Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Θανάσης Παπακωνσταντίνου’

Καθώς άνοιγε ο αδερφός μου το δώρο που του διάλεξα για την πρωτοχρονιά, πιάσαμε κουβέντα για τους Μπητλς για κάποιο λόγο. Σκέφτομαι τελευταία πώς θα ήταν να ζει κανείς εκεί γύρω στο ’66 και μετά, να ακούει μετά το Rubber Soul το Revolver και να παθαίνει, να λέει «δεν είναι δυνατόν, τι άλλο μπορούν να κάνουν τώρα οι άνθρωποι;», μετά από κάτι μήνες, μπαίνοντας το ’67 να βγαίνει το σινγκλάκι με το Strawberry Fields και μέχρι να το χωνέψεις νάσου και το Sgt. Pepper. Δεν είναι απίστευτο; Πάνω στην κουβέντα κάνει η μητέρα μου, και με το δίκιο της: «το ίδιο συνέβαινε τότε και με τον Σαββόπουλο». Λέει ο αδερφός μου (ενώ παλεύει να ανοίξει το φακελάκι του δώρου): «Και τώρα καμία σχέση… ούτε με τον Παπακωνσταντίνου -σου άρεσε αλήθεια ο Σαμάνος;- ούτε με τους Χειμερινούς τελευταία, όλο τα ίδια απόνερα…» κι εγώ δαγκώνομαι γιατί το δώρο είναι ο τελευταίος των Χειμερινών, τα 23 κόκκινα φώτα. Κάνω ένα «ε, οι Χειμερινοί, δεν ξέρω, είσαι σίγουρος;», πάει να πει εκείνος «ε ναι, τα τελευταία τους όσο νάναι… ωχ!», το δώρο άνοιξε. Το μπαλώσαμε βέβαια, δεν το είχε ακούσει και ακόμα δεν τόχει γιατί το σιντί βγήκε ελαττωματικό. Προχθές είχα την ίδια κουβέντα με τον φίλο μου τον Κοσμά: όχι πια τι υπάρχει -τι μπορεί να υπάρξει σήμερα τόσο πραγματικά, συγκλονιστικά καλό στην ελληνική μουσική όσο ήταν ο Χατζιδάκις (πάντα), ο Σαββόπουλος το ’70 ή η Πλάτωνος και οι Χειμερινοί το ’80. Τίποτα· ο Βραχνός Προφήτης; πάει πέρασε, και η Βροχή από κάτω δεν είχε συνέχεια. Τα 23 κόκκινα φώτα ακούγονται όμορφα, όπως ήταν και οι προηγούμενοι δίσκοι των Χειμερινών (ένα ωραίο χαρακτηριστικό κομμάτι που μούχει κολλήσει μπορείτε να ακούσετε εδώ), αλλά όντως είναι μια απ’ τα ίδια, απόνερα των παλιών δίσκων. Επιστροφή στην τριλογία Χειμερινοί κολυμβητές, Από το πάρκο στη Μυροβόλο, Δακοκτόνοι, λοιπόν. [Σημείωση δυο βδομάδες μετά: Όσο ακούω τον καινούριο δίσκο αλλάζω γνώμη, ωστόσο· το έγραψα και σε ένα σχόλιο: είναι εξαιρετικός]

Προσπαθώ σκληρά να μην πέφτω στη λούμπα του προσεχώς σαραντάρη, που βρίσκει κλασικά πως τίποτε πια δεν είναι όπως στην εποχή του. (περισσότερα…)

Advertisement

Read Full Post »

Μια ανάρτηση στο ιστολόγιο «Μιλώντας για το χιόνι» μου θύμισε την ποίηση του Χρήστου Μπράβου και το τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου Α. Μάνθος, από τον Βραχνό Προφήτη -πιθανόν τον καλύτερο δίσκο του και μάλλον από τους καλύτερους των τελευταίων χρόνων. Απόψε όμως που το ξανασκέφτομαι, στην πραγματικότητα μου θυμίζει την εξής σκηνή: χειμώνας στη Λήμνο, εγώ ναύτης σε ορεινό παρατηρητήριο. Ειδικότητα τεχνίτης πυροβόλου -Τ/ΠΒ-, στην πραγματικότητα χειριστής ραντάρ και ασυρμάτου. Έξι ή δώδεκα ώρες την ημέρα (ανάλογα με τις άδειες) κλεισμένος σε έναν σιδερένιο κλωβό με μηχανήματα, στην κορφή του βουνού. Μετά από κάποιες απίστευτες αστροφεγγιές τον Αύγουστο, η συνηθέστερη κατάσταση ήταν μια ομίχλη τόσο πυκνή που δεν έβλεπες στα τρία μέτρα, ή, εναλλακτικά, δυνατοί άνεμοι που μπορούσαν να παρασύρουν τη μάσκα της μηχανής ενός φορτηγού στάγερ. Ο δίσκος -το σιντί, τέλος πάντων- είχε μόλις βγει, και τον άκουγα συνέχεια. Μιλώντας για το χιόνι, λοιπόν:

αυτό που μού ‘ρχεται στο μυαλό είναι που βγήκα από τον κλωβό· ο άνεμος είχε σταματήσει, και γύρω ήταν όλα άσπρα, με αυτή την ησυχία που δίνει το χιόνι.

 Χιόνι, κι ανάψαν τις φωτιές στον κάτω κόσμο.

Πείτε μου τώρα αν πρόκειται για σύμπτωση, ή απλά το μυαλό μου ψάχνει πράγματα για να συνδέσει τις αναμνήσεις με τις εμπειρίες του. Η πραγματικότητα αρέσκεται στις συμμετρίες και στους ανεπαίσθητους αναχρονισμούς, γράφει ο Μπόρχες στο «Νότο».

Read Full Post »