρατορία είχε ελλειμματικό ισοζύγιο, καταπώς θα λέγαμε σήμερα, σε σταθερή βάση. Απ’ όσο θυμάμαι το ίδιο συμβαίνει με την Αναγέννηση. Αυτά για το τρίτο σημείο. Τώρα, για να καταλάβω, εγώ μιλούσα (στα σχόλια του επόμενου ποστ) για μη-αυτονομία του πολιτικού από το -ας πούμε- οικονομικό (με την έννοια πάντα, των σχέσεων παραγωγής), εσύ επιμένεις να προβοκάρεις όχι μόνο με αυτονομία του πολιτικού αλλά και με άρνηση του οικονομικού. Δεν ξέρω, θα έλεγα ότι παντού και πάντα υπάρχει, όχι αναγκαστικά μια θεωρία ή μια ξερωγώ οργάνωση, αλλά τουλάχιστον ένας -ένας καταμερισμός της εργασίας. Ε, αυτό ονομάζω οικονομία, ας πούμε.
Ξέρω πως είμαι πολύ ασαφής αλλά τι να κάνω κι εγώ ο καημένος, νιώθω ότι σε κυνηγάω γύρω γύρω σε λαβύρινθο!
Όσο για τη συνείδηση: ίσως, οι κάκτοι θ’ ανθίσουν και φέτος 😉
Κάτι ενδιαφέρον για την κουβέντα με τον Μπουκάν: http://radicaldesire.blogspot.com/2011/06/revisited.html
Αυτά ο Μπουκάν τα διάβαζε πριν απο 30 χρόνια.
[…] συζήτηση που έγινε σε δύο μέρη με διαφορά πενταετίας (εδώ και εδώ), την οποία για διάφορους λόγους θεωρώ […]