Διαβάζω την Παναγία των Παρισίων του Ουγκό (δεν το είχα διαβάσει! είχα δει μόνο την ταινία του Ντίσνεϊ) και πέφτω πάνω στην εξής περικοπή (10, Ι):
Gringoire lui dit: «Mon maître, je vous répondrai: Il padelt, ce qui veut dire en turc: Dieu est notre espérance. (Ο Γκρενγκουάρ του είπε: «Κύριέ μου, θα σας απαντήσω: Il padelt, που στα τούρκικα σημαίνει: ελπίζω στον Θεό).

Ούτε όμως η «τούρκικη» ερμηνεία είναι επινόηση του Ουγκό. Αντίθετα, ήταν ήδη γνωστή το 18ο αιώνα (αντιγράφω από αυτό το βιβλίο του 1757, σελ. 275-276):
Το έμβλημα του ιδρυτή [μαρκησίου Μονταιγκύ] που είναι ILPADELT είναι ζωγραφισμένο παντού και συχνά χωρισμένο σε δύο λέξεις, IL PADELT. Ο Du Breul αναφέρει ότι ένας Τούρκος στην ακολουθία του Φραγκίσκου Α΄ επισκέφτηκε το Μαρκουσί και αποφάνθηκε ότι πρόκειται για συριακά, και πως σημαίνει «ελπίζω στο Θεό». Μάλιστα στη βιβλιοθήκη υπάρχει ένα χειρόγραφο, στο οποίο διαβάζουμε, στο φύλλο 194, Il Padelt est nomen compositum graeco scilicet et hebraïco, et signifient Spes mea Deus, ut a quodam Turco in lingua hebrea, graeca et latinca docto cognovimus, qui baptizatus fuit et in servition Regis Francisci receptus anno 1523. Ως επιβεβαίωση, λένε ότι αυτές οι τρεις λέξεις, Spes mea Deus, υπάρχουν ακόμα σε κάποια μέρη του πύργου. Άλλοι πιστεύουν ότι η λέξη είναι αρκτικόλεξο. Μιλά δηλαδή ο Μονταιγκύ και λέει: Je l‘ai promis à Dieu, et le tiens («το υποσχέθηκα στο Θεό, και κρατάω [την υπόσχεσή μου]»)… Κάποιος από τη Βρετάνη έγραψε στο Mercure de France (Ιανουάριος 1743, σελ. 78) μια επιστολή, όπου αμφισβητεί αυτή την εξήγηση. Ισχυρίζεται ότι η φράση σημαίνει «θα διαρκέσει», καθώς padet είναι στα βρετόνικα ο μέλλοντας του «διαρκώ».
Η υπόθεση του αρκτικόλεξου υποτίθεται ότι παραπέμπει σε ένα είδος τάματος του μαρκησίου Μονταιγκύ να χτίσει ένα μοναστήρι στο Μαρκουσί αν ο άρρωστος βασιλιάς γινόταν καλά. Κάπως παρόμοια, η ίδια ιστορία παρατίθεται εδώ όπου διαβάζουμε επίσης ότι ο Perron de Langres, συγγραφέας κάποιου βιβλίου τοπικής ιστορίας του 18ου αιώνα, πάλι, ονόματι Anastase de Marcoussis, αμφισβητεί την τούρκικη ερμηνεία (προς όφελος του αρκτικόλεξου, γραμμένου πιο αρχαιοπρεπώς: Je l’ay promis à Dieu et le tiendray) ως εξής:
Η υπερβολή αυτής της πλαστογραφίας φτάνει να θέλει να πείσει την πιο λόγια και ευγενή αυλή εκείνης της εποχής ότι μια λέξη επινοημένη μόνο και μόνο για να χρησιμέψει ως έμβλημα δεν ανήκει σε καμία γλώσσα γνωστή στην Ευρώπη. Δημιουργός αυτού του μύθου είναι ένας φτωχός και αδαής καλόγερος, που θέλει να μας δείξει έναν Τούρκο να μιλά ως άνθρωπος επιτήδειος, αντίθετα με το πνεύμα αυτού του βάρβαρου έθνους που συνήθως νιώθει πιο άνετα με τις ασκήσεις του σώματος παρά μ’ εκείνες του πνεύματος, καθώς σχεδόν κανένας ανάμεσα σε αυτούς τους απίστους δεν φτάνει ούτε στην επιφάνεια των επιστημών που ξέρουμε εμείς. Δεν ξέρω τι να θαυμάσω περισσότερο, την ξεδιαντροπιά εκείνου που σκάρωσε αυτό το παραμύθι, ή την αφέλεια του αδελφού Jacques du Breüil που το τύπωσε στο τέταρτο βιβλίο του των Antiquitez de Paris, σελ. 1290.
Δεν ξέρω τι δουλειά είχε κάποιος καλόγερος να εξυψώσει ένα βάρβαρο σε άνθρωπο επιτήδειο, αλλά η υπόθεση της βρετονικής καταγωγής φαίνεται τελικά να είναι η πιο πιθανή. Στα βρετονικά, πράγματι, βρίσκουμε σε διάφορα λεξικά ότι padus σημαίνει διαρκής, ανθεκτικός, επίμονος και padusted η επιμονή, η αντοχή, η διάρκεια (εδώ)· ότι padel σημαίνει ανθεκτικός και επίμονος (εδώ ή εδώ). Ρώτησα και τον κελτολόγο υπηρεσίας, που μου απάντησε:
Στο ενδιάμεσο, οθωμανολόγε, έριξα μια ματιά στα (χάρτινα) λεξικά των ουαλλικών και βρίσκω πιθανή κοινή ρίζα στο parhad (=duration, continuation), βλ. και ρήμα parhau (συνεχίζω, διαρκώ, αντέχω) και τα περίπου συνώνυμα επίθετα parhaol (durable, perpetual, lasting) και parhaus (perpetual, lasting, continual, persistant).
(το rh, έντονο ρρρ ή «ρ με δασεία» αν προτιμάς, λογίζεται για ένα γράμμα ή ένας φθόγγος, και δικιολογεί σε ορισμένες περιπτώσεις την τροπή σε d)Μπορεί κανείς να πει πολλά επ’ αυτού αλλά δύσκολα θα καταλήξει κάπου με σιγουριά, π.χ. πόσο συνηθισμένη ήταν, στο συγκεκριμένο χωρόχρονο, η μίξη γαλλικών και βρετόνικων; ώστε να δικιολογηθεί το il. Και φυσικά αυτό το «ιλ», με λίγη καλή θέληση μπορεί να σημαίνει τα πάντα σε διάφορες γλώσσες και διαλέκτους, αν επιτρέπεται να τις ανακατώνουμε.
Αν το θέλει κανείς πολύ, μπορεί επίσης να βρει κάτι στα κούρδικα, στα αραμαϊκά, κοκ, ώστε να δικαιωθεί και η μαρτυρία του (υπαρκτού ή ανύπαρκτου, αυθεντικού ή κατά φαντασία) Τούρκου – και πάει λέγοντας.
Από την άλλη, τα αρχικά (αφού ήταν τεκμηριωμένη πρακτική) μπορεί να σημαίνανε οτιδήποτε, όπως με τις αριθμοσοφίες – και αναρωτιέμαι ποια μαρτυρία (ποιας εποχής, σε ποια πηγή) επαυτού θα μπορούσε να θεωρηθεί αποφασιστική ή έστω πειστική.
***
Για να ξαναγυρίσουμε στον Ουγκό, φαίνεται ότι θεωρούσε ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του μεσαίωνα τη μανία με τους Τούρκους: ο Τούρκος του αφελούς αδελφού Jacques du Breüil είχε αναγνωρίσει το ρητό ως «συριακά», και το ίδιο φαίνεται ότι είχε γράψει και ο Ουγκό σε ένα προσχέδιο του μυθιστορήματος,* βρήκε όμως πιο απλό -και πιο γραφικό μάλλον- να το κάνει τούρκικο στο τέλος. Σε ένα από τα τελευταία κεφάλαια (10, IV) διαβάζουμε ότι
Sainte-Sophie, de Constantinople, il y a quarante ans de cela, a trois fois de suite jeté à terre le croissant de Mahom en secouant ses dômes, qui sont ses têtes. (Η Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, εδώ και σαράντα χρόνια, τρεις φορές στη σειρά έριξε στη γη το μισοφέγγαρο του Μαχόμ με μια κίνηση των τρούλων της, που είναι τα κεφάλια της).

Je vous dis, moi, que c’est l’esprit Sabnac, le grand marquis, le démon des fortifications. Il a forme d’un soldat armé, une tête de lion. Quelquefois il monte un cheval hideux. Il change les hommes en pierres dont il bâtit des tours. Il commande à cinquante légions. C’est bien lui. Je le reconnais. Quelquefois il est habillé d’une belle robe d’or figurée à la façon des Turcs. (Εγώ σας λέω ότι είναι το πνεύμα ο Σαμπνάκ, ο μεγάλος μαρκήσιος, ο δαίμονας των οχυρώσεων. Έχει μορφή οπλισμένου στρατιώτη και κεφάλι λιονταριού· κατά καιρούς καβαλά και ένα απαίσιο άτι. Κάνει τους ανθρώπους πέτρες, και μ’ αυτούς χτίζει πύργους. Διατάζει πενήντα λεγεώνες! Αυτός είναι. Τον αναγνωρίζω. Μερικές φορές ντύνεται με ωραίο, ζωγραφιστό χρυσό ένδυμα, σαν τους Τούρκους).
Ωραίο Δύτη!
By the way, ο κελτολόγος υπηρεσίας ,αντί να (μή) δίνει απαντήσεις στο αίνιγμα, θα μπορούσε να κάνει ρηφρές στο μπλογκ του. 🙂
καλημέρα δύτη 🙂
Καλημέρα, Ομορφάσχημε
που θέλει να μας δείξει έναν Τούρκο να μιλά ως άνθρωπος επιτήδειος
Οι Τούρκοι πάντως από παλιά ήταν σοφοί. Τουρκομανικές παροιμίες :
– Ο πεινασμένος δεν ξέρει τι θα πεί λογική. Ο χορτάτος δεν ξέρει τι θα πεί έγνοια.
– Όταν ο πλούσιος δουλεύει , τον λένε εργατικό· όταν δεν δουλεύει τον λένε ολιγαρκή· όταν μιλάει, τον λένε εύγλωττο· όταν δεν μιλάει , τον λένε καλοαναθρεμένο. Όταν δουλεύει ο φτωχός , τον λένε ανίκανο · όταν δεν δουλεύει, τον λένε τεμπέλη· όταν μιλάει, τον λένε φλύαρο· όταν δεν μιλάει, τον λένε μουγγό.
– Σε εκείνον που κόβει τα ξύλα, ένα μερτικό· σε εκείνον που μιλάει μονάχα γι’αυτό, δύο μερτικά.
– Ο γεωργός ξεκουράζεται την εποχή του χιονιού· ο βοσκός μόνο στον τάφο.
(Την τελευταία παροιμία να την βλέπει ο φίλτατος Γιάννης Ιατρού – σίγουρα θα περάσει από εδώ – που μου έλεγε τις προάλλες ότι ο Χριστός δεν μπορούσε να γεννήθηκε Δεκέμβρη, γιατί αυτή την εποχή κάνει κρύο και οι τσομπαναραίοι δεν βόσκουν τα κτήνη τους 🙂 🙂 🙂 ).
Μπονσουάρ, arkadaşlar fidèles 🙂
Πότε είπα τέτοιο πράγμα και το έγραψε κι ο Ουγκό;
Γκρενγκουάρ λέμε, όχι Γκρεγκουάρ!
Το ν είναι από το επίθετο.
Κοίτα τι ζουμί μπορεί να βγάλει μια κουταλιά νερό όταν πηδήξει μέσα της ένας Δύτης των Νιπτήρων :-Ρ
Ευχαριστούμε Δύτη
Πολύ νόστιμο και πολύ ενδιαφέρον
Και σήμερα μπονζούρ. Κιντ, ίσως είδες ότι εισακούστηκες από τον κελτολόγο υπηρεσίας 🙂
Κι εκεί που έλεγα, να του πω: «Καμιά βουτιά δεν έχει, καλοκαιριάτικα, μάστορα», να τος πετιέται…
Από περιέργεια: αυτό που παρέθεσες, είναι από την ελληνική μετάφραση και το άφησε έτσι, ή δική σου μετάφραση το απόσπασμα;
Μπορεί να πάω να φάω ακριβώς απέναντι σύντομα. Κερί δεν σου υπόσχομαι!
Τουτ λε τραντυξιόν σον λε μιέν. Βρήκα σε ένα παρισινό παζάρι μια δίτομη έκδοση του ’30, τρία ευρώ ο τόμος, αυτή διάβασα 🙂 Έχω κάνει κανένα χοντρό λάθος στην απόδοση;
Χρόνια πολλά Δύτη! 🇸🇲 🤗😀
Αμ δεν μαθαίνετε! το Δεκέμβρη γιορτάζει ο Δύτης, είπαμε 😉 (σούκραν πάντως, ε;)
https://sarantakos.wordpress.com/2017/09/20/notredame/
…θεωρούσε ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του μεσαίωνα τη
μανία με τους Τούρκους…
Οθωμανία,
από ένα σημείο και μετά!
…και μάλιστα, μια και λέμε για Ουγκό και ρομαντικούς, Ottomania 🙂
Ρίβα εθεάθει 🙂