Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Μπητλς’

Πάντα αυτό το κομμάτι μου έμοιαζε σαν τη χαρτογράφηση του ανεκπλήρωτου, ή ματαιωμένου, πάθους: ακούστε με υπομονή, θα δείτε πώς μόλις συνηθίζει το αυτί στο πρώτο, κάπως ελαφρύτερο κομμάτι, με τα σολάκια του και μ’ όλα, ξαφνικά σαν κάτι να γίνεται δυνατότερο από τους εκτελεστές -ή τους ακροατές- και να τους εκτοπίζει· προσέξτε τη διαρκή επανάληψη που τριβελίζει το μυαλό, το πώς σιγά-σιγά γίνονται πιο έντονα τα μπάσα, λες και κάτι πιο βαθύ ανεβαίνει προς την επιφάνεια, το πώς όλα σταματούν ξαφνικά με σιωπή. Τέλειωσε το κομμάτι.  Αλλά δεν το ξεχάσατε.

(αφιερωμένο στο βυτίο, για αυτό το θαυμάσιο ποστ)

Read Full Post »

Καθώς άνοιγε ο αδερφός μου το δώρο που του διάλεξα για την πρωτοχρονιά, πιάσαμε κουβέντα για τους Μπητλς για κάποιο λόγο. Σκέφτομαι τελευταία πώς θα ήταν να ζει κανείς εκεί γύρω στο ’66 και μετά, να ακούει μετά το Rubber Soul το Revolver και να παθαίνει, να λέει «δεν είναι δυνατόν, τι άλλο μπορούν να κάνουν τώρα οι άνθρωποι;», μετά από κάτι μήνες, μπαίνοντας το ’67 να βγαίνει το σινγκλάκι με το Strawberry Fields και μέχρι να το χωνέψεις νάσου και το Sgt. Pepper. Δεν είναι απίστευτο; Πάνω στην κουβέντα κάνει η μητέρα μου, και με το δίκιο της: «το ίδιο συνέβαινε τότε και με τον Σαββόπουλο». Λέει ο αδερφός μου (ενώ παλεύει να ανοίξει το φακελάκι του δώρου): «Και τώρα καμία σχέση… ούτε με τον Παπακωνσταντίνου -σου άρεσε αλήθεια ο Σαμάνος;- ούτε με τους Χειμερινούς τελευταία, όλο τα ίδια απόνερα…» κι εγώ δαγκώνομαι γιατί το δώρο είναι ο τελευταίος των Χειμερινών, τα 23 κόκκινα φώτα. Κάνω ένα «ε, οι Χειμερινοί, δεν ξέρω, είσαι σίγουρος;», πάει να πει εκείνος «ε ναι, τα τελευταία τους όσο νάναι… ωχ!», το δώρο άνοιξε. Το μπαλώσαμε βέβαια, δεν το είχε ακούσει και ακόμα δεν τόχει γιατί το σιντί βγήκε ελαττωματικό. Προχθές είχα την ίδια κουβέντα με τον φίλο μου τον Κοσμά: όχι πια τι υπάρχει -τι μπορεί να υπάρξει σήμερα τόσο πραγματικά, συγκλονιστικά καλό στην ελληνική μουσική όσο ήταν ο Χατζιδάκις (πάντα), ο Σαββόπουλος το ’70 ή η Πλάτωνος και οι Χειμερινοί το ’80. Τίποτα· ο Βραχνός Προφήτης; πάει πέρασε, και η Βροχή από κάτω δεν είχε συνέχεια. Τα 23 κόκκινα φώτα ακούγονται όμορφα, όπως ήταν και οι προηγούμενοι δίσκοι των Χειμερινών (ένα ωραίο χαρακτηριστικό κομμάτι που μούχει κολλήσει μπορείτε να ακούσετε εδώ), αλλά όντως είναι μια απ’ τα ίδια, απόνερα των παλιών δίσκων. Επιστροφή στην τριλογία Χειμερινοί κολυμβητές, Από το πάρκο στη Μυροβόλο, Δακοκτόνοι, λοιπόν. [Σημείωση δυο βδομάδες μετά: Όσο ακούω τον καινούριο δίσκο αλλάζω γνώμη, ωστόσο· το έγραψα και σε ένα σχόλιο: είναι εξαιρετικός]

Προσπαθώ σκληρά να μην πέφτω στη λούμπα του προσεχώς σαραντάρη, που βρίσκει κλασικά πως τίποτε πια δεν είναι όπως στην εποχή του. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Τις προάλλες έμπλεξα σε μια ωραία συζήτηση για το καινούργιο περιοδικό της Ελευθεροτυπίας, το «Κοντέινερ» (δεν μ’ άρεσε: εδώ και εδώ). Πάνω στην κουβέντα, ήρθε και η σύγκριση με τη «Βιβλιοθήκη», πάλι της Ελευθεροτυπίας (ούτε αυτή με ενθουσιάζει· βλέπετε, εκτός από τον Αρανίτση, εμένα μ’ αρέσει και ο Κοροπούλης, και τώρα λείπουν και οι δύο). Εξέτασα λοιπόν την «Βιβλιοθήκη» αυτής της Παρασκευής προσεκτικά, και σε μια στήλη που συνήθως με αφήνει από αδιάφορο μέχρι απορώντα («γιατί διάολο έκατσα να το διαβάσω αυτό») ανακάλυψα κάτι ενδιαφέρον:

«Από τον Τύπο εμπνεύστηκε και ο Paul McCartney το She’s Leaving Home, όταν διάβασε την είδηση για τη φυγή από το σπίτι τής Melanie Coe, της οποίας οι γονείς είχαν δηλώσει We Gave Her Everything Money Could Buy, φράση που χρησιμοποίησε ο McCartney στο τραγούδι, συμπληρώνοντας το υπόλοιπο με τη φαντασία του.»

Πράγματι· διαβάζω εδώ ότι η εν λόγω Μέλανι τό ‘σκασε μεν, αλλά όχι για να συναντηθεί με έναν man from the motor trade, αλλά με έναν γκρουπιέρη. Η φωτογραφία της αποπνέει τυπικά σίξτις, λες και βγήκε από το Blow Up του Αντονιόνι. Όταν το ‘σκασε, οι γονείς τη βρήκαν, την έφεραν πίσω, λίγο μετά έκανε έκτρωση, παντρεύτηκε (κάποιον άλλο, έναν Ισπανό), χώρισε, τελευταία είχε προβλήματα με κάποιο πρόστιμο της Πολεοδομίας, αν είναι δυνατόν. Ας μείνουμε στο τραγούδι, όπου δεν ξέρουμε τίποτε για το μέλλον της (ανώνυμης εδώ) Μέλανι. Καλύτερα έτσι.

Read Full Post »

Μετά από πολύ καιρό, έκατσα ένα βράδι στην Αθήνα· είπα λοιπόν να πάω σινεμά. Ταλαντεύτηκα ανάμεσα στον «Ειρηνοποιό» του Γούντι Άλλεν και το «Μερικοί το προτιμούν καυτό» (και τα δύο τα έχω δύο πάνω από μια φορά, και η κωμωδία στο σινεμά δεν είναι το φόρτε μου, την προτιμώ στη μικρή οθόνη), σκέφτηκα λίγο το «Είμαι περίεργη: κίτρινη» για ιστορικούς λόγους, τελικά αποφάσισα να ξαναδώ τις «Δύο Αγγλίδες στην Ευρώπη», ή, όπως είναι ο κανονικός τίτλος, «Δύο Αγγλίδες και η Ευρώπη» -η Ήπειρος, κατά λέξη (Les deux anglaises et le Continent) του καλού μου Τρυφώ.

Ναι. Το 1971, αντίθετα με τον άσπονδο εχθρό του (πλέον) Γκοντάρ και τους άλλους παλιούς συνεργάτες και φίλους της Νουβέλ Βαγκ, ο Τρυφώ αποφασίζει να γυρίσει άλλη μια ταινία «εποχής»,  αυτό το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του γιατρού Ανρί-Πιερ Ροσέ, κάπου δέκα χρόνια μετά το προηγούμενο, το «Ζυλ και Τζιμ». Οι δύο ταινίες είναι απόλυτα συμμετρικές, εξάλλου κατά κάποιο τρόπο η μία εμφανίζεται εγκιβωτισμένη στην άλλη (ο «Κλωντ Ροκ» γράφει το «Ζερόμ και Ζυλιέν»), τις ενώνει επίσης η μουσική του Ζωρζ Ντελρύ (που κάνει και ένα σύντομο πέρασμα στην ταινία) αλλά κυρίως το κοινό θέμα: στο «Ζυλ και Τζιμ», η φιλία δύο αντρών έρχεται αντιμέτωπη με τη γυναίκα-κυκλώνα, τη Ζαν Μορώ που αγαπά και τους δύο· στις «Δύο Αγγλίδες», ο Ζαν-Πιερ Λεώ ταλαντεύεται ανάμεσα στις δύο αδελφές. Κοινά επίσης είναι η εποχή, το χαρακτηριστικό μοντάζ των ταινιών του Τρυφώ με την επιλεκτική αφήγηση και τα κυκλάκια που σβήνουν, αντί για fade-out, αλλά και κάτι άλλο: η βία. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Περίμενα ότι με όλη αυτή τη μανία με τα κοπιράιτ δεν θα έβρισκα Μπητλς στο γιουτιούμπ, και όμως… Ορίστε λοιπόν. Πριν όμως τις μουσικές, θα υποστείτε ένα πολύ μικρό σχόλιο: στην διαμάχη Μπητλς-Στόουνς, σαφώς προτιμώ τους πρώτους, κι ας μ’ αρέσουν εξαιρετικά κι οι δεύτεροι. Αυτή η διάκριση ίσως έχει κάποια σημασία,  ή μπορεί και να χρησιμεύει απλά για να περνά η ώρα στα λύκεια. Αυτό που δεν κατάλαβα είναι η έχθρα που τρέφουν οι μισοί μπητλομανείς κατά της Γιόκο Όνο και οι άλλοι μισοί κατά του ΜακΚάρτνεϋ. Με το φτωχό μου μυαλό σκέφτομαι, ότι και να φταίει η Γιόκο για τη διάλυση του γκρουπ (που τέλος πάντων…) καλά έκανε, γιατί σταμάτησαν τότε ακριβώς που  έπρεπε· όσο για τον Πωλ, που οι σκληροπυρηνικοί θεωρούν ξενέρωτο, τι να πει κανείς για ένα Helter Skelter, ή ένα Maxwell’s silver hammer… Αρκετά φλυάρησα όμως· ένας φίλος μου βρήκε το μπλογκ καταθλιπτικό, οπότε ελπίζω με αυτό το ποστ να αλλάξει γνώμη. Ορίστε τώρα τα τρία κλιπάκια:

(περισσότερα…)

Read Full Post »