Δεν είναι πολλά τα κείμενα Οθωμανών που να πολέμησαν στη διάρκεια της Επανάστασης. Για την ακρίβεια είναι μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού (ένα είναι του Βαχίτ Πασά, εκείνου που διέταξε τη σφαγή της Χίου· ένα άλλο — καλά, θα σας πω του χρόνου). Αυτό που αντιγράφω σήμερα ανήκει στην ημιτελή αυτοβιογραφία του Καμπουτλή Βασίφ Εφέντη, ενός άτακτου μισθοφόρου ιππέα που πολέμησε στη Στερεά, την Πελοπόννησο και την Εύβοια και έγραψε απομνημονεύματα («τις χώρες και τις επαρχίες, τους πολέμους και τους θανάτους έναν προς έναν, ό,τι παρατήρησα από το έτος 1216 [1801/2] ως το 1248 [1832/3]… ώστε οι αναγνώστες να ακούσουν, να αφήσουν τούτο τον κόσμο και να σκεφτούν το Επέκεινα») το 1834. Δυστυχώς το κείμενο κόβεται απότομα, πάνω σε κάτι περιπέτειες στα βουνά της Κύμης. Ο τύπος άφησε το χωριό του για τα ξένα (έτσι το γράφει) το 1801, σε ηλικία οχτώ χρονών, μαζί με τον πατέρα του, και πολέμησε σε διάφορα μέτωπα της Μικρασίας, εναντίον τοπαρχών και Ρώσων, προτού ενταχθεί σε ένα από τα σώματα που στάλθηκαν κατά του Αλή Πασά. Ε, «ενώ έκοβαν το κεφάλι αυτού του Αλή Πασά, οι άπιστοι του Μοριά ξεσηκώθηκαν». Έχει ενδιαφέρον ότι το κείμενο είναι στολισμένο με εικόνες που περιγράφουν τα μέρη και τα τεκταινόμενα· έβαλα μερικές κι εδώ. (Μπορείτε να δείτε και αυτό το σχετικό άρθρο).
Μη νομίσετε ότι είναι ακριβώς συναρπαστικό κείμενο, είναι γεμάτο με κάπως μονότονες περιγραφές, μάχες και κομμένα κεφάλια· ούτε ο συγγραφέας είναι καμιά συμπαθητική προσωπικότητα, παρότι βέβαια το ότι έγραψε και ζωγράφισε είναι, αν μη τι άλλο, αξιοπρόσεχτο. Διάλεξα να μεταφράσω τη μάχη στα Δερβενάκια. Ο Κολλή Κοτρόν φαντάζεστε ποιος είναι:
…Την επόμενη μέρα, το απόγευμα, το δερβένι [πέρασμα] του Μοριά φάνηκε και το πλησιάσαμε. Άπιστος δεν φαινότανε. Είπαμε: «Ο Θεός γνωρίζει καλύτερα — αλλά δεν υπάρχουν άπιστοι στρατιώτες στο πέρασμα». Ενώ τα λέγαμε όμως αυτά, είχαμε μαζί μας έναν οδηγό που ήταν μοραΐτης. Μας ενημέρωσε πως το πέρασμα δεν είχε εγκαταλειφθεί, και ότι ο Κολλή Κοτρόν, ο κυριότερος μπέης των απίστων, βρισκόταν εκεί. Δεν ακούσαμε όμως τα λόγια του και μόλις φτάσαμε κοντά στη χαμηλότερη είσοδο του περάσματος, είδαμε πως οι άπιστοι είχαν σκάψει χαρακώματα από το ένα βουνό στο άλλο, είχαν στήσει τις σημαίες τους στην κορφή του βουνού και περίμεναν. Όταν είδαμε τη διάταξή τους, επιστρέψαμε στα χωριά της πεδιάδας. Ενώ περιφερόμασταν εκεί, ένας άπιστος έπεσε στα χέρια μας. Του πήραμε πληροφορίες· τον ρωτήσαμε: «Υπάρχουν πολλοί άπιστοι σ’ αυτό το Δερβένι του Μοριά;» Ο άπιστος απάντησε ως εξής: «Υπάρχουν σαράντα χιλιάδες, και μαζί τους ο Κολλή Κοτρόν, που είναι ο μπέης τους». […] Ο πασάς ετοιμάστηκε –είχε ήδη χαράξει– και η εμπροσθοφυλακή του στρατού έφτασε στο δερβένι του Μοριά. Μας βρήκαν εκεί. Ο στρατός συγκεντρώθηκε στην είσοδο του περάσματος και στάθμευσε εκεί. […] [Την άλλη αυγή] ο Μαχμούτ Πασάς μάζεψε τους επικεφαλής, έστειλε το πεζικό σε δύο φάλαγγες στα δυο βουνά, με τον ίδιο τρόπο έστειλε το ιππικό ως κεντρική φάλαγγα στο δρόμο, έβαλε χρυσούς μαχμουτιέδες σε ένα χαλί προσευχής και άρχισαν όλοι να φωνάζουν ταυτόχρονα. Φώναζαν με όλη τους τη δύναμη, γιατί όποιος θα έφτανε πρώτος με το μπαϊράκι του στην κορφή του περάσματος θα έπαιρνε πεντακόσιους μαχμουτιέδες […]
Οι άπιστοι μας παρακολουθούσαν από το βουνό. Δεν ήξεραν ότι το πεζικό μας πλησίαζε σε δύο φάλαγγες. Περίμεναν πίσω από τα οχυρώματά τους, πίνοντας και γλεντώντας, και έλεγαν: «Για να δούμε τι θα κάνουν τούτοι οι Τούρκοι». […] Οι στρατιώτες που είχαν κινηθεί από την αριστερή πτέρυγα είχαν φτάσει ακριβώς κάτω από τα οχυρώματα των απίστων στην κορφή. Οι ιππείς είχαν κινηθεί από τη μέση και είχαν φτάσει κι αυτοί κάτω από τα χαρακώματα. Τότε ένας θόρυβος γέμισε τα βουνά, από τους πυροβολισμούς και τις φωνές απίστων και δικών μας. Ο ήχος αντιλαλώντας στα βουνά και τους βράχους έφτανε μέχρι τον ουρανό. Είναι αδύνατο να πω πώς εξελίχθηκε η μάχη, θα έπρεπε να είναι κανείς εκεί. Ακριβώς δύο ώρες πριν τη δύση οι άπιστοι είχαν τραπεί σε φυγή προς τα στρατεύματά μας στη δεξιά μεριά, πέρασαν μέσα από τη φωτιά της κόλασης και έφυγαν.
Έπεσε η νύχτα. Οι άπιστοι είχαν φύγει. Είχαν φύγει στα βουνά στα δεξιά. […] Ο στρατός μας, ιππικό και πεζοί, εμφανίστηκε στο σημείο του βουνού όπου βρίσκονταν πριν οι άπιστοι. Άφησαν πίσω τις αποσκευές τους, τα πυρομαχικά, τους σταβλίτες και το ιππικό της Σεβάστειας. Η κεντρική φάλαγγα του ιππικού μας, που είχε φτάσει στην κορφή, πήγε στην πεδιάδα του Γκιόρντους [Κορίνθου] για σκλάβους, άντρες και γυναίκες, λέγοντας: «Δεν έχει μείνει άπιστος στα βουνά, πάμε στην πεδιάδα της Κορίνθου».
Το δερβένι του Μοριά είναι ανάμεσα σε δυο βουνά, και στις δυο πλευρές έχει μαύρα βράχια. […] Πάνω από το ποτάμι και τα βράχια είναι ένα μονοπάτι· οι στρατιώτες έπρεπε να περάσουν ένας-ένας απ’ το μονοπάτι. Έτσι σε δέκα μέρες μόνο τόσες χιλιάδες στρατιώτες περνούσαν. Όσοι είχαν φτάσει στην κορφή κατηφόριζαν προς την άλλη μεριά. Κανένας δεν έμεινε στο βουνό.
Ενώ εκείνοι κινούνταν έτσι από το πέρασμα μια μέρα και μια νύχτα, οι άπιστοι πληροφορήθηκαν την κατάσταση. Οι άπιστοι που είχαν διαφύγει τώρα επέστρεψαν, πήραν το δερβένι, επάνδρωσαν ξανά τα μετερίζια τους και άρχισαν να πολεμούν. Κανένας από το στράτευμα της Σεβάστειας, τους άλλους στρατιώτες ή οποιοσδήποτε είχε μείνει πίσω στις πλαγιές δεν πέρασε αβλαβής. Οι άπιστοι πήραν τις προμήθειές τους, τις σκηνές, τα όπλα και τα πυρομαχικά τους, τα πάντα, και τα κατέσχεσαν. Έτσι που οι άπιστοι είχαν οχυρωθεί στο δερβένι, είχαμε αποκοπεί από την οπισθοφυλακή. Φτάσαμε στον κάμπο της Κορίνθου και στρατοπεδεύσαμε. Από τον στρατό μας των πενήντα πέντε χιλιάδων, μόνο κάπου τριάντα χιλιάδες στρατιώτες είχαν μείνει. […]
Το εν λόγω Δερβένι του Μοριά, όπου κεφάλια κόπηκαν και όπου τόσες χιλιάδες καβαλάρηδες από τη Σεβάστεια χάθηκαν φαίνεται εδώ:
[Ο αφηγητής βρίσκει μετά από μέρες στο στρατόπεδο τον πατέρα του, που έχει λαβωθεί βαριά στο κεφάλι:]
Σ’ αυτή την κατάσταση βρήκα τον πατέρα μου, μισοπεθαμένο και αναίσθητο. Τον είδα και θρήνησα και ξέσπασα σε κλάματα. Ύστερα από λίγο, ο πατέρας μου βρήκε τις αισθήσεις του και είπε:
«Μουσταφά, γιε μου, πού είμαστε; Τι μέρος είναι τούτο; Περάσαμε το δερβένι του Μοριά; Γιε μου, γιατί κλαις; Δόξα τω Θεώ, περάσαμε το δερβένι του Μοριά, ήρθαμε εδώ και είμαστε ασφαλείς. Γιατί κλαις; Είμαι καλά» — και έτσι με παρηγόρησε λίγο.
(Πηγή: Jan Schmidt, “The Adventures of an Ottoman Horseman: The Autobiography of Kabudlı Vasfî Efendi, 1800-1825”, στου ίδιου, The Joys of Philology: Studies in Ottoman Literature, History and Orientalism (1500-1923), τ. 1, Κωνσταντινούπολη 2002, σελ. 165-286· εδώ οι σελ. 237-41)
Ο Κολλή Κοτρόν ήταν Γάλλος; 🙂
Με δυο λαμ ο Κολλή Κοτρόν;
Και του χρόνου, Δύτη. Ευχαριστούμε!
Ωραίο Δύτη! Τι διαχρονική μανία κι αυτή των περσότουρκοι να πηγαίνουν να κλείνονται στα στενά μ’εμάς τους κατσαπλιάδες ,που τα βράχια είναι η παρέα μας… 🙂
Γλωσσικά. Νομίζω ότι η «σφαγή του Δράμαλη» (ή «η νίλα του Δράμαλη») είναι η μόνη έκφραση που επέζησε καλά ως τις μέρες μας με προέλευση μάχη/γεγονός του 21. Δεν ξέρω αν η νεολαία σήμερα τη χρησιμοποιεί ακόμα όμως. Παλιότερα ακουγόταν και το «θα μαρτυρήσεις σαν τον Αθανάσιο Διάκο», αλλά αυτό μάλλον έχει εκλείψει.
Αυτό για τη διαχρονική μανία θα μπορούσες να το πεις και για τη ναυμαχία της Ναυπάκτου, που ήδη στην εποχή της είχε προβληθεί ως η νέα ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Το ότι κατέληξε να διεξαχθεί στα στενά της εξόδου του Πατραϊκού με τον οθωμανικό στόλο να βγαίνει και τη χριστιανική Λέγκα να στέκεται έξω και να τους «περιμένει» (καλώς τα ναυτάκια μου τα ζουμπουρλούδικα) εκ των πραγμάτων ευνόησε τους δεύτερους, οι οποίοι υπερτερούσαν σε δύναμη κανονιών αλλά και σε βάρος.
Τα στενά δεν επέτρεπαν ελιγμούς, κυκλωτικές κινήσεις και άλλα τσαλιμάκια, οι δε Χριστιανοί είχαν στο στόλο τους καστροκάραβα που σε τέτοιες συνθήκες αποδεικνύονταν πολύ αποτελεσματικά.
Ξέρεις τώρα μου καις κάτι που θα μπορούσα να βάλω στο μέλλον. Ο Ουλούτς Αλή Πασάς που ως κουρσάρος κάτι ήξερε από ναυμαχίες υποστήριζε να βγουν στα ανοιχτά, αλλά ο αρχιναύαρχος («με το θράσος του χωριάτη» γράφουν οι οθωμανοί ιστορικοί) επέμενε να δώσουν άμεσα ναυμαχία και μάλιστα πιάνοντας τη μεριά της στεριάς. Έφαγε το κεφάλι του, ενώ ο Αλή Πασάς γλίτωσε και μεγαλούργησε και στη συνέχεια. Άσε που του χρωστάμε τον εποικισμό της κοινής μας γνωστής νήσου, της Σάμου 🙂
Δύτη, ξέρουμε ποια λέξη χρησιμοποιεί στο κείμενο ο Καμπουτλής για τους «άπιστους»;
Καταπληκτικό εύρημα και ανάρτηση Δύτα.
Δεν υπάρχει άλλη περιγραφή της μάχης;
Γιατί δεν το μεταφράζεις όλο, να το εκδώσεις; Μια έκδοση 350 περίπου σελίδων, 200 αντίτυπα, δεν πάει (με τα δικά μου δεδομένα, χωρίς διανομή σε βιβλιοπωλεία) πάνω από 1000 ευρώ, και τα βρίσκουμε.
Λεώνικος
Καλημέρα, πολύ ωραίο!
Από πού ήταν ο Καμπουτλής; Από κανένα Καμπούτ; Γεννημένος το 1793, δεν ήταν 30 χρονών τότε. Και ο πατέρας του, πενηντάρης, γέρος.
Καλημέρα, ευχαριστώ και πού να πρωτοαπαντήσω!
Γρηγόρη, δεν έχω το πρωτότυπο (μόνο κάποιες σελίδες που βάζει ο Σμιτ, ο μεταφραστής του στ’ αγγλικά), αλλά εικάζω ότι είναι γραμμένο με δύο λαμ(δα), παρετυμολογώντας από το κολ (μπράτσο). Ξέρω γω πάλι;
Κίντο, κιαφίρηδες τους λέει, γκιαούρηδες μ’ άλλα λόγια. Kâfir.
Λεώνικε, είναι βαρετό κείμενο λέμε! Μην ανησυχείς όμως, έχει σειρά ένα άλλο καλύτερο που πρόκειται να βγει το ’18. 🙂
Το Καμπούτ, όπως φαίνεται, είναι ένα χωριουδάκι κάπου κοντά στο Τοκάτ, στη μέση της Μικρασίας.
Να σημειώσω και κάτι που έχει πλάκα: όταν μετέφραζε ο Σμιτ το «δερβένι του Μοριά» έγραφε «πέρασμα του Μοριά», Mora Pass. Για κακή του τύχη ο κ. Σπελτσέκερ το άλλαξε παντού σε Moral Pass, που σημαίνει μάλλον κάτι σαν «ηθική έγκριση» ή κάτι τέτοιο. Ο Εσμέρ στο άρθρο που λινκάρω, και παρότι έχει πρόσβαση και στο οθωμανικό χειρόγραφο, ακολουθεί τον Σμιτ και γράφει για την infamous Battle of the Moral Pass, today Dervenakia 🙂
Ok Δύτη. Αραβικής προέλευσης το «κέφιρον» (καλά το ακούω;)
https://translate.google.com/#ar/en/%D9%83%D8%A7%D9%81%D8%B1
κιάφιρουν με την, ας πούμε, ονομαστική. Κιαφίρ για τους Τούρκους, πληθυντικός κεφερέ ή κιουφφάρ.
Και κάφρος για τους Έλληνες 🙂
Ωραίο. Δεν ήξερα ότι και απλοί στρατιώτες του οθωμανικού στρατού κρατούσαν απομνημονεύματα.
Ναι, εντυπωσιακό δεν είναι; Για τη γλώσσα γράφει ο Σμιτ:
The text is written in lapidary, colloquial Turkish in an idiosyncratic (phonetic) and inconsistent spelling… The vocabulary used by the author is limited…
Occasionally the author addresses his audience directly and there are some indications for assuming that he did not write his book himself but dictated it to a clerk of limited literacy. Βέβαια αυτό δεν εξηγεί το πώς έχωσε τις εικονίτσες στο κείμενο.
Ευχαριστούμε πολύ Δύτη μας
Πολύ ωραίο ! Θαυμάσιο ! Ευχαριστούμε πολύ !
( Υ.Γ. Μπορώ να αναστήσω στο phorum.gr τον Παπάζ βάζοντας ταυτόχρονα και αυτό ή όχι να μην το κάνω ; )
Ωραίο, Δύτα!
Κι εμένα το πρώτο πράγμα που μου ‘ρθε ν’ αναρωτηθώ ήταν η μεταγραφή του Κολοκοτρώνη με τα δύο λ και το ήτα,
Η αφήγηση που θυμάμαι από τα σχολικά χρόνια για τη μάχη στα Δερβενάκια (πού το θυμήθηκες, Κίντο, τη μεταφορική «σφαγή του Δράμαλη»; Από τότε έχω να την ακούσω!) είναι βέβαια πιο χοντροκομμένη: Οι Έλληνες είχαν πιάσει τα στενά και οι Τούρκοι σαν μπουνταλάδες πήγαν και πέρασαν από μέσα.
Εδώ μάς λέει ότι Τούρκοι φρόντισαν πρώτα να καθαρίσουν τα υψώματα για να μην πιαστούν στη φάκα και ύστερα (σαν μπουνταλάδες) άφησαν αφύλαχτα τα υψώματα και πήγαν και πέρασαν μέσα από τα στενά και πιάστηκαν στη φάκα!!!
😆 😆 (για τη φοβερή τελευταία παράγραφο!) Γιάσου ρε Ηλεφού, τσίφτη!
Εγώ το χρησιμοποιώ ακόμα τη «σφαγή του Δράμαλη». Το έλεγε πολύ όμως ο πατέρας μου, και προφανώς το κόλλησα απ’αυτόν.
Υπάρχει στην Πελ/σο και η φράση «Έρχεται ο Μπραήμης».
Στα Δερβενάκια ουσιαστικά οι Χαλντούπηδες δεν μπορούσαν να πολεμήσουν γιατί είχαν φάει αγουρίδες και περπατούσαν διπλωμένοι. Σε συνδυασμό με τον φόβο, τους είχε πάει σερπαντίνα και κριτσίνι . Σφαγή έκαναν ουσιαστικά οι Έλληνες.
Και μόνο για την επανεμφάνιση του Κύκλου των Χαμένων Σχολιαστών άξιζε το ποστ 🙂
Ρίβα, όπως θες κάνε για το φόρουμ — όπως ξέρεις άλλωστε, άλλος έγραψε το άρθρο για τον Παπάζογλου και άλλος το παρόν…
Διάβαζα το γουκιπεδικό, αλλά μπερδεύτηκα ακόμα περισσότερο… πόσα ήταν τα δερβένια, πού στα διάτανο ήταν; , πού κάθουνταν ο Κολοκοτρώνης; (εκτός απ’τα κοτρώνια) κ.λ.π.
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%AC%CF%87%CE%B7_%CF%84%CF%89%CE%BD_%CE%94%CE%B5%CF%81%CE%B2%CE%B5%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%AF%CF%89%CE%BD
Κι από την αγγλική βερσιόν, φοβερή απόδοση του «Της Ρούμελης οι μπέηδες ,και του Μωριά οι λεβέντες …»
Κι αν το απαγγείλετε θα δείτε ότι διατηρείται στο εγγλέζικο ο 15σύλλαβος (τα χαλάει μόνο το a πριν το blanket στον τελευταίο στίχο, οπότε το βγάζουμε και είναι τέλειο. 🙂
«Here lie the beys from Roumeli and agas from the Morea:
Their headless bodies sleep above the pass of Dervenakia.
Black earth now makes a bed for them, the stones provide their mattress,
And snow and ice, when winter comes, are all they have for a blanket»
Γεια σου Δύτη φοβερέ! κι ευχαριστώ
αρα οι φασιστες ναζιστες κολοκοτρωνης καραισκακης και λοιποι χρυσαυγιτες ελληνες τo 1821 δεν ηθελαν την πολυπολιτισμικη κενωνια και την αρμονικη συνυπαρξη με τους μουσουλμανους συμπολιτες μας….
Όπως το πάρεις: https://dytistonniptiron.wordpress.com/2016/03/26/loucatos/
(τέτοιες κουτοπονηριές όμως θα τις σβήνω στο εξής)
Βλέπω στο φόρουμ που με σφήνωσε ο Ρίβα ένα σχόλιο στο οποίο θα ήθελα να δώσω μια σύντομη απάντηση:
Όλα αυτά ισχύουν (το τελευταίο παίζεται, αν μη τι άλλο η έναρξη είναι ένα τυπικό σχήμα λόγου, που ίσως και να μην το έγραψε ο ίδιος αν ισχύει η υπόθεση του Σμιτ ότι το υπαγόρευσε σε κάποιο γραμματικό), αλλά καλό θα είναι να θυμόμαστε ότι αυτή είναι η οπτική ενός χωριατόπαιδου που έφυγε παιδάκι από τα βάθη της Μικρασίας για να γίνει επαγγελματίας μισθοφόρος, και βρέθηκε στο Μοριά σχεδόν τυχαία. Σχεδόν περισσότερο τον νοιάζει να μην του φάνε τα λάφυρα οι γενίτσαροι παρά το τι έπαθαν οι άπιστοι και ξεσηκώθηκαν. Ωστόσο, πρέπει να σημειώσουμε ότι σε λογιότερα κείμενα υπάρχουν πολύ λεπτομερέστερες αναφορές και περιγραφές της επανάστασης, σύνδεσή της με τη Γαλλική, με τους Ρώσους, με την «επιθυμία της ελευθερίας» ή της «ανεξαρτησίας» – γραμμένα από Οθωμανούς που είτε ήταν πιο μορφωμένοι και τα συνέδεαν με τη γενικότερη ιστορία της εποχής τους ή με το πλαίσιο των πολιτικών ιδεών τους, είτε είχαν ζήσει στο Μοριά και ήξεραν πρόσωπα και πράγματα. Μπορεί κανείς να δει αυτό για παράδειγμα: https://www.academia.edu/10449422/The_Greek_Revolution_in_the_Morea_according_to_the_Description_of_an_Ottoman_Official ή τον Σανιζαντέ που αναφέρω στο τέλος του άλλου ποστ (https://dytistonniptiron.wordpress.com/2016/03/26/loucatos/)
Δύτη, συγγνώμη που συνεχίζω το κάψιμο ίσως (ο Ηλεφού έβαλε τη φωτιά, κύριε! 🙂 ) αλλά θαυμάζω στη Γουικιπήντια το… σαφές της καταγωγής του!… 😆
Γεννήθηκε στην Λε Καστέλα της Καλαβρίας και ονομάστηκε Giovanni Dionigi Galeni. Ήταν γιος του ναυτικού Birno Galeni και της Pippa de Cicco. Το 1536, σε ηλικία 17 ετών ο νεαρός Giovanni αποφασίζει να μπει σε ιερατική σχολή για να γίνει καθολικός ιερέας[εκκρεμεί παραπομπή]. Όμως αιχμαλωτίζεται από τους πειρατές υπό τον Ali Ahmed Reis. Κατ’ άλλους πάλι ήταν Γάλλος εξωμότης, σύμφωνα με ορισμένες τουρκικές πηγές ήτανΤούρκος εκ γενετής αλλά Μικρασιάτης με καταγωγή από την Ήπειρο που μετά το θάνατο του Σκεντέρμπεη οι γονείς του είχαν καταφύγει στη Σικελία, όπου είχε εξισλαμιστεί και είχε τραπεί προς την πειρατεία με το προσωνύμιο «Οκιόλι», ίσως για την οξυδέρκειά του
Ναι, και μάλιστα μετά τη διάσωσή του στη Ναύπακτο πήρε το προσωνύμιο Κιλίτς, «Σπαθί», αντί Ουλούτς, που σήμαινε στα αραβικά «βάρβαρος» και παρέπεμπε στην ιταλική του καταγωγή.
Κοίτα να δεις!
Ήξερα ότι ο Αλής της Σάμου ήταν πρώην χριστιανός αλλά δεν φαντάστηκα ποτέ ότι ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Ουλουτζαλή της ναυμαχίας της Ναυπάκτου!
Κατά τ άλλα «Μικρασιάτης με καταγωγή από την Ήπειρο» 😀
Δύτα, δεν νομίζω ότι σου έκαψα τίποτα.
Γράψε αυτό που είναι να γράψεις και κανείς δε θα διαμαρτυρηθεί ότι είχε προϊδεαστεί από τον Ηλεφούφουτο, σε διαβεβαιώ.
Τι ωραίο, ευχαριστούμε! Να ρωτήσω κι εγώ με τη σειρά μου, πώς γράφεται ο Κολλή Κοτρόν στα αραβικά και γιατί μεταγράφεται με αυτόν τον τρόπο; Όχι ότι ξέρω αραβικά, στοιχειωδώς το αλφάβητο και λίγες λεξούλες, αλλά έτσι από περιέργεια θα μου άρεσε να ξέρω.
Βρε καλώστην! Kullı Kutrân (قوللي قوطران), το k με καφ και το t με τι. Μάλλον παρασύρθηκα από το κανονικό όνομα και τον έκανα Κοτρόν αντί για Κοτράν.
Χίλια ευχαριστώ! Πιο πολύ αναρωτιόμουν για το ήτα, γιατί να αποδώσεις το yaa ي με ήτα. Δεν ξέρω απ’ αυτά, βλέπεις, ίσως είναι χαζή απορία. Επίσης αναρωτιέμαι, γιατί έβαλε quaaf ق και όχι kaaf ك και γιατί έβαλε δύο lam. Έχει κάποια σχέση με την προφορά του ονόματος;
Αμ, βλέπεις εδώ χρειάζονται οθωμανικά, όχι αραβικά 🙂
Έβαλε καφ γιατί χρησιμοποίησε «χοντρά» φωνήεντα (a, o, u, ı) και όχι «λεπτά» (e, ö, ü, i), σύμφωνα με την φωνηεντική αρμονία της τουρκικής (αντίστοιχα, αν είχε τον φθόγγο «σ» θα έβαζε σαντ και όχι σιν). Και έβαλε δυο λαμ μάλλον γιατί παρετυμολόγησε από το «κολ» (μπράτσο, χέρι) και την τουρκική κατάληξη «-λι» που φτιάχνει επίθετα από ουσιαστικά (αντίστοιχη του αραβικού «-ι»). Ε, επειδή τέτοια επίθετα κλασικά τα αποδίδαμε με ήτα (π.χ. μπεσαλής, Καραμανλής, και με παρετυμολογία τσαμπουκαλής [sabıkalı], έβαλα κι εγώ το ήτα.
Τι ενδιαφέρον! Ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο σου! 🙂
χαιρομαι που σε βρηκα
θα σε διαβαζω
[…] πήρε σπαθιές, δεν κατάλαβε τίποτα, πολέμησε και στα Δερβενάκια. Ο άλλος, μορφωμένος, ήξερε και ελληνικά, και […]