Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Τόμας Μαν’

Ίσως είδατε την είδηση που κυκλοφορεί εδώ και λίγες μέρες, για τον διδακτορικό φοιτητή που έλυσε τον πανάρχαιο σανσκριτικό γρίφο. Οι τίτλοι υπόσχονται κάτι πολύ εντυπωσιακό σε στιλ Ιντιάνα Τζόουνς: είναι η μυστική λέξη που ξεκλειδώνει το σύμπαν; κάποιος κώδικας που δίνει άλλο νόημα στην Μαχαμπχαράτα; κάποιο αίνιγμα που η λύση του οδηγεί σε ανατροπές της ινδικής ιστορίας; Στην πραγματικότητα, δεν είναι τόσο μυθιστορηματικός ο γρίφος, ωστόσο αυτό δεν τον κάνει (για τα γούστα του Δύτη) λιγότερο συναρπαστικό. Λοιπόν υπάρχει ένα κείμενο, το Ασταδγια… το Aṣṭādhyāyī κάποιου γραμματικού ονόματι Πανίνι (Pāṇini), περίπου σύγχρονου με την κλασική Ελλάδα. Στους περίπου τέσσερις χιλιάδες στίχους του δίνονται με συστηματικό, σχεδόν αλγεβρικό (διαβάζω) τρόπο (έχει παρομοιαστεί με μηχανή Τούρινγκ!) οι κανόνες της σανσκριτικής γλώσσας (βγάλτε άκρη από δω αν μπορείτε, ή πάρτε μια ιδέα εδώ…). Κανονιστική και περιγραφική γλωσσολογία δηλαδή δυο χιλιετίες πριν από το Port-Royal, την περίφημη γαλλική γραμματική του 1660 που θεωρείται η απαρχή της συστηματικής περιγραφής της γλώσσας.

Οι κανόνες βέβαια που δίνει το Ασταδγια… το Aṣṭādhyāyī είναι πάρα πολλοί, και συχνά έρχονται (όπως σε όλες τις γλώσσες) σε αντίφαση μεταξύ τους. Ο περίφημος γρίφος λοιπόν είναι ένας τέτοιος κανόνας ή μάλλον μετα-κανόνας, που λέει ότι «σε περίπτωση αντίφασης μεταξύ δύο κανόνων ίσης ισχύος, επικρατεί ο μεταγενέστερος«. Για αιώνες οι γλωσσολόγοι και οι σανσκριτολόγοι πίστευαν πως ο «μεταγενέστερος» κανόνας ήταν εκείνος που έρχεται δεύτερος (ή τρίτος, ή τελευταίος τέλος πάντων) στη σειρά όπως είναι γραμμένο το Ασταδγια… αυτό τελοσπάντων. Ο νεαρός διδάκτορας ανακάλυψε, και μου φαίνεται πολύ πειστικό, ότι αυτό θα πρέπει να σημαίνει πολύ απλά «ο κανόνας που ισχύει για την επόμενη λέξη«. Απλό σαν το αβγό του Κολόμβου, και απ’ ό,τι καταλαβαίνω πολύ πιο εύλογο από γλωσσολογική άποψη.

Πάμε δυόμισυ χιλιετίες μετά, στον Τόμας Μαν. Ο Δύτης αγαπάει Τόμας Μαν, ως γνωστόν, και ως εκ τούτου θυμάμαι απ’ έξω διάφορες φάσεις και φράσεις. Να λοιπόν τι θυμήθηκα διαβάζοντας την είδηση:

Υπάρχει μια μικρή νουβέλα με ινδικό σκηνικό, «Τα αλλαγμένα κεφάλια» (πάνω σε ένα μύθο που μεταξύ άλλων ενέπνευσε και τον Γκαίτε, αν δεν κάνω λάθος). Πολύ απολαυστική και διασκεδαστική, με το ιδιαίτερο χιούμορ του Μαν σε μεγάλες δόσεις. Εν ολίγοις, δυο φίλοι, ένας όμορφος και μυώδης και ένας αδύναμος αλλά λόγιος και έξυπνος ερωτεύονται μια κοπέλα, η οποία αγαπά το μυαλό του ενός και το σώμα του άλλου. Με μια περίπλοκη συγκυρία (γιατί αυτοκτονούν, αποκεφαλίζοντας και οι δύο τον εαυτό τους – και αυτό το περιγράφει πολύ ωραία και διασκεδαστικά ο μάστορας, και στη συνέχεια η νεαρά παρακαλεί τη θεά Κάλι, γίνεται όμως ένα μικρό λαθάκι) βρίσκονται ο ένας με το κεφάλι του άλλου. Καθώς το κορίτσι είχε ήδη παντρευτεί τον έναν, τον σοφό, ο οποίος τώρα βρίσκεται να έχει και το ποθητό κορμί του φίλου του (win-win για τον ίδιο και την κοπέλα…) και καταλήγουν σε έναν γκουρού να τους πει σε ποιον ανήκει το κορίτσι.

Η συνάντηση με τον γκουρού είναι επίσης απολαυστική, και εκείνος μιλάει τρεις φορές. Την πρώτη δικαιώνει το σώμα: γιατί ο γαμπρός, λέει, δίνει το χέρι στη νύφη και εκείνη το παίρνει, άρα στο χέρι ανήκει. Τη δεύτερη, λέει: Αυτή είναι η μείζων πρόταση του συλλογισμού, μετά την οποία ακολουθεί η ελάσσων, η οποία την ξεπερνά, την καλύπτει και την στέφει με την αλήθειά της. Λίγη υπομονή, παρακαλώ!. Και λέει τραγουδιστά ότι, φυσικά, η πρωτοκαθεδρία ανήκει στο κεφάλι. Ο καημένος ο lose-lose, εκείνος που έχει το κεφάλι του όμορφου (αλλά όχι πολύ έξυπνου) και το σώμα του λόγιου, παρατηρεί καταπτοημένος ότι πριν είχε πει κάτι τελείως διαφορετικό. Αυτό που είπα τελευταίο, αυτό και ισχύει, είναι η απάντηση του γκουρού.

Θα συμφωνήσετε ότι τόσο η εξυπνάδα με τη μείζονα και ελάσσονα πρόταση όσο και, κυρίως, η τελική απόφανση του σοφού γκουρού βγαίνει κατευθείαν από το Ασταδγιά… το Aṣṭādhyāyī του φίλου μας του Πανίνι. Σίγουρα δεν είναι καθόλου τυχαίο: ο Μαν έκανε κανονική μελέτη πριν γράψει κάτι, όπως άλλωστε όλοι οι μεγάλοι εκείνοι μυθιστοριογράφοι της γενιάς του ή των προηγούμενων (ή αυτών που ακολουθούν!). Στον Εκλεκτό, για παράδειγμα, το τελευταίο έργο του, βάζει τους ήρως να ανταλλάσσουν ατάκες στα προβηγγιανά, μιας και διαδραματίζεται σε μεσαιωνικό σκηνικό. Και επειδή κανείς δεν αμφέβαλε για αυτό, δεν μπαίνει καν στον κόπο να παραθέσει τις πηγές του σε κάποιο επίμετρο (όπως έκανε η θαυμάστριά του, η Γιουρσενάρ στα δικά της ιστορικά μυθιστορήματα). Προφανώς είχε διαβάσει πολλά και για την αρχαία Ινδία και θα γνώριζε για τον Πανίνι και το έργο του. Βλέπω ότι είχε βρει τον μύθο στο έργο του ινδολόγου Χάινριχ Τσίμμερ ο οποίος βρέθηκε στη Νέα Υόρκη το ’40, κοντά στο Νιου Τζέρσεϊ όπου ζούσε ήδη ο Μαν από το ’39· πολύ πιθανό να γνωρίζονταν και να είχαν κουβεντιάσει πριν ολοκληρώσει τη νουβέλα ο δεύτερος (Αύγουστο του ’40), την οποία άλλωστε αφιέρωσε στον Τσίμμερ.

 Η άλλη περίπτωση, δηλαδή η ιδιοφυία του Μαν να μπήκε τόσο καλά στο πετσί της ινδικής φιλοσοφίας που να παρήγαγε τον κανόνα του Πανίνι από μόνη της, μου φαίνεται βεβαίως πολύ λιγότερο πιθανή. Από την άλλη, η ελάσσων πρόταση ξεπερνά, καλύπτει και στέφει με την αλήθεια της τη μείζονα – οπότε, ποιος ξέρει; Τη βάζω άλλωστε και τελευταία…

Advertisement

Read Full Post »

Τι καλύτερο δώρο για έναν Βιβλιοθηκάριο που έχει γενέθλια, από μια εισαγωγή σε βιβλιοθήκες με βιβλία που ποτέ δεν γράφτηκαν αλλά που μπορούμε να τα φανταστούμε; Ορίστε λοιπόν –και χρόνια πολλά, Γιώργο!

*****

Ο Μπόρχες έγινε διάσημος για το τέχνασμά του να παρουσιάζει περιλήψεις βιβλίων, αντί να τα γράφει. Ο ίδιος μας λέει, στον πρόλογό του στον Κήπο με τα διακλαδωτά μονοπάτια (Μυθοπλασίες, μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη):

Τι κοπιώδης και εκφυλιστική που ‘ναι κι αυτή η μανία να συνθέτουν τεράστια βιβλία, να αναπτύσσουν σε πεντακόσιες σελίδες μια ιδέα, η τέλεια προφορική έκθεση της οποίας δεν θα ‘παιρνε παραπάνω από λίγα λεπτά! Προτιμητέο είναι να φαντάζεσαι πως αυτά τα βιβλία υπάρχουν ήδη και να προσφέρεις μια περίληψή τους, ένα σχόλιο. Αυτή τη μέθοδο ακολούθησε ο Καρλάιλ στο Sartor Resartus· το ίδιο και ο Μπάτλερ στο The Fair Haven· πρόκειται για έργα που κι αυτά έχουν την ατέλεια να ‘ναι βιβλία, να ‘ναι εξίσου ταυτολογικά με όλα τα άλλα. Πιο λογικός, πιο ανίκανος, πιο φυγόπονος, ο υπογράφων προτίμησε να γράψει σημειώσεις πάνω σε φανταστικά βιβλία.

Ιδού λοιπόν, σκέφτηκα να επιχειρήσω μια γενεαλογία αυτών των φανταστικών, τεμπέλικων βιβλίων. Να ξεκινήσω από το διαβόητο Νεκρονομικόν του Λάβκραφτ; Ή από τα Εφήμερα του δεν-θυμάμαι-πώς-τον-λένε, του φίλου του ομώνυμου ήρωα στον Μάρτιν Ήντεν του Τζακ Λόντον, το υπέροχο ποίημα που τον κάνει να σιχαθεί τα δικά του και συνάμα όλο τον κόσμο; Τον ίδιο αιώνα (φαίνεται ήταν της μόδας): οι πραγματείες του Σέρλοκ Χολμς, όπως εκείνη για τα διάφορα είδη στάχτης καπνού ή λάσπης· μισό αιώνα αργότερα, το μυθιστόρημα του Μαιτρ, στον Μαιτρ και Μαργαρίτα (αν και αυτό μπορούμε κάπως να το φανταστούμε μια και ο Μπουλγκάκοφ ουσιαστικά παρεμβάλλει τα αποσπάσματά του με τον Πόντιο Πιλάτο)· στο τέλος του περασμένου πια αιώνα, τη σειρά των «Φίλων της τύχης» από το Ενάντια στη μέρα του Πύντσον. Μια λίγο διαφορετική περίπτωση είναι τα μουσικά έργα, συχνά με τα λιμπρέτα τους, που συνθέτει ο Άντριαν Λέβερκυν στον Δόκτορα Φάουστους του Τόμας Μαν και που περιγράφονται καταλεπτώς.

Εδώ κάπου λοιπόν η μνήμη μου με εγκαταλείπει (θυμάμαι αμυδρά ότι πριν από τέσσερα-πέντε χρόνια είχα σκεφτεί ένα σχετικό δοκίμιο με πάμπολλα παραδείγματα, αλλά…). Προσφεύγω στο αντίστοιχο άρθρο της Βίκι, που μου δίνει διάφορα δείγματα τα οποία δεν γνωρίζω (αν και ναι, είχα ξεχάσει τα έργα του Μπένο φον Αρτσιμπόλντι στο 2666 του Μπολάνιο), μεταξύ των οποίων, προς μεγάλη μου χαρά, άγνωστά μου έργα του Στάνισλαφ Λεμ. Βρήκα και έναν τεράστιο κατάλογο, για όποιον ενδιαφέρεται.

Κάπου στην ίδια συλλογή του Μπόρχες γίνεται λόγος για έναν μικροσκοπικό λαβύρινθο… έναν λαβύρινθο από φίλντισι. Να, αυτά τα φανταστικά βιβλία, σκέφτομαι, είναι σαν μικρές-μικρές φιλντισένιες μακέτες (και εδώ θυμάμαι μια παρομοίωση του Κούντερα, που λέει -αντίθετα- ότι Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες του Μούζιλ είναι σαν ένας τεράστιος πύργος που είναι αδύνατον να τον συλλάβει ολόκληρο το μάτι): βλέπουμε το περίγραμμα, μπορούμε σχεδόν να δούμε κάποιες λεπτομέρειες –όσο για το εσωτερικό, τον τεράστιο θόλο, τα ψηφιδωτά, το πώς παιχνιδίζει το φως από τα μικρά παράθυρα, τα σκαλιστά σχέδια στα κιονόκρανα, αυτά μόνο να τα φανταστούμε μπορούμε. Μερικές φορές, όντως, ίσως είναι καλύτερα έτσι.

Piranesi

Και να λοιπόν, αυτά είχα να πω. Δεν ξέρω αν έχετε να προσθέσετε κάτι –είμαι σίγουρος ότι ξεχνάω κάτι ουσιώδες από την αρχαία ελληνορωμαϊκή γραμματεία, ή από τον μεσαίωνα, ξερωγώ. Έχω γράψει όμως περισσότερες λεπτομέρειες στο βιβλίο μου, Βιβλία σε συμπίεση: μια επισκόπηση φανταστικής βιβλιογραφίας, που σίγουρα θα έχετε δει στα βιβλιοπωλεία. Αυτό που διαβάσατε, ήταν μόνον η περίληψη.

(πρώτη δημοσίευση μιας πρώτης μορφής)

(Κατσαμάκεια 2013: ερυθρό καγκουρώ, Deva Aleema, σελιτσάνος, kizil kum, αναγεννημένη, silentcrossing, το κόκκινο μπαλόνι, Εξεγερμένο το 2009, το καγκουρώ, το σημειωματάριο, η Ντίνα Βιτζηλαίου, η nefosis και το roubinakiM, η Πολυάννα, τα κουπέπκια, το ψαροκόκκαλο, ο μούργος , η Anna Silia, ο ήχος του ανέμου / Εύη Βουλγαράκη, ο κυνοκέφαλος Γρηγόρης και ο Τσαλαπετεινός.

Read Full Post »

Από την αρχή-αρχή αυτού δω του μπλογκ ήθελα να βάλω αυτό που ακολουθεί, μόνο που βαριόμουν την πληκτρολόγηση. Απόψε βαριέμαι να κάνω ο,τιδήποτε άλλο και έχω όρεξη για δοκιμιακά πράγματα, οπότε ορίστε. Όσες φορές ξαναδιαβάζω τον Τόμας Μαν, τρία πράγματα στην τέχνη του μου κάνουν πάντα εντύπωση: οι ερωτικές εξομολογήσεις· οι εμφανίσεις του διαβόλου· και οι θάνατοι. Ιδίως αυτοί εδώ οι θάνατοι, από τους Μπούντενμπρόκ (μετάφραση Τούλας Σιέτη, Αθήνα 1986), το πρώτο του μυθιστόρημα και ίσως το πιο ενιαία απολαυστικό: τρεις γενιές, μια παρακμή, τρεις θάνατοι. Είναι ένα είδος σαμσάρας και ίσως αυτός είναι ο λόγος που το θυμήθηκα, απ’ τον Σραόσα δηλαδή.

Στον πρώτο, η φύση σα να συμμετέχει. Ένας θάνατος είναι μια αφαίρεση απ’ το σύμπαν, ένα τράνταγμα στο φιλμ, μια χαρακιά στο βινύλιο: (περισσότερα…)

Read Full Post »

Κάνατε ποτέ το λάθος να διαβάσετε τον διαβόητο Αλχημιστή του Κοέλιο; Εγώ το είχα κάνει, αλλά στην πρώτη έκδοσή του, πριν γίνει ακριβώς διάσημος. Πρέπει να ήταν γύρω στο ’93 ή κάπου τότε. Δεν μου είχε κάνει ούτε καλή ούτε κακή εντύπωση, μόνο που η βασική του ιδέα -και δεν εννοώ εκείνη με το σύμπαν που συνωμοτεί κλπ., εννοώ το πώς ψάχνεις σε όλο τον κόσμο τον θησαυρό που τελικά είναι στην αυλή σου- μου ήταν ήδη γνωστή. Όντως, Χόρχε Λουΐς Μπόρχες, Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας, Αθήνα 1985, σελ. 91-92, πριν το αγοράσω το είχα δανειστεί από τη ΧΑΝΘ, τον πρώτο-πρώτο καιρό της φοιτητικής μου ζωής στη Σαλονίκη: παραπομπή στις Χίλιες και μια νύχτες, 351η νύχτα, ο φτωχός στο Κάιρο βλέπει στον ύπνο του ότι η τύχη του είναι στο Ισπαχάν. Πάει με χίλια ζόρια στο Ισπαχάν, τον πιάνει ο αστυνόμος, ο φουκαράς λέει την ιστορία του, ο αστυνόμος γελάει: «Χα χα, κι εγώ στον ύπνο μου βλέπω ένα θησαυρό σε μιαν αυλή στο Κάιρο μ’ ένα περιβόλι στο βάθος και μες στο περιβόλι ένα ρολόι ηλιακό και πίσω απ’ το ηλιακό ρολόι μια συκιά και κάτω απ’ τη συκιά μια βρύση και κάτω από τη βρύση ένα θησαυρό. Δεν πίστεψα ούτε στιγμή στο ψέμα αυτό». Φυσικά ο άνθρωπος γυρίζει στο Κάιρο, διότι το σπίτι με το περιβόλι ήταν το δικό του, και βρίσκει το θησαυρό. Το σύμπαν συνωμότησε ώστε να είναι ο Κοέλιο, και όχι ο Μπόρχες ούτε ο ανώνυμος Άραβας παραμυθάς, που έγινε διάσημος με τούτη την ιστορία.

Γιατί για μια φορά ο Μπόρχες έγραφε την αλήθεια: (περισσότερα…)

Read Full Post »

Ακόμα ένα κειμενάκι από το μακρινό 1998, τότε που είχα βάλει στόχο να διαβάσω γερμανική φιλοσοφία αν και δεν προχώρησα πέρα από τη λογοτεχνία, τελικά. Το παραθέτω σαν ένα είδος συναισθηματικής αρχαιολογίας· τα σημερινά μου σχόλια ακολουθούν στο τέλος:

“Θεωρείς την αγάπη ως το μεγαλύτερο πάθος;” ρώτησε. “Γνωρίζεις κανένα άλλο πιο δυνατό;” “Ναι, την πνευματική περιέργεια”. “Μ’ αυτό εννοείς πιθανώς μιαν αγάπη, που την έχει απογυμνώσει κανείς από κάθε ζωική θερμότητα;” “Ας συμφωνήσουμε σ’ αυτόν τον ορισμό!” γέλασε.

 Μια μορφή ζωής, που αυτοσυζητιέται και που αυτοαναλύεται, διαλύεται σα μορφή μ’ αυτόν ακριβώς τον τρόπο, κι η μόνη αληθινή ύπαρξη είναι εκείνη που υπάρχει άμεσα κι ασύνειδα.

Τόμας Μαν, Δόκτωρ Φάουστους

Η αναζήτηση του απολύτου, κεντρικό σημείο στη γερμανική κουλτούρα -από τον Μπετόβεν ως τον Μαν και το Μάλερ… Ή απόλυτο, ή ευτυχία; Ο άνθρωπος που αναζητά το απόλυτο έχει αποκλείσει ίσως εκ των προτέρων την ευτυχία, γιατί ακριβώς (περισσότερα…)

Read Full Post »

Σαββατοκύριακο, ημέρες εφημερίδων. Διάβασα αρκετές αυτές τις δύο μέρες, και μάλλον πολλά θα είχα να σχολιάσω. Ας μην σταθώ στη «Λαίδη Μάκβεθ» του Μτσενσκ, λες και ο Μτσενσκ ήταν θεατρικός συγγραφέας («Έψιλον» Ελευθεροτυπίας), ίσως είναι λάθος του διορθωτή, στο κάτω κάτω δεν είμαστε όλοι φαν του Σοστακόβιτς ούτε υποχρεωμένοι να ξέρουμε τον Λέσκοφ. Από χθες όμως γυρνά στο μυαλό μου μια ανάλυση περί ηλικίας· σήμερα μάλιστα έγινε διπλή. Το πρώτο: άρθρο στη χτεσινή Ελευθεροτυπία, σε στήλη που υπηρετεί πιστά την τρέχουσα ιδεολογία περί γονιδιώματος. Εννοώ, του στιλ εξηγούμε τη σεξουαλική συμπεριφορά ανδρών και γυναικών με βάση τη φυσική επιλογή, οι επιτυχημένοι άνθρωποι κερδίζουν χάρη στα γονίδιά τους και αυτό είναι πάλι φυσική επιλογή, ο Δαρβίνος είχε μούσια γιατί ήταν στο γονίδιό του να εξερευνά οπότε η φυσική επιλογή φρόντιζε να τον ζεσταίνει και ούτω καθεξής. Αλλά σήμερα δεν προτίθεμαι ακριβώς να θάψω. Παραθέτω σύντομη περίληψη του άρθρου: (περισσότερα…)

Read Full Post »