Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Βασίλης Νικολαΐδης’

Το μπλογκίζειν προσφέρει μερικές ανέλπιστες χαρές. Μία είναι όταν γνωρίζεις από κοντά ανθρώπους που πρώτα εκτίμησες ως, ας πούμε, ιντερνετικές περσόνες· μία ακόμα είναι όταν απροσδόκητα έρχεσαι σε επαφή με ανθρώπους που ήξερες μεν, αλλά δεν περίμενες ποτέ πως θα μιλήσεις μαζί τους. Χάρη σε ένα παλιό λινκάκι, άρχισε να συχνάζει εδώ ο Βασίλης Νικολαΐδης· χάρη σε μια πρόσφατη κουβέντα, μου έστειλε ένα αδημοσίευτο τραγούδι, δυστυχώς χωρίς τη μουσική του, γιαυτό και βάζω άλλο ως μουσική υπόκρουση. Δυστυχώς δεν βρήκα ένα από τα αγαπημένα μου, αυτό για τις γυναίκες (γιατί έχουν χίλιους τρόπους για να μας σκοτώνουν / το μυαλό να μας τινάζουν με μια σφαίρα / μ’ ένα χαμόγελο με μία καλησπέρα / ακόμα με τον ήχο ενός βιολιού),* αλλά δεν πειράζει:

Φλυαρώ όμως. Ορίστε, σε παγκόσμια πρεμιέρα, ο Δύτης των Νιπτήρων παρουσιάζει Βασίλη Νικολαΐδη:

Οι Θεσσαλονικείς

Την άνοιξη ανθεί στις καταιγίδες.

Κατεβάζει τα βλέφαρά της φορτωμένα ηλεκτρισμό

μισανοίγοντας τα σύννεφα, εκεί δυτικά, στο Λιμάνι

να γεμίσει ένα δειλινό τριαντάφυλλα τα βρώμικα νερά.

Η αστραπή διαρκεί μια στιγμή

όσο κι’ η διαύγεια του μεθυσμένου την νύχτα

κι΄ όση λαδομπογιά έχει στους τοίχους

βαφτισμένη στο τηγανόλαδο κάθησε στο παλτό τους

από την παιδική τους κιόλας ηλικία.

 

Κι έτσι μετράνε τον χρόνο: σε στρώματα

όπως οι αρχαιολόγοι τους αιώνες

ανασκαφές και αναπαλαιώσεις

σ΄ ό,τι συνέβη και δεν συνέβη, εδώ, αλλού

εκκλησίες, τζαμιά, τεκέδες, μνημεία

αλλάζαν χρήση με τον καιρό, τραίνα, καράβια, βιομηχανίες

αδιανόητες δονήσεις, ένα κοιμητήριο χάθηκε από προσώπου Γης

χιλιάδες τσιρίδες ανθρώπινες, σκληρίσματα

οι ερπύστριες της μπουλντόζας στα σπασμένα μάρμαρα.

 

Τις πολυκατοικίες που χτίσαν μετά δεν έχουν θέρμανση

μονάχα όμορφα χρώματα, τυρκουάζ και ροζ και κίτρινο και γαλανό

ακουμπούν μεταξύ τους ν’ αφουγκραστούν τους καινούργιους ενοίκους

κρατάνε πάντα μια πόρτα ανοιχτή, με τα κλειδιά όπως παλιά

στην απέξω κλειδαριά, ακόμη κι’ αν πικράνουν και κάνουν τον αδιάφορο.  

Κι’ όταν μιλούν με υπαινιγμούς, ή δεν μιλούν καθόλου

κι’  όταν γενικεύουν, και τους φταίνε οι άλλοι, είτε φύγουν είτε μείνουν

σαν παιδιά πεισματάρικα είναι, που θύμωσαν με την μάνα τους.

Γιατί το οιδιπόδειο που τους δέρνει σ’ αυτή την  πόλη

απολύτως αυτονόητο, σαν ρεφρέν με μινουΐτες:

 

Δεν ειν’ οι στάλες της βροχής

ούτε που νύχτωσε νωρίς

κι’ είναι το βήμα τους αργό κι’ είναι βαρείς

κι’ αμετανόητοι, οι Θεσσαλονικείς. 

Ευχαριστώ, Βασίλη.

*Edit: χάρη στον Stazybo Horn, ορίστε (μερσί Στάζυμπε!):

Και, μια και έγινε πολλή κουβέντα, το αγαπημένο μου Δελφίνι:
Advertisement

Read Full Post »

Ο τίτλος, από το τραγούδι του Βασίλη Νικολαΐδη «Το δελφίνι» (Ατασθαλίες, 1993). Το κειμενάκι που ακολουθεί το ξέθαψα από κάτι κιτάπια μου του μακρινού 1998:

Ολόκληρη αισθητική θεωρία μπορεί να οικοδομηθεί πάνω σε αυτόν τον στίχο (εντάξει, στην πραγματικότητα ο στίχος εκ των υστέρων δικαιώνει τη θεωρία, που διαμορφώθηκε μια καλοκαιρινή μέρα). Η κεντρική ιδέα είναι η αποξένωση απ’ ό,τι δεν είναι εγώ, ή μάλλον (γιατί η αποξένωση προϋποθέτει μια αρχική κατάσταση ταύτισης) το γεγονός ότι το εγώ ή αλλιώς η συνείδηση αποτελεί ένα κέλυφος που εξοβελίζει ό,τι δεν περιέχει (περισσότερα…)

Read Full Post »